Ο Γιώργος Νταλάρας συναντήθηκε με τη Δώρα Αναγνωστοπούλου για έναν απολογισμό της ζωής του από την Κοκκινιά μέχρι τις συνεργασίες με τους μεγαλύτερους δημιουργούς.
Όπω εξομολογήθηκε στην εκπομπή Mega Stories ανακαλώντας στη μνήμη του την Κοκκινιά, το πρώτο του ξεκίνημα στο τραγούδι και τις μεγάλες μουσικές συναντήσεις και τα δύσκολα παιδικά χρόνια, πάλεψε να παραμείνει ο Γιώργος.
Η απουσία του πατέρα του, Λουκά Νταράλα, γνωστού ρεμπέτη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη ζωή του. Η μητέρα του και ο αδερφός του Χρήστος ήταν η οικογένεια που έμεινε πίσω να παλέψει με το μεροκάματο. Χρειάστηκε να δοκιμαστεί στην οικοδομή και στο μηχανουργείο μέχρι να έρθει η πρώτη ευκαιρία από τον Μάκη Μάτσα. Για τον λόγο αυτό πάντα θυμίζει στον εαυτό του την Κοκκινιά, όσα κι αν έχει πετύχει.
Από τη γειτονιά αυτή γέννησε τη μεγάλη αντίσταση, το ΕΑΜ, δύσκολο πια να ενωθεί για κάτι η κοινωνία για να γίνει πιο δίκαιη: «Ο χώρος της συντηρητικής παράταξης που λέγεται Δεξιά χρωστάει μια συγγνώμη στον ελληνικό λαό για όσα τράβηξε», είπε κατά το οδοιπορικό τους.
Δείτε το απόσπασμα:
Η δουλειά στα νυχτερινά κέντρα ήταν μόνο ευκαιριακή μέχρι να μπορέσει να φύγει και να στήσει την καριέρα του σε νέες βάσεις: «Έκανα αγώνα να φύγω από τα νυχτερινά κέντρα. Ερχόντουσαν λεφτάδες, ματσωμένοι από τα Μέγαρα, την Ελευσίνα, είχαν τα πιστόλια τους και το καθεστώς ήταν να πάρουμε μουσικούς και κοπέλες για κονσομασιόν και να έχει παρέα πεινασμένος σεξουαλικά. Αυτό δεν μπορεί να αρέσει σε ένα παιδί 16 χρονών», είπε.
Από τους μεγάλους λαϊκούς καλλιτέχνες θεωρεί πως ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι η μεγαλύτερη φωνή, αλλά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι η Ελλάδα. Στην πορεία του συνεργάστηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μάνο Λοΐζο, τον Απόστολο Καλδάρα, τον Γιάννη Μαρκόπουλο, τον Σταύρο Κουγιουμτζή και πολλούς άλλους μεγάλους Έλληνες δημιουργούς.
Παραδέχεται πως στόχος του ήταν ένα μεγάλο όνειρο που τελικά το άγγιξε και δεν παρέκλινε στη συνέχεια από αυτό. Δεν έκανε κάτι διαφορετικό στη ζωή του από αυτό που είχε αξιακά μέσα του και όπως λέει: «Δεν φταίει ο κόσμος, μάλλον φταίω εγώ που δεν καταλαβαίνω τον εαυτό μου. Ο Θεοδωράκης με μάγεψε. Μισώ τη διασημότητα, δεν τη θέλω, γιατί ο διάσημος των εποχών μας θεοποιείται. Άρα αυτός έχασε την οντότητά του, δεν είναι πλέον ο ίδιος. Εμένα αν με ρωτήσεις ποιος θέλω να είμαι, θα σου πω: ο Γιώργος. Το Νταλάρας μου είναι αδιάφορο», είπε χαρακτηριστικά.
Θαυμάζει ακόμη τους καθημερινούς ήρωες και δίνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Πριν από έξι χρόνια είμαι στον δρόμο και γίνεται πανζουρλισμός, κόρνες. Και ψάχνω να δω τι είναι και βλέπω ένα νεαρό παιδί 20 χρονών και παίρνει ένα σκυλάκι μέσα από τη λεωφόρο. Αν περνούσε από την άλλη μεριά θα το σκότωναν. Το πήρε στα χέρια του και λυπήθηκα που δεν ήμουν εγώ αυτός. Το πήρε και οι άλλοι κάφροι φώναζαν «Φύγε ρε μ…. από τη μέση». Αυτοί δεν είναι άνθρωποι και είμαστε γεμάτοι από τέτοιους», ενώ θυμάται ακόμη: «Ο Κωνσταντίνος Βαρουχάκης, ένας νεαρός πήγε στην Ουκρανία, Ρωσία και έτρεξε τρίαθλο. Ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε γιατί το έκανε και είπε «στη Γραμβούσα τα σχολεία μας θα πέσουν. Πρέπει κάποιος να κάνει κάτι», λέει συγκινημένος.
Επίσης ήρωάς του είναι ο Γιάννης Μπεχράκης, ο βραβευμένος φωτορεπόρτερ που μέτρησε με τα πλάνα του όλη την προσφυγική κρίση: «Αυτή την Ελλάδα ονειρεύτηκα, όχι την άλλη Ελλάδα. Είναι άλλη Ελλάδα, με άλλους Έλληνες, δεν την θέλω αυτή την Ελλάδα, δεν είναι χώρα αυτή έτσι όπως πάμε. Πατρίδα είναι αυτό που αντέχει η καρδιά σου να υπερασπιστεί», εξήγησε στη Δώρα Αναγωνστοπούλου.
Για τη γυναίκα της ζωής του, Άννα, παραδέχεται πως ήταν το πιο σημαντικό του στήριγμα όλα αυτά τα χρόνια: «Αυτά που μάζεψα δεν έχουν κακία, έχουν ανησυχία. Τα μισά πράγματα που έχω κάνει, τα οφείλω στην Άννα», ομολογεί και προσθέτει πως η μουσική τον έσωσε.
Πηγή: iEidiseis