Δέκα νέες ταινίες και μία επανέκδοση έρχονται απόψε στους κινηματογράφους, έπειτα από την, για δεύτερη χρονιά, πετυχημένη «Γιορτή του Σινεμά», την προηγούμενη Πέμπτη, σημειώνοντας νέο ρεκόρ εισιτηρίων, αναφέρει το άρθρο του ΑΠΕ.

Ξεχωρίζουν οι ταινίες «Η Γη της Επαγγελίας» με τον Μαντς Μίκελσεν, «How to Have Sex», που είναι γυρισμένη στα Μάλια, «Προετοιμασίες για να Είμαστε Μαζί Άγνωστο για Πόσο», μια μικρή έκπληξη από την Ουγγαρία, και «Μίλα μου», μία πολυσυζητημένη ταινία τρόμου από τους Ελληνοαυστραλούς Ντάνι και Μάικλ Φιλίππου. Επίσης, προβάλλεται το μικρού μήκους γουέστερν του Πέδρο Αλμοδοβάρ «Οι Παράξενοι Δρόμοι της Ζωής» και το «Λιβάδι που Δακρύζει» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, σε επανέκδοση.

Η Γη της Επαγγελίας (The Promised Land). Δραματική περιπέτεια εποχής, δανεζικής, σουηδικής και γερμανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Νικολάι Αρσέλ, με τους Μαντς Μίκελσεν, Aμάντα Κολίν, Γιάκομπ Λόμαν Σάιμον Μπένεμπιεργκ, Γκούσταβ Λιντ.

Διαθέτοντας ως υπερόπλο τον Μαντς Μίκελσεν, ο Νικολάι Αρσέλ, καταφέρνει να παραδώσει ένα βίαιο επικό δραματικό θρίλερ εποχής, αποδεικνύοντας ότι ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος μπορεί να διακριθεί και με μια ταινία που ακολουθεί το κυρίαρχο ρεύμα.

Ο Δανός Νικολάι Αρσέλ, ένας άνισος σκηνοθέτης, που απ’ τη μια διακρίνεται με το φεστιβαλικό «Έρωτα της Βασίλισσας» και απ’ την άλλη μας εκπλήσσει αρνητικά με το χολιγουντιανό «Μαύρο Πύργο», αυτή τη φορά συνδυάζει επαρκώς και με ιδιαίτερη προσοχή μια επική ιστορία για το ευρύ κοινό, με την πολύπλοκη ψυχολογία των ηρώων, την απληστία και τη σκληρότητα της εποχής. Και το κυριότερο, αναδεικνύοντας την άγονη παγωμένη φύση σε συμπρωταγωνίστρια, με την απειλητική απεικόνισή της.

Στα μέσα του 18ου αιώνα, στην άγονη και έρημη γη της Γιουτλάνδης, ένας φτωχός στρατιώτης βάζει στόχο να ιδρύσει τον πρώτο καταυλισμό στην περιοχή, για να κερδίσει και πλούτη και τίτλους, που έχει τάξει ο βασιλιάς. Η προσπάθειά του θα τον φέρει αντιμέτωπο με τον παρανοϊκό γαιοκτήμονα της περιοχής, που θα κάνει τα πάντα για να του αντιταχθεί στο, έτσι κι αλλιώς, δύσκολο σχέδιό του.

Ο Αρσέλ, παρότι δεν απομακρύνεται ποτέ από την κλασική αφήγηση, για να πλησιάσει τον απλό θεατή, που θέλει να ευχαριστηθεί μια χορταστική περιπέτεια, δεν παραμερίζει τα βαθύτερα νοήματα της ταινίας του, με την ανθρώπινη σκληρότητα, που δεν αφήνει χαραμάδες αισιοδοξίας, δεν επιλέγει εύκολες λύσεις και ηρωισμούς, ενώ συνεχώς τροφοδοτεί την αίσθηση της απειλής και τους σκοτεινούς χαρακτήρες. Προτιμά τους χαρακτήρες του χωμένους στη λάσπη και στη βρομιά, με προορισμό την ανεξέλεγκτη βία, που ορισμένες φορές φτάνει στα όρια του ψυχολογικού τρόμου.

Η ταινία, που διαγωνίστηκε για τον Χρυσό Λέοντα στο φετινό φεστιβάλ Βενετίας και είναι η επίσημη πρόταση της Δανίας για το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας, ξαναφέρνει στο προσκήνιο τον σκηνοθέτη Νικολάι Αρσέλ, καθώς μας τον επανασυστήνει ως έναν βαθύ γνώστη του σύγχρονου σινεμά, που πιάνει τη λάσπη και πλάθει ένα πολυεπίπεδο έπος.

Παρά ταύτα, η παρουσία του Μαντς Μίκελσεν είναι καθοριστική, καθώς μπορεί να λάμψει ακόμη και μέσα στη λασπουριά, την οποία, με την άνεση ενός κέδρου, μπορεί να την πετάξει από πάνω του και να αναδείξει με ευκρίνεια όλες τις αποχρώσεις ένας χαρακτήρα του και να αποτελεί την μονίμως κινητήρια δύναμη ένας ένας ταινίας.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας μοναχικός λοχαγός ταπεινής καταγωγής, καρπός ένας παράνομης σχέσης μιας υπηρέτριας και ένας ευγενή, είναι αποφασισμένος να κυνηγήσει το όνειρό του με κάθε κόστος. Έτσι, το 1755, ζητά την άδεια του Βασιλιά ώστε να καλλιεργήσει τον αφιλόξενο χερσότοπο ένας Γιουτλάνδης και να δημιουργήσει εκεί μια βασιλική αποικία, με αντάλλαγμα να του δοθεί ένας τίτλος ευγενείας. Αλλά θα βρει πολλά εμπόδια στον δρόμο του.

How to Have Sex. Νεανικό δράμα, βρετανικής και ελληνικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Μόλι Μάνινγκ Γουόκερ, με τις Μία ΜακΚίνα Μπρους, Ντέιζι Τζέλι, Λάρα Πικ κ.ά.

Απ’ τη μια ο ενδεικτικός τίτλος και από την άλλη το φυσικό σκηνικό στα Μάλια της Κρήτης το κατακαλόκαιρο, μπορεί να οδηγήσουν σε λάθος εκτιμήσεις για το θέμα της ταινίας. Και αυτό γιατί δεν πρόκειται για ένα εύπεπτο ρομαντικό καλοκαιρινό ξεφάντωμα ή ένα απλώς τουριστικό ρομάντζο, αλλά για ένα σκληρό δράμα ενηλικίωσης, τη διάψευση των ονείρων και την παρεξήγηση ενός τόπου, που δημιούργησε στο παρελθόν τη φήμη της «απόλυτης ελευθερίας» κι έχει μεταβληθεί σε ένα πακέτο φτηνών all-inclusive διακοπών που συνοδεύονται από ανεξέλεγκτο αλκοόλ, ναρκωτικά, αχαλίνωτο σεξ.

Τρεις Αγγλίδες φιλενάδες, γύρω στα 20, φτάνουν στα Μάλια, για να ξεδώσουν από τις εξετάσεις στο πανεπιστήμιο. Πιστεύουν ότι θα είναι οι καλύτερες διακοπές τους. Θα πιουν τον «Βόσπορο», θα χορέψουν μέχρι εξαντλήσεως, θα γνωρίσουν αγόρια, θα κάνουν σεξ χωρίς να υπάρχει αύριο.

Τα Μάλια και ο κεντρικός δρόμος με τα «μαγαζιά», που θυμίζει το άγριο φαρ ουέστ, το βράδυ σφύζει από ζωή, από τα ιδρωμένα νιάτα και τις τρέλες τους, τις ακρότητες και την αποκρουστική εικόνα μιας διασκέδασης που μοιάζει με εφιάλτη -τουλάχιστον στα μάτια μας- και το πρωί, όταν όλοι κοιμούνται ή προσπαθούν να ξεπεράσουν τις αλκοολούχες «μπόμπες», κυκλοφορούν μόνο τα σκουπιδάκια και τα σημάδια από την κραιπάλη της προηγούμενης βραδιάς. Στην ατμόσφαιρα, που κινεί το ελληνικό αεράκι, υπάρχει κάτι το θλιπτικό ίσως και η μυρωδιά από τον φτηνό έρωτα.

Η Γουόκερ, στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο, δίνει ενέργεια και ξεχωριστή αυθεντικότητα στην ταινία της, φωτίζοντας είτε με τις ακτίνες του ελληνικού ήλιου, είτε με τις νέον πινακίδες και τους προβολείς των κλαμπ, τη βούληση των νέων για να φτάσουν στα άκρα, για να ξεχάσουν την καθημερινότητα.

Η 30χρονη Αγγλίδα σκηνοθέτις εστιάζει και στην γκρίζα ζώνη των ερωτηματικών για το σεξ. Όταν μία κοπέλα θέλει τον χρόνο της, ψάχνεται, αλλά δεν αρνείται καθαρά, πιεσμένη από τα στερεότυπα ή την παρέα της. Όταν η μη άρνηση εκλαμβάνεται ως συγκατάθεση από μία χοντροκομμένη νεανική τεστοστερόνη και μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη πιο δυσάρεστες εκπλήξεις.

Εν ολίγοις, μια συμπαθητικά γυρισμένη ταινία, με το κοινωνικό ενδιαφέρον της, που διακρίθηκε στο φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε το βραβείο Χρυσή Αθηνά στο φεστιβάλ Αθηνών.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μια νεαρή κοπέλα ταξιδεύει με τις φίλες της στα Μάλια για να ζήσει την all-inclusive διονυσιακή εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού. Το σχέδιό της είναι σχετικά απλό: κλάμπινγκ, άφθονο αλκοόλ, γνωριμίες, σεξ. Ετοιμάζεται για τις καλύτερες διακοπές τις ζωής της, ένα γεγονός όμως το τελευταίο βράδυ είναι αρκετό για να γκρεμίσει τα εφηβικά της όνειρα.

Προετοιμασίες για να Είμαστε Μαζί Άγνωστο για Πόσο (Preparations to Be Together for an Unknown Period of Time). Αισθηματικό δράμα μυστηρίου, ουγγρικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Λίλι Χόρβατ, με τους Νατάσα Στορκ, Βίκτορ Μπόντο, Μπένετ Βιλμάνι, Ζολτ Νάγκι κ.ά.

Εντυπωσιακά εύπλαστο, εσωστρεφές και με ρέουσα αφήγηση, το ψυχολογικό νεο-νουάρ της Ουγγαρέζας σκηνοθέτιδας Λίλι Χόρβατ, δημιουργεί ένα σπιράλ υπαρξιακής επιφυλακτικότητας, που τη μια υπονομεύει το ρομάντζο και την άλλη το ανανεώνει, μέσα από αυταπάτες και εμμονές.

Η Χόρβατ, στη δεύτερη ταινία της -η πρώτη ήταν το δραματικό «The Wednesday Child»- επιμένει με αξιοθαύμαστο μεράκι να γυρίσει σε φιλμ 35 χιλιοστών και με αυτοπεποίθηση να υπερασπίζεται τη δυσκολία τού θέματός της και την αντιεμπορικότητα του τίτλου της, καθώς και την εσωστρέφεια της ηρωίδας της. Ίσως γιατί η αξία του ρομαντικού έρωτα να κρύβεται στην αναμονή, αλλά και ενδεχομένως να βρίσκεται μόνο στο μυαλό και την καρδιά.

Η Μάρτα, είναι μια νεαρή, ανερχόμενη νευροχειρουργός που εγκαταλείπει αιφνίδια μια αρκετά υποσχόμενη επαγγελματική σταδιοδρομία στις ΗΠΑ, για να επιστρέψει στη Βουδαπέστη, εκεί όπου την περιμένει ο έρωτας της ζωής της, ο Γιάνος, που τον γνώρισε στην Αμερική. Όταν θα συναντηθούν, ο Γιάνος θα συμπεριφερθεί σαν να τη βλέπει για πρώτη φορά κι εκείνη πέφτει κάτω ξερή. Λιποθυμά. Τι τρέχει;

Η Χόρβατ, εστιάζει στο μυαλό και τις διεργασίες του, παρόλο που έχει να κάνει με μία ιστορία έρωτος – η Μάρτα, άλλωστε είναι εξειδικευμένη στις εγχειρίσεις εγκεφάλου. Ίσως γιατί γνωρίζει και πολύ περισσότερο αναγνωρίζει ότι η ηρωίδα της πρέπει να παλέψει με το δικό της μυαλό, να τιθασεύσει τα αισθήματά της. Γι’ αυτό και ακολουθεί τον Γιάνος υποτονικά, μέχρι να σμίξουν οι ματιές τους, περιμένοντας απ’ αυτόν να έρθει κοντά της. Το μυστήριο κλιμακώνεται μέχρι το φινάλε, που, όμως, εν αντιθέσει με όσα περιμένει ο θεατής, είναι κάπως χλιαρό.

Αυτό, όμως, δεν αναιρεί σε μεγάλο βαθμό, την αξία της ταινίας, που σφύζει από σκηνοθετική έμπνευση. Με τις μισές σκηνές των εσωτερικών γυρισμάτων, να πλημμυρίζουν στα ζεστά χρώματα της ασφάλειας, του πόθου για ευτυχία και τις άλλες μισές σκηνές να φωτίζονται από έντονα κοντράστ, που αναδεικνύουν το ψυχικό τραύμα της ηρωίδας, το 35άρι φιλμ δείχνει να γλιστράει θαυμαστά και να ακουμπά με χάρη προς ένα κομψό μελόδραμα και ταυτόχρονα προς ένα κοφτερό ψυχολογικό θρίλερ.

Ένα διαφορετικό ρομάντζο, που προσπαθεί να σκιαγραφήσει με τόλμη την ψυχοσύνθεση μιας γυναίκας, που βρίσκεται στην κόψη της ερωτικής ευτυχίας ή και της ψυχοπαθολογίας. Και όλα αυτά με μία προσωπική φρέσκια ματιά, που προμηνύει ένα σπουδαίο μέλλον για την Χόρβατ, όπως και της πρωτοεμφανιζόμενης πρωταγωνίστριας Νατάσα Στορκ, που αν και χαμηλόφωνα, καταφέρνει να μεταδώσει τον τραυματισμένο εσωτερικό της κόσμο.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Μάρτα, μια σαραντάχρονη νευροχειρουργός, εγκαταλείπει μια υποσχόμενη καριέρα στις ΗΠΑ για να σμίξει με τον έρωτα της ζωής της, στη Βουδαπέστη. Πολύ σύντομα, θα χάσει τη γη κάτω από τα πόδια της, βλέποντας την «αδελφή ψυχή» της να συμπεριφέρεται σαν να μην έχουν γνωριστεί ποτέ.

Μίλα μου (Talk to Me). Ταινία τρόμου, αυστραλιανής και βρετανικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Ντάνι Φιλίππου και Μάικλ Φιλίππου, με τους Ότις Ντάντζι, Σόφι Γουάιλντ, Αλεξάντρα Τζένσεν, Μιράντα Οτο κ.ά.

Διαφορετική από τις συνηθισμένες και αναμενόμενες ταινίες τρόμου, που τις τελευταίες δεκαετίες κυκλοφορούν ευρέως στο κινηματογραφικό κύκλωμα, έφτιαξε κυρίως τον μικρό «θρύλο» της μέσω του διαδικτυακού τους καναλιού, στο νεανικό κοινό, στο οποίο απευθύνεται κατά βάση.

Οι δυο τριαντάρηδες Ελληνοαυστραλοί, οι δίδυμοι Ντάνι και Μάικλ Φιλίππου, που φαίνεται ότι διαθέτουν κάποιο ταλέντο, αλλά ακόμη θα πρέπει να αποδείξουν πολλά για να τους πιάσει το ραντάρ τού ενδιαφέροντος και να χτίσουν ένα όνομα αξιόλογων σκηνοθετών. Ίσως στο σίκουελ, που όπως λέγεται είναι ήδη έτοιμο, να μας δείξουν και τα επόμενα βήματα προόδου τους.

Εδώ, αξιοποιώντας ένα σεναριακό εύρημα, θα στήσουν ένα επικίνδυνο παιχνίδι κατά τη διάρκεια μιας νύχτας, στο οποίο συμμετέχει μια παρέα νεαρών. Όλα ξεκινούν από την εύρεση ενός ταριχευμένου χεριού, που δίνει τη δυνατότητα στους νεαρούς να επικοινωνούν με πνεύματα νεκρών. Όμως, το χέρι αυτό είναι στοιχειωμένο και πρέπει να αποδεσμευτούν από τη λαβή του μέσα σε 90 δεύτερα, για να ξεφύγουν απ’ αυτό και να μην εισβάλλουν τα πνεύματα στο σώμα τους.

Η ταινία ξεκινά προκαλώντας το ενδιαφέρον και διαθέτοντας μια ένταση, ένα κλίμα ανησυχίας, με αρκετά ενθαρρυντική κλιμάκωση, που στηρίζεται σε κάποιες δυνατές σκηνοθετικές ιδέες, τη χρήση τής κάμερας, το μοντάζ και τον ήχο. Όμως, όσο περνά ο χρόνος το φιλμ αρχίζει να δείχνει την κόπωση του σεναρίου, ενώ οι σκηνοθέτες φαίνεται ότι έχουν ανοίξει ένα δημιουργικό πλαίσιο, μεγαλύτερο από το μπόι τους και τις γνώσεις τους, που δύσκολα μπορούν να ολοκληρώσουν. Η σύνδεση του τραύματος της απώλειας μιας εκ των ηρώων της ιστορίας, της οποίας η μητέρα είχε αυτοκτονήσει, με την προστασία των παιδιών της παρέας που απαρτίζουν τη νέα της οικογένεια, θα έπρεπε να είναι το δυνατότερο κομμάτι της ταινίας, αλλά είναι μάλλον ισχνό και αρκετά μπερδεμένο.

Πάντως, ως κατασκευή είναι ικανοποιητική, τα κλισέ του είδους περιορίζονται στο ελάχιστο και η μεγάλη βοήθεια έρχεται από την Σόφι Γουάιλντ, εν αντιθέσει με το υπόλοιπο καστ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν μια ομάδα φίλων ανακαλύπτει πώς να καλεί πνεύματα μέσω ενός ταριχευμένου χεριού, εθίζεται στη νέα περιπέτεια, μέχρι που ένας εξ αυτών ξεπερνά τα όρια και απελευθερώνει τρομακτικές υπερφυσικές δυνάμεις.

Οι Παράξενοι Δρόμοι της Ζωής (Strange Way of Life). Γουέστερν, μικρού μήκους, ισπανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Πέδρο Αλμοδοβάρ, με τους Ίθαν Χοκ, Πέδρο Πασκάλ κ.ά.

Η απομυθοποίηση των γουέστερν, που ξεκίνησε πριν 18 χρόνια με το «Μυστικό του Brokeback Mountain» συνεχίζεται. Ίσως και δικαιολογημένα, αφού πέρα από τον κορυφαίο Τζον Φορντ, αλλά και τους μεγάλους Χάουαρντ Χοκς, Άντονι Μαν, Σαμ Πέκινπα, Σέρτζιο Λεόνε, αλλά και μια σειρά από σημαντικούς σκηνοθέτες που μπήκαν για λίγο στον άγριο κόσμο του φαρ ουέστ και άφησαν το δικό τους αποτύπωμα, υπήρξε πλήθος γουέστερν που ύμνησαν χοντροκομμένα, μονοδιάστατα, ρατσιστικά τον ανδρισμό μάτσο, τον τύπο του «Αμερικάνου ήρωα». Εντάξει, υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι ο στόχος είναι το κλασικό καλό γουέστερν και όχι ταινίες δεύτερης διαλογής, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα.

Ο Αλμοδοβάρ, όταν είχε δει την ταινία του Ανγκ Λι την είχε χαρακτηρίσει «άτολμη» και έλεγε ότι κάποτε θα δώσει τη δική του απάντηση. Έτσι, φέτος, παρουσίασε στο φεστιβάλ των Καννών αυτή την μικρού μήκους και αγγλόφωνη ταινία, χωρίς όμως να δώσει τελικά την απάντησή του, αφού το φινάλε έρχεται εκεί που πρέπει να δοθεί η συνέχεια της ιστορίας.

Δύο μεσήλικες καουμπόηδες της Άγριας Δύσης συναντιούνται έπειτα από 25 χρόνια. Ο ένας έχει εξελιχθεί σε υπερασπιστή του νόμου ως σερίφης (Χοκ) και ο άλλος παραμένει πέρα από την έρημο και πέρα από τον νόμο (Πασκάλ). Η επανασύνδεσή τους θα πυροδοτήσει τα καταπιεσμένα τους πάθη, αλλά πίσω από τη συνάντηση κρύβεται μια αιματηρή αναμέτρηση, καθώς ο παράνομος θέλει να σώσει τον γιο του από τη σύλληψη που επιχειρεί ο σερίφης.

Ο Αλμοδοβάρ προσπαθεί να τηρήσει τους κώδικες του γουέστερν, αν και μοιάζει εμφανώς έξω από τα νερά του. Από την πρώτη σεκάνς δείχνει ότι πρόκειται για μια δικιά του ταινία, καθώς ο Πασκάλ καλπάζοντας διασχίζει την έρημο συνοδευόμενος από μία ρομαντική μεξικάνικη μελωδία από έναν θηλυπρεπή νεαρό-βοηθό του σερίφη! Και ταυτόχρονα μια έντονη πολυχρωμία, μια διάθεση μελό και κυρίως μια στυλιζαρισμένη σκηνοθεσία.

Έτσι κι αλλιώς, ούτε η φόρμα, ούτε η αγγλική γλώσσα τον βοηθούν να πει αυτό που ίσως ήθελε. Δείχνει άτολμος, σαν στα μισά να αποφάσισε να τερματίσει την ταινία και αναποφάσιστος να αφήσει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά. Ο ίδιος είπε στη συνέντευξη που έδωσε στις Κάννες -και θα προβληθεί μαζί με την ταινία- ότι στο μυαλό του έχει μια ταινία δύο ωρών. Το ερώτημα είναι γιατί έπρεπε να γυρίσει αυτό το ανούσιο φιλμάκι, που μάλλον απομυθοποιεί περισσότερο τον ίδιο…

Daliland. Δραματική βιογραφία, αμερικανικής και βρετανικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Μέρι Χάρον, με τους Μπέν Κίνγκσλεϊ, Κρίστοφερ Μπρίνεϊ, Μπάρμπαρα Σούκοβα, Έζρα Μίλερ, Ρούπερτ Γκρέιβς κ.ά.

Τα τελευταία χρόνια ζωής τού σημαντικότερου σουρεαλιστή ζωγράφου, του Σαλβαδόρ Νταλί, και της θυελλώδους σχέσης του με τη σύζυγό του Γκαλά, σε ένα αναποφάσιστο βιογραφικό δράμα, που διαψεύδει τις αρχικές προσδοκίες.

Η ταινία της Μέρι Χάρον («American Psycho») προσπαθεί να παρακολουθήσει τη μποέμ ζωή του Καταλανού καλλιτέχνη, την αδιαμφισβήτητη εκκεντρικότητά του, να μπει στην περίπλοκη ψυχοσύνθεσή του, άλλες φορές διεισδυτικά και με αποτελεσματικότητα και άλλες προχείρως, επιφανειακά, μόνο και μόνο για εντυπωσιασμό.

Το στόρι είναι τοποθετημένο στη Νέα Υόρκη (τα γυρίσματα έγιναν στο Μάντσεστερ) και στην Ισπανία, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70, όταν ο φαινομενικά ισχυρός δεσμός του με την Γκαλά έχει αρχίσει να κλονίζεται. Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από τα μάτια ενός νεαρού βοηθού γκαλερίστα, που αναλαμβάνει χρέη βοηθού τού ζωγράφου για μια μεγάλη έκθεση και τη βλέπει ως την ευκαιρία της ζωής του.

Το φιλμ εν πολλοίς δίνει την εντύπωση ότι ενώ στοχεύει στην εξερεύνηση της προσωπικότητας του Νταλί, ενός καλλιτέχνη που υποστήριξε τον Φράνκο, αλλά συνεργάστηκε ακόμη και με αναρχικούς ή επαναστάτες τής τέχνης, έζησε μία εντελώς αντισυμβατική ζωή και είχε να αντιμετωπίσει τους δικούς του δαίμονες, τελικά εξελίσσεται σε ένα ξεφύλλισμα ιλουστρασιόν σελίδων με τα οργιώδη πάρτι του, τις σχέσεις του, την πολύπλευρη καθημερινότητά του, που ικανοποιεί τη διάθεση για κουτσομπολιό, ιδίως με την παρέλαση διάσημων ονομάτων, από τη Δαλιδά μέχρι τον Άλις Κούπερ.

Η αδυναμία στην αφήγηση, που είναι κατακερματισμένη -πηδώντας από το ένα επεισόδιο στο άλλο χωρίς κάποια ιδιαίτερη σύνδεση μεταξύ τους- τα χύμα φλας μπακ στα νεανικά χρόνια τού ζωγράφου και η επιφανειακή αντιμετώπιση ζητημάτων που απασχόλησαν τόσο τον ίδιο τον καλλιτέχνη όσο και τους ανθρώπους της τέχνης τής εποχής εκείνης, θίγονται επιπόλαια έως και καθόλου.

Θολά παραμένουν, όμως, και θέματα που απασχολούσαν τον Νταλί, όπως είναι οι πολιτικές πεποιθήσεις του, ο σεξουαλικός του προσανατολισμός, η εμπορική εκμετάλλευσή του από την Γκαλά. Και βεβαίως η ταινία δεν απαντά ποτέ στην ατάκα του πρωταγωνιστή «μερικές φορές είναι δύσκολο να είσαι ο Νταλί», προτιμώντας να αναδείξει το λάιφ στάιλ του καλλιτέχνη και ορισμένες φορές φτάνοντας ως το γκροτέσκο.

Ο Μπεν Κίνγκσλεϊ, με την εμπειρία του, μεταδίδει ορισμένες φορές το βάθος του χαρακτήρα του Νταλί, φανερώνει την τρέλα και τα άγχη του, αλλά εν τέλει υποκύπτει κι της στην επιδερμική αντιμετώπιση της φαινομένου και των στερεότυπων που τον ακολουθούν.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στα τελευταία χρόνια του θυελλώδους γάμου του Σαλβαδόρ Νταλί και της τυραννικής συζύγου του, Γκαλά, ο φαινομενικά ακλόνητος δεσμός της αρχίζει να σπάει. Τοποθετημένη στη Νέα Υόρκη και την Ισπανία του 1973, η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από τα μάτια του Τζέιμς, της νεαρού βοηθού γκαλερίστα που θέλει να ανελιχθεί στον κόσμο της τέχνης, ως βοηθός του ανισόρροπου Νταλί.

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

Η Κόρη του Βασιλιά του Βάλτου (The Marsh King’s Daughter). Ατμοσφαιρικό και αγωνιώδες ψυχολογικό θρίλερ, αμερικανικής παραγωγής του 2023, που γύρισε ο Νιλ Μπέργκερ («Απόλυτη Ευφυΐα»), βασισμένος στο ομότιτλο μπεστ σέλερ της Κάρεν Ντίον.

Η ταινία βλέπεται με ενδιαφέρον μέχρι τέλους, καθώς υπακούει με συνέπεια στους κανόνες του είδους, αλλά και τη στιβαρή σκηνοθεσία του Μπέργκερ.

Μια γυναίκα, με φαινομενικά φυσιολογική ζωή, θα επιστρέψει στο δάσος όπου μεγάλωσε για να αντιμετωπίσει τον πιο επικίνδυνο άντρα τής ζωής της, τον πατέρα της, τον διαβόητο Βασιλιά του Βάλτου. Ο άνθρωπος, που κράτησε όμηρο εκείνη και τη μητέρα της για χρόνια, θα επιστρέψει στη ζωή της και θα απειλήσει την ίδια και την οικογένειά της. Παίζουν οι Ντέιζι Ρίντλεϊ, Μπεν Μέντελσον, Γκάρετ Χέντλαντ κ.ά.

Fingernails. Δραματική κομεντί, αμερικανικής παραγωγής του 2023, του Χρήστου Νίκου, την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του, με γνωστούς ηθοποιούς του αμερικάνικου σινεμά και στην παραγωγή την Κέιτ Μπλάνσετ.

Η Άννα και ο Ράιαν έχουν βρει την πραγματική αγάπη, όπως έχει αποδειχτεί από μία αμφιλεγόμενη νέα τεχνολογία. Υπάρχει μόνο ένα ζήτημα: η Άννα δεν είναι ακόμα σίγουρη. Όταν αρχίσει να εργάζεται σε ένα ινστιτούτο που διεκπεραιώνει εργαστηριακούς ελέγχους για να διαπιστώσει τη συμβατότητα των ζευγαριών, η Άννα γνωρίζει τον Αμίρ.

Η ταινία προσπαθεί να απαντήσει στο αν μπορεί να αποφευχθεί το ρίσκο στον έρωτα, άλλες φορές ικανοποιητικά και με διεισδυτική ματιά και άλλες όχι και τόσο πετυχημένα, χάνοντας ορισμένες φορές την ουσία της αρχικής ιδέας για τις σχέσεις των ανθρώπων, τη συμβίωση, τις υπαρξιακές αγωνίες. Η χαμηλότονη έως και υποτονική δραμεντί, έχει το ενδιαφέρον της, στην οποία συμβάλλουν και οι πρωταγωνιστές Τζέσι Μπάκλι, Ριζ Αχμεντ, Τζέρεμι Αλεν Γουάιτ και Λουκ Γουίλσον.

Ελεύθερος Επαγγελματίας (Freelance). Τυποποιημένο δείγμα αμερικάνικης ευχάριστης περιπέτειας του Πιέρ Μόρελ, με ολίγη από ρομαντισμό και κωμωδία, που κουβαλά τα κλισέ του χιλιοπαιγμένου είδους και απλώς αντί να πρωταγωνιστεί ο Τζέισον Στέιθαμ ή ο Ζαν Κλοντ Βαντάμ, έχει επιλεγεί ο νεότερός τους μυώδης και «ξύλινος» Τζον Σίνα. Ένας πρώην αξιωματικός των Ειδικών Δυνάμεων, που έχει κολλήσει σε μια δουλειά γραφείου, θα αναλάβει σωματοφύλακας μιας δημοσιογράφου που έχει πάει στη Λατινική Αμερική για να πάρει μια συνέντευξη από έναν δικτάτορα. Όταν ξεσπάσει ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, οι τρεις τους θα πρέπει να επιβιώσουν στη ζούγκλα, παρά τις μεγάλες διαφορές που τους χωρίζουν. Παίζουν και οι Άλισον Μπρι, Χουάν Πάμπλο Ράμπα, Κρίστιαν Σλέιτερ.

Οι Ευχούληδες 3: Μαζί για Μπάντα (Trolls Band Together). Το νέο, τρίτο κατά σειρά animation της DreamWorks, με πρωταγωνιστές τους χαριτωμένους Ευχούληδες, έρχεται στη μεγάλη οθόνη για να διασκεδάσει το παιδικό κοινό. Το πετυχημένο μουσικό φραντσάιζ, σε σκηνοθεσία των Γουόλτ Ντορν, Τιμ Χάιτς, θέλει την Πόπη και τον Κλωνάρη, να έχουν γίνει ζευγάρι που πρέπει να σώσει τον αδελφό τού Κλωνάρη που έχει απαχθεί από δυο μοχθηρούς ποπ σταρ. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Το Λιβάδι που Δακρύζει. Το πρώτο μέρος της ανολοκλήρωτης «τριλογίας της μοντέρνας Ελλάδας» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα το 2004 στο Φεστιβάλ Βερολίνου, σε επανέκδοση. Μια ομάδα ξεριζωμένων Ελλήνων της Οδησσού φτάνει σε έναν βαλτότοπο στην Ελλάδα, όπου θα στεριώσουν σε έναν οικισμό και θα προσπαθήσουν να ξαναχτίσουν τη ζωή τους. Όμορφα πλάνα, ξεχωριστές σεκάνς, αλλά αδύναμο -απλωμένο σε τρεις ώρες- σενάριο. Παίζουν οι Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Νίκος Πουρσανίδης, Γιώργος Αρμένης, Βασίλης Κολοβός, Εύα Κοταμανίδου.