Η πασχαλινή έξοδος και η ανοιξιάτικη εξωστρεφής διάθεση δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια στα γραφεία διανομής και στους αιθουσάρχες, που ελπίζουν πλέον στο άνοιγμα των θερινών κινηματογράφων από τις αρχές Μαΐου.
Έτσι, ο μίζερος χειμώνας που δοκίμασε την αντοχή του κινηματογραφικού κυκλώματος, με ιστορικούς κινηματογράφους να βάζουν λουκέτο ή να παραμένουν κλειστοί μέχρι νεοτέρας και τα εισιτήρια να σπάνε το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο, φτάνει στο τέλος του με μόλις τρεις νέες ταινίες, απ’ τις οποίες ξεχωρίζει η βίαιη περιπέτεια «Ο Άνθρωπος από τον Βορρά» του Ρόμπερτ Έγκερς.
Προβάλλονται επίσης, τα αδιάφορα «Η Παναγία των Παρισίων Φλέγεται» του Ζαν Ζακ Ανό και «Τρεις Ευχές για την Σταχτοπούτα», που απευθύνεται κυρίως στο παιδικό κοινό.
Ο Άνθρωπος απ’ τον Βορρά
Περιπέτεια, αμερικανικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Έγκερς, με τους Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ, Άνια Τέιλορ-Τζόι, Νικόλ Κίντμαν, Ίθαν Χοκ, Γουίλεμ Νταφόε, Μπγιορκ, Κλέις Μπανγκ κα.
Ο πολλά υποσχόμενος σκηνοθέτης του «Φάρου» Ρόμπερτ Έγκερς, μας ταξιδεύει στον παγωμένο βορρά και στην εποχή των Βίκινγκς, παραδίδοντας μία συναρπαστική όσο και αιματοβαμμένη ιστορία εκδίκησης, με τη δική του χαρακτηριστική οπτική πάνω στον «Άμλετ», αλλά και το γνώριμο σκοτεινό σκηνοθετικό του στιλ κι έχοντας στη διάθεσή του ένα πολυπρόσωπο καστ.
Για 140 λεπτά ο Έγκερς πατά συνεχώς το γκάζι της περιπέτειας, της αγωνίας και της αιματοχυσίας, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη μαγεία των παγωμένων τοπίων και του μυστικισμού, των κολασμένων σκέψεων που βασανίζουν τους ήρωες. Κινηματογραφώντας στο ημίφως, το γκριζογάλανο πνιγηρό περιβάλλον του βορρά, συνυφασμένο με την αγριότητα του θέματός του, θα δημιουργήσει το πλαίσιο για μια βάναυση περιπέτεια, με αποτρόπαιες -ορισμένες φορές αχρείαστες- σφαγές, πίσω απ’ τις οποίες κρύβεται μια αλληγορική διάθεση, που όμως θολώνει από τη σύνθετη αφήγηση του Έγκερς και το μπλέξιμο διαφορετικών λογοτεχνικών και ιστορικών αφηγημάτων, που σε συνδυασμό με την καταιγιστική δράση, δεν αφήνει τον χρόνο στον θεατή να αναλύσει, να χωνέψει, αυτά που βλέπει.
Ο ήρωας, ένας τρομερός στην όψη και στη μάχη πολεμιστής, είδε ως παιδί τον βασιλιά πατέρα του να αποκεφαλίζεται από τον θείο του, που άρπαξε και τη μητέρα του. Είκοσι χρόνια μετά, μια μάγισσα θα του θυμίσει τον ιερό όρκο για εκδίκηση, αλλά και για τη σωτηρία της μάνας του.
Η γνωστή ιστορία του Ουίλιαμ Σέξπιρ διασκευάζεται για να στηθεί η φόρμα μιας αιματοβαμμένης χορταστικής περιπέτειας, αλλά το φιλμ έχει και τα τρωτά του σημεία, πέρα από το θέμα της αφήγησης. Κυρίως όταν η μυθολογία και ο επικολυρικός χαρακτήρας των Βίκινγκς συναντά τις θολές υπαρξιακές αγωνίες του ήρωα, όταν η βάρβαρη σχεδόν τρομαχτική εμφάνισή του, μία υπερβολή τεστοστερόνης πρέπει να ραγίσει από τα βαθύτερα εσωτερικά του αισθήματα, σαν ένα μάρμαρο που ξεφλουδίζει στην πρώτη βροχή. Παράλληλα, είναι εμφανές ότι ο σκηνοθέτης θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει λίγο περισσότερο το ψαλίδι του μοντάζ, καθώς άφησε αχρείαστες σεκάνς, που δεν προσφέρουν κάτι το ιδιαίτερο, ούτε καν την απαραίτητη ανάσα που χρειάζεται ο θεατής μπροστά στην καταιγιστική δράση.
Παρά ταύτα παραμένει μία αξιόλογη -υπερβολικά βίαιη- χορταστική περιπέτεια, που ορισμένες φορές «ζεματάει» σε αντίθεση με το παγωμένο περιβάλλον που διαδραματίζεται.
Ο Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ, ταιριαστός για τον ρόλο, είναι αδιαπέραστος συναισθηματικά σαν πέτρα, ενώ από το υπόλοιπο αξιόλογο καστ ξεχωρίζει η επανεμφάνιση της Μπγιοργκ, του ξωτικού της ισλανδικής μουσικής σκηνής, που κολλάει απίστευτα με τη μυθολογία των Βίκινγκς.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας πολύ νεαρός πρίγκιπας είναι στα πρόθυρα της ηλικίας που θα γίνει άνδρας. Ενώ ετοιμάζεται να καθίσει στον θρόνο του πατέρα του, η μοίρα του σφραγίζεται ανεξίτηλα από μια αιματηρή και αναίτια σφαγή: ο πατέρας του δολοφονείται βάναυσα από τον θείο του, ο οποίος μάλιστα απαγάγει τη μητέρα του μικρού αγοριού. Φεύγοντας από το Βασίλειο του νησιού με μια βάρκα, το παιδί ορκίζεται να πάρει εκδίκηση. Δύο δεκαετίες αργότερα, ο ήρωας έχει γίνει ένας ατρόμητος πολεμιστής που εισβάλλει σε χωριά και τα λεηλατεί, μέχρι που μια απόκοσμη μάντισσα του θυμίζει τον αιώνιο όρκο του, ότι οφείλει να εκδικηθεί για τον άδικο χαμό του πατέρα του, να σώσει τη μητέρα του, και να σκοτώσει τον άπληστο θείο του. Ταξιδεύοντας με ένα πλοίο που μεταφέρει σκλάβους στην Ισλανδία, ο ήρωας διεισδύει στο αγρόκτημα του θείου του με τη βοήθεια μιας γυναίκας που ήταν μαζί του στο πλοίο– και έτσι ξεκινά τον αγώνα να τιμήσει τον ιερό του όρκο.
Η Παναγία των Παρισίων Φλέγεται
Δραματική περιπέτεια, γαλλοϊταλικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Ζαν- Ζακ Ανό, με τους Σαμουέλ Λαμπάρτ, Ζαν-Πολ Μπορντ, Κλοέ Ζουανέ, Πιέρ Λοτέν, Αν Ινταλγκό κα.
Όταν βλέπαμε έκπληκτοι, σε ζωντανή μετάδοση, πριν από τρία χρόνια την πυρκαγιά που ξέσπασε στον εμβληματικό μητροπολιτικό ναό των Παρισίων, ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα μνημεία στο Παρίσι, για πολλούς η επόμενη σκέψη ήταν πότε θα δούμε το απρόσμενο συμβάν στη μεγάλη οθόνη. Ε, αυτή η ώρα έφτασε και μάλιστα, σε χρόνο ρεκόρ και διά χειρός του βετεράνου σκηνοθέτη Ζαν Ζακ Ανό («Το Όνομα του Ρόδου», «Η Αρκούδα») για τον οποίο πιστεύαμε ότι έχει αποσυρθεί, καθώς εδώ και δώδεκα χρόνια ήταν άφαντος, ενώ είχε να κάνει κάποια επιτυχία από το φιλμ του 2001 «Ο Εχθρός Προ των Πυλών».
Εδώ, ο Ανό, που φυσικά δεν έχει ξεχάσει την τέχνη του, παρότι τα χρόνια της ακμής του ανήκουν στο μακρινό παρελθόν, πρέπει να αντιμετωπίσει δυο εγγενή προβλήματα. Το πρώτο αφορά το δεδομένο ότι γνωρίζουμε την ιστορία και το τέλος της και το δεύτερο, τη μικρή χρονικά απόσταση από το συμβάν, που βρίσκεται ακόμη στα πάνω ράφια της μνήμης. Έτσι, αυτό που απομένει είναι ορισμένες λεπτομέρειες, η μάχη των ηρωικών πυροσβεστών με τις φλόγες και βεβαίως η αγωνία για το αν θα βγουν σώοι από τον γοτθικού ρυθμού ναό. Μια επιβλητική εκκλησία, που δόξασε ο Βίκτορ Ουγκώ με το κλασικό ομώνυμο μυθιστόρημά του «Η Παναγία των Παρισίων» και το οποίο είδαμε να μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη έξι φορές, με καλύτερη εκείνη του 1939, του Ντίτερλε, με τον συγκλονιστικό Τσαρλς Λότον στον ρόλο του Κουασιμόδου και τη Μορίν Ο’Χάρα να υποδύεται τη φλογερή Εσμεράλδα.
Τα χρόνια που πέρασαν από τότε πολλά, ο ναός μετατράπηκε σε τουριστικό αξιοθέατο, κυρίως για την αρχιτεκτονική του ιδιαιτερότητα και τη δεκαετία πριν από την πυρκαγιά είχε προβλήματα συντήρησης, καθώς η κρατική επιχορήγηση ήταν ανεπαρκής. Παράλληλα, δεν ήταν λίγες οι πυρκαγιές και σε άλλους μικρότερους ναούς σε όλη τη Γαλλία, ενώ υπήρξε και το εκτεταμένο φαινόμενο παραχώρησης εκκλησιών για εμπορική χρήση!
Έτσι, φτάσαμε στο 2019 όταν κατά τη διάρκεια αποκατάστασης και συντήρησης του ναού και ξέσπασε η πυρκαγιά, που είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση της ξύλινης οροφής και του κεντρικού οβελού του, καθώς και σημαντικών ζημιών στα υπόλοιπα μέρη του.
Όλα αυτά θα μείνουν έξω από το φιλμ του Ανό, ο οποίος θα περιοριστεί στην ηρωική προσπάθεια των πυροσβεστών, ενώ το μοναδικό ατού της ταινίας είναι η αξιοπρόσεκτη σύνδεση του αρχειακού υλικού από τα πραγματικά περιστατικά με τις σκηνές μυθοπλασίας που γύρισε ο ίδιος. Μια κινηματογραφική παραγωγή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως η ταινία που γυρίστηκε υπό την αιγίδα και την έγκριση του επίσημου γαλλικού κράτους…
Οι συμπαθητικές ερμηνείες των ηθοποιών αναμένεται να εκτιμηθούν κυρίως από τους μαθητές του Γαλλικού Ινστιτούτου…
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Παρίσι 15 Απριλίου 2019: Ο σπουδαιότερος μητροπολιτικός χριστιανικός ναός του κόσμου, η δοξασμένη Παναγία των Παρισίων, καίγεται. Η στέγη της καταρρέει και οι προσπάθειες κατάσβεσης της πυρκαγιάς είναι κυριολεκτικά ηρωικές.
Τρεις Ευχές για την Σταχτοπούτα
Οικογενειακή ταινία φαντασίας, νορβηγικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Σεσίλι Μόσλι, με τους Κενγκίζ Αλ, Αστρίντ Σμέπλας, Έλεν Ντόριτ Πέτερσεν, Κρίστοφερ Χίβγιου, Ίνγκριντ Γκίβερ κα.
Το ρομαντικό αθάνατο παραμύθι της Σταχτοπούτας επανέρχεται για μία ακόμη φορά στη μεγάλη οθόνη, σε μία σχετικώς αντισυμβατική μοντέρνα διασκευή, νορβηγικής παραγωγής και σε σκηνοθεσία της Σεσίλι Μόσλι, μίας κυρίως τηλεοπτικής ηθοποιού και σκηνοθέτιδας.
Εβδομήντα χρόνια από την αριστοτεχνική ομώνυμη ταινία κινουμένων σχεδίων της Γουόλτ Ντίσνεϊ, ο μύθος της Σταχτοπούτας συνεχίζει να γοητεύει το παιδικό και νεανικό κοινό, αλλά και τους μεγαλύτερους, που νοσταλγούν τις εποχές εκείνες και τα μικράτα τους. Όμως, η νορβηγική παραγωγή, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των συντελεστών της, που πόνταραν υπερβολικά στην ποπ σταρ Αστρίντ Σμέπλας ως πρωταγωνίστρια στον ομώνυμο ρόλο και στην προσπάθεια ανανέωσης της ιστορίας, τονίζοντας τον δυναμικό χαρακτήρα της Σταχτοπούτας και δίνοντας έμφαση στην περιπέτεια, θα χάσει το νόημα του παραμυθιού, θα ξεμείνει από ιδέες και κυρίως θα εμφανίσει τους χαρακτήρες πιο χάρτινους και από κόμικς του κιλού. Έτσι, το μόνο που απομένει είναι οι εικόνες των χιονισμένων δασών, τα παρθένα βουνά και τα κοστούμια, που ορισμένες φορές μοιάζουν και αδειανά.
Η ταινία, που απευθύνεται για ευνόητους λόγους στο παιδικό κοινό, προβάλλεται μεταγλωττισμένη, με τις φωνές των Γεωργίας Ιωαννίδου, Άρη Μακρή, Ιφιγένειας Στάικου, Ντίνου Σούτη, Χρήστου Συριώτη κα.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η καλόκαρδη αλλά και θαρραλέα Σταχτοπούτα ζει με τη σκληρή θετή μητέρα της και την κακομαθημένη θετή αδερφή της Ντόρα που της φέρονται σαν υπηρέτρια στο ίδιο της το σπίτι. Κατά τη διάρκεια μιας από τις καθημερινές της αποδράσεις στο δάσος, η Σταχτοπούτα εμποδίζει ένα ζευγάρι ανδρών να κυνηγήσουν άγρια ζώα, ανάμεσά τους και τον όμορφο πρίγκιπα του βασιλείου. Αμέσως νιώθουν έλξη ο ένας για τον άλλον, αλλά ο πρίγκιπας αναμένεται να βρει την κατάλληλη νύφη στον επόμενο βασιλικό χορό, όπου η Σταχτοπούτα δεν επιτρέπεται να παρευρεθεί. Εφοδιασμένη με πολύ κουράγιο και δυναμωμένη από τα τρία μαγικά φουντούκια της, αποφασίζει να σταθεί για τον εαυτό της και να καθορίσει τη μοίρα της.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ