Ο Νοέμβριος είναι γενικά ένας παρεξηγημένος μήνας. Λίγο πριν το γιορτινό Δεκέμβριο, με το κρύο να κάνει ολοένα πιο αισθητή την παρουσία του και τις καλοκαιρινές αναμνήσεις να είναι πλέον μακρινό παρελθόν, ο Νοέμβρης ξυπνάει τα πιο αντιδραστικά αντανακλαστικά μας. Και όχι μόνο αυτά των καθημερινών ανθρώπων. Οι συγγραφείς πρώτοι και καλύτεροι έχουν αποτυπώσει μέσα από τα κείμενά τους αυτήν την έντονα καχύποπτη αντίληψη για τον ενδέκατο μήνα του χρόνου. Αυτό είναι πολύ μικρό, πολύ όμορφο λογοτεχνικό δείγμα:
«Ο Νοέμβριος είναι συνήθως ένας ιδιότροπος μήνας… σαν ν’ ανακαλύπτει ξαφνικά ο χρόνος ότι γερνάει και δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να κλαίει και να παραπονιέται. Φέτος, ο χρόνος μεγαλώνει αρμονικά… σαν μια αριστοκράτισσα ηλικιωμένη κυρία, που ξέρει ότι μπορεί να είναι γοητευτική και με γκρίζα μαλλιά και ρυτίδες. Είχαμε όμορφες μέρες και αξιαγάπητα δειλινά».
Λ.Μ. Μοντκγόμερι, Anne of Anvolea
«Ο Νοέμβριος πάντα μου έμοιαζε σαν τη Νορβηγία του χρόνου».
Έμιλι Ντίκινσον
«Ο Οκτώβριος έσβησε μέσα στη δίνη ουρλιαχτών ανέμου και ισχυρής βροχής και έφτασε ο Νοέμβριος, κρύος σαν παγωμένο σίδερο με βαρείς παγετούς κάθε πρωί και παγωμένα ρεύματα που δαγκώνουν τα εκτεθειμένα χέρια και πρόσωπα».
Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, Ο Χάρι Πότερ και το Τάγμα του Φοίνικα
«Κάθε χρόνο το Νοέμβριο, την εποχή που ακολουθεί την ώρα των νεκρών, τις περίλαμπρες και μεγαλοπρεπείς ώρες του φθινοπώρου, επισκέπτομαι τα χρυσάνθεμα. Είναι πραγματικά η πιο συμπαντική, η πιο πλούσια ποικιλία λουλουδιών».
Μωρίς Μαίτερλινκ
«Τώρα όμως βράδιασε. Ας κλείσουμε την πόρτα κι ας κατεβάσουμε
τις κουρτίνες
γιατί ήρθε ο καιρός των απολογισμών. Τι κάναμε στη ζωή μας;
Ποιοι είμαστε; Γιατί εσύ κι όχι εγώ;
Καιρό τώρα δεν χτύπησε κανείς την πόρτα μας κι ο ταχυδρόμος έχει
αιώνες να φανεί. Α, πόσα γράμματα, πόσα ποιήματα
που τα πήρε ο άνεμος του Νοεμβρίου. Κι αν έχασα τη ζωή μου
την έχασα για πράγματα ασήμαντα: μια λέξη ή ένα κλειδί, ένα
χτες ή ένα αύριο».
Τάσος Λειβαδίτης, Άνεμος του Νοεμβρίου
«Ο ίδιος αδιατάρακτος Νοέμβρης
με σημαίες παντού χτεσινής του βροχής
παραδομένα στη γύμνια τα δέντραδυο τρία φύλλα μόνον εστασίαζαν υπάρχοντας.
Το στρογγυλό λιβάδι σαν περιβραχιόνιο
στην ελεύθερη εξάπλωση της φύσης
και πάλι έσκυβα να πιω μέσα απ’ την ίδια ακινησία
που έπιναν σκυμμένα εκείνα τα μουλάρια.
Αστραφτερή η διάταξη του ήλιου πάνω στο τρίχωμά τους
δεμένη χαλαρά σε ζουζουνιού κορμό
για να μη φύγει».
Κική Δημουλά, Ατροφικό Ένστικτο