Το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, με ταυτόχρονη κριτική προς το συνδικαλιστικό κίνημα και τα κόμματα της αντιπολίτευσης (ακόμη και αυτά που βρίσκονται στα δεξιά του πολιτικού φάσματος), βρέθηκαν στο επίκεντρο συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη στον τηλεοπτικό σταθμό Blue Sky.

«Πόσοι απήργησαν; Πόσοι ήταν στις πορείες; Ήταν 5.000;». Με τα ερωτήματα αυτά ξεκίνησε τη συνέντευξή του ο υπουργός Επικρατείας, επισημαίνοντας συγχρόνως ότι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, τους οποίους και αφορά, δεν απήργησαν. Απήργησαν εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα, παρότι δεν τους αφορά. «Μιλάμε για απεργία …αλληλεγγύης, όταν οι κατ’ εξοχήν ενδιαφερόμενοι δεν απήργησαν», ανέφερε ο Μ. Βορίδης κάνοντας, επιπλέον, λόγο για «επαναστατική γυμναστική» και «απαξίωση του συνδικαλιστικού κινήματος». Ένα κίνημα, συνέχισε, το οποίο είναι «βαθιά νυχτωμένο» και καθόλου γειωμένο στην κοινωνία, συμπλήρωσε. Και το οποίο δεν βοηθά να υπάρξει γόνιμος διάλογος. «Ακούμε κραυγές, λες και έχει έλθει η καταστροφή του κόσμου», ανέφερε ακόμη, με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «ο κόσμος έχει καταλάβει πού μας οδήγησαν οι εμμονές της Αριστεράς».

Όμως, όπως τόνισε στο σημείο αυτό, εξαιτίας των πολιτικών της Νέας Δημοκρατίας υπάρχει ιστορικό χαμηλό ανεργίας, σε κάποια δε, επαγγέλματα υπάρχει έλλειψη εργαζομένων, και η αυξημένη ζήτηση για εργασία οδηγεί σε αύξηση μισθών. Η αναφορά του υπουργού έκλεισε κάνοντας λόγο για κομματικά υποκινούμενες απεργίες.

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης έκανε ειδική μνεία στην κοινοβουλευτική αντιπαράθεση επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας. Αφού παρατήρησε πως η κυβέρνηση δεν έχει μέτωπο με την αντιπολίτευση, ζήτησε από τους πολίτες να δουν «την κριτική των “δεξιών κομμάτων” σε σχέση με το εργασιακό νομοσχέδιο. Κατέληξαν να είναι πιο αριστεροί από τους αριστερούς. Κάνουν διαγωνισμό στο ποιος θα υιοθετήσει την πιο σκληρή, μηδενιστική, λαϊκιστική κριτική απέναντι σε ένα νομοσχέδιο που είναι ευνοϊκό για τους εργαζομένους». Εν κατακλείδι, όμως, «το σημαντικό, για μας, είναι τα προβλήματα των πολιτών. Με αυτά αναμετριόμαστε, αυτά σκεφτόμαστε, αυτή είναι η καθημερινή μας αγωνία».

«Προϊόν της στρατηγικής ήττας της Αριστεράς, ο κ. Κασσελάκης»

Στο άλλο θέμα της επικαιρότητας, τις εσωκομματικές εκλογές για ανάδειξη προέδρου στο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, ο Μ. Βορίδης υπογράμμισε ότι «η Αριστερά ηττήθηκε, ηττάται συνεχώς την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα». Πράγμα που έχει να κάνει με τον τρόπο που «ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει συγκροτήσει τη σύγχρονη, ευρωπαϊκή, ελληνική Κεντροδεξιά», τόνισε. Και, η στρατηγική ήττα αποτυπώνεται στο εσωκομματικό πεδίο του ΣΥΡΙΖΑ, υποστήριξε εξηγώντας ότι «η ήττα συμπαρασύρει όλους εκείνους, που έχουν ταυτισθεί με αυτήν τη στρατηγική. Και αυτοί είναι και η κυρία Αχτσιόγλου, και ο κ. Τσακαλώτος και ο κ. Παππάς, όλοι εκείνοι οι οποίοι έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πολύ πρόσφατο παρελθόν και στους οποίους ορισμένοι εκ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ τους χρεώνουν αυτήν τη στρατηγική ήττα. Στην απελπισία του αυτό το κομμάτι της Αριστεράς πηγαίνει και προσκολλάται στον κ. Κασσελάκη, ο οποίος, όμως, είναι ένα ερωτηματικό», παρατήρησε. Η εμφάνιση του κ. Κασσελάκη και οι αναρτήσεις του στα social media δεν αρκούν, επέμεινε ο υπουργός Επικρατείας και συνέχισε: «Ο κ. Κασσελάκης είναι προϊόν της στρατηγικής ήττας».

Σύμφωνα δε, με την ανάλυση του κ. Βορίδη, η ήττα της Αριστεράς δεν είναι πολιτική, αλλά ήττα με στρατηγικά, ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Και αυτό σημαίνει -προσέθεσε- ότι η Αριστερά πρέπει να αναστοχασθεί σε σειρά θεμάτων, όπως «το μεταναστευτικό και τα ανοιχτά σύνορα, η υπερφορολόγηση, την εγκληματικότητα, η συμπαράσταση στους καταδικασμένους τρομοκράτες υπό το πρόσχημα των δικαιωμάτων, οι θέσεις στα εθνικά θέματα». Είναι χαρακτηριστικό, συμπλήρωσε, ότι η Αριστερά έχασε τα ερείσματά της ακόμη και στις πιο λαϊκές γειτονιές.

Γεγονός που, όπως επιχειρηματολόγησε, σχετίζεται με το ότι «η πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ρεαλιστική, προφανώς με ιδεολογικό πρόσημο και χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, όμως, είναι μια πολιτική που θέλει να λύσει τα ζητήματα, αντιμετωπίζει τα πράγματα με έναν τρόπο που γίνεται ευχερώς αντιληπτός από το μέσο, συνετό άνθρωπο». Στο κλείσιμο της συνέντευξης, ο υπουργός Επικρατείας διευκρίνισε, πάντως, ότι εάν υπάρχει «κάτι ενδιαφέρον από την αντιπολίτευση», οι υπουργοί το ενσωματώνουν.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ