Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, τρεις διαρροές σε δύο αγωγούς φυσικού αερίου, τους αγωγούς Nord Stream 1 και 2, στη Βαλτική Θάλασσα μεταξύ της Σουηδίας και της Πολωνίας ανακαλύφθηκαν από αξιωματούχους, με τους σταθμούς παρακολούθησης να καταγράφουν μεγάλες αυξήσεις στο μεθάνιο από τις διαρροές.
Εχθές, Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου, Σουηδοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι εντόπισαν μια τέταρτη διαρροή στους αγωγούς, οι οποίοι διέρχονται μεταξύ της Ρωσίας και της Γερμανίας. Οι σεισμολόγοι λένε ότι στην περιοχή καταγράφηκαν εκρήξεις και πτώση της πίεσης, γεγονός που οδήγησε αρκετούς Ευρωπαίους αξιωματούχους να υποθέσουν ότι οι διαρροές μπορεί να αποτελούν πράξη δολιοφθοράς κατά της ευρωπαϊκής ενεργειακής σταθερότητας, ενδεχομένως από τη Ρωσία. Η Ρωσία αρνήθηκε την ευθύνη.
Σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις για τη διαρροή που έδωσε η κυβέρνηση της Δανίας, στη χειρότερη περίπτωση, ο αγωγός θα μπορούσε να έχει απορρίψει 778 εκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου. Δύο περιβαλλοντικοί επιστήμονες δήλωσαν στο Αssociated Press ότι η ζημία θα μπορούσε να ανέλθει σε περίπου μισό εκατομμύριο μετρικούς τόνους μεθανίου. Αυτό είναι περίπου πέντε φορές μεγαλύτερο από την ποσότητα μεθανίου που διέρρευσε στο ατύχημα του Aliso Canyon στην Καλιφόρνια το 2016 – το οποίο, μέχρι σήμερα, είναι η μεγαλύτερη μεμονωμένη απελευθέρωση μεθανίου στην ιστορία.
Ακόμα και μια πιο συντηρητική εκτίμηση που δόθηκε στο Αssociated Press, από την ομάδα Environmental Defense Fund, εξακολουθεί να υπολογίζει την ποσότητα του μεθανίου που δυνητικά απελευθερώνεται από αυτή την έκρηξη, σε διπλάσια ποσότητα από τη διαρροή στο Aliso.
Ορισμένοι ειδικοί δήλωσαν στην Washington Post ότι μια μεμονωμένη απελευθέρωση μεθανίου όπως αυτή, αν και ανησυχητικά μεγάλη, δεν θα είναι αρκετή από μόνη της για να προκαλέσει σημαντική ζημιά στην ατμόσφαιρα.
«Δεν είναι ασήμαντο, αλλά η ζημιά που πιθανόν προκαλείται, ισούται με την ρύπανση μιας μικρής πόλη των ΗΠΑ, κάπως έτσι», δήλωσε στην Washington Post ο Drew Shindell, καθηγητής γεωεπιστημών στο Πανεπιστήμιο Duke. «Υπάρχουν τόσες πολλές πηγές [σ.σ. ρύπανσης] σε όλο τον κόσμο. Κάθε μεμονωμένο γεγονός τείνει να είναι μικρό. Νομίζω ότι αυτό εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία», συμπλήρωσε.
Παρόλα αυτά, άλλοι ειδικοί προειδοποίησαν ότι σε ένα χειρότερο σενάριο, η διαρροή θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει το 0,1% των παγκόσμιων εκπομπών μεθανίου ενός χρόνου. «Ακόμα και μια μικρή διαρροή έχει αρκετές επιπτώσεις στο κλίμα», δήλωσε στην Post ο Paul Balcombe, ειδικός σε θέματα ενέργειας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου.
Ακόμη και αν η ποσότητα του μεθανίου που απελευθερώθηκε δεν είναι αρκετή για να προκαλέσει μια «έκρηξη» τιμών στις εκπομπές αερίων, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν απελευθερώνει μια εντυπωσιακή ποσότητα μεθανίου. Ο Kristoffer Böttzauw, επικεφαλής της Δανικής Υπηρεσίας Ενέργειας, δήλωσε στο Αssociated Press ότι οι εκπομπές από τις διαρροές ισοδυναμούν με περίπου το 1/3 των ετήσιων συνολικών εκπομπών CO2 της Δανίας.
Το μεθάνιο υπάρχει για περίπου μια δεκαετία στην ατμόσφαιρα, πράγμα που σημαίνει ότι μακροπρόθεσμα είναι λιγότερο επιβλαβές από το διοξείδιο του άνθρακα. Ωστόσο, το μεθάνιο είναι περίπου 80 φορές πιο ισχυρό από το CO2.
Ενώ το αέριο εξακολουθεί να διαρρέεται, η περιοχή που βρίσκονται οι αγωγοί, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Ο αέρας στην ατμόσφαιρα περιέχει περισσότερο από 5% μεθάνιο και «μπορεί να είναι εύφλεκτος», δήλωσε στο Politico ο Gregor Rehder, καθηγητής θαλάσσιας χημείας στο Ινστιτούτο Leibniz. Αυτό σημαίνει, πως ο κίνδυνος κάποιας έκρηξης είναι υπαρκτός. Το μεθάνιο δεν είναι τόσο τοξικό αέριο (αν και ισχυρό) όπως αναφέραμε, αλλά οι υψηλές συγκεντρώσεις του μπορούν να μειώσουν την ποσότητα του διαθέσιμου οξυγόνου.
Η ναυσιπλοΐα στην περιοχή, έχει περιοριστεί σε ακτίνα 5 ναυτικών μιλίων γύρω από τις διαρροές, και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το μεθάνιο στο νερό μπορεί να επηρεάσει την άνωση και να προκαλέσει ρήγμα στο κύτος ενός πλοίου. Επίσης, τα ζώα της θάλασσας που βρίσκονται κοντά στο αέριο που διαφεύγει απ’ τους αγωγούς, υπάρχει κίνδυνος να παγιδευτούν και να σκοτωθούν. «Για παράδειγμα οι μέδουσες», σύμφωνα με τις δηλώσεις του Rehder. Ωστόσο, δεν αναμένονται μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στο τοπικό περιβάλλον.
Η επιστημονική κοινότητα και οι ειδικοί επί των αγωγών, σε συνεργασία με την Ε.Ε. και τις αρμόδιες Αρχές, προσπαθούν να βρουν μια λύση, η οποία θα δώσει ένα τέλος στην διαρροή. Αλλά αυτό δεν είναι εύκολο.
Ορισμένοι πρότειναν να αντληθεί το εναπομείναν αέριο, αλλά εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομίας και Κλίματος δήλωσε την Τετάρτη ότι «κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό». Μόλις αδειάσει ο αγωγός, «θα γεμίσει με νερό», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος. Προς το παρόν, κανείς δεν μπορεί να πάει κάτω από το νερό, καθώς ο κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος. Τέλος, οι Γερμανοί δήλωσαν πως «Οποιαδήποτε επισκευή θα είναι ευθύνη του ιδιοκτήτη του αγωγού Nord Stream AG».
Το έργο του αγωγού ξεκίνησε το 1997, όταν η ρωσική Gazprom και η φινλανδική πετρελαϊκή εταιρεία Neste (η οποία συγχωνεύθηκε το 1998 με την Imatran Voima για να σχηματίσει την Fortum και το 2004 διαχωρίστηκε εκ νέου σε Fortum και Neste) δημιούργησαν την κοινή εταιρεία North Transgas Oy για την κατασκευή και λειτουργία ενός αγωγού φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς τη Βόρεια Γερμανία μέσω της Βαλτικής Θάλασσας. Οι εταιρείες που επιλέχθηκαν για την επιστημονική μελέτη και κατασκευή των αγωγών, ήταν η γερμανική Salzgitter AG και η ιαπωνική Sumitomo Heavy Industries.
Οι παγκόσμιες εκπομπές μεθανίου, οι οποίες προέρχονται κυρίως από τη γεωργία και τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, έχουν αυξηθεί τόσο απότομα τα τελευταία χρόνια, και ο χρόνος μας για να δράσουμε για το κλίμα είναι τόσο περιορισμένος, ώστε για πρώτη φορά η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή συμβούλευσε (στην έκθεση-ορόσημο που συνέταξε πέρυσι) ότι η μείωση των εκπομπών μεθανίου βραχυπρόθεσμα θα είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των παγκόσμιων στόχων για την διάσωση του κλίματος.
Έτσι, η απάντηση στην ερώτηση «για πόσο καιρό θα είναι ενεργή η διαρροή», θα πρέπει να δοθεί το συντομότερο δυνατόν. Σχετικά μ’ αυτό, οι υπολογισμοί των Δανών φαίνεται να είναι οι πιο αισιόδοξοι προς το παρόν. «Αναμένουμε ότι το αέριο θα ρέει από τους σωλήνες μέχρι το τέλος της εβδομάδας. Μετά από αυτό, πρώτα απ’ όλα, από την πλευρά της Δανίας, θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε ποια είναι η αιτία της διαρροής και να προσεγγίσουμε τους σωλήνες, ώστε να μπορέσουμε να το διερευνήσουμε σωστά», δήλωσε ο διευθυντής της Δανικής Υπηρεσίας Ενέργειας Böttzauw στα τοπικά μέσα ενημέρωσης.