Η είδηση έγινε γνωστή το μεσημέρι της Τρίτης. Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (Reporters Sans Frontieres) κατατάσσουν πλέον την Ελλάδα στην 108η θέση μεταξύ των 108 χωρών σχετικά με την Ελευθερία του Τύπου. Δηλαδή στην τελευταία. Η πατρίδα μας υποβιβάζεται κατά 38 θέσεις σε σύγκριση με την περσινή αντίστοιχη μέτρηση και αποτελεί επίσημα ουραγό μεταξύ των 27 κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είμαστε δε, κάτω από το Μπουρούντι, τη Γκαμπόν, την Μπουτσουάνα και την Μογγολία.
Η Ελλάδα μετά από μία δεκαετία σε αλλεπάλληλες κρίσεις, το τελευταίο που χρειάζεται είναι να μπει σε τέτοιου είδους περιπέτειες. Το να συγκρίνεται με την Ουγγαρία του Όρμπαν μόνο τιμητικό -πέρα από επικίνδυνο- δεν είναι. Μπορεί να πέρασε για αρκετούς στα ψιλά, μπορεί η αναφορά του ΑΠΕ-ΜΠΕ να μην ανέδειξε το θέμα, ωστόσο μιλώντας για μια σύγχρονη δημοκρατία δεν μπορούμε παρά να αντιληφθούμε τους κινδύνους.
Στην κορυφή της λίστας με τις χώρες που κυριαρχεί η ελευθερία του τύπου βρίσκεται η Νορβηγία. Την ακολουθούν η Δανία, η Σουηδία, η Εσθονία και η Φιλανδία. Είναι γνωστό ότι η προπαγάνδα και η κατασκευή ψευδών ειδήσεων οδηγεί σε αυτόματο υποβιβασμό.
Πώς όμως γίνεται η διαδικασία της αξιολόγησης; Σε συνεργασία με επτά ειδικούς από τον ακαδημαϊκό τομέα και τον αντίστοιχο των μέσων ενημέρωσης αναπτύχθηκε η σχετική μεθοδολογία για τη σύνταξη του «Παγκόσμιου Δείκτη åΕλευθερίας του Τύπου» (World Press Freedom Index).
Oι ειδικοί που συνεργάστηκαν ήταν οι:
David Levy – Ανώτερος ερευνητικός συνεργάτης και πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Reuters, για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του RSF στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Laura Moore – Δημοσιογράφος, επικεφαλής έρευνας και αξιολόγησης στην Deutsche Welle Akademie και συγγραφέας του βιβλίου «Μέτρηση της παγκόσμιας ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης».
Herman Wasserman – Kαθηγητής των ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν και εκδότης των Αφρικανικών Δημοσιογραφικών Σπουδών.
Thomas Hanitzsch – Διευθυντής συγκριτικής έρευνας στο τμήμα επικοινωνιακών μελετών και έρευνας μέσων στο Πανεπιστήμιο Ludwig Maximilian του Μονάχου και ειδικός στις παγκόσμιες δημοσιογραφικές κουλτούρες και τη συγκριτική μεθοδολογία
Sallie Hughes – Καθηγήτρια στο τμήμα δημοσιογραφίας και διαχείρισης μέσων στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, και πρώην δημοσιογράφος των Miami Herald, Washington Post και Maclean’s.
Thibaut Bruttin – Αναπληρωτής γενικός διευθυντής της RSF.
Prem Samy – όταν ο υπεύθυνος του World Press Freedom Index του RSF, αντικαταστάθηκε από την Nalini Lepetit-Chella, εκείνη πήρε τη θέση του και στην επιτροπή.
Ως ελευθερία του Τύπου ορίστηκε «η αποτελεσματική δυνατότητα των δημοσιογράφων, ως άτομα και ως ομάδες, να επιλέγουν, να παράγουν και να διαδίδουν ειδήσεις και πληροφορίες προς το δημόσιο συμφέρον – ανεξάρτητα από πολιτικές, οικονομικές, νομικές και κοινωνικές παρεμβάσεις και χωρίς απειλές κατά τη σωματική και τη ψυχική ασφάλεια».
Οι πέντε δείκτες αφορούσαν:
1) το πολιτικό πλαίσιο (Η Ελλάδα στην 72η θέση) – 60.50 βαθμοί – «προβληματική»
2) το νομικό πλαίσιο (στην 70η) – 69.54 βαθμοί – «προβληματική»
3) το οικονομικό πλαίσιο (στην 113η) – 38.13 – «πολύ σοβαρή»
4) το κοινωνικοπολιτισμικό (στην 103η) – 65.36 βαθμοί – «προβληματική»
5) την ασφάλεια (128η) – 44.10 βαθμοί – «δύσκολη»
Τι οδηγεί την Ελλάδα σε αυτή τη θλιβερή πρωτιά;
Οι πολίτες απαξιώνουν τα παραδοσιακά ΜΜΕ. Η λίστα οικονομικής ενίσχυσης που δόθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας στα Μέσα σήκωσε θύελλα διαμαρτυρίας. Η πόλωση που επικρατεί υποβιβάζει την ποιότητα και πυροδοτεί διχαστικό κλίμα. Οι διώξεις των δημοσιογράφων Κώστα Βαξεβάνη και Γιάννας Παπαδάκου, η παρακολούθηση του Αθανασίου Κουκάκη εσχάτως αποτελούν επίσης σοβαρές αιτίες για τoυς RSF. Φυσικά η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ με τους ενόχους να μην έχουν συλληφθεί (ειδικά όταν η κυβέρνηση έχει σηκώσει τόσο ψηλά το θέμα της ασφάλειας). Η αυθαίρετη χρήση βίας. Η νομοθεσία που ποινικοποιεί τις ψεύτικες ειδήσεις, δίχως περαιτέρω κριτήρια. Το παράδειγμα της Ολλανδής δημοσιογράφου, Ίγκεμποργκ Μπέουχελ, που όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα για τη δική της ασφάλεια.
Την ίδια ώρα οι πολιτικές συζητήσεις έχουν εκλείψει. Ειδικά στην τηλεόραση κυριαρχούν σήριαλ, μουσικά σόου και ριάλιτι επιβίωσης. Η κοινή γνώμη αποπροσανατολίζεται κι αναζητεί τον όρο «διαφάνεια». Ο επικεφαλής των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα για τα Βαλκάνια, Πάβολ Σζάλαϊ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την Ελλάδα, που έφτασε να είναι τελευταία. Τονίζει ότι «η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ είναι μία από τις δύο δολοφονίες δημοσιογράφων στην ΕΕ πέρυσι και, ως εκ τούτου, σηματοδοτεί την επιστροφή των δολοφονιών δημοσιογράφων στην ΕΕ το 2021. Η δολοφονία ενός δημοσιογράφου είναι μια ακραία μορφή λογοκρισίας, που απειλεί κι άλλους δημοσιογράφους μέσω της αυτολογοκρισίας. Η βαρύτητα της υπόθεσης του Γιώργου Καραϊβάζ επιδεινώνεται περαιτέρω από το γεγονός ότι η έρευνα στερείται στοιχειώδους διαφάνειας και φαίνεται να μπλοκάρεται, παρά τις υποσχέσεις της κυβέρνησης για ταχύτητα». Την ανακοίνωση της λίστας ακολούθησαν άρθρα στο Εuractiv και το Politico με επικριτικό χαρακτήρα για τις πολιτικές που ακολουθούνται.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κ.Οικονόμου, από την άλλη, υποστήριξε πως υπάρχει πλουραλισμός στην πατρίδα μας και στάθηκε στην «μεθοδολογία» που έβγαλε το αποτέλεσμα. Είναι εύλογο να προκαλεί προβληματισμό στη Νέα Δημοκρατία αυτή η έκθεση. Την ίδια ώρα η αντιπολίτευση πέρασε στην αντεπίθεση κι ο Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, κ.Παπαδημούλης έφερε το ζήτημα στην Κομισιόν, θέτοντας επίκαιρη ερώτηση. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δε χωρούν μικροπολιτικά παιχνίδια σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα για το παρόν και το μέλλον.
Με την ευχή του χρόνου να βρεθούμε ψηλότερα.