Είτε πρόκειται για την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ, είτε για την έλλειψη αντίδρασης της Γαλλίας στην είσοδο της Βέρμαχτ στην Ρηνανία ή για την αντιπαράθεση αμερικανικών και σοβιετικών τανκς στο σημείο ελέγχου Τσάρλι (Checkpoint Charlie) το 1961, η ιστορία θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί διαφορετικά. Από αυτήν την ασυνήθιστη οπτική το Γερμανικό Ιστορικό Μουσείο (DHM) του Βερολίνου τολμά μια “πειραματική” έκθεση με τίτλο: «Οι δρόμοι που δεν πήραμε» και υπότιτλο: «Θα μπορούσε να υπάρξει διαφορετική εξέλιξη».
Στο επίκεντρό της βρίσκονται 14 αποφασιστικής σημασίας ημερομηνίες-τομές, γεγονότα-ορόσημα της γερμανικής ιστορίας, που θα μπορούσαν να έχουν πάρει διαφορετική τροπή. Ξεκινώντας αντίστροφα, από το σχετικά πρόσφατο 1989 και καταλήγοντας στο μακρινό 1848 η έκθεση τα “φωτίζει”, χωρίς όμως να θέλει να ξαναγράψει την ιστορία. Οι επισκέπτες πληροφορούνται για τα διλήμματα των εμπλεκομένων και για την ιστορική ευθύνη ή την ενοχή τους, έστω και εκ των υστέρων.
Οι Γάλλοι θα μπορούσαν να έχουν σταματήσει τους ναζί αν είχαν αντιδράσει στην είσοδο της Βέρμαχτ το 1936 στην αποστρατικοποιημενη (μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) Ρηνανία. «Θα είχαμε αναγκαστεί να υποχωρήσουμε» είχε παραδεχτεί ο Χίτλερ. Η προσομοίωση της μάχης στην έκθεση απεικονίζει αυτό που δεν συνέβη: η Γαλλία θα μπορούσε να είχε στείλει 650.000 στρατιώτες και επειδή η Γερμανία διέθετε μόνο 350.000 θα είχε αναχαιτίσει τα επεκτατικά σχέδια του δικτάτορα.
Επίσης, το σχεδιαζόμενο πραξικόπημα του αξιωματικού Kλάους φον Στάουφενμπεργκ κατά του Χίτλερ στις 20 Ιουλίου 1944, πιθανότατα θα είχε τερματίσει τον πόλεμο στην Ευρώπη αν είχε επιτύχει. Ο Στάουφενμπεργκ δεν μπόρεσε, όμως, να ενεργοποιήσει ένα δεύτερο εκρηκτικό μηχανισμό στο αρχηγείο του Χίτλερ. Ωστόσο, ακόμη και ο θάνατος του δικτάτορα δεν θα μπορούσε πλέον να σώσει τον εβραϊκό πληθυσμό της Ευρώπης. Οι περισσότεροι είχαν ήδη δολοφονηθεί.
Το Ολοκαύτωμα συνδέεται στην έκθεση με τη μοίρα του Γερμανοεβραίου ζωγράφου Φέλιξ Νούσμπαουμ, ο οποίος κυνηγημένος είχε περάσει στην παρανομία, καταδόθηκε και εκτοπίστηκε στο Άουσβιτς όπου και τον σκότωσαν οι ναζί. Το τελευταίο έργο του “Ο θρίαμβος του θανάτου” είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά εκθέματα. Οι σκελετοί χορεύουν μπροστά από τα ερείπια του ανθρώπινου πολιτισμού. «Εάν χαθώ μην αφήσετε το έργο μου να πεθάνει. Δείξτε το στους ανθρώπους», είχε πεί, αλλά ξεχάστηκε.
Η έκθεση ξεκινά χρονικά αντίστροφα, από το 1989 με την Ειρηνική Επανάσταση στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ) και τελειώνει το 1848, όταν αποτολμήθηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία μια δημοκρατική αφύπνιση. Πραγματεύεται θέματα όπως η Ostpolitik του Βίλι Μπραντ, το Τείχος του Βερολίνου, ο Ψυχρός Πόλεμος, ο Β΄ και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Αυστροπρωσικός Πόλεμος του 1866 και η Γερμανική Επανάσταση του 1848. Το μεγάλο ερώτημα που θέτει είναι πόσο κοντά ήταν τα πράγματα στο να έχουν εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά. Με αυτόν τον τρόπο αυτά τα ιστορικά σημεία καμπής της γερμανικής ιστορίας, αλλά και οι σημειώσεις του Στάλιν του 1952, ο πόλεμος της Κορέας σε σχέση με την αερογέφυρα του Βερολίνου, μπορεί να τα δει ο επισκέπτης υπό ένα νέο πρίσμα.
Δεν πρόκειται, όμως, για την παρουσίαση υποθετικών εναλλακτικών γεγονότων ή αποφάσεων που αν είχαν συμβεί ή ληφθεί θα άλλαζαν τον ρου της γερμανικής, της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας από τον 19ο έως τον 20ο αιώνα. Οι οργανωτές είναι σαφείς: «Πρόκειται για την παρουσίαση γνωστών συγκεκριμένων αποφάσεων, ενεργειών, ή για συνδυασμό γεγονότων ή παραλείψεων, ώστε ο επισκέπτης να κατανοήσει καλύτερα τις ιστορικές συνέπειες αν είχε ακολουθηθεί άλλος δρόμος».
Ο Ράφαελ Γκρος, πρόεδρος του Γερμανικού Ιστορικού Μουσείου (DHM) τόνισε στην συνέντευξη Τύπου ότι είναι «μια έκθεση-πείραμα που κάνει ακριβώς αυτό που κάνουν πάντα οι ιστορικοί: Προσπαθούν να βάλουν τους εαυτούς τους σε μια ιστορική κατάσταση και να θέσουν το ερώτημα γιατί ακριβώς συνέβη. Παρουσιάζει όμως μόνον επιλογές, οι οποίες βασίζονται αυστηρά σε πραγματικά όχι σε υποθετικά εναλλακτικά γεγονότα». Ο ιστορικός Νταν Ντίνερ, ο οποίος είχε και την ιδέα της έκθεσης, είπε επίσης ότι: «Δεν σκοπεύαμε να αφηγηθούμε μια διαφορετική ή ακόμα και μια φανταστική υποθετική ιστορία».
Τη συγκριτική ανάγνωση των γεγονότων καταδεικνύει η εντυπωσιακού μεγέθους φωτογραφία με τους πολίτες να συνωστίζονται στο Τείχος μπροστά από την Πύλη του Βρανδεμβούργου στις 9 Νοεμβρίου 1989 και την ειρηνική της κατάληξη, ενώ παραπλεύρως ο επισκέπτης θα δει το αντίθετο: τα τανκς που συντρίβουν τη φοιτητική διαμαρτυρία, επίσης το 1989, στην πλατεία Τιενανμέν στο Πεκίνο. Αυτό θα μπορούσε να είχε συμβεί και στο Ανατολικό Βερολίνο, αφού τα σχέδια καταστολής ήταν στο συρτάρι. Ο Έγκον Κρνετς, ο θεωρούμενος διάδοχος του Έριχ Χόνεκερ, είχε επαινέσει στο Πεκίνο την “κινεζική λύση” και η ΛΔΓ ήταν η πρώτη χώρα που την ενέκρινε επίσημα. Μια πινακίδα με τον όρκο των στρατιωτών του Εθνικού Λαϊκού Στρατού (NVA), η οποία εκτίθεται στην έκθεση, υπενθυμίζει τι θα μπορούσε να είχε συμβεί στις διαδηλώσεις της Δευτέρας στη Λειψία: Θα πρέπει «ανά πάσα στιγμή να προστατεύουμε τα σοσιαλιστικά επιτεύγματα με τα όπλα στο χέρι». Oι πύλες των στρατώνων παρέμειναν τελικά κλειστές. Αυτή η απροσδόκητη ιστορική τροπή είναι ένα παράδειγμα της σχέσης μεταξύ της ιστορικής πραγματικότητας και των μη συντελεσμένων πιθανοτήτων.
Σε αυτό ακριβώς αποσκοπεί εξάλλου η έκθεση κατά τον ιστορικό Ντίνερ, «να προβληθεί η συσσώρευση των απροσδόκητων, τρόπον τινά συμπτώσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε έναν άλλο δρόμο και όλα να έχουν γίνει διαφορετικά».