Οι εικόνες είναι αποκαλυπτικές. Σκάφη αναψυχής εγκλωβισμένα σε αποξηραμένα ευρωπαϊκά ποτάμια. Η μεγαλύτερη λίμνη της Κίνας στερεύει μέρα με τη μέρα με σοβαρές συνέπειες στην τοπική οικονομία.
Η Εθνική Ομάδα Ξηρασίας του Ηνωμένου Βασιλείου προβλέπει ότι οι αποδόσεις ορισμένων καλλιεργειών λαχανικών -καρότα, κρεμμύδια και πατάτες- θα μπορούσαν να μειωθούν κατά το ήμισυ. Το υπουργείο Γεωργίας της Κίνας προτρέπει τους αγρότες να ξαναφυτέψουν ή να αλλάξουν καλλιέργειες μετά από τον καύσωνα του φετινού καλοκαιριού.
Με τις φθινοπωρινές συγκομιδές να πλησιάζουν, είναι φυσικό ο κόσμος να ανησυχεί για τον παγκόσμιο εφοδιασμό τροφίμων. Ωστόσο, οι ειδικοί που παρακολουθούν την παραγωγή και το εμπόριο των κυριότερων καλλιεργειών, διαβεβαιώνουν ότι ο κόσμος δεν βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Τουλάχιστον όχι ακόμη.
«Είναι εύκολο να χάσει κανείς την αίσθηση της κλίμακας της παγκόσμιας γεωργίας», δήλωσε ο Σκοτ Έργουιν, οικονομολόγος και πρόεδρος του τμήματος γεωργικού μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι Urbana-Champaign.
«Είναι απλά τεράστια και είναι κατανεμημένη γεωγραφικά. Μπορεί μια περιοχή να αντιμετωπίζει προβλήματα και άλλες να έχουν καλύτερες από το μέσο όρο συνθήκες καλλιέργειας. Το γεγονός είναι ότι σήμερα ο κόσμος έχει επαρκή αποθέματα σιτηρών», πρόσθεσε.
Η πιο πρόσφατη μηνιαία αξιολόγηση που δημοσίευσε το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ στα μέσα Αυγούστου, προβλέπει αύξηση στην παραγωγή σιταριού και σόγιας και μικτά αποτελέσματα για το καλαμπόκι και το ρύζι. Αυτές οι προβλέψεις επιβεβαιώνουν αυτό που αισθάνονται οι παραγωγοί σε τοπικό επίπεδο, καθώς και το γεγονός ότι ορισμένες καλλιέργειες βασικών προϊόντων φυτεύονται και συγκομίζονται σε διαφορετικές εποχές του έτους. Το χειμερινό σιτάρι, το οποίο καλλιεργείται τον Μάιο ή τον Ιούνιο, είχε ήδη κοπεί όταν έφτασαν τα καλοκαιρινά κύματα καύσωνα, αλλά οι ζεστές, ξηρές συνθήκες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη γονιμοποίηση του καλαμποκιού, το οποίο σπέρνεται την άνοιξη.
Φυσικά, οι αγρότες πάντα ανησυχούσαν για τον καιρό. Η πρόκληση για τους ειδικούς των καλλιεργειών αυτή τη στιγμή είναι να προσδιορίσουν αν οι ξηρασίες και οι ελλείψεις στις καλλιέργειες που μπορεί να προκαλέσουν, μπορούν να προβλεφθούν. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό επειδή δεν υπάρχουν πολλά πλεονάζοντα αποθέματα σιτηρών εξαιτίας της περσινής ξηρασίας και της μείωσης της προσφοράς που προκάλεσε ο προσωρινός αποκλεισμός της Ουκρανίας από το παγκόσμιο σύστημα τροφίμων.
«Το βασικό θέμα με τα αποθέματα είναι ότι, εάν έχετε ξηρασία, μπορείτε να τα χρησιμοποιήσετε για να διατηρήσετε τις τιμές σε λογικά επίπεδα – διότι όταν είναι πολύ χαμηλά, οι τιμές γίνονται ευμετάβλητες», εξήγησε ο Τζόζεφ Γκλόμπερ, ανώτερος ερευνητής στο μη κερδοσκοπικό ινστιτούτο International Food Policy Research Institute και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στο αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας.
«Νομίζω ότι οι άνθρωποι ήλπιζαν ότι θα είχαμε πραγματικά μεγάλες σοδειές φέτος. Όμως, έχουμε ξηρασίες και ακραία καιρικά φαινόμενα σε όλο τον κόσμο και ακόμη δεν τα έχουμε δει όλα», πρόσθεσε.
Πριν από μια δεκαετία οι υψηλές τιμές των σιτηρών αποτέλεσαν την αφορμή για πολιτικές αναταραχές σε όλο τον κόσμο, όπως για πράδειγμα στην Αϊτή, τη Νότια Αμερική και τη Νότια Ασία το 2008 και το 2009.
«Είναι πολύ εύκολο να υποτιμήσουμε πόσο ευέλικτη μπορεί να είναι η παραγωγή», δήλωσε ο Ντάνιελ Σάμνερ, οικονομολόγος και διευθυντής του Κέντρου Γεωργικών Θεμάτων στο Πανεπιστήμιο Davis στην Καλιφόρνια. «Οι σημερινές ξηρασίες δεν φαίνονται ακόμη τόσο σοβαρές σύμφωνα με αυτές που έχω δει στην καριέρα μου», σημείωσε.
Επίσης, οι μελλοντικές ελλείψεις είναι πιθανό να είναι άνισα κατανεμημένες. Σε ορισμένα μέρη του κόσμου, οι ξηρασίες έχουν ήδη διαρκέσει αρκετά για να διαταράξουν σημαντικά την παραγωγή τροφίμων.
Ιστορικά, στο Κέρας της Αφρικής (Αιθιοπία, Σομαλία και Κένυα), οι περίοδοι των βροχών εμφανίζονται περιοδικά δύο φορές το χρόνο (από τον Οκτώβριο έως το Δεκέμβριο και από το Μάρτιο έως το Μάιο). Τα τελευταία τρία χρόνια οι βροχοπτώσεις ήταν ελάχιστες. Η τελευταία τέτοια περίοδος, η οποία θα έπρεπε να είχε τελειώσει τον περασμένο Μάιο, ήταν η πιο ξηρή που έχει καταγραφεί ποτέ. Το ένα τρίτο του ζωικού κεφαλαίου της περιοχής έχει πεθάνει. Το Δίκτυο Συστημάτων Έγκαιρης Προειδοποίησης για τον Λιμό, ένα έργο της Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ και διεθνών μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, εκτιμά ότι 20 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν να φάνε στην Ανατολική Αφρική.
Στο παρελθόν, οι κυβερνήσεις σε άλλα μέρη του κόσμου έστελναν επισιτιστική βοήθεια. Φέτος, εξαιτίας της ξηρασίας και των διαταραχών στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, η βοήθεια αυτή δεν φτάνει με την ίδια ταχύτητα. Το σιτάρι από την Ουκρανία, για παράδειγμα, αποτελεί βασικό είδος βοήθειας, αλλά το πρώτο φορτίο από εκεί έφτασε μόλις στις 30 Αυγούστου.
«Υπό κανονικές συνθήκες, μπορούμε να μεταφέρουμε τρόφιμα από τη μία περιοχή στην άλλη για να αναπληρώσουμε τις απώλειες. Η διεθνής κοινότητα και το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ είναι σε θέση να μεταφέρουν τρόφιμα σε καταστάσεις κρίσης», δήλωσε η Κριστίν Στιούαρτ, διευθύντρια του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Ντέιβις.
«Το πρόβλημα είναι ότι αυτή τη στιγμή έχουμε τόσες πολλές επικαλυπτόμενες κρίσεις με αποτέλεσμα το εφεδρικό σύστημα να βρίσκεται υπό τεράστια πίεση», τόνισε.
Το Κέρας της Αφρικής είναι μια ακραία περίπτωση, αλλά αποτελεί προειδοποίηση. Το παγκόσμιο επισιτιστικό σύστημα επιτρέπει την εμπορία πλεονασμάτων σε περιοχές όπου οι καλλιέργειες είναι ανεπαρκείς, και προς το παρόν λειτουργεί. Καθώς όμως ο καιρός γίνεται λιγότερο προβλέψιμος και οι ξηρασίες πιο συχνές, η παραγωγή μπορεί να γίνει λιγότερο αξιόπιστη και η αποστολή τροφίμων στις πιο ευάλωτες χώρες μπορεί να σταματήσει.
Πηγή: Wired, Απόδοση: ΕΡΤ, Εύη Τσιριγωτάκη