Ο πρόεδρος Luiz Inácio Lula da Silva ανέλαβε τα ηνία της κυβέρνησης της Βραζιλίας την Κυριακή σε μια μεγαλοπρεπή ορκωμοσία, με αυτοκινητοπομπή, μια μουσική γιορτή και εκατοντάδες χιλιάδες υποστηρικτές να γεμίζουν την κεντρική πλατεία της Brasília, την πρωτεύουσα της χώρας.
Ηχηρή ήταν όμως η απουσία του απερχόμενου ακροδεξιού προέδρου, Jair Bolsonaro, ο οποίος υποτίθεται ότι θα παρέδιδε στον Lula την Κυριακή την προεδρική ζώνη, ένα σημαντικό σύμβολο της ειρηνικής μεταβίβασης της εξουσίας σε ένα έθνος στο οποίο αρκετοί εξακολουθούν να θυμούνται την 21ετή στρατιωτική δικτατορία που έληξε το 1985.
Αντ’ αυτού, ο Jair Bolsonaro ξύπνησε την Κυριακή χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Αντιμέτωπος με έρευνες ήδη της ηγεσίας του, ο πρώην πρόεδρος μετέβη στο Ορλάντο των Ηνωμένων Πολιτειών το βράδυ της Παρασκευής και σχεδιάζει να μείνει στη Φλόριντα για τουλάχιστον ένα μήνα.
Ο Bolsonaro αμφισβητούσε επί μήνες την αξιοπιστία των εκλογικών συστημάτων της Βραζιλίας, χωρίς αποδείξεις, και όταν έχασε τον Οκτώβριο, αρνήθηκε να το παραδεχτεί κατηγορηματικά. Σε ένα είδος αποχαιρετιστήριας ομιλίας την Παρασκευή, σπάζοντας εβδομάδες σχεδόν σιωπής, είπε ότι προσπάθησε να εμποδίσει τον Lula να αναλάβει τα καθήκοντά του, αλλά απέτυχε.
Την Κυριακή, ο Lula ανήλθε στο προεδρικό μέγαρο μαζί με μια ετερόκλητη ομάδα, μεταξύ των οποίων μια μαύρη γυναίκα, ένας άνδρας με αναπηρία, ένα 10χρονο αγόρι, ένας ιθαγενής και ένας εργάτης εργοστασίου. Στη συνέχεια, δέχθηκε την προεδρική ζώνη από «τον λαό της Βραζιλίας».
Σε ομιλία του στο Κογκρέσο την Κυριακή, ο Lula δήλωσε ότι έχει βάλει στόχο να καταπολεμήσει την πείνα και την αποψίλωση των δασών, να βελτιώσει την οικονομία και να ενώσει τη χώρα. Αλλά έβαλε επίσης στο στόχαστρο τον προκάτοχό του, λέγοντας ότι ο Bolsonaro είχε θέση σε κίνδυνο τη δημοκρατία της Βραζιλίας.
Η άνοδος του Lula στην προεδρία επισφραγίζει μια εκπληκτική πολιτική επιστροφή. Κάποτε ήταν ο πιο δημοφιλής πρόεδρος της Βραζιλίας, αφήνοντας το αξίωμά του με ποσοστό αποδοχής πάνω από 80%. Στη συνέχεια εξέτισε 580 ημέρες στη φυλακή, από το 2018 έως το 2019, με την κατηγορία της διαφθοράς ότι δέχθηκε ένα διαμέρισμα και ανακαινίσεις από κατασκευαστικές εταιρείες που διεκδικούσαν κρατικές συμβάσεις.
Πηγή: New York Times