Δίνει εξετάσεις από τα 16 του χρόνια για να μπει στο πανεπιστήμιο -ένα κτίριο ή ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα που μπορεί κάλλιστα να… αγοράσει ο ίδιος ο Λιάνγκ Σι, ο οποίος, στα 56 του χρόνια, είναι ένας βαθύπλουτος κινέζος Κροίσος.
Ωστόσο, το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων της πατρίδας του, τον αποτρέπει από το να εισαχθεί σε ένα κινεζικό πανεπιστήμιο.
Και εκείνος επιμένει. Και υπομένει – ο Λιάνγκ για 27η φορά «κόπηκε» στις εξετάσεις καθώς την περασμένη Παρασκευή κατάφερε να πάρει μόνο 424 πόντους στις εξετάσεις, με την βάση εισαγωγής να είναι οι 458 πόντοι – μια επίδοση κατά 34 μονάδες χαμηλότερη από το απαιτούμενο.
Και ο 56χρονος έμεινε ξανά… εκτός ακαδημαϊκού νυμφώνος, για 40η συναπτή χρονιά, καθώς το «παλεύει» από το 1983, όπως αναφέρει το άρθρο του BBC.
«Συνήθιζα να λέω πως απλώς δεν πιστεύω ότι θα αποτύχω, αλλά τώρα είμαι διχασμένος», είπε ο ίδιος, αναγνωρίζοντας ωστόσο και την δυσκολία του όλου εγχειρήματος, καθώς οι κινεζικές εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, ευρύτερα γνωστές και ως Gaokao, θεωρούνται από τις δυσκολότερες στον κόσμο.
Οι υποψήφιοι εξετάζονται στη γλώσσα, τα μαθηματικά, τα αγγλικά και ένα άλλο μάθημα της επιλογής τους, είτε θετικών είτε ανθρωπιστικών επιστημών, με τα στοιχεία της κινεζικής κυβέρνησης να δείχνουν ότι μόνο το 41,6% των υποψηφίων έγιναν δεκτοί σε πανεπιστήμια ή κολέγια το 2021.
Ο Λιάνγκ απέτυχε στην πρώτη προσπάθειά του το 1983, όταν ήταν μόλις 16 ετών, που είναι το ελάχιστο ηλικιακό όριο που επιτρέπεται κάποιος να δώσει εξετάσεις για να εισαχθεί στο πανεπιστήμιο.
Το 2001 η κινεζική κυβέρνηση κατήργησε το όριο ηλικίας για τις εξετάσεις, γεγονός που έδωσε την ευκαιρία στον Λιάνγκ να αρχίσει να δίνει κάθε χρόνο εξετάσεις.
Όπως τονίζει εμφατικά σήμερα, το κίνητρό του είναι ότι «δεν μου αρέσει να εγκαταλείπω την προσπάθεια. Νομίζω ότι είναι τόσο κρίμα αν δεν πάτε στο κολέγιο, η ζωή σας δεν θα είναι πλήρης χωρίς την τριτοβάθμια εκπαίδευση».
Και κλείνει την αφήσηγή του με μία δέσμευση / υπόσχεση: «Αν δώσω και του χρόνου εξετάσεις και αποτύχω, τότε θα αλλάξω το επώνυμό μου», δήλωσε ο 56χρονος.
Πανεπιστήμια: Η άνοδος της Κίνας
Εντωμεταξύ, σύμφωνα με έρευνες και στοιχεία, τα κινεζικά εκπαιδευτικά ιδρύματα κερδίζουν συνεχώς περισσότερο έδαφος στην παραγωγή περισσότερου και ποιοτικότερου ερευνητικού έργου, ενώ αντίστροφα αποδυναμώνεται η παγκόσμια κυριαρχία των αμερικανικών πανεπιστημίων, όπως αποδεικνύεται από τη παγκόσμια κατάταξη «World University Rankings» (Παγκόσμια Κατάταξη Πανεπιστημίων) που δημοσιοποιήθηκε πριν μερικούς μήνες από τη βρετανική έκδοση Times Higher Εducation.
Η Βρετανία με τις ΗΠΑ εξακολουθούν να μονοπωλούν τις πρώτες θέσεις της κατάταξης. Το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ βρίσκεται στη δεύτερη θέση και ακολουθούν: το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, το Ινστιτούτο Tεχνολογίας της Μασαχουσέτης, το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας, το Πανεπιστήμιο Πρίνστον, το Μπέρκλεϊ, το Πανεπιστήμιο Γέιλ και το Imperial College του Λονδίνου.
Ωστόσο, ενώ τα προηγούμενα χρόνια μεταξύ των 100 καλύτερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συγκαταλέγονταν 43 αμερικανικά, φέτος ο αριθμός τους μειώθηκε σε 34. Αντιστρόφως, ο αριθμός των κινεζικών πανεπιστημίων που κατατάσσονται μεταξύ των 100 καλύτερων αυξήθηκε από τα δύο στα επτά.
Η κινεζική έρευνα επικεντρώνεται στην επιστήμη των υλικών, στη χημεία, στα μαθηματικά και στη μηχανική, ενώ οι αμερικανοί ερευνητές δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην κλινική ιατρική, τη φυσική και τις βασικές βιοεπιστήμες.
«Τα στοιχεία είναι σαφή: δεν είναι πλέον δεδομένη η παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και την έρευνα, όπως συνέβαινε τις τελευταίες δεκαετίες. Η Κίνα έχει κάνει δυναμική είσοδο και σε αυτόν τον τομέα. Εάν η τάση που καταγράφεται σήμερα εξακολουθήσει στο μέλλον, θα δούμε την Κίνα να εκτοπίζει τις ΗΠΑ από τις πρώτες θέσεις της κατάταξης με τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου», επισημαίνει ο Φιλ Μπάτι, υπεύθυνος για την έκδοση.
Η δρ Κάρολιν Βάγκλερ, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Οχάιο, που υπέγραψε τη μελέτη, υπογράμμισε εμφατικά ότι «τα αποτελέσματα της ανάλυσης που πραγματοποίησα με εξέπληξαν. Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα αυτά τα αποτελέσματα».