Περισσότερες γυναίκες κατέχουν υψηλά αξιώματα στον επιχειρηματικό χώρο, αλλά εξακολουθούν να υφίστανται ανισότητες αφού οι άνδρες να παραμένουν στους ηγετικούς ρόλους, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα έρευνας που δόθηκε στη δημοσιότητα ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας στις 8 Μαρτίου.
Παρά τις κάποιες εξαιρέσεις και τους νόμους που βοηθούν στην ενίσχυση των ποσοστώσεων για τις γυναίκες μέλη σε διοικητικά συμβούλια επιχειρήσεων και για τις γυναίκες στελέχη, ο δρόμος προς την κορυφή παραμένει μακρύς για εκείνες.
Ερευνα που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα από την εταιρεία Equileap, η οποία μελετά στοιχεία σχετικά με την έμφυλη ισότητα στον εργασιακό χώρο, διαπίστωσε ότι μόλις το 7% των διευθυνόντων συμβούλων και 17% των οικονομικών διευθυντών σε μεγάλες εταιρείες στις αναπτυγμένες χώρες είναι γυναίκες.
“Η μάχη για την έμφυλη ισότητα συνεχίζεται”, παρατηρεί η διευθύνουσα σύμβουλος της Equileap Νταϊάνα φαν Μάασντιτς.
Εκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ το 2023 επισήμανε ότι “το μερίδιο των γυναικών στους ανώτερους και ηγετικούς ρόλους σημειώνει σταθερή άνοδο σε παγκόσμιο επίπεδο την τελευταία πενταετία” με το ποσοστό των γυναικών που έχουν προσληφθεί σε ηγετικούς ρόλους να έχει αυξηθεί από μόλις 33% το 2016 σε σχεδόν 37% το 2022.
Αλλά τα συνολικά στοιχεία που αφορούν την γυναικεία εκπροσώπηση στις εταιρείες δείχνουν ότι οι γυναίκες παραμένουν μειονότητα σε ανώτατο επίπεδο.
“Η δομή στον εργασιακό χώρο έχει τέτοια μορφή τα τελευταία 200 χρόνια ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ανδρών”, λέει η Τάρα Σέμλιν-Τζόουνς, η διευθύνουσα σύμβουλος του 25×25, ενός μη κυβερνητικού οργανισμού που στοχεύει να βελτιώσει την έμφυλη ισότητα στα υψηλά κλιμάκια.
“Ο μόνος τρόπος για να το παρακάμψεις αυτό είναι με το να γνωρίζεις ότι οι δομές αυτές είναι δίκαιες ως προς τις γυναίκες”, είπε η ίδια στο AFP.
Ερευνα της Deloitte που έγινε σε δείγμα 10.500 εταιρειών σε 51 χώρες με στοιχεία από το 2021 συμπέρανε ότι, ενώ σχεδόν ένα στα πέντε μέλη διοικητικών συμβουλίων είναι γυναίκα, ως προς τους επικεφαλής εταιρειών η αντίστοιχη αναλογία είναι μόλις μια στις 20.
Στις ΗΠΑ, οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τέταρτο των μελών διοικητικών συμβουλίων, αλλά λιγότερο από 6% των διευθυντών εταιρειών.
Στη Βρετανία οι γυναίκες κατέχουν σχεδόν το 30% των θέσεων ΔΣ, αλλά μόνο το 6% των ανώτατων στελεχών είναι γυναίκες.
Ορισμένες χώρες, όπως η Γαλλία, έχουν θεσπίσει νόμους για να ρυθμίσουν αυτή την έμφυλη ανισότητα.
Η Γαλλία βρίσκεται στην κορυφή της λίστας της Equileap σχετικά με την έμφυλη ισότητα στις εταιρείες με βάση διάφορα κριτήρια περιλαμβανομένου του μισθού, της άδειας και της προστασίας από την εργασιακή παρενόχληση.
Το 2011 η Γαλλία θέσπισε έναν νόμο που προέβλεπε ποσοστώσεις για τα διοικητικά συμβούλια, στα οποία το κατώτερο ποσοστό εκπροσώπησης γυναικών θα πρέπει να είναι το 40%.
Οι αλλαγές “θα αποδώσουν καρπούς μακροπρόθεσμα”, λέει η Νταϊάν Σεγκαλέν, πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων και ευρέσεως εργασίας Segalen + Associes.
Σύμφωνα με την έκθεση της Deloitte, πάνω από το 40% των μελών διοικητικών συμβουλίων στη Γαλλία ήταν το 2021 γυναίκες.
Η Αριάν Μπουκάιγ της Deloitte χαρακτήρισε τις ποσοστώσεις “εξαιρετικό επιταχυντή”.
Αλλά παρότι υπάρχει αύξηση στον αριθμό των γυναικών στις εκτελεστικές επιτροπές, λέει η ίδια, “αυτό παρατηρείται περισσότερο στο τμήμα ανθρωπίνου δυναμικού και στο μάρκετινγκ”.
Αυτή τη στιγμή μόνο τρεις από τις εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Παρισιού έχουν γυναίκες επικεφαλής.
Στη Γερμανία, η Μπέλεν Γκαρίχο της Merck είναι η μοναδική γυναίκα διευθύνουσα σύμβουλος εταιρείας από τις 30 μεγάλες γερμανικές εταιρίες που διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης.
Τον περασμένο χρόνο στην Ιταλία η Τζουζεπίνα ντι Φότζα έγινε η πρώτη γυναίκα που ηγήθηκε μεγάλης εισηγμένης εταιρείας στη χώρα μετά τον διορισμό της ως διευθύνουσα σύμβουλος της ιταλικής ενεργειακής εταιρείας Terna.
Στην Ισπανία οι περισσότερες εταιρείες της χώρας στο εθνικό χρηματιστήριο αξιών διοικούνται από άνδρες εκτός από την ιδιοκτήτρια εταιρεία του Zara, την Inditex, της οποίας ηγείται η Μάρτα Ορτέγκα, κόρη του ιδρυτή της εταιρείας, και την τράπεζα Santander, της οποίας πρόεδρος είναι η Ανα Μποτίν, που ανέλαβε τη θέση από τον εκλιπόντα πατέρα της.
Μια πρόσφατη έκθεση της 25X25 διαπίστωσε ότι οι γυναίκες καταλαμβάνουν ένα “εντυπωσιακά χαμηλό” ποσοστό ανώτερων διοικητικών θέσεων– όπως εκείνη του οικονομικού διευθυντή–που θεωρούνται σκαλοπάτι για να γίνουν διευθύνουσες σύμβουλοι.
Για να αλλάξει αυτή η κατάσταση η Γαλλία εισήγαγε έναν νόμο το 2021 που έθετε ως στόχο από το 2026 τουλάχιστον το 30% των ηγετικών θέσεων να κατέχουν γυναίκες και από το 2029 το ποσοστό αυτό να ανέλθει σε 40%.
Αυτός ο νόμος, επισημαίνει η Μπουκάιγ, “θα ενθαρρύνει κάποιες εξελίξεις. Αλλά είναι αναπόφευκτα αργό το βήμα”.
Είτε με ποσοστώσεις είτε χωρίς, η Σέμλιν-Τζόουνς κρίνει ότι είναι σημαντική η μεταρρύθμιση του συστήματος. Και γι’ αυτό θα πρέπει να αναλάβουν κάποιον ρόλο οι επενδυτές.
“Αν οι επενδυτικές αποφάσεις τους λαμβάνονται κατά 100% από λευκούς άνδρες από ένα πολύ στενό κοινωνικό υπόβαθρο, προφανώς αυτό θα έχει έμμεσες συνέπειες στο σύστημα. Ο επενδυτικός κύκλος πρέπει να λογοδοτεί. Και να τίθενται ερωτήματα όπως “πώς λαμβάνονται αυτές οι επενδυτικές αποφάσεις; Πώς γίνεται ανεκτό αυτοί οι διαχειριστές επιχειρηματικού κεφαλαίου να λένε: ‘Μη σας νοιάζει το φύλο. Δεν θέλουμε να ακούμε τέτοια.’ “.
Μολαταύτα, η Σεγκαλέν δηλώνει αισιόδοξη ότι η εκπροσώπηση των γυναικών θα αυξηθεί: “Πιστεύω ότι πρόκειται να συμβεί στην επόμενη γενιά, που ξεκίνησε από τις αρχές του 2000. Εχουν μεγαλύτερες γυναίκες που αποτελούν πρότυπα και εμπνέουν”.
Πηγή: ΑΠΕ