Έπειτα από δύο χρόνια πολέμου, κανένας συμβιβασμός δεν διαφαίνεται ανάμεσα στην Ουκρανία, η οποία αντιμετωπίζει μεγάλες δυσχέρειες, και μια Ρωσία ενισχυμένη από τη διάβρωση της δυτικής υποστήριξης προς το Κίεβο και το ενδεχόμενο μιας επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο.
Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, οι προοπτικές για ειρήνη παραμένουν αμυδρές αυτή τη στιγμή, καθώς οι δύο πλευρές εξακολουθούν να βρίσκονται σε αντίθεση για εξέλιξη της Σύγκρουσης αυτής.
Το Κίεβο θέλει η Μόσχα να εγκαταλείψει όλες τις εδαφικές διεκδικήσεις της, να αποσύρει τις δυνάμεις της από το ουκρανικό έδαφος και να δώσει οικονομική αποζημίωση για τις ζημιές που προκλήθηκαν.
Η Μόσχα, από την άλλη πλευρά, επιμένει ότι η Ουκρανία θα εγκαταλείψει έναν νόμο που απαγορεύει τις συνομιλίες με τη Ρωσία και θέλει να επιστρέψει στο ουδέτερο, αδέσμευτο και μη πυρηνικό της καθεστώς, καθώς και να διασφαλίσει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των ρωσόφωνων πολιτών της.
Διπλωμάτες και αναλυτές, στη Μόσχα ή από την πλευρά του Κιέβου και των υποστηρικτών του, συμφωνούν τουλάχιστον σε ένα σημείο: το 2024 θα είναι κι αυτό μια χρονιά πολέμου. Και όπως έχει σήμερα η σύγκρουση, «δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούν να διαπραγματευθούν οι εμπόλεμοι», αν δεν είναι μια «συνθηκολόγηση» του ενός ή του άλλου, συνοψίζει ο Φιοντόρ Λουκιάνοφ, διευθυντής του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας, ενός κέντρου σκέψης που πρόσκειται στο Κρεμλίνο.
Για το Κίεβο, είναι αδιανόητο να διαπραγματευθεί όσο τα ρωσικά στρατεύματα δεν έχουν αποσυρθεί από τα εδάφη που έχουν καταλάβει.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, από την πλευρά του, σίγουρος πως θα εκλεγεί για μια νέα θητεία στο Κρεμλίνο στις εκλογές του Μαρτίου, επαναλαμβάνει πως μια ήττα της Ρωσίας είναι «αδύνατη» και παίζει με το χρόνο παρατηρώντας την εξασθένηση της δυτικής στήριξης προς το Κίεβο.
«Ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να λάβουν χώρα παρά μόνο όταν η Ουκρανία θα είναι σε θέση ισχύος επί του πεδίου», υπογραμμίζει ένας ευρωπαίος διπλωμάτης. Κάτι που απέχει πολύ από το να συμβεί.
Δύο χρόνια αφότου αντιστάθηκε στην εισβολή που πραγματοποίησε στις 24 Φεβρουαρίου 2022 η Μόσχα, και στη συνέχεια απώθησε τις ρωσικές δυνάμεις και απελευθέρωσε εδάφη με μια θεαματική αντεπίθεσή του το φθινόπωρο 2022, ο ουκρανικός στρατός βρίσκεται «σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση» στις ανατολικές και τις νότιες περιοχές, παραδέχθηκε τη Δευτέρα ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μετά την κατάληψη από τους Ρώσους της πόλης – συμβόλου Αβντιίβκα, στο Ντονμπάς.
Όσον αφορά τους πόρους, η ισορροπία είναι υπέρ της Ρωσίας, η οποία μπορεί, σύμφωνα με ουκρανικές πηγές, να στέλνει κάθε μήνα στο μέτωπο 30.000 νέους στρατιώτες και της οποίας η οικονομία μπήκε πλήρως το 2023 σε λειτουργία πολέμου.
Η αντιπολίτευση, η οποία έχει συνθλιβεί στη Ρωσία, έχασε την πιο διάσημη προσωπικότητά της, τον Αλεξέι Ναβάλνι, ο οποίος έχασε τη ζωή του σε ηλικία 47 ετών στην απομακρυσμένη φυλακή της Αρκτικής όπου ήταν φυλακισμένος – ένας θάνατος για τον οποίο η Δύση θεωρεί υπεύθυνο τον Πούτιν.
Αντίθετα η Ουκρανία, για την οποία ο πόλεμος άρχισε το 2014 στο Ντονμπάς με την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, είναι εξαντλημένη και δυσκολεύεται να προχωρεί σε επιστρατεύσεις. Έπειτα από δύο χρόνια εθνικής ενότητας χωρίς ρωγμές, οι πολιτικοστρατιωτικές διενέξεις αυξάνονται στο Κίεβο, με την αποχώρηση του πολύ δημοφιλούς αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων Βαλέρι Ζαλούζνι.
– Τραμπ, το εφιαλτικό σενάριο –
«Η Ρωσία αρχίζει να σκέφτεται πως μπορεί να κερδίσει», εκτιμά ο πολωνός αναλυτής Μάρεκ Μέντιζακ του Κέντρου Ανατολικών Σπουδών στη Βαρσοβία. «Αυτό το αίσθημα νίκης τροφοδοτείται από τη μείωση της δυτικής στρατιωτικής υποστήριξης και από την πολιτική συγκυρία» στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί ενδεχομένως να επανέλθει το Νοέμβριο στην προεδρία.
Για τον Μέντιζακ, ο οποίος μίλησε πρόσφατα σε μερικούς δημοσιογράφους, ο ρώσος πρόεδρος μπορεί να μπει στον πειρασμό «να αφήσει την Ουκρανία να αιμορραγεί» περιμένοντας τις αμερικανικές εκλογές.
Στην Ουάσινγκτον, κανένας δεν βλέπει βραχυπρόθεσμα διαπραγματεύσεις, ούτε σε δημόσιες ούτε σε ιδιωτικές συνομιλίες. «Πιστεύω πως ο Πούτιν δεν θα κάνει κάποιο σημνατικό βήμα προς την ειρήνη πριν δει το αποτέλεσμα των εκλογών μας», έλεγε στις αρχές Δεκεμβρίου ένας υψηλόβαθμος αμερικανός αξιωματούχος που ζήτησε να μην κατονομασθεί.
Μια ενδεχόμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο ανησυχεί τους Ουκρανούς και τους Ευρωπαίους. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, ο οποίος έχει διαβεβαιώσει πως, αν επανεκλεγεί, είναι ικανός να βάλει τέλος στη σύγκρουση «μέσα σε 24 ώρες», μπορεί επίσης να διακόψει τη βοήθεια προς την Ουκρανία.
«Ουδείς γνωρίζει ποια θα ήταν η εξωτερική πολιτική του Τραμπ, με πρώτο τον ίδιο τον Τραμπ», υπογραμμίζει η γαλλίδα πρώην διπλωμάτης Μαρί Ντιμουλέν του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), όμως το γεγονός ότι είναι απρόβλεπτος καθώς και οι παλιές φιλοφρονήσεις του προς τον Πούτιν προοιωνίζονται τα χειρότερα για το Κίεβο.
– Μείωση της υποστήριξης –
Κύριος υποστηρικτής του Κιέβου έχοντας αποδεσμεύσει περισσότερα από 110 δισεκ. δολάρια από το 2022, η Ουάσινγκτον αποτυγχάνει εδώ και μήνες να ψηφίσει νέα κεφάλαια για την Ουκρανία, κυρίως λόγω της πίεσης που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ στα μέλη του κοινοβουλίου που τον υποστηρίζουν και έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η Ευρώπη, από την πλευρά της, η οποία παρέσχε στρατιωτική βοήθεια ύψους 28 δισεκ. ευρώ, δυσκολεύεται να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της και σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορέσει να καλύψει βραχυπρόθεσμα το αμερικανικό έλλειμμα.
Παρά τις διαβεβαιώσεις που επαναλαμβάνονται καθημερινά από τους ηγέτες των χωρών της ΕΕ, οι ενδείξεις κόπωσης πολλαπλασιάζονται, κυρίως από την πλευρά των ευρωπαίων αγροτών, που έχουν απελπισθεί από τον ανταγωνισμό από τα ουκρανικά προϊόντα.
Παρά τις σκοτεινές αυτές προοπτικές για την Ουκρανία, μια αλλαγή πορείας παραμένει πιθανή, εκτιμά δυτική στρατιωτική πηγή, για την οποία «η Ουκρανία αντέχει σταθερά σε ένα πόλεμο ο οποίος δεν έχει γυρίσει προς όφελος της Μόσχας», ενώ έχει καταφέρει «αδιάψευστες επιτυχίες» στη Μαύρη Θάλασσα και στη προσαρτημένη Κριμαία, όπου τους τελευταίους μήνες πολλαπλασιάζει τις επιθέσεις.
«Οι Ευρωπαίοι έχουν τη δυνατότητα να τεθούν σε διάταξη μάχης», εκτιμά η Μαρί Ντιμουλέν του ECFR, επικαλούμενη τη «χωρίς προηγούμενο» κινητοποίηση της ΕΕ το 2022, μετά την εισβολή. «Δεν έχουμε το δικαίωμα να μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Μια ήττα της Ουκρανίας εξακολουθεί να μπορεί να αποφευχθεί».
Ο άγνωστος απολογισμός των αμάχων
Ο ανθρώπινος απολογισμός δύο ετών ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ανέρχεται σε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, σύμφωνα με τα ρωσικά και τα ουκρανικά στοιχεία, όμως οι ακριβείς αριθμοί παραμένουν άγνωστοι.
Οι επίσημοι απολογισμοί για τους αμάχους που έχουν χάσει τη ζωή τους από την αρχή της ρωσικής εισβολής το Φεβρουάριο του 2022 υπολείπονται πολύ της πραγματικότητας, επειδή δεν έχει καταστεί δυνατό να γίνει ποτέ ένας ανεξάρτητος απολογισμός καθώς δεν υπάρχει πρόσβαση στα εδάφη της Ουκρανίας που έχουν καταληφθεί από τη Ρωσία.
Τον Ιούνιο 2023, οι ουκρανικές αρχές έλεγαν ότι μπόρεσαν να καταμετρήσουν 10.368 αμάχους, τα πτώματα των οποίων βρέθηκαν. «Εκτιμάμε πως το πιθανότερο είναι ο αριθμός να είναι πέντε φορές υψηλότερος. Συνεπώς γύρω στα 50.000» θύματα, είχε διευκρινίσει τότε ο Όλεγκ Γκάβρις, ο κύριος σύμβουλος του προσωπάρχη του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Ο ΟΗΕ θεωρεί επίσης πως ο απολογισμός είναι «σημαντικά υψηλότερος» από τους περίπου 10.000 αμάχους που κατέστη δυνατό να καταμετρηθούν.
Οι ουκρανικές αρχές εκτιμούν πως μόνο η πολιορκία της Μαριούπολης (από το Φεβρουάριο ως το Μάιο του 2022), μιας μεγάλης πόλης-λιμανιού στη νότια Ουκρανία που βρίσκεται σήμερα υπό ρωσικό έλεγχο, στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 25.000 ανθρώπους, οι οποίοι ενταφιάσθηκαν σε ομαδικούς τάφους.
Κανένας απολογισμός δεν ανακοινώθηκε ποτέ για άλλες πόλεις, όπως το Μπαχμούτ στην ανατολική Ουκρανία.
Από τη ρωσική πλευρά των συνόρων, ο απολογισμός ανέρχεται σε τουλάχιστον 145 νεκρούς, σύμφωνα με καταμέτρηση που πραγματοποιήθηκε από το ρωσικό ειδησεογραφικό ιστότοπο 7X7.
Εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες
Και στις δύο πλευρές, οι στρατιωτικές απώλειες είναι δεδομένα που τα γενικά επιτελεία αποσιωπούν. Πρέπει συνεπώς να στραφεί κανείς σε εκτιμήσεις που γίνονται από τρίτες πηγές.
Τον περασμένο Αύγουστο, οι New York Times, επικαλούμενοι αμερικανούς αξιωματικούς, υπολόγιζαν τις στρατιωτικές απώλειες σε 70.000 νεκρούς και 100.000 ως 120.000 τραυματίες στην ουκρανική πλευρά και 120.000 νεκρούς και 170.000 ως 180.000 τραυματίες στη ρωσική πλευρά.
Στις 29 Ιανουαρίου φέτος, σε γραπτή απάντησή του σ’ ένα βουλευτή, ο βρετανός υπουργός Άμυνας Τζέιμς Χίπι υπολόγιζε από την πλευρά του τις ρωσικές απώλειες σε περισσότερους από 350.000 νεκρούς και τραυματίες.
Την περασμένη Τρίτη, ο ουκρανικός στρατός ανέφερε πως μέσα σε δύο χρόνια έχει σκοτώσει ή τραυματίσει σχεδόν 405.000 ρώσους στρατιώτες.
Ο ρώσος υπουργός Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού είχε δηλώσει από την πλευρά του το Δεκέμβριο 2023 πως 383.000 ουκρανοί στρατιώτες είχαν σκοτωθεί ή τραυματισθεί από την αρχή της εισβολής.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ