«Ο Rocco Siffredi έφερε τον ρεαλισμό της ζωής στο πορνό και έκανε το πορνό, ζωή του. Είναι ένας άνθρωπος που μπορεί να μπει στα σπίτια και στις επιθυμίες όλων μας». Με αυτά τα λόγια προλογίζεται ο διάσημος Ιταλός πορνοστάρ στο πρώτο επεισόδιο της βιογραφικής σειράς “Supersex”, ο οποίος κατάφερε να αλλάξει ριζικά τη βιομηχανία του πορνό τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Αμερική.

Το “Siffredi”, όμως, δεν είναι το αληθινό του επώνυμο. Πρόκειται για ψευδώνυμο που υιοθέτησε από τον χαρακτήρα του Alain Delon στην γκανγκστερική ταινία “Borsalino” του 1970. Ο Rocco Antonio Tano, άλλαξε το όνομά του, όταν έκανε το πορνογραφικό του ντεμπούτο το 1986 στην ταινία “Sodopunition pour dépravées sexuelles”.

Κατά τη διάρκεια των 7 επεισοδίων της σειράς παρακολουθούμε σε περισσότερες από 40 σκηνές τον Rocco να κάνει σεξ, αλλά η πραγματική εστίαση δε βρίσκεται εκεί. Η δημιουργός και σεναριογράφος, Francesca Manieri αφηγείται την ιστορία του κυρίως μέσα από ανθρώπους-σταθμούς της ζωής του -όπως τη μητέρα του, τον αδερφό του Tommaso και τη γυναίκα του τελευταίου, Lucia.

Από τη φούστα της Lucia που σηκωνόταν από τον αέρα καθώς έκανε ποδήλατο, μέχρι τον πρώτο του αυνανισμό με το περιοδικό “Supersex”, ο Rocco άρχισε να θεωρεί ότι το σεξ είναι μία υπερδύναμη και τότε κατάλαβε ότι θέλει να κάνει αυτή τη δουλειά. Σαφώς καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξε και ο αδερφός τον οποίο έβλεπε ως το απόλυτο αρσενικό πρότυπο.

Αυτός διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη καλλιέργεια το σεξουαλικού «ζώου» μέσα του, όπως αποκαλείται συχνά στη σειρά. Οι ιδέες του για τη βαρβαρότητα, την κυριαρχία και τη σπουδαιότητα της σεξουαλικής ικανοποίησης φαίνεται ότι μεταλαμπαδεύτηκαν με επιτυχία στον Rocco και εντοπίζεται από τον τρόπο που έκανε σεξ πρώτη φορά με μια πιανίστρια, την Sylvie. Στη συνέχεια, τον παρακολουθούμε να περιπλανιέται στον κόσμο των απολαύσεων και να ανακαλύπτει την «ενέργεια που οδηγεί τον κόσμο» σε ένα υπόγειο κλαμπ, όπου ο καθένας είναι ελεύθερος να πραγματοποιήσει κάθε φαντασίωσή του.

Όσες φορές κι αν ακούμε τον ιταλικό χαρακτηρισμό «animale», στην πραγματικότητα τον βλέπουμε μόνο μία φορά να απεικονίζεται στη σκηνή του κεφαλιού στην τουαλέτα με μια συμπρωταγωνίστριά του. Κατά τ’ άλλα, αν δει κάποιος τη σειρά δε νομίζω ότι θα μπορούσε να καταλάβει γιατί έχει χαρακτηρίσει των εαυτό του ως “βασιλιά του Hardcore“, γιατί το “Ιταλός επιβήτορας” αποτυπώνεται, αλλά όχι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και αυτό το λέω γιατί βλέπουμε ελάχιστα τον Rocco Siffredi -που έχει πρωταγωνιστήσει σε περισσότερες από 1.300 ταινίες και έχει λάβει πάνω από 70 βραβεία- πώς ήταν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων πορνό. Δηλαδή άνετα θα μπορούσε να μετονομαστεί η σειρά από “Supersex” σε “Η ζωή του Rocco Siffredi & 40 σκηνές σεξ”, αλλά υποθέτω ότι δεν θα πουλούσε τόσο.

Η φεμινίστρια Manieri αφιερώνει αρκετό χρόνο στη σχέση του Tomasso και της Lucia, ο οποίος γεννήθηκε από μία ιερόδουλη και τον παράτησε όταν ήταν μωρό. Από τα πρώτα χρόνια της σχέσης τους, ανάγκαζε την Lucia να εκπορνεύεται γιατί αυτός ήταν ένας τρόπος να «φέρνει λεφτά στο σπίτι». Ο Tomasso θεωρούσε ότι ήταν καθήκον της και αυτό αποδεικνύεται και από κάποια σκηνή που τον βλέπουμε να της ασκεί βία, επειδή μία δεν ένιωσε καλά και αποφάσισε να μην πάει στην Πιγκάλ να πουλήσει το σώμα της στο πεζοδρόμιο. Σε αντίθεση με τον Rocco, δεν ήταν ποτέ επιλογή της να κάνει σεξ για τα χρήματα. Η ιστορία της λειτουργία αντιπαραβολικά, με την Manieri να υπογραμμίζει την αυτάρκεια του άνδρα και τη διαρκή αντικειμενοποιήση της γυναίκας.

Η σειρά ξεκινάει με τον Siffredi το 2004 να ανακοινώνει στον Τύπο ότι παραιτείται από το πορνό ως ηθοποιός. Η αιτία ήταν ο εθισμός του και, δεν θα το μάθετε ποτέ από τη σειρά. Παρόλο που βλέπουμε αρκετές φορές να μην μπορεί να ελέγξει τις σεξουαλικές του ορμές, σε κανένα σημείο δεν μιλά ανοιχτά για τον εθισμό του σεξ, ενώ ο ίδιος έχει μιλήσει γι’ αυτό ανοιχτά. Το 2015 στο τηλεοπτικό ριάλιτι “L’isola dei famosi” (Το νησί των διασημοτήτων) αναφερόμενος στη σεξουαλικότητά του είπε ότι προέρχεται από «κάποιο είδος διαβόλου μέσα μου». Μάλιστα, σε κάποιο σημείο δήλωσε ότι ζήτησε από τον Θεό την παρέμβαση από το πνεύμα της μητέρας του, τη φωτογραφία της οποίας πάντα κουβαλάει του.

Το 2009 επέστρεψε και όπως αποκάλυψε τότε η γυναίκα του είπε ότι εκείνη δεν του ζήτησε ποτέ να σταματήσει: «Μίλησα με τη γυναίκα μου και είπε ότι είναι μόνο δικό μου πρόβλημα, δεν ανήκει σε αυτήν και στα αγόρια. Αποφάσισες να σταματήσεις, δεν σε ζητήσαμε ποτέ. Οπότε, αν θέλεις να επιστρέψεις, απλώς πήγαινε πίσω». Τελικά, αποχώρησε οριστικά το 2015, αλλά συνεχίζει μέχρι και σήμερα να εργάζεται στη βιομηχανία ως παραγωγός.

Το “Supersex” διεισδύει στον ψυχισμό του πορνοστάρ όπως αυτός διαμορφώθηκε από τις τραυματικές και μη εμπειρίες του -τουλάχιστον αυτές που βλέπουμε στη σειρά- και μέσα από αυτές αποκαθηλώνει την κοινωνική κατασκευή του ανδρισμού εκείνων των δεκαετιών, ο οποίος διατηρείται μέχρι και σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις.