Το “Oh. What. Fun.” υπόσχεται ένα οικογενειακό χριστουγεννιάτικο remake, αλλά κάτω από την λαμπερή επιφάνεια των στολιδιών και των προσδοκιών, αποκαλύπτεται μια αφηρημένη ταινία που δεν καταφέρνει να εξιτάρει ούτε το συναίσθημα ούτε το χιούμορ. Η Michelle Pfeiffer δίνει τον καλύτερο εαυτό της, αλλά ακόμη κι αυτή δεν μπορεί να σώσει αυτό το πρώιμο, υπερφορτωμένο χριστουγεννιάτικο δείπνο.

Το “Oh. What. Fun.”, έκανε πρεμιέρα στο Amazon Prime Video στις 3 Δεκεμβρίου, είναι μία ταινία που έχει όλα τα συστατικά για μια σύγχρονη, feel-good χριστουγεννιάτικη ταινία, διαθέτει ένα εντυπωσιακό cast με πρωταγωνίστρια την Michelle Pfeiffer, παραγωγή με ύφος και χριστουγεννιάτικη αισθητική, και την υπόσχεση για ζεστασιά, αλλά τελικά καταλήγει σαν ένα λάθος πακέτο δώρου. Στην καρδιά του, το σενάριο θέλει να πει μια δυνατή, σύγχρονη ιστορία, η Claire Clauster (Pfeiffer) είναι η εκείνη που κρατάει την οικογένεια μαζί τα Χριστούγεννα. Από τα τέλεια κουλουράκια της και τα περιποιημένα δώρα μέχρι τα χριστουγεννιάτικα στολίδια, εκείνη είναι αυτή που κάνει τα πάντα.

Αλλά φέτος ο κόμπος φτάνει στο χτένι και η οικογένεια, απορροφημένη στα δικά της δράματα, την ξέχνα και την αφήνει πίσω καθώς φεύγουν για μία εκδήλωση που εκείνη είχε οργανώσει. Αυτό είναι το σημείο καμπής όπου η Claire, εξαντλημένη και πληγωμένη, αποφασίζει να φύγει για να ζήσει τα φετινά Χριστούγεννα όπως εκείνη τα θέλει.

Σε αυτή την προσωπική απόδραση, την «προδοσία» της ασφάλειας του οικογενειακού χώρου, υπάρχει η δυνατότητα για κάτι αυθεντικό και ειλικρινές, η ταινία μπορεί να μιλήσει για την κούραση, για την υποτιμημένη δουλειά των μητέρων και για το βάρος των προσδοκιών. Και πράγματι, η ταινία προσπαθεί να χτίσει πάνω σε αυτό με στιγμές αυτογνωσίας, με χιούμορ, με μια πιο σύγχρονη αντίληψη των γιορτών, όχι ως ιεροτελεστία, αλλά ως κάτι που μπορεί να γίνει χωρίς πλάνο και τελετουργικό. Αλλά η πράξη και το αποτέλεσμα είναι μια απογοήτευση.

Ανισορροπία στον τόνο και στο ύφος

Το «Oh. What. Fun.» δεν αποφασίζει ποτέ αν θέλει να είναι σατιρικό, συγκινητικό ή χολιγουντιανά λαμπερό και για αυτό ανακατεύει την κωμωδία με δραματικά ξεσπάσματα, την οικογενειακή γκρίνια, και μια χριστουγεννιάτικη όχι ευχάριστη αισθητική, και το αποτέλεσμα μοιάζει άβολο και άνοστο. Οι χαρακτήρες είναι εκεί, αλλά δεν ζωντανεύουν ποτέ. Η οικογένεια, ο σύζυγος και τα παιδιά, ποτέ δεν δείχνουν πειστικά και ότι καταλαβαίνουν την Claire. Οι σχέσεις μεταξύ τους αναπτύσσονται με τρόπο απότομο, συχνά προβλέψιμο, και οι συγκρούσεις λύνονται πολύ εύκολα, με ελάχιστα ψυχολογικά βάρη και ανύπαρκτες συνέπειες.

Οι πιο πολλές στιγμές που θα έπρεπε να προκαλούν γέλιο ή συναίσθημα όπως οι κωμικές καταστάσεις, οι οικογενειακές αντιδικίες, τα χριστουγεννιάτικα δρώμενα, μοιάζουν αφύσικες και αναγκαστικές. Συχνά νιώθεις ότι οι συντελεστές προσπαθούν με το ζόρι να πετύχουν μία «χαριτωμένη» σκηνή ή μία μεγάλη αποκάλυψη, και το αποτέλεσμα είναι μια «καθωσπρέπει» αλλά επίπεδη ταινία, χωρίς συναίσθημα.

Ίσως, η πιο απογοητευτική πτυχή του “Oh. What. Fun.” να είναι ότι τελικά μοιάζει περισσότερο σαν διαφημιστικό κουτί γεμάτο Χριστουγεννιάτικες χαριτωμένες εικόνες και λιγότερο σαν μια ταινία με ψυχή, που θα μπορούσε να μπει στις «Christmas classics». Οι κοινωνικές και οικογενειακές πιέσεις που επιδιώκει να αναδείξει παραμένουν στην επιφάνεια, χωρίς βάθος ή πραγματική εξέλιξη.

Η Michelle Pfeiffer είναι το μόνο φωτεινό σημείο

Κι όμως, ακόμη και όταν όλο το περιβάλλον γύρω της καταρρέει, η Pfeiffer παραμένει αξιοπρεπής, πειστική και με μια πραγματική ευαισθησία. Η ερμηνεία της, οι στιγμές που η κούραση της Claire ξεχειλίζει, τα βλέμματα μελαγχολίας και θυμού, μαζί με κάποιες εκρήξεις αγανάκτησης, όλα αυτά προσφέρουν μια χαραμάδα αυθεντικότητας σε ένα εγχείρημα που αλλιώς θα ήταν εντελώς κούφιο. Πολλοί από τους υπόλοιπους χαρακτήρες, όμως, παρ’ όλη την προσπάθεια, τελικά χάνονται στη σκιά της. Η εκρηκτική δυναμική που θα περίμενες από ένα πολυπρόσωπο family drama ψάχνει μάταια τον παλμό της και την χριστουγεννιάτικη μαγεία που ξέχασαν να της προσθέσουν.

Ο σκηνοθέτης Michael Showalter, γνωστός για πιο ευρηματικά ή εναλλακτικά έργα, φαίνεται ότι εδώ έχει συμβιβαστεί με κάτι καλό και βολικό, μια «ασφαλή» χριστουγεννιάτικη κωμωδία, αλλά τελικά δεν καταφέρνει να μετατρέψει την πρόθεση σε εμπειρία. Η αφήγηση χάνει τον τόνο της, η κινηματογράφηση δεν έχει ρυθμό, και η επιθυμία για χιούμορ και συγκίνηση καταπνίγεται κάτω από στρώματα συμβατικότητας.

Το “Oh. What. Fun.” προσπαθεί και σε στιγμές δείχνει πως θέλει πραγματικά να επαναπροσδιορίσει την καθιερωμένη χριστουγεννιάτικη ταινία με το να πει μια ιστορία για την κούραση, την υποτίμηση, την ανάγκη για αναγνώριση και αυτονομία μέσα στην παράνοια των γιορτών. Το επιχείρημα είναι αξιόλογο, και η Pfeiffer είναι ίσως ο μόνος λόγος που κάποιος αξίζει να δει την ταινία μέχρι το τέλος. Αλλά κάλο θα είναι να είσαι προετοιμασμένος για το το αποτέλεσμα που είναι αρκετά ξεχειλωμένο, αμήχανο και ατελές, σαν χριστουγεννιάτικο γλυκό που έμεινε μισοψημένο. Αν θες κάτι χριστουγεννιάτικο, με ζεστασιά, με χιούμορ ή βάθος, υπάρχουν πολύ καλύτερες επιλογές. Το «Oh. What. Fun.» παραμένει, μια «κακοψημένη» προσπάθεια που δείχνει όμορφη στα με την πρώτη ματιά, αλλά στη συνέχεια ανακαλύπτεις ότι είναι άδεια από ουσία.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.