Ο Νοέμβριος στο Cinobo φέρνει μαζί του πέντε κινηματογραφικές αφίξεις που κινούνται ανάμεσα στη σιωπή, τη μνήμη και τη βαθιά ανθρώπινη αναζήτηση. Από το Τόκιο του Βιμ Βέντερς μέχρι την Αθήνα του Σταύρου Τσιώλη οι ιστορίες που ξεδιπλώνονται μιλούν για την αντοχή, την απώλεια, την τρυφερότητα και το δικαίωμα να συνεχίζεις ακόμη κι όταν όλα γύρω μοιάζουν στάσιμα. Πέντε ταινίες-στοχασμοί πάνω στην καθημερινότητα, την αγάπη, τη φθορά και το χρόνο, διαφορετικοί κόσμοι που με τον τρόπο τους συναντιούνται στο ίδιο σημείο: εκεί όπου ο άνθρωπος εξακολουθεί να ψάχνει νόημα. 

“Υπέροχες Ημέρες”, του Βιμ Βέντερς 
Μέσα από την παρακολούθηση της ρουτίνας ενός καθαριστή ταξιδεύουμε στον κόσμο της εργασίας του σήμερα. Η μεγάλη διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο Χιραγιάμα αξιοποιεί τον ελεύθερό του χρόνο και δεν τον χαρίζει σε κανέναν. Φωτογραφίζει, αφουγκράζεται το μεγαλείο της φύσης και αναζητεί συντροφιά στις λέξεις των βιβλίων. Είναι φανερό πως ο Βέντερς κάνει μία προβολή δικών του αξιών και παθών στον ήρωά του και ταυτόχρονα με το όνομα που του δίνει δημιουργεί μία γέφυρα με το έργο του Όζου, καθώς Χιραγιάμα λεγόταν ο βασικός πρωταγωνιστής του στο “Φθινοπωρινό Απόγευμα” του 1962. Στη διαδρομή ενός απλού ανθρώπου της διπλανής πόρτας υπάρχει η κόπωση, η θέληση, το φλερτ, ο έρωτας, τα ένοχα μυστικά του παρελθόντος. Ο Βέντερς αγγίζει όλα τα παραπάνω. Κάποια αναπτύσσονται ιδιαίτερα, άλλα υποβόσκουν. Όλα τους όμως έχουν διαμορφώσει αυτόν που η κάμερα ακολουθεί ασταμάτητα. Η μελαγχολία του πηγάζει από τα βιώματα, όπως πιθανώς κι η έλλειψη αυτοπεποίθησή του. Ταυτόχρονα η ευρύτερη μόρφωσή του και η ευγένεια που έχει κατακτήσει μέσα από προσωπική προσπάθεια τον οδηγεί στη βέλτιστη διαχείριση καθημερινών καταστάσεων, όπως η καθυστέρηση του συνεργάτη του στην αλλαγή βάρδιας. 

“Ρίτα”, της Παθ Βέγα 
Σεβίλλη, καλοκαίρι του 1984. Η Ρίτα και ο Λόλο είναι αδέρφια, 7 και 5 ετών, που ζουν στην καρδιά μιας ταπεινής, εργατικής οικογένειας. Οι καλοκαιρινές διακοπές ξεκινούν και όλη η χώρα έχει ποδοσφαιρικό πυρετό μετά την πρόκριση της Ισπανίας στα προημιτελικά του Euro. Η Ρίτα ονειρεύεται να πάει στην παραλία, αλλά στο σπίτι ισχύει πάντα ό,τι λέει ο πατέρας της και γι’ αυτόν η παρακολούθηση των αγώνων είναι η προτεραιότητα. Για πρώτη φορά, η Ρίτα αρχίζει να αναρωτιέται γιατί συμβαίνει αυτό. Αρχίζει επίσης να συνειδητοποιεί ότι το σπίτι της γίνεται όλο και λιγότερο ασφαλές, ειδικά για τη μητέρα της.

“Ένας Χωρισμός”, του Ασγκάρ Φαραντί 
Μία αίθουσα δικαστηρίου. Μία αντιδικία που ολοκληρώνεται τυπικά, με τις υπογραφές. Ο χωρισμός είναι ένα γεγονός. Εδώ όμως ο σκηνοθέτης είναι αποφασισμένος να διεισδύσει σε βάθος και να αναζητήσει τις αιτίες, τον αντίκτυπο και τις συνέπειες μίας φαινομενικά βεβιασμένης απόφασης. Υπάρχει ελπίδα για ένα παιδί που μεγαλώνει στη σημερινή Τεχεράνη; Διαμορφώνεται ένα γνώριμο σκηνικό και μία γέφυρα ανάμεσα στις γενιές, που δίνει διαχρονικό χαρακτήρα. Το ζευγάρι, η κόρη κι ο πατέρας του συζύγου. Ένα συνεχές παιχνίδι μετατόπισης των ευθυνών. Απόλυτη άρνηση αποδοχής ενοχής. Μυστήριο που ξετυλίγεται μαεστρικά, ώστε να διερευνηθούν όλες οι πιθανές παράμετροι. Εξυφαίνεται ο ιστός μίας άρρωστης κοινωνίας, που το μόνο που της έχει απομείνει είναι η αγάπη, η έμπρακτη αγάπη. Μονάχα η αλληλεγγύη κι η ειλικρίνεια μπορούν να κρατήσουν δυνατούς τους δεσμούς. Πολυεπίπεδο δράμα, πολύπλευρο θρίλερ μέχρι την τελευταία σκηνή. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πως δικαιώθηκε. Μονάχα ο χρόνος θα το δείξει.

“Blind Willow, Sleeping Woman”, του Πιερ Φολντές 
Τόκιο, λίγες μέρες μετά τον σεισμό και το τσουνάμι του 2011. Η Κιόκο αφήνει ξαφνικά τον σύζυγό της αφού πέρασε πέντε συνεχόμενες μέρες μπροστά στην τηλεόραση, παρακολουθώντας τον σεισμό. Ο αβοήθητος σύζυγός της παίρνει μια εβδομάδα άδεια από τη δουλειά και κατευθύνεται βόρεια για να παραδώσει ένα κουτί σε δύο νεαρές γυναίκες. Ο συνάδελφός του, Καταγκίρι, επιστρέφει σπίτι ένα βράδυ για να βρει έναν βάτραχο ύψους δύο μέτρων που ζητά τη βοήθειά του για να σώσει το Τόκιο.

“Γυναίκες που περάσατε από εδώ”, του Σταύρου Τσιώλη 
Δύο φτωχοί άντρες, στη δύση της ζωής τους, άνεργοι, αποφασίζουν να αναλάβουν ένα παράτολμο εγχείρημα για να εξασφαλίσουν μεροκάματο για τα προς το ζην. Κάθονται σε ένα κομβικό σημείο, καμουφλαρισμένοι ως κουλουρτζήδες και κρατούν τσίλιες. Από το μέρος περνούν διάφοροι άνθρωποι, που έχουν να διηγηθούν τις δικές τους ιστορίες με φόντο τη ξεθωριασμένη Αθήνα. ” Οι αγάπες σβήνουν σαν τα χιόνια “, ” δεν ωφελεί η επιστροφή στο παρελθόν, γιατί πληγώνει “. Συμμέτοχοι στο δράμα τους, ακούν, απαντούν και προσπαθούν να βοηθήσουν. Άνθρωποι ακίνητοι, κουρασμένοι, με τον χρόνο να περνάει, να κυλάει, άλλες φορές γρήγορα κι άλλες βασανιστικά. Από την μνήμη και τη θύμηση της παλιάς Αθήνας, μέχρι τη σύγχρονο άστυ, που ταλαιπωρείται από τα καθημερινά προβλήματα και τις συνέπειες της κοινωνικοοικονομικής κρίσης. Κάπου εκεί γίνεται η σύνδεση μέσω διαδοχικών φλας μπακ και με τις δύο προηγούμενες ταινίες του Τσιώλη. Η αναφορά στον Αργύρη Μπακιρτζή και το τραγούδι του φινάλε μας θυμίζουν τις προηγούμενες προσπάθειες, που λατρέψαμε.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.