Το ντοκιμαντέρ του Netflix για τα 100 χρόνια του The New Yorker δεν είναι απλώς ένα αφιέρωμα σε ένα περιοδικό. Είναι μια περιήγηση μέσα σε έναν αιώνα αμερικανικής συνείδησης, όπως αυτή καταγράφηκε από το βλέμμα της παρατήρησης, της ειρωνείας, της αμφιβολίας και της αργής σκέψης. Το New Yorker δεν υπήρξε ποτέ ένα απλό έντυπο. Υπήρξε τρόπος να κοιτάς τον κόσμο μέσα στον χρόνο. 

Αφετηρία οι πρώτες σελίδες του 1925, τον Harold Ross, η μυθολογία του πρώτου εξωφύλλου με τον Eustace Tilley και αυτή τη σχεδόν αφελή φιλοδοξία να φτιαχτεί “ένα περιοδικό για τους έξυπνους ανθρώπους της Νέας Υόρκης”. Αυτό έμελε να γίνει σύμβολο ενός ολόκληρου πολιτισμού και το περιοδικό αφήνει βαθύτερο αποτύπωμα από πολλούς θεσμούς εξουσίας. Αισθητικό από τη μία ως έργο τέχνης κι από την άλλη βαθιά πολιτικό. 

Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί την πορεία του New Yorker μέσα από τους μεγάλους αιώνες της Αμερικής: τη Μεγάλη Ύφεση, τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Ψυχρό Πόλεμο, το Βιετνάμ, το Watergate, τη 11η Σεπτεμβρίου, την εποχή του Τραμπ, την πανδημία σαν ημερολόγιο ευαισθησίας. Πώς αλλάζει το χιούμορ όταν αλλάζει ο φόβος; Πώς γράφεται η ειρωνεία σε καιρό πολέμου; Πώς επιβιώνει η μακρά φόρμα σε έναν κόσμο που κονταίνει διαρκώς την προσοχή του; 

Οι φωνές που περνούν από την οθόνη δεν είναι απλώς συνεντεύξεις, είναι κομμάτια μιας πολιτισμικής γενεαλογίας: ο James Baldwin, η Susan Sontag, η Joan Didion, ο John Updike, ο Philip Roth, σύγχρονοι δημοσιογράφοι, σκιτσογράφοι, επιμελητές. Το μότο τους “πρόσωπο με πρόσωπο επαφή”. Το ντοκιμαντέρ δεν τους αντιμετωπίζει σαν “μεγάλες υπογραφές”, αλλά σαν ανθρώπους που έγραψαν μέσα στον χρόνο τους, με τις αγωνίες και τις αντιφάσεις του και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμά του: δεν αγιοποιεί, θυμίζει. 

Ιδιαίτερη θέση κατέχουν φυσικά τα σκίτσα. Το New Yorker είναι το μοναδικό περιοδικό στον κόσμο όπου το χιούμορ λειτουργεί σαν υψηλή φιλοσοφία σε καρέ. Τα cartoons του δεν είναι απλώς αστεία, κοινωνικά σχόλια σε δύο προτάσεις, πολιτικές αναλύσεις χωρίς ούτε μία λέξη πολιτικής. Το ντοκιμαντέρ δείχνει πως αυτό το χιούμορ διαμόρφωσε την ίδια τη γλώσσα της αμερικανικής ειρωνείας. Πώς έμαθε μια κοινωνία να γελά με τον εαυτό της χωρίς να αυτοαναιρείται. 

Κομβική στιγμή του αφηγήματος είναι φυσικά το εξώφυλλο μετά την 11η Σεπτεμβρίου: εκείνο το σχεδόν μαύρο εξώφυλλο με τους Δίδυμους Πύργους να φαίνονται μόνο ως σκιά. Το ντοκιμαντέρ δεν το παρουσιάζει σαν δημοσιογραφικό κατόρθωμα, αλλά σαν ηθική πράξη σιωπής. Σαν απόφαση να μη μιλήσεις όταν όλα γύρω σου ουρλιάζουν και ίσως εδώ να συνοψίζεται όλη η φιλοσοφία του New Yorker: να ξέρεις πότε η λέξη είναι αναγκαία και πότε η σιωπή πιο εύγλωττη από κάθε τίτλο. Το συγκεκριμένο μέσο έχει τη δύναμη να δημιουργεί γεγονότα με τις επιλογές του, είτε αυτό είναι ένα πρωτοσέλιδο, είτε ένα θέμα. 

Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι βρίσκεται στο παρόν και στο μέλλον. Το ντοκιμαντέρ δείχνει τη μετάβαση στο ψηφιακό περιβάλλον, την κρίση του έντυπου Τύπου, τη μάχη για την προσοχή, την πίεση των αλγορίθμων και θέτει ένα ερώτημα που υπερβαίνει το ίδιο το New Yorkerέχει θέση η αργή σκέψη στον κόσμο του ακαριαίου scroll; Μπορεί η δημοσιογραφία των 10.000 λέξεων να επιβιώσει στην εποχή των 10 δευτερολέπτων; 

Όσο υπάρχει ανάγκη για νόημα, για σύνθεση, για βάθος, για χιούμορ που δεν καταναλώνεται σε ένα δευτερόλεπτο, το New Yorker θα βρίσκει τρόπο να επιμένει και να κερδίζει τη μάχη. Όχι ως μουσείο ενός παλιού κόσμου, αλλά ως υπενθύμιση ότι κάποτε και ίσως ακόμα η σκέψη είχε χρόνο να αναπνεύσει. 

Τα 100 χρόνια του New Yorker, όπως τα αφηγείται το Netflix δεν είναι εορτασμός. Είναι απολογισμός μιας στάσης ζωής κι ένα κάλεσμα για ένα κίνημα “slow news”: ότι μπορείς να παρατηρείς τον κόσμο χωρίς να ουρλιάζεις, να τον κρίνεις χωρίς να τον ισοπεδώνεις, να γελάς χωρίς να γίνεσαι κυνικός κι όλα αυτά που μπορεί να φαντάζουν μικρά έχουν τη σημασία τους λίγο πριν μας αποχαιρετήσει το 2025. 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.