Το έργο «Κάποιος να με προσέχει», βασισμένο σε αληθινή ιστορία, μιλά για τρεις ομήρους (έναν Άγγλο, έναν Ιρλανδό κι έναν Αμερικανό) που είναι έγκλειστοι σ’ ένα κελί, υπό το άγρυπνο βλέμμα των τρομοκρατών – απαγωγέων τους. Η προσπάθειά τους ν’ αντέξουν τις κακουχίες και την αγωνία του θανάτου εκδηλώνεται με δαιμονικό χιούμορ ή «παιχνίδια» διαφυγής. Μέσα από συγκρούσεις ή συναισθηματικές εξάρσεις, οι τρεις τους θα αγαπήσουν ο ένας τον άλλο και θα δεθούν με ισχυρότερα δεσμά και από τις αλυσίδες που τους κρατούν.
Το «Κάποιος να με προσέχει» διαδραματίζεται στο Λίβανο, την εποχή που τρομοκράτες και επαναστατικές ομάδες έκαναν τυχαίες και αιφνίδιες απαγωγές. Στην έναρξη του έργου βλέπουμε τον Ιρλανδό (Αντίνοος Αλμπάνης) και τον Αμερικανό (Πήτερ Ραντλ) στο κελί και αργότερα φέρνουν και τον Άγγλο (Δημήτρης Μάριζας). Ο συγγραφέας του, ο Frank McGuinness, περιγράφει τους μηχανισμούς που υιοθετούν για να αντέξουν την πλήξη του ατέρμονου εγκλωβισμού τους, τη φιλία και την εξάρτηση που αναπτύσσεται μεταξύ τους, τον τρόπο που και οι τρεις συμπεριφέρονται σαν μητέρα και πατέρας μαζί για τους άλλους, καθώς και τη συνταραχτική πραγματικότητα όταν ο αναπόφευκτος χωρισμός θα έρθει.
«Θέλω το έργο μου να μιλήσει για το πώς τα ανθρώπινα όντα αντέχουν κάτω από φριχτές συνθήκες», λέει ο Frank McGuinness στο πιο πρόσφατο ανέβασμα του έργου στο Λονδίνο. «Αν και αληθινά τραυματικές και απειλητικές για τη ζωή τους, οι συνθήκες αυτές μπορούν να γίνουν κατανοητές ως προς τη φύση του κτήνους… Ήθελα να είναι ένα έργο για το ‘εδώ και τώρα’ αυτών των τριών ανθρώπων, για το πώς επιβιώνουν, ποιες είναι οι οδοί διαφυγής τους. Μια πολύ βαθειά αγάπη εξελίσσεται ανάμεσα στους τρεις άντρες. Μια αγάπη που δεν τους τρομάζει και δεν θέλουν να την αποφύγουν. Καθώς είναι καρφωμένοι στο πάτωμα και φυλακισμένοι, η εξάρτηση μεταξύ τους εντείνεται και η απώλεια του ενός θα γίνει απόλυτα τρομαχτική για τον άλλον.»
Αυτά είναι όσα μας είπαν οι τρεις πρωταγωνιστές της παράστασης:
– Το έργο του Frank McGuinness βασίζεται σε αληθινή ιστορία και ανέβηκε για πρώτη φορά το 1992. Μελετήσατε τη συγκεκριμένη ιστορία ή τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες στο Λίβανο εκείνη την περίοδο και εάν ναι, πώς αυτό βοήθησε σε συσχετισμούς και σύνδεση με το παρόν;
Πήτερ Ραντλ: Πράγματι μελετήσαμε εις βάθος την συγκεκριμένη ιστορία, τους αληθινούς ήρωες, τις μαρτυρίες τους αλλά και τις συνθήκες που επικρατούσαν στο Λίβανο την εποχή εκείνη. Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε όλες τις πλευρές της ιστορίας, ομολογώ πως δεν είναι – ήταν κάτι απλό. Δυστυχώς διαπιστώσαμε πως λίγα πράγματα έχουν αλλάξει από εκείνη την εποχή. Πως η αντιπαλότητα μεταξύ Ανατολής και Δύσης δυστυχώς καλά κρατεί ακόμα και μέχρι σήμερα.
– Τρεις άντρες βρίσκονται σε μια συνθήκη εξαναγκαστικού εγκλεισμού και συμβίωσης μέσα σε κλίμα τρομοκρατίας. Ποιοι μηχανισμοί αναπτύσσονται για να επιβιώσουν αλλά και να μην ξεχάσουν την ανθρώπινη υπόστασή τους;
Δημήτρης Μάριζας: Οι ήρωες μας προσπαθούν, όπως είχαν κάνει και τα πραγματικά πρόσωπα, να ξεπλύνουν τη συνείδηση τους και τη μνήμη τους από την φρικτή εμπειρία που ζουν και τους έχει μολύνει. Κατά τον Albert Camus «Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσεις έναν ανελεύθερο κόσμο, είναι να γίνεις εσύ τόσο απόλυτα ελεύθερος, ώστε η ίδια η ύπαρξή σου να είναι μία πράξη εξέγερσης». Έτσι με όπλο τους την αίσθηση της αμοιβαίας ευγνωμοσύνης, οι ήρωες μας, βάζουν σε λειτουργία τον μηχανισμό της αναδημιουργίας της καθημερινότητας, επαναδημιουργούν το αμφίβολο μέλλον που τους έχουν κλέψει. Η φαντασία τους, ως άλλος απελευθερωτής, τους ανοίγει κρυφά μονοπάτια διαφυγής.
– Θα ήταν διαφορετικό το έργο (κείμενο, προσέγγιση, σκηνοθετική ματιά) αν δεν ήταν τρεις άντρες οι έγκλειστοι αλλά τρεις γυναίκες ή αν υπήρχε μια έστω γυναίκα ανάμεσά τους; Γιατί;
Πήτερ Ραντλ: Δεν μπορώ να γνωρίζω αν θα ήταν διαφορετικό το έργο διότι βασίζεται πάνω σε συγκεκριμένη ιστορία. Υποθετικά πάντα- αν ο στόχος ήταν διαφορετικός, ενδεχομένως θα υπήρχε και διαφορετικό αποτέλεσμα. Ωστόσο ο άνθρωπος είναι άνθρωπος. Το φύλο δεν καθορίζει συναισθήματα. Ο τρόπος αντίδρασης καθορίζει τον χαρακτήρα, όχι τον φύλο.
– Πώς μπορείς να εμπιστευθείς τη ζωή σου σε κάποιον που μέχρι χθες ήταν ένας άγνωστος;
Δημήτρης Μάριζας: Ο χρόνος και η ανάγκη ρίχνουν τα οδοφράγματα. Τα αισθήματα μοναξιάς μας θυμίζουν πότε είναι ώρα να επανασυνδεθούμε με τους γύρω μας. Ο χρόνος μέσα στον οποίο μετατρέπεσαι σε φροντιστή, νταντά και «μητέρα» του άλλου, γεννά την εμπιστοσύνη.
Ο ήρωας που υποδύομαι ο Michael, υιοθετεί με τον πιο ελκυστικό τρόπο την περσόνα του φροντιστή προς όφελος των συντρόφων του, εξασφαλίζοντας έτσι ότι δεν θα σπάσει από την εμπειρία της φυλακής.
– Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος που πρέπει να καταπολεμήσει κάποιος όταν δεν έχει τον έλεγχο της ανεξαρτησίας του και της ελευθερίας του;
Αντίνοος Αλμπάνης: Ο φόβος του να χάσει το μυαλό του. Την επαφή με την πραγματικότητα. Ο οργανισμός μας στην προσπάθεια του να αντέξει, καταφεύγει σε μηχανισμούς που είναι εύκολο να μας ξεγελάσουν και να πιστέψουμε πως ανήκουμε στον χώρο που κατασκευάζει η φαντασία μας για να νιώθουμε φυσιολογικά. Ο χώρος αυτός όμως υπάρχει για να αντέχουμε παροδικά και όχι και για να κατασκηνώνουμε. Επίσης, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος του να χάσεις την ελπίδα σου και να πάψεις να πιστεύεις. Να πάψεις να πολεμάς, να πάψεις να περιμένεις. Και η παραίτηση δυστυχώς, σε φέρνει σε επαφή με κάτι που φαντάζει προδιαγεγραμμένο ενώ δεν είναι.
– Χρειαζόμαστε ακραίες συνθήκες και τραυματικές καταστάσεις για να (ξανά)ανακαλύπτουμε το πόσο ανάγκη έχουμε την αλληλεγγύη και την αλληλοϋποστήριξη; Γιατί η ανθρωπότητα δεν μαθαίνει από τα παθήματά της;
Αντίνοος Αλμπάνης: Όχι δεν χρειαζόμαστε τίποτα από όλα αυτά. Αυτά είναι ιδανικά για τα οποία πρέπει να πολεμάμε με όλη μας την ύπαρξη ανεξαρτήτως συνθήκης. Δυστυχώς τα ξεχνάμε γιατί τα θεωρούμε δεδομένα, αλλά η ζωή μας και οι επιθυμίες μας δεν πρέπει να ξυπνάνε από τις καταστάσεις. Η ανθρωπότητα δεν είναι σε θέση να μαθαίνει από τα παθήματα της γιατί εμπιστεύεται πολύ το μυαλό. Εμπιστεύεται το βίωμα, την ανάμνηση και το συναίσθημα. Αυτό που δεν κατανοεί ωστόσο είναι πως το μυαλό δεν είναι πάντα σωστός σύμβουλος. Και αυτό γιατί χρειάζεται να μπορείς να τιθασεύεις την σκέψη. Ο εγκέφαλος μας, ξέρετε, για λόγους αυτοσυντήρησης έχει μάθει να αλλοιώνει οτιδήποτε άσχημο έχει καταγραφεί για να μπορεί να μην χάνει την πίστη του στο αύριο. Συνεπώς η εμπειρία δεν συνεπάγεται απαραίτητα καλύτερη μελλοντική διαχείριση.
Info: Κάποιος να με προσέχει, σε μετάφραση/σκηνοθεσία Αθανασίας Καραγιαννοπούλου, Ερμηνεία: Αντίνοος Αλμπάνης, Δημήτρης Μάριζας, Πήτερ Ραντλ, Σύγχρονο Θέατρο, Ευμολπιδών 45, Μετρό Κεραμεικός, Τηλ. 2103464380, Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00