Η σύλληψη του τρόπου με τον οποίο μεταφέρεται το ομώνυμο βιβλίο της Ρίκα Μπενβενίστε σε μία πρωτόγνωρη θεατρική παράσταση αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας. Ο σκηνοθέτης, Δαμιανός Κωνσταντινίδης, επιλέγει ως αφετηρία το Βαφοπούλειο, ακολουθεί η περιήγηση στους σταθμούς που σημάδεψαν τη ζωή της βασανισμένης ηρωίδας, μεσολαβεί ο δρόμος και καταλήγει αυτή τη φορά στην πλατεία Ζεφύρων με τη συνοδεία ενός ποτηριού κρασιού. Με αυτόν τον τρόπο το μήνυμα απλώνεται σε όλη την πόλη που καλείται να επουλώσει ένα σοβαρό τραύμα της. Βασική προϋπόθεση να κοιταχτεί στον καθρέφτη. Η Θεσσαλονίκη ήταν πάντα, είναι ακόμα και σήμερα καταφύγιο των αδυνάτων, μωσαϊκό των λαών. Αρκετοί μπορεί να προβληματιστούν λόγω του χρόνου, καθώς η εισβολή του Ισραήλ στην Παλαιστίνη έχει πυροδοτήσει αντιπολεμικό κίνημα, είναι ξεκάθαρο όμως πως ο δημιουργός αν έκανε μία αναγωγή στο παρόν η πρωταγωνίστριά του θα ήταν Παλαιστίνια.

Το πρώτο μέρος στο Βαφοπούλειο μας εισάγει με ένα εξαιρετικό σκηνικό στο δράμα. Η αναχώρηση μας οδηγεί στο λεωφορείο. Εκεί η υποδοχή γίνεται με νότες. Κρύβουν πόνο κι ίσως μέσα τους μία αχτίδα ελπίδας. Η λυτρωτική δύναμη της μουσικής αποτελεί πάντα μία διέξοδο στις πιο δύσκολες καταστάσεις, όταν φλερτάρουμε με τα όριά μας. Ξεκινάει η περιήγηση χωρίς γραμμική αφήγηση. Σύντομα θα ακουστεί η ιστορία το γηροκομείου Σαούλ Μοδιάνο. Εκεί έζησε η Λούνα από το 1982 μέχρι και το τέλος της ζωής της το 1998. Μία Εβραία που πήγε στην κόλαση των στρατοπέδων συγκέντρωσης και κατάφερε να επιστρέψει. Την αφήγηση διακόπτει το τραγούδι που χρωματίζει τις στάσεις. Η Λουνίκα, η θεία Λούνα, το δέσιμο, η αγάπη, η προκοπή, η αξία του να φάμε όλοι μαζί το Σάββατο. Το μήνυμα οπτικοποιείται κι ισχυροποιείται μέσα από τις φωτογραφίες που μοιράζουν οι ηθοποιοί.

Την σπουδαία Ελένη Μακίσογλου πλαισιώνουν εξαιρετικά οι Ανδρομάχη Μπάρδη, Σωτήρης Ρουμελιώτης και Γιάννης Μονοκρούσος. Στο τραγούδι είναι η Ελιόνα – Ελένη Σινιάρη και στη μουσική οι Λυδία Ανεστοπούλου και Αναστάσης Κατσαρός. «Στη Λούνα συνυπάρχουν και συνομιλούν διαφορετικές θεατρικές γενιές, καθώς και διαφορετικοί θεατρικοί τρόποι, διαφορετικές θεατρικές εκφράσεις. Χωρίς ποτέ να ακυρώνει η μια την άλλη. Αλλά υποδεχόμενη η μια την άλλη. Και αγκαλιάζοντάς την». Συνθέτουν ένα υποδειγματικό παζλ που αναδεικνύει μία ιστορία που αφορά την ίδια την πόλη. Σε κάθε στάση κοιτώντας έξω από το παράθυρο, έχουμε μία μοναδική ευκαιρία να δούμε τη Θεσσαλονίκη του σήμερα, καθώς η συνθήκη των λεωφορείων στην καθημερινότητα είναι βασανιστική. Το μυαλό αφήνεται, όπως κι οι αισθήσεις. Για να ένα διάστημα δύο ωρών ο θεατής “διαβάζει” πίσω από τις ερμηνείες και τα γεγονότα και εξηγεί με τον δικό του τρόπο αυτό που θέλει να του μεταδώσει ο Κωνσταντινίδης.

Ανεξίτηλα τραύματα έρχονται στην επιφάνεια. Η Λούνα έχει μάθει να αντέχει. «Ο θάνατος σκιάζει κάθε στιγμή». Όσον η μνήμη μένει ζωντανή, τόσο το αλάτι θυμίζει τις πληγές. “Όμηροι” ενός οδυνηρού παρελθόντος. Εγκλωβισμός και ματαιότητα. Οι νεότεροι διστακτικοί να πλησιάσουν, «φοβούνται μην κολλήσουν γηρατειά». Η μετατροπή του δοκιμίου σε θεατρικό έργο δεν ήταν εύκολη υπόθεση, ειδικά με τον τρόπο που συμβαίνει. Απαιτεί έμπνευση, σύνθεση και μαεστρία. Η πλήρης εναρμόνιση των εμπλεκομένων οδηγεί στην επιτυχία. Ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης θέλει να κάνει κοινωνούς του έργου τους θεατές του. Να είναι κομμάτι του, καθώς αποχωρούν γεμάτοι. Η αναζήτηση των υπευθύνων της τραγωδίας θα υπάρχει άλλωστε όσο υπάρχει η μνήμη και η δύναμη του συναισθήματος.

 

Πρόκειται για μια παραγωγή της Angelus Novus που την σχεδίασε και την οργάνωσε η Electra Social Company. Συνδιοργανωτής είναι ο Δήμος Θεσσαλονίκης: η Αντιδημαρχία Πολιτισμού και το Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο. Όπως αναφέρουν οι συντελεστές, η δράση δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς την πολύτιμη στήριξη και χορηγία της ΚΤΕΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Α.Ε., ενώ η παραγωγή πραγματοποιείται με την οικονομική στήριξη του  Ελληνογερμανικού Ταμείου για το Μέλλον και υποστηρίζεται από την 88η Διεθνή  Έκθεση Θεσσαλονίκη.