Σατιρίζοντας τις κοινωνικές συμβάσεις, τις φαντασιώσεις περί ενδόξου παρελθόντος, την παρωδία απονομής δικαιοσύνης, αλλά και τη μειονεκτική θέση της γυναίκας απέναντι στην αυθαιρεσία της ανδρικής εξουσίας, η Σπασμένη Στάμνα δεν παύει να είναι μια αριστοτεχνικά κεντημένη λαϊκή κωμωδία και παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση και Νίκου Χατζόπουλου και μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα.

Μια χαλκογραφία του 18ου αιώνα και το προσωπικό του στοίχημα για το αν μπορεί να συνθέσει κωμωδία στάθηκαν αφορμές για να γράψει ο Χάινριχ φον Κλάιστ τη Σπασμένη στάμνα. Το έργο, που πρωτοπαρουσίασε ο Γκαίτε το 1808 στη Βαϊμάρη, φέρνει στη σκηνή τον Αδάμ, έναν δικαστή που καλείται να διαλευκάνει ποιος έσπασε μια ιστορική στάμνα στο υπνοδωμάτιο της Εύας, ενώ ο ίδιος είναι ο βασικός ύποπτος.

Η μητέρα της Εύας μηνύει τον αρραβωνιαστικό της και η υπόθεση περιπλέκεται. Ο θεατής γνωρίζει από την αρχή τον δράστη, ωστόσο αναμένει με αγωνία την έκβαση της δίκης, που με κωμικό σασπένς αποκαλύπτει πώς συγκαλύπτουν τις φαυλότητες οι μηχανισμοί.

Ο Κλάιστ, ο μεγαλοφυής συγγραφέας του 19ου αιώνα που επηρέασε λογοτέχνες κινημάτων από τον ρεαλισμό ως τον εξπρεσιονισμό και τον υπαρξισμό, βάζει στη Σπασμένη στάμνα τον δικαστή Αδάμ να διεξάγει έρευνα εναντίον του εαυτού του και αντιστρέφει με κωμικό τρόπο το πρότυπό του, τον μύθο του Οιδίποδα.

Σατιρίζοντας τις κοινωνικές συμβάσεις, τις φαντασιώσεις περί ενδόξου παρελθόντος, την παρωδία απονομής δικαιοσύνης, αλλά και τη μειονεκτική θέση της γυναίκας απέναντι στην αυθαιρεσία της ανδρικής εξουσίας, η Σπασμένη στάμνα δεν παύει να είναι μια αριστοτεχνικά κεντημένη λαϊκή κωμωδία.