Όταν ανακοινώθηκε πως η Σκηνή Ωμέγα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά θα φιλοξενήσει μια παράσταση για την Αμαλία η αλήθεια είναι πως απόρησα για αυτή την επιλογή. Η πρώτη μου σκέψη ήταν για ποιο λόγο θα έπρεπε να παρακολουθήσω ένα έργο για μια γυναίκα που το όνομα της είχε συνδεθεί με βασιλιάδες, μοναρχίες και εν πάση περίπτωσει ας πούμε πως δεν ήμουν από τα κοριτσάκια που τα έντυναν Αμαλίες.
Μια πιο προσεκτική ματιά, κατόπιν και της ανακοίνωσης των συντελεστών αλλά και των συνεχόμενων sold out με έκανε να αναζητήσω του λόγους και τις αφορμές αυτής την απόφασης. Λίγες, ημέρες πριν την επίσημη πρεμιέρα της “Amalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων” παρακολούθησα πρόβα και μίλησα με τη σκηνοθέτρια Ζωή Χατζηαντωνίου και τις ηθοποιούς Έμιλυ Κολιανδρή και Ρίτα Λυτού. Το μόνο που μπορώ σίγουρα να πω είναι πως είχα καιρό να δω μια τόσο αιχμηρή παράσταση δοσμένη με τέτοιον τρόπο που η αλήθεια έρχεται σαν χάδι να αποκαταστήσει ένα κομμάτι της ιστορίας που από καταβολής κόσμου έως και σήμερα στοιχειώνει τις γυναίκες. Αλήθεια; Τι θα συνέβαινε αν η πρωτόπλαστη Εύα δεν μπορούσε να κάνει παιδιά και για ποιο λόγο ο Εθνικός Κήπος αν και δημιούργημα της Αμαλίας δεν έχει πουθενά το όνομα της;
Η αφορμή να καταπιαστεί η σκηνοθέτρια Ζωή Χατζηαντωνίου με την υπόθεση της Αμαλίας μόνο προγραμματισμένη δεν ήταν. Όπως όλα τα αναπάντεχα ήρθε σε μια στιγμή που δεν την περίμενε και μάλιστα αιφνιδιάστηκε όταν ξετύλιξε το κουβάρι αυτής της ιστορίας. «Όταν μαζί με τον Λευτέρη Γιοβανίδη κάναμε το πρόγραμμα για την καλλιτεχνική σεζόν 2020-2021 διάβαζα πολλά κείμενα στην προσπάθεια μου να ξεχωρίσω κάποια από αυτά και να τα προτείνω. Κάπως, έτσι έπεσα πάνω στην ιστορία της Αμαλίας σχετικά με την ατεκνία της και πως αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πολιτική εξέλιξη του βασιλικού ζευγαριού αλλά και ολόκληρου του ελληνικού έθνους».
Το κείμενο της παράστασης είναι μια συρραφή λόγων από τις 887 ανέκδοτες επιστολές που έστειλε η Αμαλία στον πατέρα της το διάστημα 1836 – 1853. Σε αυτά τα γράμματα η νεαρή βασίλισσα περιγράψει τη ζωή της στο νεοσύστατο κράτος, την υπερβάλλουσα αγάπη των Ελλήνων στο πρόσωπο της και πως ο ερχομός ενός διαδόχου θα αποτελούσε ύψιστο διπλωματικό γεγονός που θα επέβαλλε την ίδια και τον Όθωνα. «Διαβάζοντας τις επιστολές της Αμαλίας συνειδητοποίησα πως βρίσκομαι ενώπιων ενός ιδιαίτερου υλικού που θα μπορούσε να αποτελέσει προϊόν έρευνας σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Η Αμαλία υπέφερε και προδόθηκε επειδή δεν μπορούσε να κάνει παιδιά. Πόσες γυναίκες ακόμα και σήμερα νιώθουν ματαίωση επειδή δεν μπορούν ή δεν θέλουν να γίνουν μητέρες;».
Η παράσταση ξεκινάει με την Ρίτα Λυτού στο ρόλο της Βιλελμίνη φον Πλύσκω, της ιστορικής Μεγάλης κυρίας επί των τιμών τοποθετημένη πάνω σε ένα τοτέμ να διηγείται πως η παλιγγενεσία του ρημαγμένου ελληνικού κράτους αλλά και της Ευρώπης γενικότερα εξαρτιόταν από τη μικροσκοπική μήτρα της Αμαλίας. «Αυτή η γυναίκα κουβαλούσε πάνω της τη μοίρα της Ελλάδας. Ένα χρέος που δεν ήταν δικό της κι ούτε το ζήτησε. Ήταν μια γυναίκα που η αφανής απλασία της μήτρας της την στιγμάτισε. Η Αμαλία δεν διαφέρει από την κάθε γυναίκα που μπαίνει στη γωνία γιατί δεν γίνεται μάνα. Ακόμα και σήμερα οι γυναίκες οτιδήποτε κι αν κάνουμε, όσο κι αν προσπαθήσουμε η μητρότητα αποτελεί το στέμμα μας. Ένα στέμμα που εκτός από χαρές κρύβει ενίοτε και πόνο. Και να πω και κάτι; Η επιθυμία δεν παίζει ρόλο; Δεν έχουμε δικαίωμα εκτός από το να μην μπορούμε και να μην θέλουμε;».
Βλέποντας την Αμαλία μέσα στη γυάλινη προθήκη -σκηνικό της Εύας Μανιδάκη- το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο νου ήταν πως αυτό το παράξενο πουλί, αυτή η ομορφιά δεν θα μπορούσε να βρει καταλληλότερη ηθοποιό από την Έμιλυ Κολιανδρή. Ένα έκθεμα, ένα πύρινο πλάσμα που υπομένει, αντιλαμβάνεται και βρυχάται για ζωή. Μέσα από τους θηλυκούς κορσέδες και τα μισοφόρια της Ιωάννας Τσάμη, η Έμιλυ Κολιανδρή δημιουργεί. Ακόμα κι αν αυτή η γέννα δεν αφορά μια κοινωνία που οι θηλυκότητες εκπληρώνονται μόνο εάν και εφόσον η σύντροφος γίνει σύζυγος και έπειτα μάνα. «Πάνω από 16 χρόνια αυτή η γυναίκα υπέμενε κάθε λογής κομπογιαννιτισμό πάνω στο σώμα της. Την κρεμούσαν ανάποδα, της τοποθετούσαν κέρινους σπόγγους στην ανύπαρκτη, σχεδόν, μήτρα της και ακόμα και μετά το θάνατο της το σώμα της έπρεπε να απολογηθεί για αυτό που ήταν. Διαβάζοντας το κείμενο ένιωσα τη ματαίωση που πρέπει να ένιωθε αυτή η γυναίκα αλλά και κάθε γυναίκα που για τον οποιονδήποτε λόγο δεν τεκνοποιεί. Και τώρα που μιλάμε οι γυναίκες πρέπει να δώσουν λογαριασμό για το τι θα κάνουν με το σώμα τους».
Πριν, λίγες ημέρες η Τζένιφερ Άνιστον σε συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό Allure περιέγραψε τις επώδυνες προσπάθειες που κατέβαλε προκειμένου να αποκτήσουν ένα παιδί με τον τότε σύντροφο της Μπραντ Πιτ. Αναρωτιέμαι τι είναι πιο φρικτό; Η δυσκολία να κάνεις ένα παιδί ή η παρεμβατικότητα των άλλων στη ζωή και το σώμα σου. Τα ροζ κοριτσάκια και τα γαλάζια αγοράκια είναι μέρος ενός κοινωνικού πειράματος που η λέξη φύση ή αυτοδιάθεση μοιάζουν έννοιες αφελείς; Μια επίσκεψη στους διαδρόμους κάθε καταστήματος που πουλάει παιδικά παιχνίδια δίνει την απάντηση. Καροτσάκια και μωράκια για τα κορίτσια, αυτοκίνητα και όπλα για τα αγόρια. Και όχι το θέμα δεν αφορά μόνο τις γυναίκες. Δεν πρόκειται για έναν καταπιεσμένο φεμινισμό. Πόσοι άντρες δεν βιώνουν τη χλεύη αν δεν αποδώσει “καρπούς” η αρρενωπότητα τους; Τελικά, ποιος θέτει τους κανόνες; Η Έμιλυ Κολιανδρή μου δίνει την απάντηση μέσα από το φως της ίδιας της Αμαλίας. «Το σπουδαίο και πραγματικά παρήγορο με αυτή τη γυναίκα είναι πως κατόρθωσε την “αναπηρία” της να την κάνει δύναμη και μέσα από την αγάπη της για αυτόν τον τόσο παράδοξο λαό να δημιουργήσει ένα στολίδι μέσα στην πόλη. Μια ανάσα ζωής που αγκάλιασε όλα τα παιδιά του κόσμου. Ο Εθνικός Κήπος δεν υπήρξε μια εμμονή ούτε ένα αποκούμπι για μια νωχελική βασίλισσα. Η Αμαλία τον πόνεσε αυτόν τον τόπο. Ήθελε να ριζώσει, να ανήκει σε αυτόν. Παράτησε μια όμορφη ζωή και ήρθε σε ένα μέρος όπου η διχόνοια και ο οπορτουνισμός θέριευε. Είχε προβλέψει κάτι από τη δυστοπία της Ελλάδας. Έλεγε πως πρόκειται για μια ιερή αγελάδα που όλοι θέλουν να αρμέξουν και να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. Μα εκείνη δεν συμπεριφέρθηκε ποτέ έτσι. Τον αγάπησε αυτόν τον τόπο».
Σκέφτομαι πως μια γυναίκα μπορεί να είναι πολλά. Οπωσδήποτε, όμως, πρέπει ή μάλλον οφείλει να είναι μητέρα. Είναι το άλλοθι της για την επιθυμία. Το δικό της καταφύγιο στην ηδονή που αλίμονο αν δεν συνοδεύεται με γεννητούρια. Μην ξεχνάμε και τον ρόλο της εκκλησίας σε αυτό. Η συνουσία επιτρέπεται μόνο για λόγους διαιώνισης τους είδους. Όποια παρέμβαση σε αυτή την εντολή ισοδυναμεί με πορνεία. Μια γυναίκα που δεν γεννά είναι μια γυναίκα που θα στερηθεί την ευχαρίστηση της ένωσης ή που θα ζει ασύδοτα μακριά από κοινωνικές νόρμες και κατευθύνσεις. Κάπως, έτσι απαντώ μόνη μου στο αρχικό μου ερώτημα για ποιο λόγο να γίνει τώρα αυτή η παράσταση;
Η Ζωή Χατζηαντωνίου με τον πιο αφοπλιστικό τρόπο τόσο επί σκηνής όσο και στην κατ’ ιδίαν συζήτηση μας -μαζί με την Έμιλυ Κολιανδρή και την Ρίτα Λυτού μου αφήνει το πιο τρυφερό αποτύπωμα. «Όταν διάβασα την ιστορία της Αμαλίας πήγα στον Εθνικό Κήπο και διαπίστωσα πως πουθενά δεν υπάρχει το όνομα της. Ακόμα και μετά το θάνατο της την καταδιώκουν. Πρέπει να καταλάβουμε πως είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε γυναίκας να μην μπορεί ή να μην θέλει να γίνει μάνα. Είναι πολύ άδικο για τις γυναίκες να πρέπει να απολογηθούν για το σώμα τους. Η Αμαλία ως σύμβολο κατάφερε να μετατρέψει κάτι σκοτεινό σε φως. Η Αμαλία γέννησε και το παιδί της είναι μια πολύτιμη ομορφιά σε μια πόλη που είναι σκληρή. Η ζωή ζητάει πολλά από τις γυναίκες. Αυτή η παράσταση θέλαμε να είναι ένα άγγιγμα αγάπης για όλες τις γυναίκες που πρέπει καθημερινά να αποδεικνύουν πόσο δύσκολο μα και υπέροχο είναι να είσαι γυναίκα».
Όταν ανακοινώθηκε πως η Σκηνή Ωμέγα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά θα φιλοξενήσει μια παράσταση για την Αμαλία η αλήθεια είναι πως απόρησα για αυτή την επιλογή. Η πρώτη μου σκέψη ήταν για ποιο λόγο θα έπρεπε να παρακολουθήσω ένα έργο για μια γυναίκα που το όνομα της είχε συνδεθεί με βασιλιάδες, μοναρχίες και εν πάση περίπτωσει ας πούμε πως δεν ήμουν από τα κοριτσάκια που τα έντυναν Αμαλίες.
Μια πιο προσεκτική ματιά, κατόπιν και της ανακοίνωσης των συντελεστών αλλά και των συνεχόμενων sold out με έκανε να αναζητήσω του λόγους και τις αφορμές αυτής την απόφασης. Λίγες, ημέρες πριν την επίσημη πρεμιέρα της “Amalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων” παρακολούθησα πρόβα και μίλησα με τη σκηνοθέτρια Ζωή Χατζηαντωνίου και τις ηθοποιούς Έμιλυ Κολιανδρή και Ρίτα Λυτού. Το μόνο που μπορώ σίγουρα να πω είναι πως είχα καιρό να δω μια τόσο αιχμηρή παράσταση δοσμένη με τέτοιον τρόπο που η αλήθεια έρχεται σαν χάδι να αποκαταστήσει ένα κομμάτι της ιστορίας που από καταβολής κόσμου έως και σήμερα στοιχειώνει τις γυναίκες. Αλήθεια; Τι θα συνέβαινε αν η πρωτόπλαστη Εύα δεν μπορούσε να κάνει παιδιά και για ποιο λόγο ο Εθνικός Κήπος αν και δημιούργημα της Αμαλίας δεν έχει πουθενά το όνομα της;
Η αφορμή να καταπιαστεί η σκηνοθέτρια Ζωή Χατζηαντωνίου με την υπόθεση της Αμαλίας μόνο προγραμματισμένη δεν ήταν. Όπως όλα τα αναπάντεχα ήρθε σε μια στιγμή που δεν την περίμενε και μάλιστα αιφνιδιάστηκε όταν ξετύλιξε το κουβάρι αυτής της ιστορίας. «Όταν μαζί με τον Λευτέρη Γιοβανίδη κάναμε το πρόγραμμα για την καλλιτεχνική σεζόν 2020-2021 διάβαζα πολλά κείμενα στην προσπάθεια μου να ξεχωρίσω κάποια από αυτά και να τα προτείνω. Κάπως, έτσι έπεσα πάνω στην ιστορία της Αμαλίας σχετικά με την ατεκνία της και πως αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πολιτική εξέλιξη του βασιλικού ζευγαριού αλλά και ολόκληρου του ελληνικού έθνους».
Το κείμενο της παράστασης είναι μια συρραφή λόγων από τις 887 ανέκδοτες επιστολές που έστειλε η Αμαλία στον πατέρα της το διάστημα 1836 – 1853. Σε αυτά τα γράμματα η νεαρή βασίλισσα περιγράψει τη ζωή της στο νεοσύστατο κράτος, την υπερβάλλουσα αγάπη των Ελλήνων στο πρόσωπο της και πως ο ερχομός ενός διαδόχου θα αποτελούσε ύψιστο διπλωματικό γεγονός που θα επέβαλλε την ίδια και τον Όθωνα. «Διαβάζοντας τις επιστολές της Αμαλίας συνειδητοποίησα πως βρίσκομαι ενώπιων ενός ιδιαίτερου υλικού που θα μπορούσε να αποτελέσει προϊόν έρευνας σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Η Αμαλία υπέφερε και προδόθηκε επειδή δεν μπορούσε να κάνει παιδιά. Πόσες γυναίκες ακόμα και σήμερα νιώθουν ματαίωση επειδή δεν μπορούν ή δεν θέλουν να γίνουν μητέρες;».
Η παράσταση ξεκινάει με την Ρίτα Λυτού στο ρόλο της Βιλελμίνη φον Πλύσκω, της ιστορικής Μεγάλης κυρίας επί των τιμών τοποθετημένη πάνω σε ένα τοτέμ να διηγείται πως η παλιγγενεσία του ρημαγμένου ελληνικού κράτους αλλά και της Ευρώπης γενικότερα εξαρτιόταν από τη μικροσκοπική μήτρα της Αμαλίας. «Αυτή η γυναίκα κουβαλούσε πάνω της τη μοίρα της Ελλάδας. Ένα χρέος που δεν ήταν δικό της κι ούτε το ζήτησε. Ήταν μια γυναίκα που η αφανής απλασία της μήτρας της την στιγμάτισε. Η Αμαλία δεν διαφέρει από την κάθε γυναίκα που μπαίνει στη γωνία γιατί δεν γίνεται μάνα. Ακόμα και σήμερα οι γυναίκες οτιδήποτε κι αν κάνουμε, όσο κι αν προσπαθήσουμε η μητρότητα αποτελεί το στέμμα μας. Ένα στέμμα που εκτός από χαρές κρύβει ενίοτε και πόνο. Και να πω και κάτι; Η επιθυμία δεν παίζει ρόλο; Δεν έχουμε δικαίωμα εκτός από το να μην μπορούμε και να μην θέλουμε;».
Βλέποντας την Αμαλία μέσα στη γυάλινη προθήκη -σκηνικό της Εύας Μανιδάκη- το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο νου ήταν πως αυτό το παράξενο πουλί, αυτή η ομορφιά δεν θα μπορούσε να βρει καταλληλότερη ηθοποιό από την Έμιλυ Κολιανδρή. Ένα έκθεμα, ένα πύρινο πλάσμα που υπομένει, αντιλαμβάνεται και βρυχάται για ζωή. Μέσα από τους θηλυκούς κορσέδες και τα μισοφόρια της Ιωάννας Τσάμη, η Έμιλυ Κολιανδρή δημιουργεί. Ακόμα κι αν αυτή η γέννα δεν αφορά μια κοινωνία που οι θηλυκότητες εκπληρώνονται μόνο εάν και εφόσον η σύντροφος γίνει σύζυγος και έπειτα μάνα. «Πάνω από 16 χρόνια αυτή η γυναίκα υπέμενε κάθε λογής κομπογιαννιτισμό πάνω στο σώμα της. Την κρεμούσαν ανάποδα, της τοποθετούσαν κέρινους σπόγγους στην ανύπαρκτη, σχεδόν, μήτρα της και ακόμα και μετά το θάνατο της το σώμα της έπρεπε να απολογηθεί για αυτό που ήταν. Διαβάζοντας το κείμενο ένιωσα τη ματαίωση που πρέπει να ένιωθε αυτή η γυναίκα αλλά και κάθε γυναίκα που για τον οποιονδήποτε λόγο δεν τεκνοποιεί. Και τώρα που μιλάμε οι γυναίκες πρέπει να δώσουν λογαριασμό για το τι θα κάνουν με το σώμα τους».
Πριν, λίγες ημέρες η Τζένιφερ Άνιστον σε συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό Allure περιέγραψε τις επώδυνες προσπάθειες που κατέβαλε προκειμένου να αποκτήσουν ένα παιδί με τον τότε σύντροφο της Μπραντ Πιτ. Αναρωτιέμαι τι είναι πιο φρικτό; Η δυσκολία να κάνεις ένα παιδί ή η παρεμβατικότητα των άλλων στη ζωή και το σώμα σου. Τα ροζ κοριτσάκια και τα γαλάζια αγοράκια είναι μέρος ενός κοινωνικού πειράματος που η λέξη φύση ή αυτοδιάθεση μοιάζουν έννοιες αφελείς; Μια επίσκεψη στους διαδρόμους κάθε καταστήματος που πουλάει παιδικά παιχνίδια δίνει την απάντηση. Καροτσάκια και μωράκια για τα κορίτσια, αυτοκίνητα και όπλα για τα αγόρια. Και όχι το θέμα δεν αφορά μόνο τις γυναίκες. Δεν πρόκειται για έναν καταπιεσμένο φεμινισμό. Πόσοι άντρες δεν βιώνουν τη χλεύη αν δεν αποδώσει “καρπούς” η αρρενωπότητα τους; Τελικά, ποιος θέτει τους κανόνες; Η Έμιλυ Κολιανδρή μου δίνει την απάντηση μέσα από το φως της ίδιας της Αμαλίας. «Το σπουδαίο και πραγματικά παρήγορο με αυτή τη γυναίκα είναι πως κατόρθωσε την “αναπηρία” της να την κάνει δύναμη και μέσα από την αγάπη της για αυτόν τον τόσο παράδοξο λαό να δημιουργήσει ένα στολίδι μέσα στην πόλη. Μια ανάσα ζωής που αγκάλιασε όλα τα παιδιά του κόσμου. Ο Εθνικός Κήπος δεν υπήρξε μια εμμονή ούτε ένα αποκούμπι για μια νωχελική βασίλισσα. Η Αμαλία τον πόνεσε αυτόν τον τόπο. Ήθελε να ριζώσει, να ανήκει σε αυτόν. Παράτησε μια όμορφη ζωή και ήρθε σε ένα μέρος όπου η διχόνοια και ο οπορτουνισμός θέριευε. Είχε προβλέψει κάτι από τη δυστοπία της Ελλάδας. Έλεγε πως πρόκειται για μια ιερή αγελάδα που όλοι θέλουν να αρμέξουν και να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. Μα εκείνη δεν συμπεριφέρθηκε ποτέ έτσι. Τον αγάπησε αυτόν τον τόπο».
Σκέφτομαι πως μια γυναίκα μπορεί να είναι πολλά. Οπωσδήποτε, όμως, πρέπει ή μάλλον οφείλει να είναι μητέρα. Είναι το άλλοθι της για την επιθυμία. Το δικό της καταφύγιο στην ηδονή που αλίμονο αν δεν συνοδεύεται με γεννητούρια. Μην ξεχνάμε και τον ρόλο της εκκλησίας σε αυτό. Η συνουσία επιτρέπεται μόνο για λόγους διαιώνισης τους είδους. Όποια παρέμβαση σε αυτή την εντολή ισοδυναμεί με πορνεία. Μια γυναίκα που δεν γεννά είναι μια γυναίκα που θα στερηθεί την ευχαρίστηση της ένωσης ή που θα ζει ασύδοτα μακριά από κοινωνικές νόρμες και κατευθύνσεις. Κάπως, έτσι απαντώ μόνη μου στο αρχικό μου ερώτημα για ποιο λόγο να γίνει τώρα αυτή η παράσταση;
Η Ζωή Χατζηαντωνίου με τον πιο αφοπλιστικό τρόπο τόσο επί σκηνής όσο και στην κατ’ ιδίαν συζήτηση μας -μαζί με την Έμιλυ Κολιανδρή και την Ρίτα Λυτού μου αφήνει το πιο τρυφερό αποτύπωμα. «Όταν διάβασα την ιστορία της Αμαλίας πήγα στον Εθνικό Κήπο και διαπίστωσα πως πουθενά δεν υπάρχει το όνομα της. Ακόμα και μετά το θάνατο της την καταδιώκουν. Πρέπει να καταλάβουμε πως είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε γυναίκας να μην μπορεί ή να μην θέλει να γίνει μάνα. Είναι πολύ άδικο για τις γυναίκες να πρέπει να απολογηθούν για το σώμα τους. Η Αμαλία ως σύμβολο κατάφερε να μετατρέψει κάτι σκοτεινό σε φως. Η Αμαλία γέννησε και το παιδί της είναι μια πολύτιμη ομορφιά σε μια πόλη που είναι σκληρή. Η ζωή ζητάει πολλά από τις γυναίκες. Αυτή η παράσταση θέλαμε να είναι ένα άγγιγμα αγάπης για όλες τις γυναίκες που πρέπει καθημερινά να αποδεικνύουν πόσο δύσκολο μα και υπέροχο είναι να είσαι γυναίκα».