Ξεμύτιζε κάθε τόσο από το υπόγειο, ψάχνοντας μέρη, όπου υπήρχαν γεννήτριες για να μπορέσει να φορτίσει το κινητό του και να αποτυπώσει με αυτό την τραγωδία που εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια του. «Δεν μπορούσα να βγαίνω με τη μεγάλη μου φωτογραφική μηχανή, γιατί δεν ήμουν φωτορεπόρτερ, ούτε είχα διαπίστευση. Θα μπορούσε να με σκοτώσει κάποιος ελεύθερος σκοπευτής.
«Πριν από τον πόλεμο ήμουν φωτογράφος γάμων», αφηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο 34χρονος φωτογράφος Σεργκέι Μακάροφ, που συμμετείχε (με τα έργα του) σε δύο εκθέσεις φωτογραφίας, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, με θέμα «Η Μαριούπολη εν καιρώ ειρήνης και πολέμου».
«Έχω μάθει να φωτογραφίζω μόνο την ανθρώπινη ευτυχία, ανθρώπους χαμογελαστούς, ωραίους μέσα στην απόλυτη αισιοδοξία για το μέλλον τους. Είχα πολλή δουλειά. Πριν από τον πόλεμο, οι κάτοικοι της Μαριούπολης παντρευόντουσαν μανιωδώς. Σαν να ήξεραν… Ερχόντουσαν να παντρευτούν στην αγαπημένη Μαριούπολη και ζευγάρια και από τη δυτική Ουκρανία. Ήταν παιδιά των κάτοικων της πόλης, που έφυγαν ως εσωτερικοί μετανάστες από τη Μαριούπολη με την πρώτη εισβολή της Ρωσίας το 2014», μας λέει, με τη μορφή του να «ξεπηδά» από τη οθόνη του υπολογιστή.
Στην πολιορκημένη Μαριούπολη, ο Σεργκέι έγινε γνωστός σε ξένα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως ο φωτογράφος που αποτύπωσε την τραγική κατάσταση της πόλης και των ανθρώπων της τις ημέρες που κάνεις στον κόσμο δεν μιλούσε για την πόλη, ούτε ήξεραν πολλά γι’ αυτήν. «Από την αρχή του πολέμου δεν γνώριζε (ο κόσμος) τι πραγματικά συμβαίνει στη Μαριούπολη. Μόνο στην Ελλάδα ήταν γνωστή η πόλη καθώς την είχαν ιδρύσει Έλληνες της Κριμαίας και υπήρχε μεγάλη ελληνική κοινότητα εδώ. Χαίρομαι πολύ που συμμετείχα στην έκθεση στην Ελλάδα, χώρα που μας βοηθάει και Ουκρανία και φιλοξενεί επίσης πρόσφυγες», λέει ο Σεργκέι, οι φωτογραφίες και τα βίντεο του οποίου άνοιξαν ένα «παράθυρο» στην πολιορκημένη Μαριούπολη και οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αντίκρισαν μέσα απ’ αυτό τη σκληρή πραγματικότητα.
«Μέχρι τις 9 Μαρτίου, όταν η παγκόσμια κοινότητα δεν γνώριζε λεπτομέρειες για τη Μαριούπολη, για πρώτη φορά δημοσίευσα τις φωτογραφίες μου στο instagram. Από εκεί, αμέσως διοχετεύτηκαν σε όλο τον πλανήτη, επειδή τις αναδημοσίευσαν κάποιοι επώνυμοι χρήστες με εκατομμύρια ανθρώπους που τους ακολουθούν. Πολύ γρήγορα, από την κρατική ουκρανική τηλεόραση μού ζήτησαν να τους στέλνω φωτογραφίες από κάποια συγκεκριμένα μέρη ή θέματα που τους ενδιέφεραν. Έτσι ξαφνικά έγινα φωτορεπόρτερ και συνολικά είχα “βγάλει” περίπου 50 θέματα-φωτογραφίες και βίντεο- ντοκουμέντα», λέει ο Σεργκέι Μακάροφ.
Αίφνης, κι ενώ συζητάμε, σταματάει την αφήγησή του. Δακρύζει, πιάνει με τα χέρια του το κεφάλι, το πρόσωπό του και σκουπίζει δυο σταγόνες δάκρυα που κατέβηκαν αβίαστα στα μάγουλά του. Μετά, κοιτάζοντας με θλίψη από την οθόνη του υπολογιστή άρχισε να λέει: «Μέχρι τις 9 Μαρτίου που βρισκόμουν στη Μαριούπολη, δεν είχα κλάψει ούτε μία φορά, ενώ είχα δει τρομακτικές σκηνές, απίστευτη καταστροφή κτιρίων και βίαιους θανάτους ανθρώπων. Πτώματα στους δρόμους και το βομβαρδισμένο μαιευτήριο… Δεν πίστευα στα μάτια μου, έλεγα: “Βλέπεις μία ταινία τρόμου, τίποτα δεν θα πάθεις”, ενώ όταν κατάφερα να φύγω από τη Μαριούπολη, με πολλές δυσκολίες και κίνδυνο για τη ζωή μου, με “έπιασαν” τα κλάματα. Δεν μπορώ να βλέπω ειδήσεις. Καταρρέω. Αναγκάστηκα να κάνω μερικές τηλεσυνεδριάσεις με την εθελόντρια ψυχολόγο, που με βοήθησε πολύ», λέει από το Κίεβο, όπου βρίσκεται φιλοξενούμενος φίλων του, που τους γνώρισε στο διαδίκτυο, με αφορμή τις φωτογραφίες του.
«Ευτυχώς μένω στο Κίεβο δωρεάν και άνετα ασχολούμαι με την εθελοντική εργασία κάθε μέρα. Περνάω από τα κέντρα βοήθειας και διανέμω κατ’ οίκον τρόφιμα, φάρμακα και οτιδήποτε άλλο», λέει ο Σεργκέι, ο οποίος πιστεύει ότι η καλύτερη εργασία είναι η «εργασία» του εθελοντή. «Πάντα ήμουν πρόθυμος να βοηθάω τους άλλους, δεν είχα όμως την άνεση χρόνου, να τρέξω για βοήθεια. Τώρα, η μοίρα μού έδωσε την ευκαιρία να βοηθήσω ανθρώπους. Πρέπει να μάθουμε να μοιραζόμαστε, να τρέξουμε εκεί που μας ζητούν οι συνάνθρωποι. Μόνο τότε η ζωή αποκτάει βαθύ νόημα!», λέει.
Ο Σεργκέι δηλώνει χαρούμενος επειδή κατάφερε να σώσει τη μητέρα του και τη σύζυγό του που βρίσκονται από τον Μάρτιο πρόσφυγες στην Ελβετία. «Δεν έχουμε πια καμιά ελπίδα να επιστρέψουμε στη Μαριούπολη. Το ρετιρέ διαμέρισμά μας, που το φτιάξαμε με τόση αγάπη με τη γυναίκα μου στο κέντρο της πόλης, καθώς και το εξοχικό στην παραλία της Αζοφικής, καταστράφηκαν ολοσχερώς».
Ο φωτογράφος που έκανε τους Ευρωπαίους να συγκινηθούν με την τραγική και ηρωική ιστορία της Μαριούπολης, δεν κάνει σχέδια για το μέλλον. Προσπαθεί μόνο να περνάει κάθε μέρα και κάθε ώρα με εθελοντική εργασία, για να μην σκέφτεται το αύριο που ακόμα θεωρεί αβέβαιο. «Μπορεί να μην βλέπω το άμεσο μέλλον ως μια εικόνα γαλήνια, αλλά είμαι σίγουρος για τη νίκη της Ουκρανίας! Δεν μπορεί… υπερασπιζόμαστε την πατρίδα μας, θα νικήσουμε! Πριν από σχεδόν 90 ημέρες, στη Μαριούπολη δεν πιστεύαμε ότι θα καταστραφεί η ωραιότατη πόλη μας. Κάποτε το Αζόφσταλ δεν μας “επέτρεπε” να αναπνέουμε καθαρό αέρα, όμως τώρα που είμαι μακριά, στο Κίεβο, θα ήθελα να νιώσω αυτή τη μυρωδιά του γίγαντα…», λέει.
Επιστρέφοντας στο θέμα της συμμετοχής του στην έκθεση φωτογραφίας στην Ελλάδα, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τιμή μου που με επέλεξαν για έκθεση. Από όσο γνωρίζω, ο άλλος φωτορεπόρτερ, ο Βασίλης Κουτρουμάνος, είχε έρθει πολλές φορές στη Μαριούπολη πριν από χρόνια και είχε βγάλει φωτογραφίες μιας πόλης γεμάτης ζωής. Χαρές και μόνο… Προσπαθούσα να είμαι ειλικρινής στις δημιουργικές φωτογραφίες γάμου άλλοτε, για να ξεχωρίζουν, αλλά τώρα στον πόλεμο δεν χρειάστηκε αυτή η προσπάθεια. Ήμουν απόλυτα μέσα στο θέμα που βίωνα: στη συμφορά, στα συντρίμμια της αγαπημένης μου Μαριούπολης. Οδυνηρή εμπειρία και όμως… μέσα στον φόβο και τη θλίψη έβρισκα νόημα, φωτογραφίζοντας την ανθρωπιστική καταστροφή. Αυτές οι φωτογραφίες δεν μου ανήκουν πια. Αποτελούν ντοκουμέντα για τις επόμενες γενιές, αλλά και μια μικρή ελπίδα να καταφέρουν να κάνουν πράξη το σύνθημα “ποτέ ξανά πόλεμος!”».