Ο Sebastião Salgado δεν κοιτούσε απλώς μέσα απ’ τον φακό, ανέπνεε μαζί του. Κάθε εικόνα του ήταν μια επίκληση: στο ανθρώπινο βλέμμα, στη γη που ματώνει, στους ανθρώπους που δεν πρόλαβαν να μιλήσουν. Ένας προσκυνητής της ύλης και του φωτός, που γύρισε τις εσχατιές του κόσμου για να συναντήσει την πιο σιωπηλή αλήθεια: ότι ακόμα κι εκεί που όλα τελειώνουν, η ανθρωπιά βρίσκει τρόπο να γεννηθεί ξανά. Ο Sebastião Salgado υπήρξε ένας άνθρωπος που κράτησε τον φωτογραφικό φακό σαν προσευχή, με ένα βλέμμα που αφουγκράζεται και μια σιωπή που μιλά για τον άνθρωπο, τη γη, τη φθορά και την ελπίδα.

Έφυγε στα 81 του, στο Παρίσι, μες στην παύση ενός λευκού καρκίνου, μα οι φωτογραφίες του θα συνεχίσουν να ζουν σαν παλλόμενες ψυχές. Στη σειρά Genesis άγγιξε τον παρθενικό κόσμο σαν παιδί που ανοίγει για πρώτη φορά τα μάτια του. Στο Workers και το Migrations, άκουσε το χτύπο της καρδιάς εκατομμυρίων ανθρώπων μέσα στη σκόνη, τον ιδρώτα και τη σιωπηλή αξιοπρέπεια. Εκείνοι που δεν μίλησαν ποτέ, μιλούν μέσα απ’ αυτόν.

Ίσως η πιο στοιχειωτική του στιγμή: η χρυσή κόλαση του Serra Pelada. Μια ανθρωποθάλασσα σκαρφαλωμένη στο χώμα, να κυνηγά μια υπόσχεση. Εκεί ο φακός του δεν κατέγραψε· υποτάχθηκε. Όσο τεράστια κι αν ήταν τα θέματα που φωτογράφιζε, ο Salgado διατηρούσε πάντα μια συγκλονιστική ανθρώπινη ματιά. Στις εικόνες του από το ορυχείο χρυσού Serra Pelada στη Βραζιλία, οι εργάτες μοιάζουν με μυρμήγκια που σκαρφαλώνουν σε απόκρημνους χωμάτινους τοίχους, και την ίδια στιγμή, ξεχωρίζουν αλησμόνητες εκφράσεις μόχθου και περηφάνειας στα πρόσωπα των λασπωμένων σωμάτων. Η φωτογραφία του από τον σταθμό Churchgate στη Βομβάη της Ινδίας απεικονίζει χιλιάδες επιβάτες σε κίνηση, ένα κυριολεκτικό κύμα ανθρωπότητας που πλημμυρίζει την αποβάθρα γύρω από δύο ακίνητα τρένα. Μια λήψη πυροσβέστη στο Κουβέιτ, την ώρα που παλεύει να σφραγίσει τα πηγάδια πετρελαίου που είχε πυρπολήσει ο Σαντάμ Χουσεΐν, τον δείχνει σκυμμένο από την εξάντληση, μια από τις αμέτρητες μαρτυρίες της ικανότητας του Salgado να αποτυπώνει με το φιλμ το ανθρώπινο σώμα σαν ποίημα.

Αν σκεφτεί κανείς τι αποτύπωσε με τον φακό του ο Salgado στη διάρκεια έξι δεκαετιών, δύσκολα μπορεί να φανταστεί τι άλλο απέμενε να ειπωθεί. Πέρυσι, στα 80 του, ανακοίνωσε την απόφασή του να αποσυρθεί από τη φωτογραφία για να διαχειριστεί το τεράστιο αρχείο του και να οργανώσει εκθέσεις παγκοσμίως. Ωστόσο, η πίστη του στην ανθρωπότητα είχε αρχίσει να εξασθενεί: «Είμαι απαισιόδοξος για το ανθρώπινο είδος, αλλά αισιόδοξος για τον πλανήτη. Ο πλανήτης θα ανακάμψει. Όλο και πιο εύκολα μπορεί να μας ξεφορτωθεί».

Ο Πρόεδρος Λούλα τον αποκάλεσε «την καλύτερη ματιά που είχε ποτέ ο κόσμος». Και είχε δίκιο. Γιατί ο Salgado δεν φωτογράφιζε με μηχανή, φωτογράφιζε με καρδιά. Σαν να ήξερε ότι, στο τέλος, θα μείνουν μόνο οι σκιές, τα φώτα και η αγάπη. Τα βιβλικά του τοπία συχνά αποτυπώνονταν από χιλιάδες μέτρα ψηλά, σχεδόν τον φαντάζεσαι να γέρνει έξω από ένα ελικόπτερο, ψάχνοντας τη τέλεια γωνία. Ήταν γνωστός για τη χρήση κάθε πιθανού μέσου μεταφοράς στην αναζήτηση του καινούργιου και του αθέατου: αυτοκίνητο, φορτηγό, πλοίο, ελικόπτερο, αεροπλάνο, κανό, αερόστατο, ποταμόπλοιο του Αμαζονίου και άλλα. Ίσως να ήταν πάντα ένας ταξιδιώτης που έψαχνε τον τόπο όπου η εικόνα ξαναγίνεται μνήμη, και η μνήμη παρηγοριά. Και τώρα που έφυγε, άφησε πίσω του όχι μόνο ένα έργο, αλλά έναν τρόπο να κοιτάς τον κόσμο. Με τρυφερότητα, ακόμα κι όταν πονά. Με ελπίδα, ακόμα κι όταν όλα έχουν χαθεί.

Γεννημένος στην Minas Gerais το 1944, σπούδασε οικονομικά, αλλά η ζωή τον κατεύθυνε αλλού, εκεί όπου η σκόνη γίνεται αφήγηση. Άφησε πίσω του τη στρατιωτική δικτατορία της Βραζιλίας, πήγε στη Γαλλία και ξεκίνησε με μια φωτογραφική μηχανή δώρο της συζύγου του. Από το Παρίσι ίδρυσε το πρακτορείο Amazonas Images, και χάρισε στον κόσμο τις εμβληματικές συλλογές του. Ο Wim Wenders τον αποχαιρέτισε ήδη το 2014 με τη συγκλονιστική ταινία “The Salt of the Earth”. Εμείς, τώρα, τον αποχαιρετούμε για πάντα. Μα οι φωτογραφίες του μένουν, σαν απολιθώματα μνήμης, σαν επιτύμβιες στήλες μιας ανθρωπότητας που δεν πρέπει να ξεχάσει. Γιατί, όπως είπε ο ίδιος, η φωτογραφία είναι γλώσσα. Και εκείνος, την ονόμασε τρυφερά: αγκαλιά χωρίς λόγια.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.