Οι φωτογραφίες του μοιάζουν περισσότερο με πίνακες που απεικονίζουν ερωτικούς αγίους. Ένας υπόκωφος και κρυφός συμβολισμός που μπορείς να τον συναντήσεις στους δρόμους της Λευκωσίας της Αθήνας και του Βερολίνου είναι παρόν στο έργο του. Αναζητά μοντέλα που παρεκκλίνουν από την καθεστηκυία αισθητική της βιομηχανίας της μόδας και κινείται μέσα σε παράδοξα δίπολα, αυτά της ευαλωτότητας και του δυναμισμού, της ωμότητας αλλά και του συναισθηματισμού. Τη δουλειά του την έχουμε δει στο περιοδικό O32C, την ιταλική Vogue, στο περιοδικό WWD κ.α. Συνεργάστηκε με τον Stephano Pilati που υπήρξε head designer στον οίκο Yves Saint Laurent και το σχεδιαστή Nicolas Andreas Taralis. Εμπνέεται από τον κινηματογράφο, την post-punk και κυρίως από τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας που όμως εκφράζουν ένα συναίσθημα υπεροχής. Πρόσφατα φωτογράφισε την έκθεση «Satanic Eroticism» στο Βερολίνο, που περιλαμβάνει το αρχείο των έργων του Giger. Ο Σπύρος Δρουσσιώτης μας μιλά για τη φωτογραφία, τη μόδα και την τέχνη.
– Από που θα ήθελες να ξεκινήσεις την ιστορία σου;
Γεννήθηκα στην Κύπρο όπου έζησα τα παιδικά μου χρόνια. Το 2009 μετακόμισα στην Αθήνα και σπούδασα φωτογραφία στην σχολή Akto. Τα τελευταία 6 χρόνια ζω και εργάζομαι στο Βερολίνο ως φωτογράφος, αλλά ταξιδεύω συχνά στην Αθήνα και την Λευκωσία.
– Ποια υπήρξε η αφορμή να ασχοληθείς με τη φωτογραφία;
Αρχικά ως έφηβος στην Κύπρο πήγαινα σε ένα εργαστήρι καλών τεχνών όπου μάθαινα να ζωγραφίζω αλλά και να πειραματίζομαι με διάφορα μέσα. Τότε αγόρασα μια μικρή μηχανή και άρχισα να φωτογραφίζω στους δρόμους της Λευκωσίας ό,τι μου έκανε εντύπωση. Μέρα με την μέρα άρχισε να με ενδιαφέρει ολοένα και περισσότερο. Μου έγινε μανία να βγαίνω και να φωτογραφίζω ώρες ατελείωτες, ήταν μια διέξοδος για μένα.
– Ποιο ήταν αρχικά το αντικείμενο των φωτογραφιών σου και πως εξελίχθηκε αυτό μέσα στα χρόνια;
Μικρότερος είχα καταπιαστεί αποκλειστικά με τη φωτογραφία μόδας, αλλά σταδιακά άρχισε να με κεντρίζει περισσότερο το πορτρέτο και η καλλιτεχνική φωτογραφία. Ήθελα οι φωτογραφίες μου να προσομοιάζουν σε πίνακες τέχνης ή και σε ορισμένες περιπτώσεις και σε αγιογραφίες. Μετέπειτα, επιχείρησα να συνδυάσω αυτές τις διαφορετικές πλευρές μου, παράγοντας ένα πιο πολυσχιδές αποτέλεσμα, που συνδύαζε την καλλιτεχνική φωτογραφία, το πορτρέτο και το ενδιαφέρον μου για τη μόδα.
– Πως η μετακόμισή σου στο Βερολίνο επηρέασε τη δουλειά σου;
Αρχικά όταν πρωτοπήγα δεν είχα συγκεκριμένο σκοπό και κατεύθυνση. Βόλτες, μουσική, πάρτι και clubbing στο Berghain και στο Atonal. Κάπου εκεί άρχισα να γνωρίζω κόσμο και δικτυώνομαι, για παράδειγμα τον γνώρισα και συνεργάστηκα με τον Stephano Pilati ο οποίος υπήρξε head designer στον οίκο Yves Saint Laurent, κι αργότερα στον Ermenegildo Zegna, τον σχεδιαστή Nicolas Andreas Taralis. Πέρα από αυτά στο Βερολίνο υπάρχει μια μοναδική ατμόσφαιρα. Τα ίχνη που άφησε ο Ψυχρός Πόλεμος στην αισθητική της χώρας είναι εμφανή. Αυτό το post-soviet στοιχείο του, τα brutal κτίρια και η αισθητική του, έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη δουλειά μου.
– Ακολουθείς μια ιδιαίτερη αισθητική στις φωτογραφίες σου, μελαγχολική, μίνιμαλ, νεορομαντική θα την έλεγα. Θες να μας μιλήσεις λίγο για αυτό;
O Καραβάτζο χρησιμοποιούσε την τεχνική κιαροσκούρο ενισχύοντας τον μυστηριακό χαρακτήρα των απεικονίσεων των θείων προσώπων και προσθέτοντας δραματικότητα. Την τεχνική αυτή επιχειρώ κι εγώ κατά κάποιο τρόπο να την συμπεριλαμβάνω σαν αισθητικό εργαλείο στις φωτογραφίες μου. To casting που συνήθως κάνω στα μοντέλα που φωτογραφίζω, έχει συνήθως τις προδιαγραφές που ανέφερες. Ψάχνω μοντέλα που να αποπνέουν μια απαλότητα, androgynous και με αναγεννησιακά χαρακτηριστικά. Γενικά αποζητώ κάτι πέραν της mainstream και κλασικής ομορφιάς, μοντέλα που να έχουν μια ευαλωτότητα στην όψη ακόμα και φόβο στο βλέμμα που όμως με έναν παράδοξο τρόπο να συνυπάρχουν με αυτοπεποίθηση και δυναμισμό.
– Τι σε εμπνέει;
Καθώς η δουλειά μου είναι μια πολύ προσωπική υπόθεση, εμπνέομαι κυρίως από την καθημερινότητα αλλά και από καθημερινούς ανθρώπους που συναντώ στο δρόμο όπως ανέφερα και πιο πριν. Ουσιαστικά η έμπνευση δεν προϋπάρχει αλλά είναι μια δυναμική σχέση που αν και το έναυσμά της είναι η πρώτη ματιά, διαμορφώνεται κατά τη φωτογράφιση στο στούντιο, ή στο πεδίο.
– Ποιες είναι οι επιρροές σου;
Ο κρυμμένος συμβολισμός του Καραβάτζο, οι φωτογραφίες του Paolo Roversi, οι ταινίες του Almodovar και του Jim Jarmusch, ο φωτογράφος μόδας David sims, η post punk σκηνή, οι Joy Division, οι Haus Arafna, οι DAF, η ιαπωνική αισθητική, η ωμότητα και οι απλές γραμμές των 90ς που είναι πιο αναλογικέ και απέχουν από τον ψηφιακό κόσμο. Ο Raf Simons, η brutal αρχιτεκτονική, το post-soviet στοιχείο μιας και το συναντάς παντού στο βερολινέζικο τοπίο.
– Με ποια άλλα πράγματα ασχολείσαι πέραν της φωτογραφίας, και πως συνδέονται με αυτήν, αν συνδέονται;
Με ενδιαφέρει πάρα πολύ το modeling, έχω συμμετάσχει κι εγώ σαν μοντέλο στην εβδομάδα μόδας στο Παρίσι παρουσιάζοντας τα ρούχα του Stephano Pilati. Επίσης, θα ήθελα μελλοντικά να κάνω μια δική μου μικρή συλλογή με ρούχα. Πέρα από αυτά, ακούω πολλή μουσική, που πέρα από πηγή έμπνευσης, ετοιμάζω ένα άλμπουμ όπου φωτογραφίζω μουσικούς που ανήκουν κυρίως στην underground, dark wave σκηνή.
– Τι άλλα πρότζεκτ κάνεις; Με τι άλλο δημιουργικό ασχολείσαι ή έχεις στα σκαριά;
Πολύ πρόσφατα φωτογράφησα την Agnes Gryczkowska, curator της εκθεσης του Giger όπου παρουσιάστηκε ένα μεγάλο αρχείο με τα έργα του στο Schinkel Pavilion Gallery στο Βερολίνο, και η έκθεση ονομαζόταν «Satanic Eroticism». Η τελευταία μου δουλειά ήταν μια συνεργασία με την Γιαπωνέζα πειραματική performer artist, την Group_A. Στην παρούσα φάση ασχολούμαι με ένα πρότζεκτ που ονομάζω «Ρομαντισμό». Στα πλαίσια αυτού του πρότζεκτ, καθημερινά κάνω scouting στο δρόμο, στα καφέ, στα πάρκα και στο σουπερμάρκετ, ανθρώπους που μου κάνουν εντύπωση, που να μην είναι απαραίτητα μοντέλα, αλλά να εκφράζουν ένα συναίσθημα. Πιο συγκεκριμένα αναζητώ μορφές απλών ανθρώπων που να ομοιάζουν με μορφές αγίων, χωρίς όμως τα χαρακτηριστικά τους να παραπέμπουν στο υπερφυσικό.
Οι φωτογραφίες του μοιάζουν περισσότερο με πίνακες που απεικονίζουν ερωτικούς αγίους. Ένας υπόκωφος και κρυφός συμβολισμός που μπορείς να τον συναντήσεις στους δρόμους της Λευκωσίας της Αθήνας και του Βερολίνου είναι παρόν στο έργο του. Αναζητά μοντέλα που παρεκκλίνουν από την καθεστηκυία αισθητική της βιομηχανίας της μόδας και κινείται μέσα σε παράδοξα δίπολα, αυτά της ευαλωτότητας και του δυναμισμού, της ωμότητας αλλά και του συναισθηματισμού. Τη δουλειά του την έχουμε δει στο περιοδικό O32C, την ιταλική Vogue, στο περιοδικό WWD κ.α. Συνεργάστηκε με τον Stephano Pilati που υπήρξε head designer στον οίκο Yves Saint Laurent και το σχεδιαστή Nicolas Andreas Taralis. Εμπνέεται από τον κινηματογράφο, την post-punk και κυρίως από τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας που όμως εκφράζουν ένα συναίσθημα υπεροχής. Πρόσφατα φωτογράφισε την έκθεση «Satanic Eroticism» στο Βερολίνο, που περιλαμβάνει το αρχείο των έργων του Giger. Ο Σπύρος Δρουσσιώτης μας μιλά για τη φωτογραφία, τη μόδα και την τέχνη.
– Από που θα ήθελες να ξεκινήσεις την ιστορία σου;
Γεννήθηκα στην Κύπρο όπου έζησα τα παιδικά μου χρόνια. Το 2009 μετακόμισα στην Αθήνα και σπούδασα φωτογραφία στην σχολή Akto. Τα τελευταία 6 χρόνια ζω και εργάζομαι στο Βερολίνο ως φωτογράφος, αλλά ταξιδεύω συχνά στην Αθήνα και την Λευκωσία.
– Ποια υπήρξε η αφορμή να ασχοληθείς με τη φωτογραφία;
Αρχικά ως έφηβος στην Κύπρο πήγαινα σε ένα εργαστήρι καλών τεχνών όπου μάθαινα να ζωγραφίζω αλλά και να πειραματίζομαι με διάφορα μέσα. Τότε αγόρασα μια μικρή μηχανή και άρχισα να φωτογραφίζω στους δρόμους της Λευκωσίας ό,τι μου έκανε εντύπωση. Μέρα με την μέρα άρχισε να με ενδιαφέρει ολοένα και περισσότερο. Μου έγινε μανία να βγαίνω και να φωτογραφίζω ώρες ατελείωτες, ήταν μια διέξοδος για μένα.
– Ποιο ήταν αρχικά το αντικείμενο των φωτογραφιών σου και πως εξελίχθηκε αυτό μέσα στα χρόνια;
Μικρότερος είχα καταπιαστεί αποκλειστικά με τη φωτογραφία μόδας, αλλά σταδιακά άρχισε να με κεντρίζει περισσότερο το πορτρέτο και η καλλιτεχνική φωτογραφία. Ήθελα οι φωτογραφίες μου να προσομοιάζουν σε πίνακες τέχνης ή και σε ορισμένες περιπτώσεις και σε αγιογραφίες. Μετέπειτα, επιχείρησα να συνδυάσω αυτές τις διαφορετικές πλευρές μου, παράγοντας ένα πιο πολυσχιδές αποτέλεσμα, που συνδύαζε την καλλιτεχνική φωτογραφία, το πορτρέτο και το ενδιαφέρον μου για τη μόδα.
– Πως η μετακόμισή σου στο Βερολίνο επηρέασε τη δουλειά σου;
Αρχικά όταν πρωτοπήγα δεν είχα συγκεκριμένο σκοπό και κατεύθυνση. Βόλτες, μουσική, πάρτι και clubbing στο Berghain και στο Atonal. Κάπου εκεί άρχισα να γνωρίζω κόσμο και δικτυώνομαι, για παράδειγμα τον γνώρισα και συνεργάστηκα με τον Stephano Pilati ο οποίος υπήρξε head designer στον οίκο Yves Saint Laurent, κι αργότερα στον Ermenegildo Zegna, τον σχεδιαστή Nicolas Andreas Taralis. Πέρα από αυτά στο Βερολίνο υπάρχει μια μοναδική ατμόσφαιρα. Τα ίχνη που άφησε ο Ψυχρός Πόλεμος στην αισθητική της χώρας είναι εμφανή. Αυτό το post-soviet στοιχείο του, τα brutal κτίρια και η αισθητική του, έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη δουλειά μου.
– Ακολουθείς μια ιδιαίτερη αισθητική στις φωτογραφίες σου, μελαγχολική, μίνιμαλ, νεορομαντική θα την έλεγα. Θες να μας μιλήσεις λίγο για αυτό;
O Καραβάτζο χρησιμοποιούσε την τεχνική κιαροσκούρο ενισχύοντας τον μυστηριακό χαρακτήρα των απεικονίσεων των θείων προσώπων και προσθέτοντας δραματικότητα. Την τεχνική αυτή επιχειρώ κι εγώ κατά κάποιο τρόπο να την συμπεριλαμβάνω σαν αισθητικό εργαλείο στις φωτογραφίες μου. To casting που συνήθως κάνω στα μοντέλα που φωτογραφίζω, έχει συνήθως τις προδιαγραφές που ανέφερες. Ψάχνω μοντέλα που να αποπνέουν μια απαλότητα, androgynous και με αναγεννησιακά χαρακτηριστικά. Γενικά αποζητώ κάτι πέραν της mainstream και κλασικής ομορφιάς, μοντέλα που να έχουν μια ευαλωτότητα στην όψη ακόμα και φόβο στο βλέμμα που όμως με έναν παράδοξο τρόπο να συνυπάρχουν με αυτοπεποίθηση και δυναμισμό.
– Τι σε εμπνέει;
Καθώς η δουλειά μου είναι μια πολύ προσωπική υπόθεση, εμπνέομαι κυρίως από την καθημερινότητα αλλά και από καθημερινούς ανθρώπους που συναντώ στο δρόμο όπως ανέφερα και πιο πριν. Ουσιαστικά η έμπνευση δεν προϋπάρχει αλλά είναι μια δυναμική σχέση που αν και το έναυσμά της είναι η πρώτη ματιά, διαμορφώνεται κατά τη φωτογράφιση στο στούντιο, ή στο πεδίο.
– Ποιες είναι οι επιρροές σου;
Ο κρυμμένος συμβολισμός του Καραβάτζο, οι φωτογραφίες του Paolo Roversi, οι ταινίες του Almodovar και του Jim Jarmusch, ο φωτογράφος μόδας David sims, η post punk σκηνή, οι Joy Division, οι Haus Arafna, οι DAF, η ιαπωνική αισθητική, η ωμότητα και οι απλές γραμμές των 90ς που είναι πιο αναλογικέ και απέχουν από τον ψηφιακό κόσμο. Ο Raf Simons, η brutal αρχιτεκτονική, το post-soviet στοιχείο μιας και το συναντάς παντού στο βερολινέζικο τοπίο.
– Με ποια άλλα πράγματα ασχολείσαι πέραν της φωτογραφίας, και πως συνδέονται με αυτήν, αν συνδέονται;
Με ενδιαφέρει πάρα πολύ το modeling, έχω συμμετάσχει κι εγώ σαν μοντέλο στην εβδομάδα μόδας στο Παρίσι παρουσιάζοντας τα ρούχα του Stephano Pilati. Επίσης, θα ήθελα μελλοντικά να κάνω μια δική μου μικρή συλλογή με ρούχα. Πέρα από αυτά, ακούω πολλή μουσική, που πέρα από πηγή έμπνευσης, ετοιμάζω ένα άλμπουμ όπου φωτογραφίζω μουσικούς που ανήκουν κυρίως στην underground, dark wave σκηνή.
– Τι άλλα πρότζεκτ κάνεις; Με τι άλλο δημιουργικό ασχολείσαι ή έχεις στα σκαριά;
Πολύ πρόσφατα φωτογράφησα την Agnes Gryczkowska, curator της εκθεσης του Giger όπου παρουσιάστηκε ένα μεγάλο αρχείο με τα έργα του στο Schinkel Pavilion Gallery στο Βερολίνο, και η έκθεση ονομαζόταν «Satanic Eroticism». Η τελευταία μου δουλειά ήταν μια συνεργασία με την Γιαπωνέζα πειραματική performer artist, την Group_A. Στην παρούσα φάση ασχολούμαι με ένα πρότζεκτ που ονομάζω «Ρομαντισμό». Στα πλαίσια αυτού του πρότζεκτ, καθημερινά κάνω scouting στο δρόμο, στα καφέ, στα πάρκα και στο σουπερμάρκετ, ανθρώπους που μου κάνουν εντύπωση, που να μην είναι απαραίτητα μοντέλα, αλλά να εκφράζουν ένα συναίσθημα. Πιο συγκεκριμένα αναζητώ μορφές απλών ανθρώπων που να ομοιάζουν με μορφές αγίων, χωρίς όμως τα χαρακτηριστικά τους να παραπέμπουν στο υπερφυσικό.