Η φωτογράφος Lisette Model αφιέρωσε την καριέρα της στην αποτύπωση της ανθρώπινης παραδοξότητας. Οι εικόνες της φανερώνουν μια γοητεία από την ανθρώπινη ψυχολογία και την πολλαπλότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Η θεματολογία της κυμαινόταν από τη γαλλική αστική τάξη μέχρι σύγχρονες χορεύτριες όπως η Pearl Primus και η Valeska Gert, από μουσικούς της τζαζ και της μπλουζ, κι από σόου σε αμερικανικά νυχτερινά κέντρα και καμπαρέ, μέχρι τη φρενίτιδα της Νέας Υόρκης. Η Model ήταν ανοιχτή και παρατηρούσε προσεκτικά τον κόσμο γύρω της. Ως αποτέλεσμα, ζούσε και φωτογράφιζε διαισθητικά. Ως καθηγήτρια φωτογραφίας από το 1949 έως το θάνατό της το 1983, το πάθος της Model για το μέσο και οι προσωπικές φιλοσοφικές της πεποιθήσεις μεταφέρθηκαν στη διδασκαλία της. Αντλώντας μεγάλη έμπνευση από αυτήν, πολλοί από τους μαθητές της Model έμελλαν να γίνουν σημαντικές προσωπικότητες της σύγχρονης φωτογραφίας.
Η Lisette Model γεννήθηκε το 1901 στη Βιέννη της Αυστρίας ως Elise Stern (που άλλαξε το όνομα της σε Seybert το 1903). Αρχικά σπούδασε θεωρία της σύνθεσης και βιολί, ενώ σε ηλικία 19 ετών μεταπήδησε στο πιάνο υπό την καθοδήγηση του συνθέτη και θεωρητικού Arnold Schoenberg. Μετά το θάνατο του πατέρα της το 1924, μετακόμισε με τη μητέρα της και την αδελφή της Olga στη Γαλλία, όπου συνέχισε τις μουσικές της σπουδές. Το 1933, ωστόσο, αναζητώντας μια νέα μορφή δημιουργικής έκφρασης και υπό την καθοδήγηση της αδερφής της Olga και των φωτογράφων Florence Henri και Rogi André, η Model στράφηκε στη φωτογραφία. Όπως ακριβώς η μουσική την είχε κάποτε συνεπάρει, το ίδιο ακριβώς συνέβη και με τη φωτογραφία και η ίδια χρησιμοποίησε τη φωτογραφική μηχανή ως εργαλείο αμφισβήτησης του κόσμου γύρω της. Αυτή τη παθιασμένη σχέση με το αντικείμενο θα το μεταφέρει τα επόμενα χρόνια στους μαθητές της, ενσταλάζοντάς τους μια δια βίου αφοσίωση στις διδαχές της.
Το 1934, η Model φωτογραφήθηκε κατά μήκος της διάσημης Προμενάντ ντεζ Ανγκλέ μιας γνωστής παραλιακής λεωφόρου κατά μήκος της Μεσογείου στη Νίκαια της Γαλλίας. Αυτή η σειρά φωτογραφιών απεικονίζει την αρχή της ενασχόλησής της με πειραματισμούς με την κλίμακα, τη σύνθεση και την περικοπή ώστε να διερευνήσει τις ανθρώπινες παραδοξότητες. Ζώντας στη Γαλλία, η Model γνώρισε τον ρωσοεβραίο ζωγράφο Evsa Model, τον οποίο παντρεύτηκε το 1937. Εν μέσω της κλιμακούμενης απειλής ενός νέου πολέμου, το ζευγάρι μετακόμισε στη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο του 1938.
Τα πρώτα της χρόνια στη Νέα Υόρκη, η Model εξέλιξε τις έρευνές της για τον χρόνο και τη φωτογραφική εικόνα. Οι φωτογραφίες της κατέγραφαν την ταραχώδη και την φρενήρη κίνηση των πεζών στην πόλη, καθώς και τις βιτρίνες, τις αντανακλάσεις, τα κτίρια και τις δραματικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ φωτός και σκιάς. Άρχισε επίσης να αψηφά τις συμβατικές μεθόδους προοπτικής στη φωτογραφία, προσεγγίζοντας τα θέματα από ασυνήθιστες γωνίες – όπως φαίνεται στις σειρές Reflections και Running Legs.
Μεταξύ 1940 και 1947, πολλές από τις σειρές της Model, όπως Sammy’s και Nick’s, δημοσιεύτηκαν στο Harper’s Bazaar υπό τον καλλιτεχνικό διευθυντή Alexey Brodovitch. Το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης άρχισε να συλλέγει το έργο της το 1940, ενώ ακολούθησε η Εθνική Πινακοθήκη του Καναδά, η οποία φιλοξενεί 297 φωτογραφίες της, καθιστώντας την ως την πιο σημαντική συλλογή των έργων της στον κόσμο. Το αρχείο της ίδιας της καλλιτέχνιδας – που περιλαμβάνει περίπου 25.000 αρνητικά, αλληλογραφία, σημειωματάρια και σημειώσεις διδασκαλίας, συνεντεύξεις, ατζέντες και αντίγραφα εκτυπώσεων – στεγάζεται στη Βιβλιοθήκη και στα Αρχεία της Πινακοθήκης. Αυτό το αρχειακό υλικό προσφέρει μια λεπτομερή και ανεκτίμητη επισκόπηση της βιογραφίας και της καριέρας της Model, καθώς στις μεθόδους διδασκαλίας που χρησιμοποιούσε.
Γύρω στο 1945, ο Evsa άρχισε να διδάσκει μαθήματα ζωγραφικής και οπτικής θεωρίας στο διαμέρισμα του ζευγαριού για να κερδίσει επιπλέον εισόδημα. Η Model παρακολουθούσε τα μαθήματά του και, το 1951, ξεκίνησε τα δικά της ιδιωτικά μαθήματα φωτογραφίας. Παράλληλα, άρχισε να διδάσκει στο New School (αρχικά Free School of Political Science), το οποίο είχε ιδρυθεί το 1919 από αρκετούς πρώην καθηγητές του Πανεπιστημίου του Κολούμπια, οι οποίοι πίστευαν ότι η γνώση και η εκπαίδευση θα έπρεπε να είναι προσβάσιμες σε όλους, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους τάξη. Η Model δίδασκε μαζί με την Berenice Abbott και άλλους φωτογράφους, μεταξύ των οποίων οι Minor White και Brodovitch. Τα μαθήματα της Model περιλάμβαναν τα εξής: «Η λειτουργία της φωτογραφικής μηχανής στη σύγχρονη φωτογραφία», «Το βλέμμα και η φωτογραφική μηχανή» και «Μαθήματα φωτογραφίας για προχωρημένους».
Κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στη σχολή, η Model και ο White έγιναν φίλοι, τους οποίους ένωνε το κοινό τους ενδιαφέρον για την ψυχαναλυτική ερμηνεία των φωτογραφιών. Σε αντίθεση, όμως, με τον White, ο οποίος δίδασκε χρησιμοποιώντας παραδείγματα της δικής του δουλειάς, η Model χρησιμοποιούσε στα μαθήματά της το έργο άλλων φωτογράφων που θαύμαζε, όπως ο August Sander.
Εμπνευσμένη από τη διδακτική φιλοσοφία του Schoenberg, η Model προσπαθούσε να καλλιεργήσει στους μαθητές της την ικανότητα της κριτικής, όπου θα μπορούσαν ανοιχτά να αξιολογούν ο ένας τη δουλειά του άλλου στην τάξη. Ενθάρρυνε περαιτέρω τους μαθητές της να αναπτύξουν ένα μοναδικό στυλ, δίνοντάς τους οδηγίες να αναζητούν θέματα με τα οποία ήταν παθιασμένοι. Όπως γράφει σε ένα από τα σημειωματάρια διδασκαλίας της, δεν πρέπει να υπάρχουν «κανόνες, προκατασκευασμένες ιδέες, εφαρμοσμένες φόρμουλες» στη φωτογραφία. Στους μαθητές της Model συγκαταλέγονταν οι Diane Arbus, Larry Fink, Bruce Cratsley, Todd Webb, Bruce Weber, Eva Rubinstein, Peter Hujar και Rosalind Fox Solomon. Τη θαύμαζαν πολύ και οι περισσότεροι διατήρησαν επαφή μαζί της ακόμα και μετά το πέρας των σπουδών τους. Η αλληλογραφία μεταξύ τους μαρτυρά τη βαθιά επιρροή που είχε η Model στους μαθητές της.
Πολλοί από τους μαθητές της έγιναν επιτυχημένοι φωτογράφοι, ενώ το έργο τους εκτέθηκε και δημοσιεύτηκε ευρέως. Παρόλο που τα έργα τους παρουσιάζουν οπτική ανομοιογένεια, οι προσεγγίσεις τους ενώνονται από στοιχεία δυναμικού φωτός και σκιάς, ασυνήθιστες αναλογίες και προοπτικές, καθώς και εστίαση στην ανθρώπινη ψυχή και αλληλεπίδραση – όλα στοιχεία της τεχνικής που χρησιμοποιούσε η Model. Οι φωτογραφίες της Diane Arbus, για παράδειγμα, αντικατοπτρίζουν το ενδιαφέρον της Model για την κατασκευή προσωπικοτήτων και το αντίθετό της, την ασυνείδητη αποκάλυψη του αληθινού εαυτού. Ως εκ τούτου, οι φωτογραφίες της Arbus δείχνουν ταυτόχρονα μια αίσθηση απογοήτευσης από το αμερικανικό όνειρο και παράλληλα μια υπεράσπιση προς όλους όσους στέκονται έξω από αυτό. Όπως και στο έργο της Model, η αυθόρμητη οικειότητα στις φωτογραφίες της Arbus τροφοδοτεί το όραμα μιας φωτογράφου που προσέγγισε με τόλμη τα υποκείμενά της, αλλά δεν ασχολήθηκε εκτενώς μαζί τους. Στην πραγματικότητα, περνούσε περισσότερο χρόνο βυθίζοντας τον εαυτό της στο περιβάλλον και τις ζωές αυτών που κατέγραφε (όπως και η ίδια Model σε κάποιο βαθμό).
Το διερευνητικό πνεύμα της Model – προκαλώντας περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις – είναι εμφανής στις φωτογραφίες του Larry Fink. Η θεατρική σύνθεση των εικόνων του που μιλούν για την αποκάλυψη των ανθρώπινων σχέσεων μέσω της χειρονομίας είναι ένα επαναλαμβανόμενο στοιχείο, όπως φαίνεται στην εικόνα English Speaking Union, N.Y.C. Το γυάλινο βλέμμα της γυναίκας εγείρει μια σειρά από ερωτήματα σχετικά με τη φύση της σχέσης του ζευγαριού που χορεύει: πρόκειται για ένα βλέμμα ανακούφισης για μια επανένωση ή για έναν δακρυσμένο τελευταίο χορό; Ή μήπως η γυναίκα είναι αποκομμένη από το παρόν, βιώνoντας μια εντελώς διαφορετική στιγμή, μια αγαπημένη ανάμνηση ίσως ενός τρίτου προσώπου;
Οι εικόνες της Rosalind Fox Solomon εστιάζουν ομοίως στο πώς οι άνθρωποι σχετίζονται μεταξύ τους και σε σχέση με το περιβάλλον τους, ενώ παράλληλα διερευνούν την ένταση μεταξύ αγώνα και επιβίωσης. Εμπνευσμένη από τη διδασκαλία της Model, η αναζήτηση του απροσδόκητου οδήγησε την Fox Solomon να εξερευνήσει τόσο εντός όσο κι εκτός των αμερικανικών συνόρων, δημιουργώντας φημισμένες σειρές στη Λατινική Αμερική και την Ινδία. Σε ένα γράμμα από το Νέο Δελχί, με ημερομηνία 5 Δεκεμβρίου 1982, γράφει στη δασκάλα της: «Ανυπομονώ να έχω δουλειά να σας δείξω από αυτή την οδύσσεια», προσθέτοντας ότι «Κάθε μέρα κάτι καινούργιο και συναρπαστικό μου αποκαλύπτεται».
Οι φωτογραφίες αυτών των μαθητών της Model θα επηρέαζαν με τη σειρά τους μια νεότερη γενιά φωτογράφων, όπως η Nan Goldin και η Judith Joy Ross. Ακόμη και φωτογράφοι που δεν είχαν φοιτήσει στο πλάι της Model επηρεάστηκαν από το φωτογραφικό της στυλ. Η σωματικότητα που επικρατεί στο έργο της εμφανίζεται επίσης στη σειρά Bathers της Ruth Kaplan, ως έκφραση του εαυτού μέσα από τις χειρονομίες του σώματος. Αυτή η σειρά, που τραβήχτηκε σε δημόσιες θερμές πηγές και λουτρά σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική, αποκαλύπτει την παράδοξη εμπειρία του μπάνιου, κατά την οποία οι άνθρωποι εμφανίζονται ευάλωτοι αλλά παράλληλα παραμένουν ο εαυτός τους με έναν τρόπο αυθεντικό.
Η Model συνέχισε να διδάσκει φωτογραφία μέχρι το θάνατό της στις 30 Μαρτίου 1983. Η κληρονομιά της θα είναι διπλή: οι μαθητές της συνέχισαν να αναδιαμορφώνουν τη σύγχρονη φωτογραφική σκηνή στην Αμερική και τον Καναδά μέχρι και τον 21ο αιώνα, και το φωτογραφικό της έργο και το ήθος της παραμένουν συναρπαστικές πηγές έμπνευσης τόσο για τους επίδοξους όσο και για τους καθιερωμένους φωτογράφους.