Όταν ρώτησαν τον Wolfgang Tillmans αν εξακολουθεί, στα 54 του, να πηγαίνει σε πάρτι και κλαμπ, εκείνος απάντησε: «Όταν πρόκειται για ‘ελεύθερη’ νυχτερινή ζωή, και όχι για ταραχώδεις εμπορευματοποιημένες στιγμές, με αγγίζει και με ενθουσιάζει όπως την πρώτη μέρα. Αν βαριέμαι τον κόσμο, δεν μπορώ να κάνω ενδιαφέρουσα δουλειά».
Οι περίφημες φωτογραφίες του για τo βρετανικό περιοδικό i-D και το ολλανδικό BUTT θεωρούνται πλέον «φυλαχτά» της υποκουλτούρας της δεκαετίας του ’90. Αυτές οι εικόνες μαζί με άλλα 350 έργα -φωτογραφίες, εγκαταστάσεις πολυμέσων και βίντεο- παρουσιάζονται στην έκθεση Wolfgang Tillmans: to look without fear στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Χρειάστηκαν οκτώ χρόνια διαλόγου με το μουσείο για να οργανωθεί η έκθεση, και τρεις εβδομάδες για να ομαδοποιήσει και να στήσει όλα αυτά τα έργα, τα οποία αφηγούνται την πορεία του – από το παιδικό πάθος για την αστρονομία και τις πρώτες δοκιμές του με το τηλεσκόπιο, και αργότερα με το φωτοτυπικό μηχάνημα και τη βιντεοκάμερα, μέχρι την φωτογραφική του πρακτική.
Όσο για τον τίτλο της έκθεσης, όταν του ζήτησαν να τον σχολιάσει, είπε: «Να έχουμε παιχνιδιάρικη ματιά, να βλέπουμε τις δυνατότητες και να ανακαλύπτουμε διαφορετικές οπτικές γωνίες».
Όλα τα σπουδαία έργα του είναι εδώ: Το βίντεο Peas (2003) με τα μπιζέλια που βράζουν συνοδευόμενα από τη φωνή ενός ιεροκήρυκα από μια εκκλησία πεντηκοστιανών που βρισκόταν απέναντι από το στούντιο του στο Ανατολικό Λονδίνο. Το ασπρόμαυρο στιγμιότυπο δύο φίλων που χαλαρώνουν σε ένα πάρκο (Victoria Park, 2007) που μαρτυρά τη μακροχρόνια ενασχόλησή του με το φωτοτυπικό laser – από τo 1986 που το ανακάλυψε σε ένα τυπογραφείο της γειτονιάς του.
Έργα που τον καθιέρωσαν ως οπτικό χρονικογράφο της νεανικής υποκουλτούρας και της νυχτερινής ζωής, όπως τα Lutz & Alex sitting in the tree (1992) και Τhe Cock (kiss) (2002). Πρώιμες φωτογραφίες που φανερώνουν το διαρκές ενδιαφέρον του Tillmans για τη μουσική, όπως το πορτρέτο της θρυλικής Smokin’ Jo για το περιοδικό Interview το 1995. Αλλά και βίντεο όπως το Lights (Body) (2000–02) που εστιάζει στα φώτα ενός κλαμπ και στα ίχνη της σκόνης που υψώνονται από τα ρούχα και το δέρμα των ravers, συνοδευόμενο από τον υπνωτικό ρυθμό του Air “Don’t Be Light” των Αir (The Hacker Remix) – ένα έργο που εξετάζει στη συλλογική εμπειρία της μουσικής.
Μια ολόκληρη αίθουσα είναι αφιερωμένη στο Soldiers: The Nineties (1999), μια εγκατάσταση με μεγεθυμένες φωτογραφίες από εφημερίδες που απεικονίζουν στρατιώτες σε ειρηνευτικές αποστολές να καπνίζουν ή να παίζουν σκάκι, και άλλη μία στο ενδιαφέρον του Tillmans για την υλικότητα του χαρτιού που εκφράζεται με έργα όπως το Lighter, white convex I (2009), όπου ένα φωτογραφικό χαρτί διπλώνεται στο σκοτεινό θάλαμο και πλαισιώνεται με πλεξιγκλάς.
Ο κεντρικός χώρος της έκθεσης είναι αφιερωμένος στο περιβόητο έργο του Truth Study Center, που παρουσίασε πρώτη φορά το 2005 – ένα «κέντρο μελέτης της αλήθειας» όπως το ονόμασε ειρωνικά, όπου τοποθετεί πάνω σε τραπέζια φωτογραφίες, άρθρα, αντικείμενα και σχέδια που παρουσιάζουν διαφορετικές εκδοχές της «αλήθειας». Σε αυτή την εγκατάσταση, τα μισά τραπέζια περιέχουν υλικό από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, όπου αμφισβητούσε διάφορες έννοιες του απολυταρχισμού – από τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Μπους για όπλα μαζικής καταστροφής για να δικαιολογήσει τον πόλεμο στο Ιράκ μέχρι θρησκευτικά δόγματα – ενώ τα άλλα μισά υλικό που δημιουργήθηκε ειδικά για το MoMA.
Εκεί βρίσκονται και όλα τα έργα του που εκδηλώνουν την ευαισθησία του και την επιθυμία του για έναν κόσμο ειρήνης και αλληλεγγύης, όπως η συνταρακτική φωτογραφία με τίτλο Black Lives Matter, Union Square, b (2014), που απεικονίζει ένα σηκωμένο χέρι σε μια διαμαρτυρία για τις δολοφονίες δύο Αφροαμερικανών από την αστυνομία, που είχαν γίνει εκείνη τη χρονιά. Αποκορύφωμα της έκθεσης, μια οπτικοακουστική ακρόαση του πρώτου ολοκληρωμένου άλμπουμ του Tillmans, Moon in Earthlight (2021) που γράφτηκε κατά την διάρκεια της πανδημίας, ενσωματώνει προφορικό λόγο, ήχους από το περιβάλλον και ηλεκτρονικούς ρυθμούς και «μιλάει» για τη δύναμη της μουσικής που φέρνει τους ανθρώπους κοντά. Και στην τελευταία αίθουσα, τον χώρο καταλαμβάνει το έργο awake (2001), μια επικών διαστάσεων φωτογραφία που καταγράφει τα επακόλουθα ενός αποχαιρετιστήριου πάρτι που έκανε ο καλλιτέχνης όταν άφησε το στούντιο του στο Λονδίνο, έργο που πολλαπλασιάζεται από τους καθρέπτες της γλύπτριας Isa Genzken. Μια συνεργατική εγκατάσταση με τίτλο Science Fiction / Hier und jetzt zufrieden – φράση που στα γερμανικά σημαίνει «ευτυχισμένος εδώ και τώρα»…
Κσθώς οι επισκέπτες αποχωρούν συλλογιζόμενοι την παραπάνω φράση-άσκηση ενσυνειδητότητας, θα σκεφτούν επίσης ότι η έκθεση ξεπερνάει τα όρια ενός αναδρομικού αφιερώματος. Είναι κάτι παραπάνω∙ μια βουτιά στη φιλοσοφία και τον πνευματικό κόσμο του Tillmans, μια προσπάθεια να δούμε τον κόσμο με το βλέμμα του που αναζητά πάντα την ομαδικότητα, την επαφή των σωμάτων, το μεγαλείο των άστρων, την ελεύθερη αγάπη και το απρόβλεπτο.
Η έκθεση Wolfgang Tillmans: To Look Without Fear παρουσιάζεται στο ΜοΜΑ έως την 1η Ιανουαρίου 2023.
INFO: MoMA