«Πριν από ακριβώς δέκα χρόνια, τα Παλιά Βλαχάτα, ένα εγκαταλελειμμένο χωριό στη Σάμη της Κεφαλονιάς που καταστράφηκε από τον σεισμό του 1953, απέκτησε και πάλι ζωή όταν το Saristra Festival βρήκε εκεί το σπίτι του, μεταμορφώνοντάς το σε ένα ιδιόμορφο θεματικό πάρκο που σε κάθε σημείο του κρύβει μία νέα έκπληξη, την οποία σε καλεί να την ανακαλύψεις μέσα στα ερείπια».
Με αυτά τα λόγια ξεκινάει το οδοιπορικό-ρεπορτάζ-ανταπόκριση της Νάντιας Μπακοπούλου του ΑΠΕ σχετικά με το φεστιβάλ Σαρίστρα.
Από το 2012 -με ένα μικρό διάλειμμα δύο χρόνων παύσης λόγω πανδημίας, αυτό το «μεταμοντέρνο πανηγύρι», όπως το χαρακτηρίζουν οι άνθρωποι που το εμπνεύστηκαν, υποδέχεται τους φίλους και επισκέπτες του κάθε χρόνο στην καρδιά του καλοκαιριού, προσφέροντας μοναδικές βιωματικές εμπειρίες με μουσικά live, εκθέσεις, προβολές ταινιών, μαθήματα γιόγκα, workshops και πολλές ακόμα παράλληλες δράσεις που απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες.
Κύρια χαρακτηριστικά του φεστιβάλ είναι η μαγεία της περιήγησης και το πλήθος των επιλογών που σου προσφέρει, καθώς και το κέφι και η αγάπη των διοργανωτών του που κάνουν την εμπειρία του Saristra ακόμα πιο μοναδική.
Φέτος, το φεστιβάλ, που πήρε το όνομά του από την κεντρική πλατεία του παλιού χωριού, γιόρτασε τα δέκατα γενέθλιά του (29-31/7) με ένα εντυπωσιακό line up που περιελάμβανε από τους σπουδαίους BEAK, τη μπάντα του Geoff Barrow των Portishead μέχρι κορυφαία ονόματα της ελληνικής εναλλακτικής σκηνής, αλλά και ένα πλούσιο εικαστικό πρόγραμμα. Επιπλέον, με τη συνεργασία του Onassis Culture, το φετινό πρόγραμμα του Saristra εμπλουτίστηκε με νέο περιεχόμενο και ενισχύθηκε με μουσική, residencies και προβολές που ξεδιπλώνουν τις ανησυχίες τού σήμερα.
«Βασικό μας κίνητρο είναι να εξελισσόμαστε όλο και περισσότερο κάθε χρόνο και το φεστιβάλ να γίνεται όλο και μεγαλύτερο, προσελκύοντας όχι μόνο Έλληνες αλλά και καλλιτέχνες και κοινό από το εξωτερικό. Στόχος του φεστιβάλ είναι να αποτελέσει διεθνή προορισμό. Για τον λόγο αυτόν επιλέγουμε και ξένα μεγάλα ονόματα, θέλουμε να κάνουμε ένα φεστιβάλ που να συνιστά την ίδια στιγμή και πρόταση», αναφέρει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο δημοσιογράφος Φώτης Βαλλάτος, ένας εκ των διοργανωτών του Saristra Festival, ο οποίος έχει καταγωγή από τα Παλιά Βλαχάτα.
Όπως εξηγεί, η ιδέα του φεστιβάλ προέκυψε «από την ανάγκη να δημιουργήσουμε έναν σύνδεσμο ανάμεσα στo σήμερα και στο παρελθόν του χωριού των προγόνων μας και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε ένα πολιτιστικό προϊόν υψηλής αισθητικής στο νησί μας». Κάθε χρόνο η οργανωτική ομάδα του φεστιβάλ επιλέγει το line up: «Δε θέλουμε να φέρνουμε διαρκώς τους ίδιους και τους ίδιους εγχώριους καλλιτέχνες, γιατί μπορεί μεν να γεμίζουν οι χώροι του φεστιβάλ, όμως νιώθουμε πως δεν εξελισσόμαστε έτσι. Τώρα, χαιρόμαστε ιδιαίτερα γιατί βλέπουμε πως υπάρχουν music fans που κάθονται από την αρχή μέχρι το τέλος στα live. Και αυτό είναι το πολιτιστικό αποτύπωμα που θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας. Σκοπός μας δεν είναι το κέρδος, αφού άλλωστε είμαστε ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός και όλες οι δράσεις μας είναι ελεύθερες. Σκοπός μας είναι να διοργανώσουμε ένα φεστιβάλ στα πρότυπα του εξωτερικού, όπου θα προσελκύει θεατές από όλο τον κόσμο, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στα χωριά της Ιταλίας».
Ωστόσο, για τον ίδιο η πιο συγκινητική στιγμή της διοργάνωσης μέσα στα δέκα χρόνια ήταν όταν γιαγιάδες (που είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει στην περιοχή, την οποία αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν λόγω του φονικού σεισμού) επιστρέφουν με αφορμή το φεστιβάλ και βλέπουν τον τόπο τους να φωτίζεται και να αποκτά ξανά ζωή.
Η μαγεία της περιήγησης μέσα στα ερείπια
Δαιδαλώδη χωμάτινα μονοπάτια, μισογκρεμισμένα κτίρια (κατοικίες, το σχολείο, το καφενείο, η εκκλησία του χωριού), παλιές στέρνες και πηγάδια, υπεραιωνόβιες ελιές, αγραπιδιές και ροδιές, συνιστούν το σκηνικό του Saristra, στο οποίο απλώνονται οι ποικίλες δράσεις του.
Φέτος, κατά τη διάρκεια του τριημέρου, οι επισκέπτες του φεστιβάλ είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν εντυπωσιακά μουσικά live στην πλατεία του χωριού, όπου φιλοξενεί την κεντρική σκηνή της διοργάνωσης, και να χορέψουν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες στο εκρηκτικό line up, που επιμελήθηκε το Movement Radio της Στέγης, το οποίο φέτος απέκτησε το δικό του stage. Παράλληλα, μπορούσες να περιηγηθείς στις εικαστικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται εντός των ερειπωμένων σπιτιών, να δεις θερινό σινεμά, να κάνεις μαθήματα γιόγκα, να λάβεις μέρος σε έναν συμμετοχικό ηχητικό περίπατο, να κρεμάσεις σε πολύχρωμες κορδέλες την ευχή σου στο δέντρο των ευχών, να δοκιμάσεις τα γευστικά φαγητά που επιμελήθηκε η ομάδα Nomade et Sauvage (η οποία επιχειρεί έναν διάλογο με την παράδοση) ή τα κρασιά από το wine bar που εγκαινίασε φέτος το φεστιβάλ σε συνεργασία με το Wine Kiosk της Καλαμάτας, το οποίο προσέφερε αποκλειστικά ετικέτες από τα τοπικά οινοποιεία μέλη του Συνδέσμου Οινοποιών Κεφαλονιάς.
Για τη φετινή επετειακή διοργάνωση ενεργοποιήθηκαν περισσότερα σημεία του χωριού ώστε να φιλοξενήσουν το πλούσιο πρόγραμμα του φεστιβάλ, που ξεκινούσε στις 20:00 γεμίζοντας τους χώρους του με ένα ετερόκλητο κοινό όλων των ηλικιών, αποτελούμενο από κατοίκους του νησιού, τουρίστες, αλλά κυρίως από επισκέπτες που ταξίδεψαν από την Ελλάδα και το εξωτερικό ειδικά για το Saristra.
Ένα εξαιρετικό line-up
Μεγάλοι καλεσμένοι του φεστιβάλ ήταν οι BEAK, οι πειραματισμοί των οποίων δεν άφησαν κανέναν ασυγκίνητο. Τις εντυπώσεις, ωστόσο, έκλεψαν οι The KVB (το ντουέτο των Nicholas Wood και Kat Day που αγαπά τα synths αλλά και την shoegaze νωχελικότητα) με το οπτικό κομμάτι του σόου τους να είναι ισάξιο με το ηχητικό, αλλά και το Παιδί Τραύμα με την ασίγαστα ρομαντική ποιητικότητά του. Στην κεντρική σκηνή του Saristra είδαμε, επίσης, μεταξύ άλλων, το βερολινέζικο ντουέτο των Local Suicide, τον Noda Pappa που άφησε για λίγο στην άκρη τους Acid Baby Jesus για να παραδοθεί στο ψυχεδελικό pop φως των 70s, τον Metaman που παραδόθηκε στα synths του, το sui generis διονυσιακό πανηγύρι των Kooba Tercu, τον capétte, το τρίο των ΑΜΚΑ και τη Demetria που μετρά τέσσερα άλμπουμ ήδη στα 22 της.
Ισχυρή παρουσία στο φεστιβάλ είχε το Movement Radio, ο διεθνής διαδικτυακός ραδιοφωνικός σταθμός της Στέγης που «ταρακούνησε» το χωριό με ένα δυνατό line up στο δικό του ατμοσφαιρικό stage, που είχε στηθεί σε ένα ξέφωτο μέσα στο δάσος καταφέρνοντας να μας μετατρέψει όλους σε fans της ηλεκτρονικής σκηνής. Και τις τρεις ημέρες του φεστιβάλ η σκηνή του Movement ήταν γεμάτη από κόσμο που χόρευε μέχρι το πρωί.
Ανάμεσα στα ονόματα που πέρασαν από τα decks ήταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Μovement Radio, Voltnoi Brege, που ξεσήκωσε το κοινό με ένα πρωτοποριακό σετ σε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις του τριημέρου, η εκρηκτική Deena Abdelwahed που ξεδίπλωσε τις ανησυχίες που κουβαλά από τη σκηνή της Τυνησίας, η Tash LC, που οι afro απολήξεις τής techno της την έχουν κάνει ένα από τα ελπιδοφόρα ονόματα της λονδρέζικης dance σκηνής, η Madam X, μία από τις πιο δυναμικές djs της Βρετανίας, ο Athens Computer Underground, δηλαδή το σόλο πρότζεκτ του Παντελή Θεοδωρίδη των Regressverbot, ο Gunnpla που αγαπά την club μουσική αλλά και τη συνθετική αποδόμηση και η Carina που η φιλοσοφία της ισορροπεί ανάμεσα στο ανακάτεμα των genres.
Onassis AiR: Μία γεύση ανήσυχης δημιουργικότητας
Μέσα σε ένα επιβλητικό μισογκρεμισμένο αρχοντικό είχε εγκατασταθεί η κοινότητα του Onassis AiR -του διεθνούς προγράμματος καλλιτεχνικής φιλοξενίας του Ιδρύματος Ωνάση- η οποία έδωσε δυναμικό «παρών» καλώντας τους θεατές να πάρουν μία γεύση ανήσυχης δημιουργικότητας μέσα από νέα αλλά και παλαιότερα έργα που εμπνέονται από τις έννοιες της φιλοξενίας, της οικειότητας, του σώματος και του τοπίου.
Η designer Laure Jaffuel -που έκανε το residency του 2020- ανέλαβε τον σκηνικό σχεδιασμό του χώρου φιλοξενίας δημιουργώντας ένα άκρως χαλαρωτικό περιβάλλον, μία εγκατάσταση από μαλακά ερείπια πλήρως εναρμονισμένη με το φυσικό τοπίο, η οποία παράλληλα λειτουργούσε ως ένα κατάλυμα όπου οι επισκέπτες μπορούσαν να ακούσουν ηχητικά έργα, να συμμετάσχουν σε εργαστήρια, να παρακολουθήσουν ταινίες ή απλά να αράξουν.
«Το Onassis AiR απαρτίζεται από μία κοινότητα καλλιτεχνών που αποτελείται από περίπου 100 άτομα. Όταν λάβαμε την πρόσκληση από το Saristra να συμμετάσχουμε, καλέσαμε κάποιους από τους καλλιτέχνες να παρουσιάσουν τη δουλειά τους και τους ζητήσαμε να εμπνευστούν και από το τοπίο εδώ. Η λογική ήταν πως εμείς προσπαθούμε να κατοικήσουμε αυτόν τον χώρο», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η υπεύθυνη του προγράμματος, Νεφέλη Μυρωδιά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε ο συμμετοχικός ηχητικός περίπατος που δημιούργησαν ο sound designer/συνθέτης Μανώλης Μανουσάκης και ο χορευτής/χορογράφος Άρης Παπαδόπουλος, οι οποίοι προσκαλούσαν το κοινό να περιηγηθεί καθημερινά μεταξύ 20:00 και 22:00 στο χωριό των Παλιών Βλαχάτων και να δημιουργήσει τον δικό του χάρτη μνήμης. Το έργο ενεργοποιείτο από τον κάθε συμμετέχοντα μέσω ενός ηχητικού αρχείου και μιας σειράς απλών οδηγιών με στόχο να δημιουργηθεί ένα συλλογικό μονοπάτι από ήχους, εικόνες, ιστορίες, παραστάσεις και ηχοτοπία.
Στα εργαστήρια «bits & pieces», η Αναστασία Διαβαστή με τη Róisín Trefla και την περφόρμερ Μαρίνα Μήλιου-Θεοχαράκη συνδύασαν τη δημιουργική γραφή και τη ζωγραφική με φυσικό μοντέλο. «Το εργαστήριο προσφέρει έναν χώρο δημιουργίας που ξεφεύγει από τις τυπικότητες και την πίεση των μαθημάτων και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η λογική του είναι πως δεν χρειάζεται να έχει κάποιος εξειδικευμένες γνώσεις για να ζωγραφίσει ή να γράψει κάτι. Απευθύνεται σε όλους, ανεξαρτήτως επιπέδου, γιατί εστιάζει στη δημιουργική εργασία. Οι οδηγίες είναι πολύ απλές και παιχνιδιάρικες και στοχεύουν να σπάσουν τα ταμπού ανασφάλειας και φόβου των συμμετεχόντων. Μπορεί, για παράδειγμα, να τους ζητηθεί να ζωγραφίσουν με το αριστερό χέρι», εξηγεί η Αναστασία Διαβαστή.
Η Μαρίνα Μήλιου-Θεοχαράκη έφτιαξε, επίσης, ένα ηχητικό περιβάλλον που προσκαλούσε το κοινό να κάνει στάση, να ξαπλώσει και να αφουγκραστεί τον ήχο της παύσης. Το πρώτο ηχητικό περιβάλλον της «έβγαινε» μέσα από ένα πηγάδι και το δεύτερο βρισκόταν μέσα σ’ ένα μισογκρεμισμένο δωμάτιο. «Πρόκειται για ήχους που έχουν να κάνουν με το στόμα. Το 2019 κάναμε με το Onassis AiR ένα ταξίδι στην Ινδονησία. Εκεί μάθαμε ένα παραδοσιακό όργανο που λέγεται γκάμελον. Εγώ πήρα τον ήχο του και τον έκανα λίγο πιο γρήγορο, σαν ενα closing αυτών των τριών χρόνων μέχρι σήμερα. Φτιάχνω ένα περιβάλλον που σε προσκαλεί να το απολαύσεις και να κάνεις μία παύση μέσα στη μέρα σου», σημειώνει.
Μία ξεχωριστή εμπειρία ήταν η ατμοσφαιρική περφόρμανς χορού με τίτλο «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι», που σχεδίασε ο χορευτής και χορογράφος Κώστας Τσιούκας, εμπνευσμένος από τους παραδοσιακούς χορούς της περιοχής, προσκαλώντας μας να «φανταστούμε τους χορούς που θέλουμε συλλογικά, σαν σκέψη, σαν διαλογισμό, με κλειστά μάτια και ανοιχτά ή και γλαρωμένα από το καλοκαιρινό βράδυ και μετά να χορέψουμε τους χορούς που φανταστήκαμε».
Εκτός από τις τέσσερις curated δράσεις του Onassis AiR και το Movement radio, η Στέγη παρουσίασε στο Saristra την προβολή της μυσταγωγικής συναυλίας του μάγου της ηλεκτρονικής μουσικής Jeff Mills με το μουσικό σχήμα Tomorrow Comes the Harvest στη Δήλο, που σκηνοθέτησε ο Χρήστος Σαρρής, τη σειρά ταινιών «120 ENTER» με πρωτότυπα έργα που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς και το «Έργο για Έναν Άνθρωπο Μονάχα – Μέρος Πρώτο» του Ιώκο Ιωάννη Κοτίδη, που για ακόμη μία φορά συγκίνησε και έκλεψε τις καρδιές των θεατών.
Το συγκεκριμένο πρότζεκτ είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2021, στη «Μάντρα» του Ιδρύματος Ωνάση στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, και τώρα είδαμε μία site specific εκδοχή του, προσαρμοσμένη στην ατμόσφαιρα του χωριού. Εμπνευσμένο από το ποίημα της πρώτης Ελληνίδας υπερρεαλίστριας, Μάτσης Χατζηλαζάρου, το έργο προσπαθεί να διαφυλάξει με κάθε δυνατό τρόπο τη σχεδόν χαμένη τρυφερότητα του σήμερα, βάζοντας τους θεατές να αναρωτηθούν για όλα όσα εκείνοι δεν πρόλαβαν να πουν.
Πλούσιο καλλιτεχνικό πρόγραμμα
Τη φετινή χρονιά, το παράλληλο καλλιτεχνικό πρόγραμμα του Saristra ήταν πιο πλούσιο από ποτέ, με τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες να παρουσιάζουν έργα εμπνευσμένα από το ίδιο το χωριό.
Από τις καλλιτεχνικές δράσεις που παρουσιάστηκαν εντός των ερειπωμένων κτιρίων ξεχωρίσαμε το ιδιαίτερα εντυπωσιακό video mapping installation «Τα παιδιά της Μέδουσας», στο οποίο η Χαρά Σπαθή μαζί με τους Noisee n Grain εμπνέονται από τους μύθους της Μέδουσας και επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις σε όσα έτυχε να βρεθούν ως ανθρώπινα όντα στον πλανήτη γη, το «Traces: Relief (II)» της Wiktoria (μία συμμετοχική δράση σχεδιασμένη με σκοπό την ανανέωση της ανθρώπινης σύνδεσης με τη φύση, όπου οι επισκέπτες είχαν την ευκαιρία να δημιουργήσουν ένα «ίχνος» -ένα εφήμερο σημάδι, ερχόμενοι σε άμεση φυσική επαφή με ένα φυτό- πάνω στο σώμα τους), την ξεχωριστή εγκατάσταση με τα κινούμενα σακιά «Threshold» του Guram Chachanidze που προσεγγίζει την ιστορική και πολιτιστική μνήμη, τη μετανάστευση και την έρευνα των αισθήσεων, την «Απώλεια Ταυτότητας» της Khin Thethtar Latt από τη Μιανμάρ, μία φωτογραφική σειρά για το βίαιο πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου του 2021 στην ασιατική χώρα, καθώς και το mixed media έργο «Thakirat makan (memory of a place)» του Δημήτρη Σιδερίδη που αποτυπώνει εγκαταλελειμμένα χωριά του Κατάρ σε παραλληλισμό με τα Παλιά Βλαχάτα, σε μία προσπάθεια γεφύρωσης του παρόντος με το παρελθόν και της συνέχισης της συλλογικής μνήμης ως ανάμνησης μέσω μίας βιωματικής εμπειρίας των δύο τόπων.
Το φετινό πρόγραμμα περιελάμβανε και σινεμά. Στα highlights των προβολών ήταν τα «Μαγνητικά Πεδία», το no budget ρομαντικό -γυρισμένο στην Κεφαλονιά- road movie του Γιώργου Γούση, που θριάμβευσε στα βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, όπως -επίσης- και το σκηνοθετικό ντεμπούτο του σκηνοθέτη, τη μικρού μήκους ταινία «Ο Χειροπαλαιστής», καθώς και δύο πολύ ενδιαφέροντα και ετερόκλητα μουσικά ντοκιμαντέρ: Το «Ανέστης Δελιάς, η μαύρη γάτα του ρεμπέτικου» του Σπύρου Μανωλάτου και το «Music for Ordinary Life Machines» του Νίκου Χαντζή.
Από το πρόγραμμα δεν θα μπορούσαν να λείπουν και δράσεις για τους μικρούς φίλους του φεστιβάλ. Η Kangela Tromokratisch υλοποίησε το «Drag 4 children», ένα διαδραστικό παιχνίδι, όπου τα παιδιά καλούνταν να δημιουργήσουν το δικό τους drag χαρακτήρα και να παίξουν μαζί με τους γονείς τους, και η αγαπημένη Cinemathesis (ο μη κερδοσκοπικός πολιτιστικός φορέας που ίδρυσαν η κινηματογραφίστρια Γιάννα Δεληγιάννη και ο σκηνοθέτης Γιάννης Αντύπας που υλοποιεί εκπαιδευτικά κινηματογραφικά προγράμματα και εξειδικεύεται σε δράσεις για παιδιά και νέους) παρουσίασε το «Ετοιμοι…Μοτέρ..Πάμε!». Σε αυτό το πρόγραμμα τα παιδιά είχαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν ένα «κινηματογραφικό ταξίδι» σε μία προσπάθεια να έρθουν σε επαφή και να αγαπήσουν την έβδομη τέχνη.
*Φωτογραφίες: Πηνελόπη Γερασίμου