Κάτι βαθιά ποιητικό φαίνεται στο να στέκεσαι μπροστά σε μια γιγάντια κεραία που κάποτε αποκάλυψε την ηχώ της γέννησης του σύμπαντος και να ξέρεις ότι εκείνη τη στιγμή δεν προσπαθεί να αφουγκραστεί το άπειρο, αλλά να του μιλήσει. Αυτό συνέβη όταν ο Robert Wilson, ο άνθρωπος που ανακάλυψε μαζί με τον Arno Penzias την μικροκυματική ακτινοβολία έστρεψε την ιστορική Holmdel Horn Antenna στον ουρανό και έστειλε ως σήμα στο διάστημα το νέο άλμπουμ των Brian Eno και Beatie Wolfe, “Liminal”.
Ένας δίσκος που μοιάζει να μην ανήκει σε κανέναν τόπο. Είναι φτιαγμένος σαν κάτι που πρέπει να ακουστεί από απόσταση. Σαν μουσική που δε γράφτηκε για εμάς εδώ κάτω, αλλά για εκεί έξω. Στο πουθενά, στο σκοτεινό κενό που έχει μόνο αντήχηση.
Ο Eno χαρακτηρίζεται εδώ και δεκαετίες ως ο αρχιτέκτονας της ambient κουλτούρας. Η Beatie Wolfe έχει χτίσει μια ιδιότυπη διαδρομή ανάμεσα στην τεχνολογία, τη σύνθεση και το εννοιολογικό performance. Το Liminal, τρίτο και τελευταίο μέρος μιας άτυπης τριλογίας (μαζί με τα Luminal και Lateral), δε μοιάζει με κλείσιμο. Μοιάζει με εξάπλωση, με αιώρηση, μεε απελευθέρωση μιας μουσικής μέσα σε ένα τοπίο που δε θα την επιστρέψει ποτέ πίσω.
Το άλμπουμ λειτουργεί σαν μετεωρίτης συναισθημάτων. Δεν έχει απλώς τραγούδια. Η μουσική του δημιουργεί ηχητικά οικοσυστήματα που αλλάζουν βαρύτητα συνεχώς: από τη ρυθμική, χαρμόσυνα τελετουργική πομπή του Procession, στον μηχανικά υποβλητικό εφιάλτη του Laundry Room, μέχρι το συναισθηματικό βάθος του Little Boy, την πιο ανθρώπινη, σχεδόν σπαρακτική στιγμή του δίσκου. Αποτελεί γεωγραφία ήχων που μοιάζουν άλλοτε σαν αρχέγονο κάλεσμα και άλλοτε σαν βηματοδότηση ενός αχαρτογράφητου τοπίου.
Το Liminal ακούγεται σαν κάτι που θα μπορούσε να αντικαταστήσει την έννοια του soundtrack παρ΄ότι δε συνοδεύει εικόνες. Δημιουργεί εικόνες κι αυτό το κάνει με μια ιδιότυπη γυμνότητα: η μουσική δεν προσπαθεί να μοιάσει με μηχανή, αλλά με άνθρωπο που σκέφτεται μέσα στο σκοτάδι.
Γι’ αυτό έχει σημασία το ταξίδι στο διάστημα. Όχι ως φιλοδοξία να ακουστεί από εξωγήινες μορφές, ούτε ως διαφημιστική ιδιορρυθμία, αλλά ως συμβολική κίνηση: σαν να δηλώνει ότι ο άνθρωπος, ακόμη και στην πιο τεχνητή μορφή δημιουργίας του δεν προσπαθεί να κατακτήσει κάτι, προσπαθεί να συγκλονίσει και να συγκλονιστεί. Να στείλει στο άγνωστο όχι κραυγές ισχύος, αλλά ψίθυρους ευαισθησίας.
Η ambient, όπως την αντιλαμβάνονται ο Eno και η Wolfe είναι μουσική για να χαρτογραφήσει τον χώρο που δε βλέπουμε. Έναν χώρο που βρίσκεται γύρω μας, πίσω μας, μέσα μας, στην ηλεκτρονική ομίχλη που λέμε σκέψη. Η δύναμή της δεν είναι στο εφέ, αλλά στο ίχνος. Δεν σε εντυπωσιάζει απαραίτητα, σίγουρα όμως σε διαποτίζει.
Στις μέρες μας που η μουσική παράγεται πια μαζικά από αλγόριθμους, το Liminal επιμένει στο ανεξήγητο. Δεν παίζει με την τελειότητα της μηχανής, αλλά με την ατέλεια της ανθρώπινης πρόθεσης. Την αμηχανία του συναισθήματος. Την έκσταση μιας εσωτερικής αναπνοής που μετατρέπεται σε ήχο.
Το Liminal είναι ένα άλμπουμ για να το “ακούσεις” με όλες σου τις αισθήσεις. Είναι ένα άλμπουμ για να διαφύγεις από την ανάγκη του ακροατή να καταλάβει. Είναι ένα μουσικό μήνυμα που δεν περιμένει απάντηση. Ένα σήμα αποστολής, όχι υποδοχής. Ένα έργο που δηλώνει πως το πιο ουσιαστικό που μπορεί να κάνει η τέχνη είναι να μιλήσει στον κόσμο και να τον υπερβεί.
Μια μουσική που φεύγει από την ανθρώπινη σφαίρα και γίνεται μέρος του άπειρου. Ένα χάδι που απλώνεται εκεί όπου δεν υπάρχει κανείς να το νιώσει. Μόνο το κενό και το κενό για πρώτη φορά λαμβάνει κάτι από εμάς.
*Mε στοιχεία από το New Scientist
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.





