Γεννημένοι κυριολεκτικά μέσα από το big bang της αναβίωσης του dark wave που σάρωνε στη δεκαετία του 90. Δημιουργήθηκαν στη Νίκαια της Γαλλίας – μια πόλη περισσότερο γνωστή για τις παραλίες και το καρναβάλι της παρά για τη μουσική της σκηνή, όπου οι Corpus Delicti αποτέλεσαν την εξαίρεση!
Το συγκρότημα εισήλθε δυναμικά στο προσκήνιο με το άλμπουμ “Twilight” το 1993. Η υποβλητική και χαρακτηριστική φωνή του Sebastien, εμφανώς επηρεασμένη από τον Bowie, και ο μελωδικός και σκληρός Gothic rock ήχος το γκρουπ με την Roma στα τύμπανα, τους Franck αρχικά και μετέπειτα του Jerome στις κιθάρες και τις άψογες μπασογραμμές του Chrys, εμφώλευσε τα καλύτερα στοιχεία των προκατόχων του είδους Bauhaus, Siouxsie & the Banshees, Christian Death, The Cure κ.τ.λ., με τέτοια ενέργεια, που τους έκανε να ξεχωρίσουν στην Ευρωπαϊκή σκηνή της εποχής.
Συνδυάζοντας τον σκοτεινό ήχο τους με μια κομψή γοτθική αισθητική, η τέλεια αλχημεία που είχε δημιουργηθεί μεταξύ τους έδωσε το έναυσμα για τρία υπέροχα άλμπουμ, τα “Twilight” του 1993, στη συνέχεια το “Sylphes” του 1994 και τέλος το “Obsessions” του 1995. Ακολούθησαν μεγάλες περιοδείες στην Ευρώπη και στη συνέχεια στις Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με άλλα σκοτεινά σχήματα της εποχής όπως οι Das Ich, Faith and the Muse και Rosetta Stone, υπογράφοντας παράλληλα με ευρωπαϊκές και αμερικανικές εταιρείες.
Κατόπιν διαφωνιών μεταξύ των μελών της μπάντας, οι Corpus Delicti διαλύθηκαν το 1997. Πέρα από την Roma, όλα τα μέλη παρέμειναν ενεργά, είτε σε σόλο πρότζεκτ είτε σε άλλα γκρουπ (Kuta, Curl, Kom-Intern, Press Gang Metropol). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η λατρεία του κοινού γύρω από τους Corpus Delicti εξακολουθούσε να μεγαλώνει, χάρη σε μια κοινότητα πιστών οπαδών τους σε όλο τον κόσμο.
Τα αρχικά μέλη των Corpus Delicti (Sebastien στα φωνητικά, Franck στην κιθάρα, Christophe στο μπάσο και Roma στα ντραμς), αποφάσισαν να επανενωθούν κι έτσι επέστρεψαν στα προβάδικά, προκειμένου να ικανοποιήσουν ένα νέο κοινό που τους ανακάλυψε μετά τη διάλυσή τους τη δεκαετία του ’90.
Αμέσως το κενό των 23 χρόνων εξαφανίστηκε και η χαρά του να παίζουν μαζί επέστρεψε μαζί με την αλχημεία εκείνη που κατέστησε το κουαρτέτο μια από τις κορυφαίες μπάντες του γαλλικού post-punk. Ωστόσο, η Πανδημία ανάγκασε τη μπάντα να αναβάλει τα προγραμματισμένες συναυλίες της. Το λυπηρό της υπόθεσης είναι ότι τη διάρκεια αυτής της περιόδου η Roma διαγνώστηκε με οστεοαρθρίτιδα και στα δύο της χέρια και έτσι δυστυχώς δεν ήταν πλέον σε θέση να παίζει, με αποτέλεσμα να την αντικαταστήσει ο Laurent Tamagno.
Ο Laurent και η Roma δούλεψαν σκληρά μαζί για να διατηρήσουν το πνεύμα των τραγουδιών όσο το δυνατόν πιο κοντά στα πρωτότυπα, και τα κατάφεραν περίφημα.
Αν υπήρχε ένα Top 10 μιας λίστας με τα “Καλύτερα Goth τραγούδια όλων των εποχών”, σίγουρα θα συμπεριλάμβανα έναν ύμνο σαν το “Saraband“. Τα φοβερά και πολυμήχανα τύμπανα της Roma, οι στροβιλιζόμενες και χυμώδεις κιθάρες, οι μελαγχολικές μπασογραμμές και, φυσικά, τα χαρακτηριστικά φωνητικά του Sébastien μετατρέπουν αυτόν το τραγούδι σε έναν ύμνο που θα μείνει για πάντα στην αιωνιότητα και θα μείνει για πάντα γραμμένο στα γκοθ κατάστιχα.
Όταν οι Corpus Delicti ανακοίνωσαν την επιστροφή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το 2020 νιώσαμε ένα πέπλο σκοτεινής ευφορίας να μας τυλίγει. Πόσο μάλλον όταν θα έχουμε την χαρά να τους παρακολουθήσουμε ζωντανά στις 25 Φλεβάρη στη σκηνή του Dethdisco!
Καθώς γυαλίζουμε τα μαύρα μας λουστρίνια για να χορέψουμε στους ήχους του Saraband και του Absent Friend στις 25 Φλεβάρη στο dancefloor της Dethdisco, ο τραγουδιστής της μπάντας, Sebastien, μας μίλησε για την γκοθ σκηνή των 90ς και όλα όσα οδήγησαν στην επανένωσή τους το 2020.
– Η πρώτη ερώτηση είναι, ίσως, η πιο προφανής: Πώς ξεκίνησαν όλα τη δεκαετία του ’90.
Το 1992, ο Chrys και η Roma (μπάσο και ντραμς, αντίστοιχα) είχαν δημιουργήσει το συγκρότημα με έναν πρώτο τραγουδιστή/κιθαρίστα. Αυτός αποφάσισε γρήγορα να φύγει και έτσι αναζητούν 2 μουσικούς για να πάρουν τη θέση του. Γνώριζα τον Chrys καθώς εργαζόταν σε ένα indie δισκάδικο στη Νίκαια της Γαλλίας, τη γενέτειρά μας. Εκείνος ζήτησε πρώτα από τον Franck να μπει στην μπάντα στην κιθάρα, και καθώς ο Franck ήξερε ότι εγώ τραγουδούσα, μου ζήτησαν να μπω στην μπάντα. Έτσι βρεθήκαμε, οι τέσσερις μας να κάνουμε πρόβες στο σπίτι των γονιών της Roma, και όλα πήγαν πολύ καλά!
– Πώς καταλήξατε να επιλέξετε το όνομά σας “Corpus Delicti”.
Το επέλεξε η Roma. Είναι μια φωτογραφική μέθοδος, δεν έχει καμία σχέση με τον νομικό όρο. Εκείνη την εποχή σπούδαζε σε μια σχολή καλών τεχνών και ήταν επίσης υπεύθυνη για το καλλιτεχνικό έργο, τον σχεδιασμό του λογότυπου κλπ.
– Ποια συγκροτήματα σας επηρέασαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου;
Έχουμε κάποιες κοινές αγάπες όπως οι The Cure, οι Siouxsie and the Banshees, οι Bauhaus, και οι Dead Can Dance. Γενικότερα τα περισσότερα από τη σκοτεινή σκηνή της δεκαετίας του ’80. Προσωπικά, είμαι μεγάλος οπαδός του Bowie, ο Franck είναι ερωτευμένος με τους The Sound και o Chrys έχει περισσότερο punk ακούσματα, ειδικότερα από τη σκηνή της Βρετανίας από τα τέλη της δεκαετίας του ’70.
– Τι σας οδήγησε στην απόφαση της επανένωσης;
Η μπάντα διαλύθηκε το 1997 και σταματήσαμε να βρισκόμαστε για λίγο καιρό. Επικοινωνήσαμε ξανά όταν ένας Γάλλος συγγραφέας, ο Tony Leduc Gugnalons άρχισε να γράφει μια βιογραφία για το συγκρότημα, γύρω στο 2010. Μετά από αυτό, το έναυσμα ήταν η υπογραφή το 2019 με το Cleopatra Records για την επανακυκλοφορία των άλμπουμ μας. Αυτό μας έδωσε την ευκαιρία να ξανασυναντηθούμε και η Roma ήταν αυτή που πρότεινε να ξαναπαίξουμε μαζί και καταλήξαμε ότι ίσως άξιζε μια προσπάθεια. Δυστυχώς, έναν χρόνο αργότερα, η Roma εμφάνισε οστεοαρθρίτιδα στα χέρια της και δεν μπορούσε πλέον να παίξει μαζί μας. Με την συναίνεσή της, προσλάβαμε τον Laurent, έναν εξαιρετικό ντράμερ που γνωρίζαμε ήδη, και μπόρεσαν να συνεργαστούν έτσι ώστε τα ντραμς που έπαιζε ο Laurent να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στο πνεύμα της μπάντας.
– Πώς αισθάνεστε που είστε και πάλι μαζί μετά από 25 χρόνια;
Αυτό που νιώθουμε είναι απίστευτο. Είμαστε συγκλονισμένοι από τα μηνύματα κι από το feedback που λαμβάνουμε. Το κοινό αποτελείται τόσο από ανθρώπους της ηλικίας μας, που χαίρονται που μας ξαναβλέπουν, όσο κι από νέους από 16 ετών, που μας ανακάλυψαν πρόσφατα. Αυτός ο συνδυασμός είναι υπέροχος και πραγματικά απροσδόκητος για εμάς.
– Πιστεύετε ότι υπάρχει ακόμα γόνιμο έδαφος για τη dark wave/post punk/gothic σκηνή, ότι έχει πράγματα να προσφέρει, ή ότι είναι ένα είδος που επιβιώνει ως νοσταλγικός ήχος μιας μικρής μερίδας κάποιων ρομαντικών τύπων που αναβιώνουν το παρελθόν;
Όπως προανέφερα, βλέπουμε πολλούς νέους στις συναυλίες μας! Θα έλεγα λοιπόν ότι μπορούμε να νιώσουμε ένα είδος αναβίωσης. Ίσως όχι τόσο “gothic” αλλά περισσότερο postpunk/new wave και έχουμε την ευκαιρία να έχουμε τραγούδια που τελικά δεν είναι τόσο goth για τους περισσότερους αλλά περισσότερο στο dark-rock. Αυτός είναι ίσως ο λόγος που τα άλμπουμ μας έχουν μέσα στον χρόνο!
– Θέλετε να μας περιγράψετε το κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο που επηρέασε όταν αρχίσατε να γράφετε μουσική, ειδικά το πρώτο σας άλμπουμ “Twilight“; Τι πιστεύετε ότι έχει αλλάξει από τότε;
Υπήρχε ένα είδος ελευθερίας και μια ελπίδα. Ίσως και επειδή ήμασταν 20 χρονών τότε και έτσι βλέπαμε τον κόσμο. Μουσικά, ήταν μια αρκετά παραγωγική περίοδος. Indie rock, shoegaze, gothic, electro… όλα συνέβαιναν. Επίσης είχαμε την τύχη να έχουμε ένα πολύ ενεργό δίκτυο από fanzines για τη σκοτεινή μουσική, το οποίο μας επέτρεψε να γίνουμε αρκετά γνωστοί κι εκτός συνόρων.
– Πάντα υπάρχει ένας διάχυτος ρομαντισμός σας στα τραγούδια σας. Πώς ανακαλύψατε αυτή την πλευρά του εαυτού σας;
Όσον αφορά τους στίχους μου, έχεις δίκιο! Τείνουν συχνά στον σκοτεινό ρομαντισμό, χωρίς να προσπαθώ να μην γίνομαι πολύ στερεοτυπικός. Αυτά τα τραγούδια είναι για μένα σαν ένα ημερολόγιο της νιότης μου. Μερικές από τις θεματολογίες που καταπιάνομαι είναι απλές, ενώ άλλες πιο σκοτεινές, αλλά ο καθένας που τα ακούει θα κάνει τη δική του ερμηνεία. Η ερώτησή σου με έκανε να σκεφτώ για τους στίχους αυτούς έπειτα από 25 χρόνια. Στη συνέχεια σταμάτησα να κάνω ερωτήσεις στον εαυτό μου. Αυτά τα τραγούδια υπάρχουν και με χαρά επιτέλους βουτάω ξανά μέσα τους χωρίς κάνω overthinking!
– Πιστεύετε ότι ο ήχος μιας γλώσσας συμμετέχει στο συνολικό μουσικό αποτέλεσμα; Γιατί επιλέξατε την αγγλική γλώσσα;
Ω ναι, σίγουρα ο ήχος της γλώσσας συμμετέχει στο μουσικό αποτέλεσμα! Το να τραγουδήσω σε μια άλλη γλώσσα εκτός από τα αγγλικά δεν τέθηκε ποτέ σαν ζήτημα! Η μουσική μας κουλτούρα είναι κατά 99,99% αγγλοσαξονική. Μου αρέσει να γράφω στα αγγλικά, είναι η γλώσσα στην οποία αισθάνομαι πιο άνετα όταν τραγουδάω.
– Ποιες είναι οι καλλιτεχνικές σας αναφορές πέραν της μουσικής που ενσωματώνονται στη μουσική σας;
Όταν ήμουν έφηβος, έγραφα πολλή ποίηση, έχω ολόκληρα τετράδια! Μου άρεσε πολύ ο Μπωντλαίρ, αλλά με ενέπνεαν επίσης πολύ οι στίχοι των τραγουδιστών που άκουγα, και κυρίως αυτοί του Robert Smith. Μου άρεσε το γεγονός ότι χρησιμοποιούσε πολύ απλές λέξεις για να εκφράσει βαθιά πράγματα. Η μουσική μας είναι επίσης κινηματογραφική, φυσικά. Ένα τραγούδι όπως το “The Smile Of Grace” στο Sylphes είναι εμπνευσμένο από τις ταινίες του David Lynch, και συγκεκριμένα από τη σειρά Twin Peaks.
– Ποιες είναι οι σκέψεις σας για το ελληνικό κοινό σας; Δεν είμαι σίγουρη αν το γνωρίζετε ήδη αυτό, αλλά υπήρχε μέχρι σχετικά πρόσφατα ένα dark wave club που λεγόταν Rebound, το οποίο ήταν ένα από τα πιο εμβληματικά και μακροβιότερα εναλλακτικά club της Αθήνας, στο οποίο κάθε Σάββατο βράδυ όλοι σηκώνονταν και χόρευαν με το τραγούδι σας “Absent Friend”. Τι συναισθήματα σας προκαλεί αυτή η εικόνα;
Ω… δεν το ξέραμε αυτό. Δεν γνωρίσαμε ποτέ το ελληνικό κοινό μας… για να πω την αλήθεια, πριν την επανένωσή μας πριν από μερικά χρόνια δεν γνωρίζαμε καν ότι είχαμε κοινό στην Ελλάδα ! Αυτή θα είναι η πρώτη μας φορά εδώ, κι ανυπομονούμε πραγματικά να έρθουμε. Θα περάσουμε και λίγες μέρες στην Αθήνα, καθώς είναι όλων μας η πρώτη φορά που επισκεπτόμαστε τη χώρα.
– Μιας και αναφερθήκαμε στο κομμάτι “Absent Friend”, ποια είναι η ιστορία πίσω από αυτό;
Το Absent friend είναι από τα παλαιότερα τραγούδια μας! Βρίσκεται στο πρώτο demo που δημιουργήσαμε το 1992. Είναι ένα τραγούδι που αμφισβητεί το θρησκευτικό γεγονός. Ο απόντας φίλος θα μπορούσε να είναι ο Θεός που χρειαζόμαστε αλλά ωστόσο δεν εμφανίζεται ποτέ.
– Ποια είναι τα σχέδια των Corpus Delicti για το μέλλον;
Σίγουρα περισσότερες ζωντανές εμφανίσεις! Αυτή ήταν κυρίως και η αφορμή για την επανένωσή μας άλλωστε. Για να απολαύσουμε αυτές τις στιγμές με το κοινό. Όσον αφορά κάποια νέα κυκλοφορία, ειλικρινά, δεν ξέρουμε ακόμα. Δεν έχουμε αρχίσει να δουλεύουμε πάνω σε κάτι νέο, καθώς είμαστε επικεντρωμένοι στις συναυλίες. Αλλά δεν το απορρίπτουμε σαν σκέψη.
– Τι να περιμένουμε στην εμφάνισή σας στο Deathdisco στις 25 Φλεβάρη;
Επί σκηνής, η φιλοδοξία μας είναι να παρουσιάσουμε κάτι δυναμικό και έντονο, αλλά θέλουμε και το κοινό να μπορέσει να συμμετέχει όσο το δυνατόν περισσότερο. Προσωπικά, μου αρέσει να κατεβαίνω στον κόσμο και να τους λέω τις μικρές μου ιστορίες. Έτσι ευελπιστούμε σε μια κοινή εμπειρία που θα φέρει χαρά και ευφορία σε όσους θα βρισκόμαστε εκεί.