Ενώ οι Kraftwerk υπήρχαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, φέρνοντας την καινοτόμο ηλεκτρονική μουσική τους στις μάζες με κυκλοφορίες όπως το Autobahn (1974) και το Radioactivity δύο χρόνια αργότερα, το The Man-Machine του 1978 ήταν που όρισε πραγματικά τον τόνο για τη δεκαετία του 1980. Το άλμπουμ όχι μόνο χάρισε μια πιο προσιτή κλίση και έναν πιο χορευτικό ρυθμό στον πειραματικό τους ήχο, αλλά σηματοδότησε επίσης την ωρίμανση της γερμανικής κολεκτίβας ως είδωλο του στυλ. Ο αντίκτυπος των Kraftwerk στη μόδα και τη μουσική της δεκαετίας του 1980 ήταν σχεδόν τόσο καθοριστικός όσο αυτός του LSD κατά τη δεκαετία του ’60.
Η εικόνα στο εξώφυλλο του άλμπουμ του The Man-Machine ήταν εμπνευσμένη από τον Ρώσο καλλιτέχνη El Lissitzky και το κίνημα του υπερματισμού. Η εμβληματική εικόνα του γκρουπ ντυμένου με την κοινή εντυπωσιακή «στολή» με τα κόκκινα πουκάμισα και τις μαύρες γραβάτες καθιερώθηκε κατά τη διάρκεια των επόμενων περιοδειών, όπου ως γνωστόν εμφανίζονταν με τη «στολή» ενώ στέκονταν στη σειρά με τα drum machines, τα synthesisers και τα vocoders στα χέρια τους.
Οι Kraftwerk παρουσιάζονταν ως εκκεντρικά ρομποτικά ανθρωποειδή που βγήκαν μόλις από τη γραμμή παραγωγής ενός γερμανικού εργοστασίου, η λειτουργία των οποίων είναι να παράγουν μουσική για να ευχαριστήσουν τους ανθρώπους του πλανήτη γη. Αυτό το συναίσθημα μεταδιδόταν κυριολεκτικά κατά τη διάρκεια των ζωντανών εμφανίσεων, όπου η μπάντα χρησιμοποιούσε κούκλες-αντίγραφα του εαυτού τους με την εμβληματική «στολή» για τις εκτελέσεις του «The Robots».
Το The Man-Machine ήταν ένα είδος concept άλμπουμ. Το αραιό, πειραγμένο, φωνητικό περιεχόμενο περιβάλλεται από συνθετικά ορχηστρικά που φέρνουν ρυθμό στους ψυχρούς, επιμελείς ήχους της γερμανικής βιομηχανικής μηχανής. Το εναρκτήριο κομμάτι, «Das Robots», ξεκινάει με παράξενους θορύβους σαν να έχει ληφθεί δείγμα από ταινία επιστημονικής φαντασίας, προτού βυθιστεί σε μια ροή που ταιριάζει στον Peter Crouch. Τα φωνητικά μπαίνουν αργότερα με έναν άψυχο τόνο και ακούραστη ομοιομορφία καθώς διακηρύσσουν, «είμαστε τα ρομπότ».
Από τα τρία singles του 36λεπτου άλμπουμ, το «Das Model» ήταν το πιο επιτυχημένο. Η βρετανική εκδοχή του κομματιού, «The Model», κυκλοφόρησε το 1981 και χάρη στην παρατεταμένη προβολή του στους ραδιοφωνικούς σταθμούς, έφτασε στο Νο1 τον Φεβρουάριο του 1982. Το κομμάτι έχει τον ήχο που χαρακτηρίζει εγγενώς τη δεκαετία του 1980 -ηχογραφήθηκε αρχικά το 1978. Αυτή η παρατήρηση χρησιμεύει ως απόδειξη της επιρροής που άσκησαν οι Kraftwerk στην ποπ μουσική της δεκαετίας του 1980.
Το άλμπουμ φέρνει μια ηχητική επέλαση βιομηχανικού θορύβου ακουμπησμένου σε ευχάριστα μοτίβα που είναι αρκετά ποικίλα ώστε να μην γίνονται ενοχλητικά. Το εξαιρετικά επιδραστικό single Neon Lights φέρνει μια ουσιαστική ισορροπία στον δίσκο με το πιο αργό του τέμπο και τα λιγότερο πειραγμένα φωνητικά που αφηγούνται μια ιστορία μιας σύγχρονης νύχτας στην πόλη. Το Neon Lights διασκευάστηκε ως γνωστόν από τους OMD για το άλμπουμ τους «Sugar Tax», το 1991.
Ο μοναδικός αντίκτυπος των Γερμανών πρωτοπόρων του electro μπορεί να φανεί και να ακουστεί ευδιάκριτα στις ερμηνείες μεταγενέστερων μουσικών και σχημάτων όπως οι David Bowie, Gary Numan, Visage, Ultravox, Depeche Mode και The Human League. Όπως είπε κάποτε ο Martin Gore των Depeche Mode: «Για όποιον από τη γενιά μας ασχολείται με την ηλεκτρονική μουσική, οι Kraftwerk ήταν οι νονοί».
Η ακούραστη επιρροή του συγκροτήματος μέχρι σήμερα είναι αξιοσημείωτη. Παρόλο που μπορεί να έχουμε απομακρυνθεί από το βαρύγδουπο sci-fi στυλ που οι Kraftwerk ουσιαστικά εφηύραν, σύγχρονα συγκροτήματα από τον Aphex Twin μέχρι τους LCD Soundsystem εξακολουθούν να αναφέρουν συχνά τους Γερμανούς νονούς ως σημαντική επιρροή. Φυσικά, το The Man-Machine δεν καθόρισε ήταν αυτό που καθόρισε την υπερδύναμη των Kraftwerk ούτε τη δημοφιλία τους, αλλά ήταν το άλμπουμ που έδειξε στους μουσικούς του synth wave των 80s πώς να εφαρμόζουν την ηλεκτρονική καινοτομία τους σε εξαιρετικά προσιτό και χορευτικό υλικό.