Είναι μεσημέρι μιας ηλιόλουστης καθημερινής στο κέντρο της Αθήνας. Περπατάω στην σκεπασμένη από δέντρα οδό Μάρκου Μουσούρου στο Μετς και μπροστά μου, στα τρία μέτρα, προπορεύεται ο Φοίβος Δεληβοριάς. Φοράει ένα ροζ φλοράλ πουκάμισο που τον κάνει να γίνεται ένα με τις ανθισμένες μυγδαλιές γύρω του, αλλά, την ίδια στιγμή, μαγικώ τω τρόπω, τον κάνει και να ξεχωρίζει από όλο τον περίγυρό του –όπως δηλαδή συνέβαινε πάντα στη ζωή του.
Όση ώρα προχωράει μπροστά, ο Φοίβος σιγοτραγουδάει ένα αγαπημένο του κομμάτι. Πιάνει την μελωδία, σταματάει, μετά διορθώνει λίγο τον εαυτό του στους στίχους και μετά την ξαναρχίζει, πιάνοντας την από το σημείο που την άφησε και φτου και από την αρχή σε αυτήν την ιδιότυπη Κύρου Ανάβαση μέχρι το σημείο της προσυνεννοημένης μας φωτογράφησης.
Ξαφνικά, ο Φοίβος σταματά να περπατάει, γυρνάει, με κοιτάει και μου κάνει νόημα με τα μάτια του προς τα πάνω, δείχνοντάς μου με το βλέμμα του τα ανθισμένα δέντρα. Την ωρίμανση της Φύσης.
Θα’ ναι σαν να μπαίνει η Άνοιξη.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο της καριέρας του βρίσκεται και ο ίδιος ο Φοίβος με το νέο του άλμπουμ, με τίτλο «ΑΝΙΜΕ»: την φάση της απόλυτης καλλιτεχνικής ωρίμανσης, λίγο πριν τα 48 του χρόνια, στο απόλυτο καταστάλαγμα της μουσικής του ταυτότητας.
Το «ΑΝΙΜΕ» ρίχνει την αυλαία σε μια τριλογία δίσκων. Είχαν προηγηθεί το «Αόρατος Άνθρωπος» του 2010 με θέμα την ερωτική απώλεια και η «Καλλιθέα» του 2015 με στιχουργική «άγκυρα» την παιδικότητα, την μνήμη και την νοσταλγία. Αμφότερα, άκρως «φοιβικά» – μα καθόλου «εφηβικά» -ακούσματα. Υπάρχει όμως όντως αυτή η αίσθηση της προκαλυμμένης τριλογίας ή απλώς το φανταστήκαμε εμείς οι δημοσιογράφοι, προσπαθώντας να εντοπίσουμε μια αόρατη στιχουργική φλέβα που να ενώνει αυτά τα τρία άλμπουμ;
«Δεν ισχύει με τους τυπικούς όρους», μου λέει, «Αν υπάρχει όντως κάτι που ενώνει αυτά τα τρία άλμπουμ είναι ότι πρόκειται για τους δίσκους της ωρίμανσής μου. Στους πρώτους μου δίσκους πάλεψα με διάφορα φαντάσματα, ερωτικά, προσωπικά, οικογενειακά. Πλέον, τα φαντάσματα αυτά του παρελθόντος έγιναν σύμμαχοι μου. Πλέον μπορώ να κάνω μαγικά μαζί τους, είναι φίλοι μου. Το “ΑΝΙΜΕ” είναι, ωστόσο, ένα μικρό concept άλμπουμ καθώς έχει μια θεματική, που είναι η κοινωνία και την ψυχή της».
Παρατηρητής και εμψυχωτής
Ο τίτλος «ΑΝΙΜΕ» έχει διττή σημασία: αφενός αναφέρεται στα γιαπωνέζικα κινούμενα σχέδια και αφετέρου στην λατινική λέξη για την «ψυχή», που είναι anima και που με την σειρά της προέρχεται από το ρήμα «animare» που σημαίνει «εμψυχώνω».
Ο Φοίβος από τότε που θυμάται τον εαυτό του, ήταν ένας ενθουσιώδης εμψυχωτής του περίγυρού του -αν και όχι πάντα με τα πλέον επιθυμητά αποτελέσματα. Αλλά και πάλι, η πρόθεση μετράει.
«Εγώ από παιδάκι έλεγα συνέχεια ψέματα, αλλά όχι για να ξεφύγω από κατι, από το ότι δεν διάβασα, ας πούμε, τα μαθήματα μου. Απλά έλεγα στους συμμαθητές μου πάντα κατι πιο ωραίο από αυτό που συνέβαινε στην μουντή σχολική καθημερινότητά μου. Έτσι, τους ανέφερα ότι ο Θανάσης Βέγγος είναι θείος μου και έρχεται στο σπίτι μας κάθε Κυριακή. Ή ότι ο μπαμπάς μου έχει εργοστάσιο παιχνιδιών. Στην δασκάλα μου της έλεγα ότι η μητέρα μου έμεινε έγκυος, ενώ αυτό δεν συνέβη ποτέ, ενώ, αντίστοιχα, στην μάνα μου έλεγα μια μελό ιστορία με την δασκάλα μου που επίσης ουδέποτε έλαβε χώρα. Αλλά μετά από μια βαρετή ημέρα γεμάτη με μαθηματικά, έπρεπε να βγάλω από το κεφάλι μου κάτι προκειμένου τα αλλά παιδάκια να εκπλαγούν».
Βέβαια, αυτή η τακτική, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν απέδιδε πάντα τους καρπούς που οραματιζόταν ο εμπνευστής της.
«Έγινα τραγουδοποιός λόγω των πληγών που υπέστη από μικρός. Τα εφηβικά τραύματα με οδήγησαν σε αυτό. Είχα θέματα με όλα: με γονείς, με τον μικροαστικό μου περίγυρο, με το σχολείο μου και με τα κορίτσια. Και ένιωθα και αταίριαστος. Δεν ταίριαζα πολύ με τους γύρω μου, δεν συμβάδιζα καθόλου με τον σχολικό μου περίγυρο», μου επισημαίνει και συνεχίζει: «Λόγου χάρη, στα 13 μου χρόνια πήγαινα μόνος μου στα δισκοπωλεία, στο Happening και το Metropolis και αγόραζα τα άλμπουμ του Tom Waits ή την «Μπανάνα» των Velvet Underground. Και άντε μετά να βρω στο σχολείο κάποιον που να τα ακούει αυτά. Μπορούσα φυσικά κι εγώ να μιλήσω για τα ακούσματα της εποχής μου, για τους Duran Duran και για τους Scorpions, δεν ήμουν εντελώς έξω από αυτό. Αλλά όταν πήγαινα να μιλήσω στους συμμαθητές μου για κάτι που μου άρεσε εμένα πραγματικά πολύ, δεν υπήρχε καμιά περίπτωση να τους το επικοινωνήσω. Που το έκανα δηλαδή με κάποιο τρόπο, αλλά όλη αυτή η διαδικασία κατόπιν μου δημιουργούσε τραύματα».
Τραύματα που, φυσικά, συνεχίζουν να ταλανίζουν τον Φοίβο, μέχρι και σήμερα. Γιατί μπορεί πλέον να έχει μετατραπεί, εδώ και μια 25ετία περίπου, σε έναν οξύ και καίριο παρατηρητή της ελληνικής κοινωνίας, με τραγούδια που κόβουν με το νυστέρι το συλλογικό υποσυνείδητο (π.χ. ο οριακός του «Καθρέπτης» ή ακόμη και η ευφάνταστη «Υβρεοπομπή» του), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σταμάτησε να κρίνει πρωτίστως τον ίδιο του τον εαυτό. Ο ίδιος όμως είναι διατεθειμένος να δει πίσω από τον Καθρέπτη που τον εμποδίζει να διακρίνει τον πραγματικό του εαυτό. Και θα το καταφέρει, ακόμη και αν χρειαστεί να κάνει τον Καθρέφτη του κομμάτια.
«Κάποια από τα τραγούδια στο νέο άλμπουμ, όπως π.χ. η “Άγρια Ορχιδέα” ή ο “Λωτοφάγος” έχουν στόχο και εμένα, προκειμένου να βγει αυτό το μαύρο πράγμα που ενίοτε ενυπάρχει μέσα μου», τονίζει εμφατικά ο ίδιος και κατόπιν πίνει μια γουλιά από τον φυσικό χυμό πορτοκάλι του και με κοιτάει στα μάτια, λέγοντάς μου χαμηλόφωνα, σχεδόν υπαινικτικά ότι «κάθε φορά που δίνω συνεντεύξεις, αμέσως μετά σκέπτομαι “αυτό τώρα γιατί το είπα, ήταν ανάγκη; Λες να μου την πει κάποιος γι’ αυτό;” Είναι σαν να πιστεύω ότι θα πάω φυλακή επειδή είπα κάτι λάθος, ότι κάπου υπάρχει ένα αόρατο πνευματικό κάτεργο που μου φορτώνει τύψεις. Σαν να φοβάμαι ότι ένας πολύ πιο σοβαρός άνθρωπος από εμένα, ένας ποιητής που αγαπώ και θαυμάζω, ας πούμε, θα διαβάσει την συνέντευξη μου και θα γίνω ξευτίλας με όσα είπα. Αλλά μετά αυτοσαρκάζομαι. Και ο αυτοσαρκασμός είναι ένα πολύ ωραίο κόλπο όταν έχεις πει διάφορες μαλακίες».
Την ώρα που τελειώνει η φωτογράφηση και αποχαιρετώντας τον, τόν ρωτάω τι αντιδράσεις περιμένει για το «ΑΝΙΜΕ». Σκέφτεται για μερικά δευτερόλεπτα και δίχως καν να διστάσει, μού λέει σιβυλλικά:
«Αυτό που δεν λέγεται και αυτό που δεν εκφράζεται μεταξύ ενός καλλιτέχνη και του ακροατή του, αυτό ακριβώς είναι ένα τραγούδι».
* Το άλμπουμ «ΑΝΙΜΕ» κυκλοφορεί από την Inner Ear.
Είναι μεσημέρι μιας ηλιόλουστης καθημερινής στο κέντρο της Αθήνας. Περπατάω στην σκεπασμένη από δέντρα οδό Μάρκου Μουσούρου στο Μετς και μπροστά μου, στα τρία μέτρα, προπορεύεται ο Φοίβος Δεληβοριάς. Φοράει ένα ροζ φλοράλ πουκάμισο που τον κάνει να γίνεται ένα με τις ανθισμένες μυγδαλιές γύρω του, αλλά, την ίδια στιγμή, μαγικώ τω τρόπω, τον κάνει και να ξεχωρίζει από όλο τον περίγυρό του –όπως δηλαδή συνέβαινε πάντα στη ζωή του.
Όση ώρα προχωράει μπροστά, ο Φοίβος σιγοτραγουδάει ένα αγαπημένο του κομμάτι. Πιάνει την μελωδία, σταματάει, μετά διορθώνει λίγο τον εαυτό του στους στίχους και μετά την ξαναρχίζει, πιάνοντας την από το σημείο που την άφησε και φτου και από την αρχή σε αυτήν την ιδιότυπη Κύρου Ανάβαση μέχρι το σημείο της προσυνεννοημένης μας φωτογράφησης.
Ξαφνικά, ο Φοίβος σταματά να περπατάει, γυρνάει, με κοιτάει και μου κάνει νόημα με τα μάτια του προς τα πάνω, δείχνοντάς μου με το βλέμμα του τα ανθισμένα δέντρα. Την ωρίμανση της Φύσης.
Θα’ ναι σαν να μπαίνει η Άνοιξη.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο της καριέρας του βρίσκεται και ο ίδιος ο Φοίβος με το νέο του άλμπουμ, με τίτλο «ΑΝΙΜΕ»: την φάση της απόλυτης καλλιτεχνικής ωρίμανσης, λίγο πριν τα 48 του χρόνια, στο απόλυτο καταστάλαγμα της μουσικής του ταυτότητας.
Το «ΑΝΙΜΕ» ρίχνει την αυλαία σε μια τριλογία δίσκων. Είχαν προηγηθεί το «Αόρατος Άνθρωπος» του 2010 με θέμα την ερωτική απώλεια και η «Καλλιθέα» του 2015 με στιχουργική «άγκυρα» την παιδικότητα, την μνήμη και την νοσταλγία. Αμφότερα, άκρως «φοιβικά» – μα καθόλου «εφηβικά» -ακούσματα. Υπάρχει όμως όντως αυτή η αίσθηση της προκαλυμμένης τριλογίας ή απλώς το φανταστήκαμε εμείς οι δημοσιογράφοι, προσπαθώντας να εντοπίσουμε μια αόρατη στιχουργική φλέβα που να ενώνει αυτά τα τρία άλμπουμ;
«Δεν ισχύει με τους τυπικούς όρους», μου λέει, «Αν υπάρχει όντως κάτι που ενώνει αυτά τα τρία άλμπουμ είναι ότι πρόκειται για τους δίσκους της ωρίμανσής μου. Στους πρώτους μου δίσκους πάλεψα με διάφορα φαντάσματα, ερωτικά, προσωπικά, οικογενειακά. Πλέον, τα φαντάσματα αυτά του παρελθόντος έγιναν σύμμαχοι μου. Πλέον μπορώ να κάνω μαγικά μαζί τους, είναι φίλοι μου. Το “ΑΝΙΜΕ” είναι, ωστόσο, ένα μικρό concept άλμπουμ καθώς έχει μια θεματική, που είναι η κοινωνία και την ψυχή της».
Παρατηρητής και εμψυχωτής
Ο τίτλος «ΑΝΙΜΕ» έχει διττή σημασία: αφενός αναφέρεται στα γιαπωνέζικα κινούμενα σχέδια και αφετέρου στην λατινική λέξη για την «ψυχή», που είναι anima και που με την σειρά της προέρχεται από το ρήμα «animare» που σημαίνει «εμψυχώνω».
Ο Φοίβος από τότε που θυμάται τον εαυτό του, ήταν ένας ενθουσιώδης εμψυχωτής του περίγυρού του -αν και όχι πάντα με τα πλέον επιθυμητά αποτελέσματα. Αλλά και πάλι, η πρόθεση μετράει.
«Εγώ από παιδάκι έλεγα συνέχεια ψέματα, αλλά όχι για να ξεφύγω από κατι, από το ότι δεν διάβασα, ας πούμε, τα μαθήματα μου. Απλά έλεγα στους συμμαθητές μου πάντα κατι πιο ωραίο από αυτό που συνέβαινε στην μουντή σχολική καθημερινότητά μου. Έτσι, τους ανέφερα ότι ο Θανάσης Βέγγος είναι θείος μου και έρχεται στο σπίτι μας κάθε Κυριακή. Ή ότι ο μπαμπάς μου έχει εργοστάσιο παιχνιδιών. Στην δασκάλα μου της έλεγα ότι η μητέρα μου έμεινε έγκυος, ενώ αυτό δεν συνέβη ποτέ, ενώ, αντίστοιχα, στην μάνα μου έλεγα μια μελό ιστορία με την δασκάλα μου που επίσης ουδέποτε έλαβε χώρα. Αλλά μετά από μια βαρετή ημέρα γεμάτη με μαθηματικά, έπρεπε να βγάλω από το κεφάλι μου κάτι προκειμένου τα αλλά παιδάκια να εκπλαγούν».
Βέβαια, αυτή η τακτική, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν απέδιδε πάντα τους καρπούς που οραματιζόταν ο εμπνευστής της.
«Έγινα τραγουδοποιός λόγω των πληγών που υπέστη από μικρός. Τα εφηβικά τραύματα με οδήγησαν σε αυτό. Είχα θέματα με όλα: με γονείς, με τον μικροαστικό μου περίγυρο, με το σχολείο μου και με τα κορίτσια. Και ένιωθα και αταίριαστος. Δεν ταίριαζα πολύ με τους γύρω μου, δεν συμβάδιζα καθόλου με τον σχολικό μου περίγυρο», μου επισημαίνει και συνεχίζει: «Λόγου χάρη, στα 13 μου χρόνια πήγαινα μόνος μου στα δισκοπωλεία, στο Happening και το Metropolis και αγόραζα τα άλμπουμ του Tom Waits ή την «Μπανάνα» των Velvet Underground. Και άντε μετά να βρω στο σχολείο κάποιον που να τα ακούει αυτά. Μπορούσα φυσικά κι εγώ να μιλήσω για τα ακούσματα της εποχής μου, για τους Duran Duran και για τους Scorpions, δεν ήμουν εντελώς έξω από αυτό. Αλλά όταν πήγαινα να μιλήσω στους συμμαθητές μου για κάτι που μου άρεσε εμένα πραγματικά πολύ, δεν υπήρχε καμιά περίπτωση να τους το επικοινωνήσω. Που το έκανα δηλαδή με κάποιο τρόπο, αλλά όλη αυτή η διαδικασία κατόπιν μου δημιουργούσε τραύματα».
Τραύματα που, φυσικά, συνεχίζουν να ταλανίζουν τον Φοίβο, μέχρι και σήμερα. Γιατί μπορεί πλέον να έχει μετατραπεί, εδώ και μια 25ετία περίπου, σε έναν οξύ και καίριο παρατηρητή της ελληνικής κοινωνίας, με τραγούδια που κόβουν με το νυστέρι το συλλογικό υποσυνείδητο (π.χ. ο οριακός του «Καθρέπτης» ή ακόμη και η ευφάνταστη «Υβρεοπομπή» του), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σταμάτησε να κρίνει πρωτίστως τον ίδιο του τον εαυτό. Ο ίδιος όμως είναι διατεθειμένος να δει πίσω από τον Καθρέπτη που τον εμποδίζει να διακρίνει τον πραγματικό του εαυτό. Και θα το καταφέρει, ακόμη και αν χρειαστεί να κάνει τον Καθρέφτη του κομμάτια.
«Κάποια από τα τραγούδια στο νέο άλμπουμ, όπως π.χ. η “Άγρια Ορχιδέα” ή ο “Λωτοφάγος” έχουν στόχο και εμένα, προκειμένου να βγει αυτό το μαύρο πράγμα που ενίοτε ενυπάρχει μέσα μου», τονίζει εμφατικά ο ίδιος και κατόπιν πίνει μια γουλιά από τον φυσικό χυμό πορτοκάλι του και με κοιτάει στα μάτια, λέγοντάς μου χαμηλόφωνα, σχεδόν υπαινικτικά ότι «κάθε φορά που δίνω συνεντεύξεις, αμέσως μετά σκέπτομαι “αυτό τώρα γιατί το είπα, ήταν ανάγκη; Λες να μου την πει κάποιος γι’ αυτό;” Είναι σαν να πιστεύω ότι θα πάω φυλακή επειδή είπα κάτι λάθος, ότι κάπου υπάρχει ένα αόρατο πνευματικό κάτεργο που μου φορτώνει τύψεις. Σαν να φοβάμαι ότι ένας πολύ πιο σοβαρός άνθρωπος από εμένα, ένας ποιητής που αγαπώ και θαυμάζω, ας πούμε, θα διαβάσει την συνέντευξη μου και θα γίνω ξευτίλας με όσα είπα. Αλλά μετά αυτοσαρκάζομαι. Και ο αυτοσαρκασμός είναι ένα πολύ ωραίο κόλπο όταν έχεις πει διάφορες μαλακίες».
Την ώρα που τελειώνει η φωτογράφηση και αποχαιρετώντας τον, τόν ρωτάω τι αντιδράσεις περιμένει για το «ΑΝΙΜΕ». Σκέφτεται για μερικά δευτερόλεπτα και δίχως καν να διστάσει, μού λέει σιβυλλικά:
«Αυτό που δεν λέγεται και αυτό που δεν εκφράζεται μεταξύ ενός καλλιτέχνη και του ακροατή του, αυτό ακριβώς είναι ένα τραγούδι».
* Το άλμπουμ «ΑΝΙΜΕ» κυκλοφορεί από την Inner Ear.