Τους άκουγες στο ραδιόφωνο και τους χόρευες σε πάρτι μέχρι τελικής πτώσεως. Στις αρχές των 00ς, οι Μίκρο είχαν κατακλύσει τις ηλεκτρονικές playlist τόσο της mainstream όσο και της πιο underground σκηνής, καταφέρνοντας να αποτυπωθούν στο μουσικό συλλογικό ασυνείδητο μιας ολόκληρης γενιάς. Ορισμένοι τους δέχτηκαν με την αναμενόμενη καχυποψία, άλλοι με έναν κοινωνικό αυτοματισμό, αλλά όλοι ανεξαρτήτως μαγεύτηκαν από τον νέο ήχο που έφεραν στην ελληνική δισκογραφία. Ήχος φρέσκος, ανάλαφρος, sexy, χαρούμενος, ηλιόλουστος, χορευτικός, μα πάνω απ΄ όλα, pop. Μια pop που σέβεται τον εαυτό της, ή η pop έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Αναπηδούσε σαν ελατήριο στον χώρο και οδηγούσε ακούσια τα πόδια σε έναν εκστατικά ανακουφιστικό χορό.

Στον πλανήτη Happy, μπορεί κανείς να μην έκλεινε μάτι, αλλά αυτός ο χαρωπός πλανήτης της μετεφηβείας μας έχει παρέλθει προ καιρού. Νοσταλγία για το παλιό και γνώριμο, τότε που νομίζαμε ότι ο χρόνος μας παρακολουθεί ακίνητος σε έκσταση και ξαφνικά ξυπνήσαμε σ’ έναν κόσμο ενηλίκων. Εξέφρασαν μια γενιά και μια κοσμοθεωρία που σκέφτεται με εικόνες μέσα από αυτό που θα αποκαλούσαμε «ανεβαστική» μουσική. Και αν απορεί κανείς αν μια τέτοια υφολογία εξακολουθεί να έχει θέση στην ομοιοπαθητική της εποχής μας, η απάντηση είναι ότι οι Μίκρο καλύπτουν ένα μεγαλύτερο συναισθηματικό εύρος από αυτό, έχοντας στο δισκογραφικό τους ρόστερ πολλά downtempo και chillout κομμάτια, μέχρι πιο aggressive στίχο που προσομοιάζει σε ένα περισσότερο punk attitude.

Δημιουργήθηκαν στη Θεσσαλονίκη το 1997 από τον Νίκο Μπιτζένη -aka Nikonn και τον Γιάννη Λευκαδίτη μέσα από μουσικές αναζητήσεις και πειραματισμούς. Μέχρι τότε και οι δύο τους έπαιζαν σε διάφορες μπάντες. Το 1997 αποφάσισαν να ενώσουν τους κόσμους τους και να κάνουν κάτι που δεν είχε γίνει έως τότε στην Ελλάδα, μία indie electronic μπάντα με κιθάρες που θα κινείται στο χώρο της pop, electronica, easy listening, bigbeat, drum’n’bass, trip-hop και dance με ελληνικό στίχο.  Το όνομα που επέλεξαν είναι πρόθεμα μονάδας μέτρησης που έχει συσχετιστεί με την τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, κάτι αναμενόμενο αφού στην τότε ροκο-κρατούμενη τότε Θεσσαλονίκη, αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια ηλεκτρονική μπάντα με ελληνικό στίχο.

Από τότε οι Μίκρο πέρασαν από 40 κύματα, άλλαξαν μέλη με βασικό πάντα άξονα εμένα Νίκο Μπιτζένη και τον Γιάννη Λευκαδίτη και σήμερα μετά από 25 χρόνια είναι μία παρέα πέντε ανθρώπων – Νίκος και Απόστολος Μπιτζένης, Γιάννης Λευκαδίτης, Chloe Ann και Χρήστος Ασλανίδης.

Σήμερα γεωγραφικά τα μέλη της μπάντας βρίσκονται σε 5 διαφορετικές πόλεις. Ο Νίκος Μπιτζένης βρίσκεται μόνιμα στο Λονδίνο εδώ και 8 χρόνια, ο Γιάννης στη Σάμο, η Chloe Ann στην Αθήνα, ο Χρήστος στο Dubai και ο Απόστολος στο Ηράκλειο.

Μουσικά αυτόν τον καιρό ολοκληρώνουν το νέο τους album, μετά από ένα gap 10 περίπου χρόνων και το οποίο θα είναι έτοιμο πριν τα Χριστούγεννα. Στις 29 Σεπτέμβρη κυκλοφόρησε το 1ο single με τίτλο “Πηγή” το οποίο είναι ένας πολύ ενδιαφέρων συνδυασμός electronica και παραδοσιακής μουσικής.

Εν όψει της πολυαναμενόμενης συναυλίας τους στο Gazarte στις 4 Νοεμβρίου, ο βασικός πυρήνας των Μίκρο, Νίκος Μπιτζένης, μιλά στο Olafaq για τα 90ς, την τότε ροκο-κρατούμενη Θεσσαλονίκη, τους λόγους που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την Warner, τι πιστεύουν για τη δημιουργία μουσικής μέσω AI, αλλά και για τον καινούριο δίσκο που ετοιμάζουν.

– Πώς θα  περιγράφετε τη μουσική φιλοσοφία των Μίκρο;
Κάνε ότι σου αρέσει, δεν υπάρχουν κανόνες, δεν υπάρχουν όρια. Μην ακούς κανέναν. Κάνε μουσική πρώτα για τον εαυτό σου. Αν σου αρέσει τότε είναι καλό. Αν αρέσει και σε άλλους τότε μια χαρά. Αν δεν αρέσει σε άλλους, υπέροχα. Γενικώς, μη κάνεις μουσική για να αρέσει. Μη ξεπουλιέσαι. Μη κάνεις ό,τι δεν θα ήθελες να κάνει η αγαπημένη σου μπάντα.

– Η αγάπη σας για την dance μουσική, το trip hop και την ηλεκτροπόπ των 80ς, είναι προφανής. Μιλήστε μας λίγο για αυτή την εποχή.
Έχοντας μεγαλώσει τόσο με την pop των 80s όσο και με την εναλλακτική σκηνή του new wave των 80s αλλά και τη dance/rave της δεκαετίας του 90 το μυαλό μας έγινε ένα μίξερ όπου υποσυνείδητα επηρεαζόταν από όλα αυτά, ό,τι και να κάναμε. Η πολυσχιδής δεκαετία των 80s των Depeche Mode, Cure, Joy Division, New order, Smiths, U2 αλλά και των Bowie, Roxy Music, Duran Duran, Human League και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς, μας επηρέασε αφάνταστα. Βάλε στην εξίσωση και την επανάσταση της electronica των 90s που ζήσαμε μέσα από ένα συνεχόμενο rave και έτσι μπορείς να φανταστείς πως προέκυψε η πολλαπλή προσωπικότητα των Μίκρο. Πάντα πειραματιζόμαστε με νέα πράματα αλλά αυτές οι δύο δεκαετίες είναι και η πεμπτουσία στη μουσική τω Μίκρο. Δύο δεκαετίες γεμάτες πρωτότυπες μουσικές, διασκέδαση, πάρτυ και χορό μέχρι τελικής πτώσης.

– Πρωτοεμφανιστήκατε το 1997, μια εποχή που γενικότερα στην Ελλάδα και ειδικά στη Θεσσαλονίκη μεσουρανούσαν τα ροκ ακούσματα, με τα Ξύλινα Σπαθιά- (μάλιστα ο Πάνος Τόλιος που εντάχθηκε αργότερα στους Μίκρο, ήταν και drummer στους τελευταίους) και τις Τρύπες να βρίσκονται στο απόγειό τους. Πώς αποφασίσατε πρώτον να ασχοληθείτε με τον ηλεκτρονικό ήχο και δεύτερον, γιατί επιλέξατε τον ελληνικό στίχο;
Η επιλογή του ηλεκτρονικού ήχου δεν ήταν στην πραγματικότητα επιλογή. Ήταν μονόδρομος γιατί αυτός ο ήχος μας κέρδισε. Αυτό μας άρεσε. Και ήταν όντως ένας πολύ δύσκολος δρόμος στην όντως ροκο-κρατούμενη τότε Θεσσαλονίκη. Ακούγαμε συνέχεια από κόσμο να μας λέει ό,τι η ηλεκτρονική μουσική δεν είναι μουσική, ότι εμείς δεν είμαστε μουσικοί αλλά παίζουμε με κουμπάκια και άλλα τέτοια ευτράπελα. Σημασία δεν δίναμε γιατί άλλωστε δεν μας ένοιαζε. Δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε επιτυχίες και συναυλίες άλλωστε. Θέλαμε απλά να κάνουμε αυτό που μας αρέσει. Γνωρίζαμε πως δεν μπορούσαμε να μπούμε στο «κύκλωμα» παίζοντας αυτά που παίζαμε. Η αποδοχή ήρθε σιγά σιγά όταν ο κόσμος άρχισε να αγαπάει και να υποστηρίζει αυτό που κάναμε. Έτσι, «υποχρεωτικά» αρχίσαμε να παίζουμε σε φεστιβάλ. Ο ελληνικός στίχος ήταν μία μεγάλη πρόκληση, ειδικά για εμάς που είχαμε μεγαλώσει σχεδόν αποκλειστικά με αγγλόφωνη μουσική.  Το είδαμε σαν πρόκληση και σαν ευκαιρία ταυτόχρονα. Ήταν ίσως ο μόνος τρόπος να συναγωνιστούμε την εισαγόμενη electronica.

– Πώς πήρατε την απόφαση το 2003 να αποχωρήσετε από την Warner, από τη στιγμή που μόλις έναν χρόνο πριν η κυκλοφορία του δίσκου σας από την εν λόγω δισκογραφική, “Mίκρο Tronik*πλάσμα”, είχε σημειώσει τεράστια επιτυχία;
Μετά την κυκλοφορία του “Mίκρο Tronik*πλάσμα” συνειδητοποιήσαμε την πραγματικότητα των μεγάλων label και την εκμετάλλευση πίσω από τα συμβόλαια. Βλέπαμε την δισκογραφική εταιρία να βγάζει χρήματα και να μας δίνει ένα πολύ μικρό ποσοστό. Το σημαντικότερο είναι ότι βλέπαμε να «ρίχνουν» χρήματα σε λαϊκο-ποπ την ώρα που χρειαστήκαμε να μας υποστηρίξουν για να κάνουμε κάτι στο εξωτερικό. Υπήρξαν κάποια δείγματα, ένα ενδιαφέρον από το εξωτερικό αλλά χωρίς την πραγματική υποστήριξη της εταιρίας τα όποια όνειρα ναυάγησαν. Και τότε είπαμε, αφού η εταιρία δεν μας υποστηρίζει, γιατί να μείνουμε? Έτσι κι αλλιώς όλα μόνοι μας τα κάναμε, τις παραγωγές, τα studio, τα video clip, το management.  Έτσι κάναμε το δικό μας label, την UNDO Records.

– Αισθάνεστε να σας λείπει κάτι από τα 00ς;
Όχι τόσο από τα 00s  όσο από τα 90s. Η πραγματική διασκέδαση. Η διασκέδαση που έχει ως κεντρικό άξονα τη μουσική και το χορό. Μουσική με ταυτότητα και όχι ό,τι να’ ναι-αρκεί να έχει κόσμο και ποτό. Μας λείπει να βγαίνει ο κόσμος και να χορεύει μέχρι τελικής πτώσης με μουσική που τον αγγίζει. Χωρίς άγχος, χωρίς να θέλεις να δείξεις στο Instagram πόσο καλά περνάς. Ειλικρινής διασκέδαση. Και η επαφή του ακροατή με τη μουσική που ακούει. Συνειδητοποιώ πως όλο και λιγότερος κόσμος κλαίει/γελάει/ανατριχιάζει ακούγοντας ένα τραγούδι. . Η μουσική έχει γίνει απλά ένα background για οδήγηση, μαγείρεμα και ποτό.

– Με μια πολύχρονη παρουσία στην ηλεκτροπόπ σκηνή, και με αμέτρητα support και  live στο εξωτερικό αλλά και με διάσημα ονόματα όπως Hooverphonic, Andy Fletcher των Depeche Mode, Morrissey, θα ήθελα να μας πείτε ποιοι σας έκαναν εντύπωση, αλλά και να αναφερθείτε σε κάποιο περιστατικό από τα live σας που ίσως σας έχει αποτυπωθεί στη μνήμη.
Η αλήθεια είναι πως κανείς και τίποτα δεν μας έκανε εντύπωση. Αν και πάντα ήμασταν πολύ ενθουσιασμένοι που θα παίζαμε με μεγάλα ονόματα, όταν βλέπαμε από κοντά αυτούς που είχαμε θεοποιήσει, αντιλαμβανόμασταν πως τελικά δεν είναι κάτι σπουδαιότερο από εμάς. Απλά αυτοί είχαν κάτι που δεν είχαμε εμείς. Τη σωστή γεωγραφία. Πολλά Μίκρο live και πολλά περιστατικά που μας έχουν χαραχτεί στο μυαλό και θα έπρεπε να μιλάμε και να γράφουμε για ώρες. Αν πούμε για κάποιο συγκεκριμένο θα αδικήσουμε τα άλλα.

– Οι Μίκρο φτιάχνουν κατά κύριο λόγο αυτό που θα λέγαμε «ανεβαστική» μουσική. Έχει πιστεύετε μια τέτοια υφολογία θέση στην ομοιοπαθητική της εποχής μας;
Αυτό δεν είναι αλήθεια. Έχουμε πάρα πολλά downtempo και chillout τραγούδια. Απλά αυτά που γίνονταν «επιτυχίες» (τα εισαγωγικά για το πόσο επιτυχία μπορεί να γίνει ένα ηλεκτρονικό τραγούδι στην Ελλάδα) ήταν συνήθως τα πιο up-tempo τραγούδια μας λόγω του ραδιοφώνου και των bar και club. Αν ακούσει κάποιος όλη τη δισκογραφία μας θα ανακαλύψει πολλά μη up-tempo διαμάντια.

– Τι συναισθήματα σας δημιουργεί το γεγονός ότι τα κομμάτια σας έχουν κατακλύσει τις ηλεκτρονικές playlist, έχουν χορευτεί και έχουν αποτυπωθεί στο μουσικό υποσυνείδητο μιας ολόκληρης γενιάς;
Αισθανόμαστε όμορφα. Αισθανόμαστε πως αυτό κάναμε είχε και αποδέκτες πέρα από εμάς τους ίδιους. Αισθανόμαστε ευγνώμονες για την αγάπη του κόσμου και περήφανοι που καταφέραμε ό,τι καταφέραμε σε μία δύσκολη ελληνική μουσική πραγματικότητα. Πέρα από αυτό, τίποτα παραπάνω. Είμαστε αρκετά προσγειωμένοι ώστε να γνωρίζουμε που πατάμε. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε ποτέ δεν αφήσαμε να γίνουν οι Μίκρο το μόνο έσοδο διαβίωσής μας. Για να μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι.

– Γνωρίζω ότι κάνετε συνεργασίες και συμμετέχετε σε εγχειρήματα εκτός συνόρων. Θα σας ενδιέφερε μια διεθνής καριέρα;
Οι Μίκρο είναι δύσκολο πλέον να κάνουν μία διεθνή καριέρα λόγω των 25 χρόνων ιστορίας που έχουν και λόγω του ελληνικού στίχου. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς έχουμε κάνει τα προσωπικά μας project τα οποία πηγαίνουν πολύ καλά στο εξωτερικό.

– Πιστεύετε ότι οι μουσικοί στην Ελλάδα είναι λιγότερο προνομιούχοι σε σχέση με όσους βρίσκονται στο εξωτερικό – Ειδικότερα από άποψη βιοπορισμού, ασφάλειας, ευκαιριών, κρατικών παροχών κτλ.;
Αυτό μπορείς να το γράψεις και δυο και τρεις φορές. Ειδικά οι μουσικοί που ασχολούνται με την ηλεκτρονική μουσική είναι δύσκολο να βιοποριστούν από τη μουσική τους μιας και στην Ελλάδα δεν υπάρχει αρκετό κοινό ώστε να δημιουργηθεί μία σκηνή που θα στηρίζει βιοποριστικά τους δημιουργούς της. Και αυτό είναι λυπηρό γιατί βλέπεις χώρες μικρότερες από την Ελλάδα όπως η Ισλανδία, η Σερβία, η Κροατία κλπ. να κάνουν πράματα και θάματα. Ίσως τελικά η πλειοψηφία του ελληνικού κοινού να μην έχει ανάγκη κάτι παραπάνω από τον Παπακωνσταντίνου, τον Αγγελάκα, τον Χαρούλη κλπ. -τα ονόματα δεν είναι ενδεικτικά. Δεν το λέω υποτιμητικά, απλά συμπερασματικά . Δεν βάζω καν στην εξίσωση τουs λαϊκοπόπ, λαϊκούς και σκυλάδες.

– Ποια είναι η κομμάτια που αισθάνεστε περισσότερο υπερήφανοι που έχετε δημιουργήσει και γιατί;
Θα ακουστεί κλισέ, αλλά είμαστε περήφανοι για κάθε δευτερόλεπτο μουσικής που έχουμε κάνει. Για κανένα παραπάνω ή παρακάτω περήφανοι.

– Πώς αντιλαμβάνεστε την εξέλιξη της μουσικής σκηνής στην Ελλάδα, και πώς επηρεάζει αυτή την εξέλιξη τον ήχο σας;
Το τοπίο είναι αρκετά θολό. Η έλευση της τεχνολογίας, του internet και των social media έχει κάνει πολύ εύκολη τη δημιουργία και κυκλοφορία μουσικής, με αποτέλεσμα να έχουμε έναν τεράστιο μουσικό oωκεανό γεμάτο θόρυβο. Ο κόσμος χάνεται μέσα σε αυτό τον ωκεανό και επιτρέπει στα playlists να διαλέγουν για αυτόν. Αν το κουμπώσεις όλο αυτό σε μία μικρή χώρα σαν την Ελλάδα και βάλεις στην εξίσωση τα διαπλεκόμενα του ελληνικού βιοτεχνικού star system τότε καταλαβαίνεις ότι τα πράματα είναι εξαιρετικά δύσκολα για τους ανεξάρτητους και ειδικά για τους νέους δημιουργούς. Το μόνο αισιόδοξο σε όλο αυτό το τοπίο είναι η έκρηξη της νέας hiphop σκηνής που ίσως μας δείχνει το δρόμο για μία υγιή πραγματικότητα πέρα από τα ελεγχόμενα media και τις κατευθυντήριες playlists.

– Ποια είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζετε ως μουσικοί;
Να συνεχίζουμε μέσα σ’ αυτή τη δυστοπία να κάνουμε μουσική και ειδικότερα μουσική με θετικά μηνύματα.

– Πώς αντιλαμβάνεστε τη σύγχρονη μουσική βιομηχανία;
Η σύγχρονη μουσική βιομηχανία δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη μουσική βιομηχανία όπως την ξέραμε πριν 10 και 20 χρόνια. Μου αρέσει να λέω πως γκρουπ όπως οι Cure ή οι Joy Division δεν θα είχαν στον ήλιο μοίρα στη σημερινή εποχή. Δυστυχώς ο δρόμος της όποιας αναγνώρισης -πωλήσεις, streaming, συναυλίες- είναι γεμάτος από πράγματα άσχετα με τη μουσική. Followers, posts, stories, playlist curators, content στο instagram, TikTok και ένα σωρό άλλα πράματα που οι περισσότεροι μουσικοί δεν έχουν το χρόνο ή την όρεξη να ασχοληθούν, αλλά πρέπει. Και ένα σενάριο είναι να τα κάνουν άλλοι για αυτούς. Πόσο υγιές μπορεί να είναι αυτό; Το ιδανικό σενάριο για εμάς είναι να κάνεις μουσική για τον εαυτό σου, ώστε να είσαι οκ με αυτό που κάνεις. Όσο καλύτερα μπορείς. Από κει και πέρα μπορείς να ελπίζεις ότι αυτό κάποια στιγμή θα αποδώσει. Δυστυχώς υπάρχουν άπειρα παραδείγματα ταλέντων που μένουν στην αφάνεια και άπειρα παραδείγματα σκουπιδιών που πετυχαίνουν λόγω των λάθος λόγων. Αν έχεις λεφτά και γνωριμίες μπορείς να κάνεις τα πάντα επιτυχία, τουλάχιστον στα νούμερα. Αν όχι, μπορείς να κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς και να ελπίζεις.

– Τι πιστεύετε για τη δημιουργία μουσικής μέσω AI;
Μεγάλο debate. Κατ’ αρχήν να πούμε ότι το AI έχει ακόμα πολύ δρόμο μέχρι να μπορεί να τα βάλει με την ανθρώπινη φαντασία και δημιουργία. Ίσως σε 20 χρόνια από τώρα. Απ’ την άλλη, τι ακριβώς θεωρούμε AI; Θα μπω λίγο σε τεχνικούς όρους. Είναι AI ένα delay που συγχρονίζει από μόνο του τις επαναλήψεις του echo βάση των BPM του τραγουδιού; Είναι AI ένα EQ που μπορεί να αναλύσει με έναν αλγόριθμο το audio, να βρει τις λάθος συχνότητες και να τις κάνει autoEQ; Αυτό το AI το θέλουμε, γιατί απλά είναι ένα εργαλείο που κάνει κάτι που θα έκανα κι εγώ, αλλά θα μου έτρωγε χρόνο. Το ΑΙ όμως που πατάς ένα κουμπί και σου γράφει ένα κείμενο, ή σου γράφει στίχους, ή σου συνθέτει ένα τραγούδι το θέλουμε; Θέλει πραγματικά ο κόσμος ένα τραγούδι κατασκευασμένο μέσα από μια συνταγή; Όλα τελικά έχουν να κάνουν με τον αποδέκτη. Αν ο κόσμος θέλει απλά μουσική χωρίς προσωπικότητα για να ακούει κάτι την ώρα που μαγειρεύει, τότε το μέλλον είναι ζοφερό. Η μουσική δεν είναι απλά ήχοι. Είναι όραμα. Το όραμα κάποιου.

– Τι να περιμένουμε από την εμφάνισή σας στις 4 Νοεμβρίου στο Gazarte;
Στις 4 Νοέμβρη θα παίξουμε στο Gazarte στην Αθήνα μετά από 9 χρόνια! Το βλέπω γραμμένο και δεν το πιστεύω. Δεν λαμβάνουμε υπ’ όψιν την εμφάνισή μας στο φετινό Release γιατί ήταν μόνο 25 λεπτά και ήταν στις 7 το απόγευμα. Στο Gazarte θα παίξουμε full live όλα τα αγαπημένα τραγούδια. Θα είναι μια γιορτή και ανυπομονούμε πάρα πολύ! Και μετά το live θα υπάρξει DJset από εμένα με επίσης αγαπημένα dance tracks από όλο το φάσμα που μας επηρέασε.

– Έχετε κάποια μελλοντικά σχέδια ή projects που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Το νέο μας album θα κυκλοφορήσει πριν τα Χριστούγεννα. Θα ακολουθήσει μία σειρά από εμφανίσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις και σε κάποια φεστιβάλ. Stay tuned!

– Υπάρχει κάτι άλλο που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Ναι, μην αφήνετε το σκοτάδι να σας μαυρίζει. Αγάπη.

Δείτε επίσης: Οι σύγχρονοι shoegazers συνεχίζουν να παίζουν μουσική κοιτώντας τα παπούτσια τους