Το όνομά τους είναι βγαλμένο από τα δυστοπικά τοπία του Blade Runner, κι αποτελούν ένα από τα πιο επιδραστικά σχήματα στο χώρο της EBM / Industrial σκηνής εδώ και 30 χρόνια. Παρόλο που η πρώιμη δουλειά τους ήταν εμπνευσμένη από ταινίες Sci-Fi και τους τιτάνες του industrial ήχου, Skinny Puppy, ο ήχος των Haujobb δύσκολα μπορεί να προσδιοριστεί. Το δίδυμο έχει καταφέρει να περιπλανηθεί ανάμεσα σε διαφορετικά ηλεκτρονικά είδη διατηρώντας πάντα ωστόσο την προσωπική του σφραγίδα.
Οι ζωντανές τους εμφανίσεις είναι πάντα ξεχωριστές και δεν θα σας αφήσουν ποτέ αδιάφορους, καθώς περιλαμβάνει περίτεχνα setup με πολλά samples, αναλογικά synths και εφέ. Το δυναμικό duo από τη Γερμανία που είναι υπεύθυνο για μερικά από τα πιο ευφυή και αγαπημένα EBM όλων των εποχών, συνθέτουν ένα ιδιαίτερο soundtrack για το σύγχρονο μετα-αστικό τοπίο. Γρατζουνιές, κρότοι, σκοτεινός θόρυβος και industrial soundscapes σε καταβροχθίζουν λαίμαργα στον βιομηχανικό λάρυγγα των Haujobb.
Λίγο πριν την πολυαναμενόμενη εμφάνισή τους στη σκηνή του Death Disco, την Παρασκευή 22 Μαρτίου, μαζί με τους The Man & His Failures, είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με τον Daniel Myer και τον Dejan Samardzic, για την γερμανική EBM / Industrial σκηνή της δεκαετίας του ’90, την πολιτική, την τεχνολογία και το μέλλον.
– Αν δεν κάνω λάθος, όλα ξεκίνησαν στο Bielefeld. Πώς γνωριστήκατε; Πώς ζήσατε τη γερμανική EBM / Industrial σκηνή της δεκαετίας του ’90;
Σωστά, ο Dejan και εγώ πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο και ακούγαμε την ίδια μουσική. Είχαμε και οι δύο από ένα όργανο κι αρχίσαμε να φτιάχνουμε δοκιμάζουμε μουσικές. Μετά από λίγο καιρό εντάχθηκε και ο Björn και έτσι γεννήθηκαν οι Haujobb. Όταν ξεκινήσαμε δεν υπήρχαν τόσοι πολλοί άνθρωποι στον συγκεκριμένο χώρο που παρήγαγαν μουσική. Ήμασταν νέοι, αγαπούσαμε τη μουσική και αυτό ήταν λίγο πολύ. Δεν ήμασταν ποτέ πραγματικά μέρος μιας σκηνής, αφού ποτέ δεν ντυνόμασταν πολύ Industrial, ήμασταν απλά εκεί για τη μουσική. Αλλά απ’ ό,τι θυμάμαι, τα πράγματα ήταν λίγο πιο διασκεδαστικά απ’ ό,τι τώρα. Οι άνθρωποι ήταν πιο ανοιχτοί σε πειραματισμούς.
– Ποιες ομάδες και καλλιτεχνικά ρεύματα σας επηρέασαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου;
Προφανώς είναι οι Skinny Puppy, οι Front Line Assembly, οι Neubauten, αλλά και πιο άγνωστα πράγματα από τους Tapescene, οι οποίοι ήταν αρκετά ενεργοί στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Επίσης, τότε πρωτοξεκίνησε και η Warp Records και μας άρεσε πολύ αυτή η νέα μορφή της χορευτικής μουσικής.
– Κατά τη διάρκεια της καριέρας σας έχετε προβεί σε σημαντικές στυλιστικές αλλαγές. Πώς καταφέρνετε να ισορροπείτε μεταξύ της καλλιτεχνικής εξέλιξης και της διατήρησης της ταυτότητάς σας; Υπάρχουν προκλήσεις όταν πειραματίζεσαι με νέους ήχους ενώ προσπαθείς παράλληλα να παραμείνεις πιστός στον πυρήνα σου;
Ο πυρήνας της υπόστασής μας ήταν πάντα η προσωπικότητά μας. Μας αρέσουν και στους δύο οι πειραματισμοί, είμαστε βαθιά συνδεδεμένοι με τα μουσικά μας όργανά, μας αρέσει να εξερευνούμε ρυθμούς και grooves, αλλά και διάφορες ατμόσφαιρες και αρμονίες. Δεν είμαστε τόσο δημοφιλείς, ώστε να ρισκάρουμε να χάσουμε ένα μεγάλο fanbase με μια νέα κυκλοφορία. Οι άνθρωποι που μας ακολουθούν και μας πάνε, το κάνουν αυτό ακριβώς για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Είμαστε ειλικρινείς με αυτό που κάνουμε, κι αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα.
– Οι στίχοι σας συχνά εμβαθύνουν σε μια σύνθετη θεματολόγια. Μπορείτε να μας μιλήσετε για το εννοιολογικό βάθος που κρύβεται πίσω από τα τραγούδια σας;
Αυτό στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο απλό, επειδή από την αρχή δεν ήμασταν ποτέ πολύ προφανείς με τους στίχους μας, αλλά αυτό παράλληλα έχει και μια ευκολία, λόγω του ότι δεν δουλεύουμε συχνά με ρίμες ή μια φόρμουλα όπως άλλες μπάντες. Τα θέματα που μας εμπνέουν εξακολουθούν να είναι τα ίδια όπως και πριν από 30 χρόνια: Η κοινωνική αδικία, τα μέσα ενημέρωσης και η καταπίεση. Τίποτα δεν έχει αλλάξει, η κατάσταση απλά χειροτερεύει.
– Τα τραγούδια σας συχνά έχουν κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο. Πώς εντάσσετε αυτούς τους προβληματισμούς στη μουσική σας; Θεωρείτε ότι η τέχνη, ιδίως η μουσική, έχει την ευθύνη να εκθέτει κοινωνικοπολιτικά ζητήματα;
Δεν οφείλει να το κάνει, αλλά σε εμάς προκύπτει με φυσικό τρόπο. Κάθε καλλιτέχνης μπορεί φυσικά να κάνει ό,τι θέλει με τη μουσική που παράγει, αλλά ο Dejan και εγώ περπατάμε σε αυτή τη γη με ανοιχτά τα μάτια και το μυαλό. Έχουμε και οι δύο λίγο-πολύ ανατολικοευρωπαϊκές καταβολές. Ο Dejan μεγάλωσε στη δυτική Γερμανία, αλλά έχει Βαλκανικές ρίζες, κι εγώ μεγάλωσα στην ανατολική Γερμανία. Απλά δεν μπορούμε να το βουλώσουμε για τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας.
– Έχετε συνεργαστεί με διάφορους καλλιτέχνες μέσα στα χρόνια. Πώς οι συνεργασίες αυτές έχουν επηρεάσει τη δημιουργική σας πορεία και μήπως υπάρχουν αξιομνημόνευτες εμπειρίες που θα θέλατε να μοιραστείτε;
Το να περιοδεύουμε με τους ήρωές μας είναι μεγάλη υπόθεση για εμάς. Αλλά αυτό που μας επηρεάζει περισσότερο είναι οι περιοδείες με νέους, ή ας πούμε νεότερους καλλιτέχνες. Παίξαμε στη Βραζιλία με τον William από τους Lebanon Hanover πριν από λίγο καιρό. Έπαιξε ως Qual και ήταν συγκλονιστικό να βλέπεις την ενέργειά του στη σκηνή. Ήταν ωμός, με το ίδιο attitude που είχαμε κι εμείς, όταν πρωτοξεκινήσαμε ως Haujobb. Επίσης, το να παίξουμε με τους Youth Code ήταν φοβερό. Το να μαθαίνεις νέα πράγματα από αυτούς τους νέους ή το να σου θυμίζουν το πάθος που είχες κι εσύ στο ξεκίνημα, είναι πολύ, πολύ αναζωογονητικό.
– Πώς προσαρμόζετε τον στουντιακό ήχο στις ζωντανές σας εμφανίσεις; Υπάρχουν συγκεκριμένες προκλήσεις ή στοιχεία στα οποία δίνετε προτεραιότητα σε ένα live περιβάλλον; Γίνεται όλο και πιο εύκολο. Φέρνουμε περισσότερα στοιχεία στην σκηνή πλέον, απλά για να κρατάμε τους εαυτούς μας απασχολημένους. Αλλά φυσικά δουλεύουμε και με κάποιες προηχογραφημένες λούπες κλπ. Απλά προσπαθούμε να μεταφέρουμε την ενέργεια και τα συναισθήματα που έχουμε από τα κομμάτια στη σκηνή. Συνήθως επί σκηνής τα κομμάτια αποκτούν διαφορετική δυναμική. Ετοιμάζουμε μερικά ενδιαφέροντα πράγματα για τις μελλοντικές συναυλίες.
– Η προσέγγισή σας στον ηχητικό σχεδιασμό συχνά χαρακτηρίζεται ως σχολαστική. Μπορείτε να μας πείτε δυο λόγια για τη φιλοσοφία σας πίσω από τη δημιουργία περίπλοκων ηχοτοπίων; Πώς επιτυγχάνετε την ισορροπία μεταξύ αυτής της σχολαστικότητας και της ωμής ενέργειας της μουσική σας;
Τα δύο πάνε χέρι-χέρι. Δεν χρειάζεται κάθε ήχος να είναι πολύ σχολαστικά επεξεργασμένος στις μέρες μας. Αυτό που έχει σημασία είναι η γενική εικόνα. Για παράδειγμα, για το επόμενο άλμπουμ χρησιμοποιήσαμε πολλές ηχογραφήσεις από fieldworks. Πολλοί θόρυβοι, γρατζουνιές, κρότοι και κρασαρίσματα από παντού. Μεμονωμένα οι ήχοι μπορεί να μην είναι τέλειοι, αλλά συνδυαστικά δημιουργούν μια συγκεκριμένη ενέργεια.
– Η τεχνολογία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ήχου σας. Πώς καταφέρνετε να ισορροπήσετε μεταξύ της χρήσης της τεχνολογίας ως δημιουργικού εργαλείου και της διασφάλισης ότι δεν επισκιάζει τις ανθρώπινες και συναισθηματικές πτυχές της μουσικής σας;
Εξακολουθούμε να έχουμε τον έλεγχο των μηχανών. Ποιος ξέρει για πόσο ακόμα;
– Η industrial μουσική έχει παγκόσμια επιρροή και οι Haujobb έχουν σημαντική συμβολή στο είδος. Πώς αντιλαμβάνεστε την παγκόσμια επίδραση της industrial μουσικής και με ποιους τρόπους έχετε συνεισφέρει στη διαμόρφωση και την επέκταση των ορίων της;
Δεν νομίζω ότι κάναμε πολλά. Μερικοί καλλιτέχνες της techno μας αναφέρουν ως επιρροή, πράγμα που είναι φυσικά πολύ ευχάριστο. Αλλά συνολικά είμαστε απλά ένα μικρό κεράκι σε αυτή την τούρτα.
– Πιστεύετε ότι υπάρχει ακόμα γόνιμο έδαφος για τη dark /Industrial/EBM σκηνή, ότι έχει πράγματα να προσφέρει, ή ότι είναι ένα είδος που επιβιώνει ως νοσταλγικός ήχος μιας μικρής μερίδας κάποιων ρομαντικών τύπων που αναβιώνουν το παρελθόν;
Dejan: Προσωπικά δεν πιστεύω πια σε είδη. Μου αρέσει η σκοτεινή μουσική, όπως κι αν θέλει ο κόσμος να την αποκαλέσει. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύω ότι η σκοτεινή μουσική θα εξαφανιστεί κάποια μέρα.
– Πιστεύω ότι το “New World March” αποτέλεσε ένα σημαντικό ορόσημο στη δισκογραφία σας, αλλά και στον Industrial χώρο γενικότερα. Μπορείτε να μας πείτε τι ενέπνευσε το συγκεκριμένο άλμπουμ;
Dejan: Πέρασε πολύς καιρός από τότε, αλλά θυμάμαι ότι αισθανόμουν την ανάγκη να γίνουμε πιο σκοτεινοί από αυτό που ήμασταν. Και εφόσον αυτό δεν ήταν αρκετά σκοτεινό, ετοιμάζουμε ένα νέο άλμπουμ φέτος, το οποίο ούτε αυτό μάλλον θα είναι αρκετά σκοτεινό, οπότε πρέπει να γίνουμε ακόμα πιο σκοτεινοί στο μεθεπόμενο άλμπουμ. Μια ιστορία δίχως τέλος (γέλια).
– Κατά πόσον πιστεύετε ότι το Βερολίνο έχει επηρεάσει τον ήχο σας;
Dejan: Καθόλου για την ακρίβεια. Μου αρέσει η σκηνή της πόλης και ξεκίνησα το project μου Rendered με τον Clement λόγω της εταιρείας Aufnahme + Wiedergabe. Αλλά με τους Haujobb έχουμε τη δική μας πραγματικότητα.
– Τι ανακαλύψατε μετά από 30 χρόνια ύπαρξης στα μουσικά πράγματα;
Dejan: Δύσκολη ερώτηση … Ίσως αυτό που μάθαμε, είναι πώς λειτουργεί η δημοκρατία.
– Τι να περιμέναμε από την εμφάνισή σας στο Death Disco στις 22 Μαρτίου;
Dejan: Αγαπάμε πραγματικά την Ελλάδα. Τους ανθρώπους, τα τοπία, το φαγητό, τα ποτά. Το Death Disco είναι ένα από τα αγαπημένα μου κλαμπ στον κόσμο. Έχω παίξει εκεί σχεδόν όσο και στο Moritzbastei (τον αγαπημένο μου χώρο στην πόλη μας, τη Λειψία). Την τελευταία φορά υπήρχε μια πολύ ωραία ατμόσφαιρα, επειδή η σκηνή απέχει απλά ένα μικρό σκαλοπάτι από τον κόσμο, και μου αρέσει να παίζω σε μικρότερους χώρους. Το live μας τον Μάρτιο θα περιλαμβάνει ένα νέο setup με πολλά samples, μερικά μικρά αναλογικά synths και εφέ. Θα είναι ωραία. Είναι πάντα πολύ ξεχωριστό για εμάς να παίζουμε live. Δεν είμαστε μια μπάντα που κάνει μεγάλες περιοδείες. Όταν παίζουμε ζωντανά -το πολύ 10-12 φορές το χρόνο- προσπαθούμε να περάσουμε όσο πιο καλά μπορούμε.
➪ INFO:
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ 2024
Death Disco Club
Athens, Greece
Doors at 21:00
LIMTIED TICKETS PRESALE:
Online:
MORE NETWORK: 20€
https://www.more.com/music/haujobb
SYD RECORDS & LE DISQUE NOIR: 20€
ON SPOT: 25€