Ξεκινώντας σαν σόλο πρότζεκτ το 2017 από τον Νίκο Κωνσταντινίδη, το οποίο πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε duo με τη Μυρτώ Στύλου στα φωνητικά, οι Kalte Nacht συνδυάζουν την dark wave αστική αισθητική με ατμοσφαιρικά εσωτερικά ηχοτοπία, που εκφράζονται μέσα από φωνητικά που στοιχειώνουν, αναλογικά συνθεσάιζερ και drum machines.
Εμπνευσμένοι από την Αθηναϊκή underground σκηνή, τα βαθιά εσωτερικά συναισθήματα, τις ανθρώπινες σχέσεις και τις καθημερινές συναναστροφές, προκαλούν τα όρια της λεπτής γραμμής μεταξύ σκιάς και φωτός, αλληλεπιδρώντας με τον ακροατή, όχι μόνο μέσω των άλμπουμ, αλλά και μέσα από κάθε μοναδική live εμφάνισή τους.
Όλα τα παραπάνω αντανακλώνται στο πρώτο τους ομώνυμο άλμπουμ που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2020 από τη Geheimnis Records σε ψηφιακή μορφή και βινύλιο, το οποίο εξαντλήθηκε από τους πρώτους κιόλας μήνες της κυκλοφορίας του.
Αυτό τον καιρό οι Kalte Nacht ετοιμάζουν το επόμενο τους άλμπουμ, το οποίο θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2023 καθώς εμείς ανυπομονούμε να τους δούμε στα πλαίσια του Death Disco Open Air Festival στην Τεχνόπολη Αθηνών στις 22 Ιουλίου. Ένα φεστιβάλ που γίνεται με αφορμή την δεκαετή παρουσία και συμβολή του Death Disco στα Αθηναϊκά δρώμενα το γιορτάζει διοργανώνοντας το πρώτο του διήμερο open air festival με headliners τους θρυλικούς The Sisters of Mercy και VNV Nation!
– Πώς και ποτέ πρωτογνωριστήκατε και πως έπεσε η ιδέα για ένα duet band;
N: Γνωριστήκαμε μέσω ενός κοινού φίλου, σε ένα Χριστουγεννιάτικο πάρτι, αποχαιρετώντας το 2017, αν δε κάνω λάθος. Δεν είπαμε πολλά, απλά βρεθήκαμε εκεί και οι δύο τυχαία νομίζω. Η ιδέα να γίνουμε ντουέτο προέκυψε από την ανάγκη μου για την ύπαρξη μιας βαθιάς γυναικείας φωνής στο υπάρχον και μελλοντικό υλικό. Ήταν κάτι που στριφογυρνούσε καιρό στο κεφάλι μου. Έτσι, ουσιαστικά γνωριστήκαμε πραγματικά πρώτη φορά, μήνες μετά τη πρώτη μας συνάντηση, όταν κανονίσαμε να βρεθούμε και να συζητήσουμε την προοπτική να δουλέψουμε παρέα, χωρίς να έχουμε ιδέα που μπορεί να οδηγήσει όλο αυτό.
– Πώς θα συστηνόσασταν σε κάποιον/α που δεν έχει ιδέα ποιοι είναι Kalte Nacht;
Μια μπάντα με βαθύ, ηλεκτρονικό σκοτεινό ήχο, που εκφράζει μια εσωτερική πάλη μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, αστικής δυστοπίας, αλλά και την επαφή με τα πολυδιάστατα συναισθήματα μας, τις αλήθειες μας.
– Ποιες προσλαμβάνουσες και συνειρμοί σας εμπνέουν για να γράψετε στίχους και μουσική;
Ν: Νομίζω ότι συχνά ακροβατούμε, ανάμεσα στον άνθρωπο και τη κοινωνία, το μίσος και την αγάπη, το σκοτάδι και το φως, ξεκινώντας από το μέσα μας προς το έξω. Πάντα σε σύνδεση με τη φύση και τα πλάσματά της, και με το κατά πόσο αυτή μας επηρεάζει, αλλά βέβαια και το περιβάλλον που ζούμε, έτσι όπως το διαμορφώνουμε και μας διαμορφώνει.
Μ: Ό,τι αναδύεται από το υποσυνείδητο στο συνειδητό, ό,τι ρέει, ό,τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις, ό,τι συμβαίνει στο τώρα και έχει τη δυνατότητα να μας ταρακουνήσει μέχρι τον πυρήνα μας. Ό,τι μας τσαντίζει, ό,τι μας γεμίζει, ό,τι μας προβληματίζει, ό,τι μας καθυστερεί, αλλά και ό,τι μας εκτοξεύει, μας καίει, μας θυμίζει τη θνητότητα μας. Μπορεί να είναι μια παραγωγική σιωπή, μια πόρτα που κλείνει, ένα συμβάν στο δρόμο, μια κρίση πανικού, μια αναλαμπή αυτογνωσίας, μια κουβέντα φίλου, ένα λουλούδι που ανθίζει.
– Ποια ελληνικά μουσικά σχήματα, παλιά και νέα, έχετε «ψηλά» στη λίστα της εκτίμησής σας;
Ν: Πραγματικά είναι πάρα πολλά. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο μέρος της σκηνής μας, από τα 80s μέχρι σήμερα, καταλαμβάνει μεγάλη θέση μέσα μου! Ωστόσο, θα αναφέρω κάποιες πραγματικά ελάχιστες, μόνο για το λόγο ότι ήταν οι πρώτες που χτυπήσαν βαθιά το μέσα μου, και με ταρακούνησαν σωματικά και ψυχικά : South Of No North, Metro Decay, Χωρίς Περιδέραιο, Selofan, Doric.
Μ: Θα συμφωνήσω με τον Νίκο, και θα προσθέσω μερικά ακόμα που μου ήρθαν τώρα και με έχουν συνεπάρει ανά καιρούς: Aphrodite’s Child, Mary and The Boy, Gravitysays_i, Night on Earth.
– Έχετε παίξει πολλές φορές στο εξωτερικό. Υπάρχει κάποιο σκηνικό που έχετε ζήσει και σας έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη;
Ν: Όχι κάτι συγκεκριμένο. Πιο πολύ μου έρχεται στο μυαλό το ταξίδι, τα συναισθήματα, το γέλιο, οι δυσκολίες, οι εικόνες από κάποια πόλη, κάποια σκηνή που παίξαμε, κάποιο βράδυ που βολτάραμε και φυσικά η χαρά που νιώθω όταν γνωριζόμαστε με ανθρώπους απ’ όλο το κόσμο και έχουμε την ευκαιρία να μοιραστούμε τη μουσική μας μαζί τους.
Μ: Ουφ! Είναι τρομακτικά υπέροχες εμπειρίες όλες τους και μεγεθύνονται όταν τις βιώνουμε όλοι μαζί! Έχω διάφορες αρκετά έντονες αναμνήσεις που με επισκέπτονται αραιά και που από το εξωτερικό. Μία που μου ήρθε τώρα ήταν στο WGT στη Λειψία, σε αυτό το υπέροχο πέτρινο Moritzbastei που είχε τιγκάρει με καπνό η σκηνή και δεν έβλεπα μπροστά μου κατά τη διάρκεια του λάιβ, οπότε είχα μπει σε μία trance μέχρι να τελειώσει το σετ, νομίζοντας ότι άκουγα στο όνειρο μου τον κόσμο από κάτω να μας ζητάει τραγούδια μας με το όνομα τους. Όταν τελειώσαμε και μας ζήτησε ο stage manager να βγούμε και τρίτη φορά στη σκηνή, γιατί ο κόσμος δεν έφευγε, ήταν που συνειδητοποίησα ότι ήμουν όντως εκεί. Γενικά, είναι αξέχαστος ο κόσμος και η ενέργεια στα λάιβ έξω, ίσως επειδή ερχόμαστε από άλλη χώρα, δεν ξέρω. Με γεμίζει πάρα πολύ η αφοσίωση στο ευρύτερο είδος που εντασσόμαστε τώρα, και το feedback που λαμβάνουμε – ειδικά όταν είμαστε εκεί, φυσική παρουσία. Έχει μια απίστευτη αγνότητα η αίσθηση αποδοχής και αλληλεγγύης που λαμβάνουμε, που δεν την έχω ξανανιώσει σε κανένα άλλο σχήμα ως τώρα.
– Η μουσική σας μου δημιουργεί μια αίσθηση εξερεύνησης του πραγματικού μας εαυτού, σα να καταβυθίζεται πέρα από τον επιφανειακό φλοιό του αδιεξοδικού μας κόσμου και να επιδιώκει μια συμφιλίωση με το εσωτερικό μας σκοτάδι. Πως θα το σχολιάζατε αυτό;
Ν: Μου αρέσει και με αγγίζει αυτή η προσέγγιση έτσι όπως τη θέτεις. Η συμφιλίωση με το εσωτερικό μας σκοτάδι, η αποδοχή του «αρχικού» εαυτού, σε σύνδεση με την ίδια την ύπαρξη μας, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται από τα ερεθίσματα που λαμβάνουμε από τη στιγμή που ανοίγουμε τα μάτια και παίρνουμε τις πρώτες μας ανάσες σε αυτόν τον κόσμο, είναι από τα πρώτα βήματα ώστε να πλησιάσουμε στο φως, την αγάπη και τη συντροφικότητα, την ειρήνη με το άτομο μας αλλά και με τον έξω κόσμο.
Μ: Ωραία το’ πες! Το διάβασα δυο τρεις φορές να το εμπεδώσω. Ίσως γιατί είναι αλήθεια. Ή ίσως επειδή είναι μια κοινή μας πρόθεση, την οποία όμως ποτέ δεν εκφράσαμε ή συμφωνήσαμε ρητά με τον Νίκο από όταν ξεκινήσαμε τη συνεργασία. Κάπως ρέει προς τα κει. Είναι μεγάλο στοίχημα, πιστεύω, να καταφέρεις να χωράς μέσα στα σκοτάδια σου και να αναπνέεις το φως σου, πόσο μάλλον όταν το κάνεις και μαζί με άλλους. Σαν χροιά που ντύνει τη μουσική και τους στίχους μας, με εκφράζει. Δεν μπορώ να πω ότι είναι κάτι που κάνω συνειδητά ακριβώς, γιατί ο χρόνος σταματάει σε κάτι τέτοιες στιγμές που συνθέτω ή γράφω. Όμως το νιώθω βαθιά μέσα μου κάτι στιγμές πως συνδέομαι με το συλλογικό ασυνείδητο και έτσι αντλώ δύναμη για να πηγαίνω μπροστά. Σα να το ξέρεις κάπως και να γίνεται αυτόματα, πως για να ανέβεις πνευματικά πιο «πάνω», να εξελιχθείς ή να καταλάβεις, πρέπει να βουτήξεις πιο «κάτω», στις ρίζες ή στις πόρτες που δεν ανοίγεις συνειδητά.
– Η Αθήνα τι ρόλο παίζει σε όλα αυτά; Είναι η πόλη που αγαπάμε να μισούμε;
Ν: Η Αθήνα, φυσικά, παίζει έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ζούμε μέσα στα σπλάχνα της, μυρίζουμε το αίμα της, ακούμε το παλμό της καρδιάς της, χορεύουμε τη νύχτα της και ρουφάμε κάθε μικρό και μεγάλο θόρυβο που μας προσφέρει η μέρα της, καλώς ή κακώς. Την αγαπάμε για πολλούς λόγους, τη μισούμε για άλλους τόσους. Και προσπαθούμε να συμφιλιωθούμε με αυτή τη συνθήκη, να ακροβατούμε σε αυτή την ισορροπία.
Μ: Η Αθήνα…’Ισως να είναι ο καθρέφτης μας! Όλα αυτά που θέλουμε να είμαστε, όλα αυτά που δεν είμαστε, όλα αυτά που θέλουμε να γίνουμε κι όλα αυτά που έχουμε γίνει ήδη.
– Διανύουμε σε παγκόσμια κλίμακα θα έλεγα μια αρκετά δύσκολη και ταραχώδη περίοδο, τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Πώς θα σχολιάζατε την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα;
Ν: Απόλυτα σημαντική αλλά και τεράστια κουβέντα. Εν συντομία θα πω, πραγματικά δυστοπική, χωρίς να φαίνεται στο μέλλον κάποια ιδιαίτερη ελπίδα, πέρα από την ευθεία αλληλεγγύη που ευτυχώς ακόμα υπάρχει και βρίσκει τρόπο να φυτρώνει και να δίνει ζωή, ερχόμενη ακόμα και μέσα από τα πιο βαθιά τσιμέντα. Νομίζω πως βρισκόμαστε μέσα σε ένα διαρκώς εναλλασσόμενο και ακατάπαυστο πόλεμο. Καθημερινά μαχόμαστε για να επιβιώσουμε, να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, και να διατηρήσουμε την αξιοπρέπεια και την αλληλεγγύη μας σε ένα κόσμο που μας ζητά απλά να είμαστε μηχανές παραγωγής και κατανάλωσης, να θυσιάζουμε τα σώματα και τα συναισθήματα μας για τις ανάγκες του κέρδους και της εκάστοτε εξουσίας. Βέβαια, έχουμε τη τύχη και το ανεκτίμητο προνόμιο αυτός ο πόλεμος να μην είναι ένοπλος, κάτι το οποίο δε μπορώ ούτε καν να διανοηθώ πως είναι, και μακάρι να μην το ζούσε ποτέ κανένα πλάσμα σε αυτό το πλανήτη.
Μ: Ανέμπνευστη, απαίδευτη και επικίνδυνη. Θα συμφωνήσω και στο δυστοπική του Νίκου. Είναι τρομερό το ότι ακόμα υφίσταται αυτή η παλινδρόμηση προς την «ασφάλεια», που στο βωμό της θυσιάζονται ζωές, όνειρα, προσδοκίες, ψυχές. Κάποιες φορές νιώθω ότι ζω σε παράλληλο σύμπαν και αλήθεια, πιστεύω, πως όσο συνεχίζει να διαιωνίζεται η άρνηση για την ανάληψη ευθύνης των ζωών μας, κάποιοι άλλοι θα επιλέγουν για μας.
– Υπάρχει πιστεύετε διέξοδος φυγής από όλο αυτό;
Ν: Πάντα υπάρχει έξοδος διαφυγής. Αλλά πολλές φορές για μένα αυτό είναι και το πρόβλημα. Νομίζω ότι καμιά φορά, το συναίσθημα του να μην υπάρχει διαφυγή, η έλλειψη επιλογής δηλαδή, θα σήμαινε ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Και το να νιώθω ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, είναι μια δύναμη τόσο μεγάλη που μπορεί να κάψει όλο αυτό που ζούμε, ώστε μετά να το χτίσουμε από την αρχή.
Μ: Μα φυσικά. Επιλογές είναι. Ίσως αν συνεχίσουμε πεισματικά να αγκαλιάζουμε το μαζί, να αρχίσουμε να το βλέπουμε γι’ αυτό που είναι πραγματικά. Αν είμαστε διατεθειμένοι να εκτεθούμε και να μάθουμε από αυτό, να κοιτάμε προς τα μέσα με τρυφεράδα κι όχι με πίκρα, να βρισκόμαστε στη μέση κι όχι από πάνω. Ο τρόπος μας, η τέχνη, η μουσική, είναι εργαλεία πολύ καίρια για αυτά που συζητάμε. Εμπεριέχουν την αποδοχή, την εξερεύνηση, την αντιμετώπιση, την σύγκρουση, την ανακάλυψη, αν βέβαια η πρόθεση από πίσω τους είναι αγνή. Γιατί, θέλω να πιστεύω ότι δεν αφορούν μόνο εμάς που τα δημιουργούμε, αλλά έχουν πάντα μέσα τους μια απεύθυνση. Αν δεχτούμε ότι όλοι συνδεόμαστε και πως ό,τι συμβαίνει είναι εκφάνσεις και πτυχές ενός οργανισμού που πάλλεται διαρκώς, και που, εμπεριέχει παθογένειες, υπερβολές, ακραιότητες αλλά ταυτόχρονα και αγάπη, ομορφιά και αλληλεγγύη, τότε είναι θέμα ισορροπίας και αποδοχής. Να συν-χωρέσουμε τα σκοτάδια μας μέσα μας, για να μπορεί να αναδύεται που και που και το φως. Το ανάποδο δηλαδή από αυτό που συμβαίνει στην πλειοψηφία του σήμερα.
– Για ποια θεατρικό ή κινηματογραφικό σκηνοθέτη θα γράφατε μουσική;
Ν: Θα ήθελα πολύ να γράψω μουσική για μια ταινία του Jim Jarmusch, ή απλά για μια παράσταση φίλων, όπως πρόσφατα έκανε η Μυρτώ, και το χάρηκα τόσο πολύ.
Μ: Μου δίνεις ωραία πάσα, γιατί όπως ανέφερε κι ο Νίκος, πρόσφατα συνέθεσα τη μουσική για τη θεατρική παράσταση «Βάιζα» σε σκηνοθεσία της ανερχόμενης Χριστίνας Ματθαίου, που ανέβηκε στο θέατρο Επί Κολωνώ στα πλαίσια του φεστιβάλ Off Off. Θαυμάζω τη δουλειά της αρκετά και λόγω και της υπέροχης συνεργασίας μας ως τώρα, της κοινής αισθητικής μας, αλλά και της ελευθερίας που είχα κατά τη διάρκεια, θα ξαναέγραφα σίγουρα μουσική για παράσταση της Χριστίνας. Προς κινηματογράφο μεριά, θα έγραφα άνετα για τον David Lynch, όχι ότι θα με χαλούσε και ο Jarmusch ή ο Λάνθιμος βέβαια.
– Σε ποια ταινία θα αποτελούσαν ιδανικό soundtrack οι Kalte Nacht; Θα μελοποιούσατε κάποιο βιβλίο;
Ν: Πραγματικά μου φαίνεται πολύ δύσκολο να φανταστώ τη μουσική μας σε κάποια ταινία, αλλά αν έπρεπε να διαλέξω, θα έλεγα το Pi του Darren Aronofsky ή το Psycho του Alfred Hitchcock. Από βιβλία, θα μου άρεσε να μελοποιήσω αποσπάσματα από τη Πτώση του Albert Camus, όπως το παρακάτω: «H θάλασσα είναι μαύρη, η πόλη είναι σκοτεινή, τα βρώμικα ομόκεντρα κανάλια μοιάζουν με τους κύκλους της κόλασης, της αστικής κόλασης φυσικά, που την κατοικούν τα κακά όνειρα».
Μ: Για κάποιο λόγο μου ταιριάζει ο David Lynch με Kalte Nacht. Έτσι μια επανέκδοση του Mullholland Drive. Εγώ ψημένη είμαι! Από βιβλία, θα μελοποιούσα αρκετά από τα ποιήματα του αγαπημένου μου Νίκου Καρούζου. Ίσως το «Η Έναστρη Φωτεινότητα» ή το «Ρομαντικός Επίλογος» ή το «Αίφνης».
– Οι βασικές επιρροές, όχι μόνο μουσικές, της γενικότερης αισθητικής των Kalte Nacht;
Ν: Οι βασικές επιρροές είναι όλα εκείνα τα συναισθήματα που βιώνω καθημερινά, είτε προσωπικά, είτε σε σχέση με το περιβάλλον, τη πόλη, τη κοινωνία και τους ανθρώπους. Είναι απλά η καθημερινότητα στην οποία τυχαίνει να υπάρχω σε συνδυασμό με τα μέσα που διαθέτω.
Μ: Ο άνθρωπος που συνυπάρχει μέσα στις πόλεις. Τι συναισθήματα του προκαλούνται καθημερινά, με τι παλεύει, τι βλέπει όταν κοιτάζει στον καθρέφτη, τι τον πονάει, τι τον καίει, τι αγκαλιάζει, τι όνειρα βλέπει, τι σιχαίνεται, τι αγαπάει, τι τον ξυπνάει. Ο ηλεκτρονικός ήχος μας εμένα με παραπέμπει συχνά και στα ηλεκτρικά ρεύματα που μπορούν να προκαλέσουν οι συγκρούσεις, ο έρωτας, ο φόβος, ένας αυθόρμητος χορός με σώματα που πάλλονται και εκφράζουν όσα δε λένε.
– Πώς προέκυψε η συνεργασία με τη γερμανική δισκογραφική Cold Transmission;
Πολύ αυθόρμητα! Είχαμε ήδη βγάλει τον πρώτο μας δίσκο μέσω της Geheimnis Records, ακριβώς πριν το πρώτο lockdown, αρχές του 2020. Νομίζω ότι αυτό το υλικό βοήθησε ώστε να μας ανακαλύψουν, και περίπου ενάμιση χρόνο πριν μας προσέγγισαν. Είχαμε μια πολύ όμορφη και παραγωγική κουβέντα, από την οποία προέκυψε ένα κοινό όραμα για το πώς φανταζόμαστε το μέλλον της μπάντας, και πόσα πράγματα μπορούμε να κάνουμε μαζί. Έτσι, πολύ εύκολα και γρήγορα, αποφασίσαμε να συνεργαστούμε, πράγμα για το οποίο είμαστε πολύ χαρούμενοι. Είναι υπέροχοι άνθρωποι που πάντα μας δίνουν απόλυτη ελευθερία σε όλα τα επίπεδα, τρομερά δημιουργικοί, με αγάπη και πίστη σε αυτό που κάνουν.
– Πείτε μου αν θέλετε λίγα λόγια για το νέο άλμπουμ που ετοιμάζετε.
Ν: Το νέο άλμπουμ είναι κάτι που δουλεύεται και ωριμάζει μέσα μας αρκετό καιρό. Ήδη, εδώ και ένα διάστημα παρουσιάζουμε κάποια κομμάτια σε live εμφανίσεις μας. Ωστόσο, ο φετινός χειμώνας ήταν συνειδητά η περίοδος στην οποία αφοσιωθήκαμε πλήρως στη σύνθεση του, περιορίζοντας στο ελάχιστο οποιαδήποτε άλλη δράση, ώστε να μείνουμε συγκεντρωμένοι σε αυτό. Τώρα είμαστε στο στάδιο των ηχογραφήσεων και ταυτόχρονα αρχίζουμε να δίνουμε μορφή στη γενικότερη αισθητική του, μέσα από το artwork, κάποια video clips κλπ.
Μ: Είπαμε να πάρουμε τον χρόνο και τον χώρο μας αυτή τη φορά, και τελικά βοήθησε πολύ πιστεύω, ώστε να συμβαδίσει το άλμπουμ με εμάς κι εμείς με αυτό, απόλυτα. Έχει πολύ να κάνει με την συνεχόμενη κίνηση που βρισκόμαστε – ή που καλώς είναι να βρισκόμαστε – ώστε να μεταμορφωνόμαστε διαρκώς, συνδυάζοντας όλα τα στοιχεία της φύσης γύρω μας, είτε συμβολικά είτε κυριολεκτικά. Συνεχίζουμε να δοκιμάζουμε τα όρια μας με τον Νίκο σε αυτό το άλμπουμ και αρκετές φορές να τα ξεπερνάμε κιόλας, προκειμένου να γεννιούνται ιδέες μέσα από το ρίσκο. Είμαι πολύ ενθουσιασμένη και ανυπομονώ να μοιραστούμε το νέο μας υλικό, όπως επίσης και πολύ περήφανη για εμάς στο σημείο που έχουμε φτάσει και σαν καλλιτέχνες και σαν άνθρωποι!
– Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Αυτή τη στιγμή επικεντρωνόμαστε στην έκδοση του δεύτερου μας δίσκου, με ό,τι συνεπάγεται αυτό, και ήδη είμαστε σε συζητήσεις για live σε Ελλάδα και εξωτερικό.
– Πόσο σημαντικό πιστεύετε πως είναι να υπάρχει ένα φεστιβάλ όπως το Death Disco Open Air Festival, που φέρνει την darkwave κουλτούρα στο προσκήνιο;
Είμαστε ενθουσιασμένοι που θα γίνει ένα τόσο μεγάλο φεστιβάλ στη πόλη μας, με μπάντες -παλιές ή νέες- τις οποίες αγαπάμε πολύ. Πραγματικά υπάρχει πολύς κόσμος σε αυτή που χώρα που δημιουργεί, ακούει και γενικά στηρίζει την ευρύτερη κουλτούρα της darkwave. Και φυσικά χαιρόμαστε πολύ που είμαστε και εμείς μέρος αυτού του event.
– Κλείστε αυτή τη συνέντευξη με έναν στίχο που σας εκφράζει αυτή τη στιγμή.
Ν: Θα διαλέξω ένα στίχο από το βιτριόλι των Selofan:
Πάντα τις μεγάλες ώρες/ Ξέρω πως θα ξαναρθείς/ Να σου γλύψω τα σημαδια/ Της καταστροφής/ Να σου πω ένα παραμύθι /Να σε πάρω αγκαλιά /Να διαλύσουμε την τρύπα /Μέσα στην καρδιά.
Μ: Για μένα το απόσπασμα αυτό από την ‘Ερημιά’ της Λένας Πλάτωνος,
Τα φώτα της γιορτής/ διασχίζουν την ερημιά μου/ που δεν είναι βρεγμένο ρούχο/ ούτε σχισμένο πέπλο/ Είναι η σάρκα μου/ έρπει στον αιχμηρό πλανήτη/ με όραση χαώδη/ με ήχο/ αλύχτισμα πεινασμένης αγέλης/ Πού πηγαίνεις;/ ρώτησε ο Θεός/ ενώ ήξερε.