Από τον εκλεκτικισμό των μέσων της δεκαετίας του ’70 μέχρι που καθόρισαν το Heavy Metal στις αρχές της δεκαετίας του ’80, και την πρόσφατη αναμόρφωση του συγκροτήματος με τον τραγουδιστή Rob Halford, οι Judas Priest έμελλε να αλλάξουν τον χάρτη της σκληρής μουσικής για πάντα!

Δημιουργήθηκαν το 1969 στο Birmingham της Αγγλίας κι από τα πρώτα τους μόλις άλμπουμ κατάφεραν να αγγίξουν δυσθεώρητα ύψη. Κατέκτησαν τον πλανήτη με άλμπουμς όπως τα Sin After Sin, Stained Class, Hell Bent for Leather και Unleashed in the East,  και με αθάνατα έπη όπως τα British Steel, Point of Entry, Screaming for Vengeanc, Defenders of the Faith, και το Painkiller, τα οποία μας έδωσαν κλασικά τραγούδια που έχουν αντέξει έως σήμερα. Τα Breaking the Law, Living After Midnight, Heading Out to the Highway, You’ve Got Another Thing Coming τους οδηγούν σε headline θέσεις στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου.

Ελάχιστα είναι τα ονόματα του heavy metal που «πάτησαν» σε κορυφές όπως αυτές των Judas Priest. Η επιρροή τους δεν σταματά στιγμή, και το καταπληκτικό Firepower του 2018 απέδειξε ξανά πόσο σπουδαίοι παραμένουν, αφήνοντας άφωνο το πιστό κοινό τους και τους κριτικούς.

Την ερχόμενη Παρασκευή 15 Ιουλίου, θα έχουμε την χαρά να τους παρακολουθήσουμε ζωντανά στα πλαίσια στου Release Athens Festival στην Πλατεία Νερού! Oι θεοί του metal υπόσχονται να φέρνουν και στην Αθήνα το πιο εντυπωσιακό show σε μια ανεπανάληπτη βραδιά γεμάτη από greatest hits, γιορτάζοντας τα 50 χρόνια στην κορυφή του σκληρού ήχου!

Λίγο πριν από ένα live που περιμένουμε με ανυπομονησία συγκεντρώσαμε και σας παρουσιάζουμε δέκα τραγούδια που άλλαξαν το πρόσωπο του Heavy Metal και αναμένουμε να ακούσουμε στην ένταση που τους αρμόζει το βράδυ της Παρασκευής!

1. Victim of Change

Τα πρώιμα άλμπουμ των Judas Priest αποτελούνταν από ένα εκλεκτικό στυλ. Οι κατεξοχήν ροκάδες συμβάδισαν δίπλα σε ακουστικές μπαλάντες, περίεργες ιδιόμορφες διασκευές και τα φιλόδοξα επικά κομμάτια τους που χρωστούσαν τόσο στους Queen όσο και στους Black Sabbath. Αυτό το τραγούδι από το δεύτερο άλμπουμ, το Sad Wings of Destiny του 1976, είναι ένα από τα καλύτερα κομμάτια τους, και εξακολουθούν να το παίζουν στα live τους δεκαετίες μετά την κυκλοφορία του.

2. Exciter

«Πέσε στα γόνατα και μετανόησε αν θέλεις!» Το τέταρτο άλμπουμ τους, το Stained Class του 1977, σηματοδότησε το σημείο όπου άρχισε να αναδύεται ο αυθεντικός ήχος των Judas Priest όπως τον ξέρουμε σήμερα, καθώς άρχισε να απομακρύνεται από τα πιο proggier στοιχεία προς το straight-ahead metal που θα καθόριζε το είδος την επόμενη δεκαετία. Το Galloping Rocker που άνοιγε το άλμπουμ έδινε το ρυθμό, ξεκινώντας με έναν καταιγισμό από ντραμς που ακολουθούναν από μικρά διάλειμμα αρμονίας των δύο lead. Η εικόνα της φωτιάς και του θείου του εκδικητικού αγγέλου που έχει οριστεί από τον Θεό για να τιμωρήσει τους ασεβείς θα γινόταν ένα επαναλαμβανόμενο θέμα σε όλη την καριέρα τους. Όταν οι Judas Priest μηνύθηκαν για το περιστατικό κατά το οποίο δύο οπαδοί τους αυτοπυροβολήθηκαν μετά την ακρόαση του Stained Class, ο Halford τόνισε τη γελοιότητα του ισχυρισμού ότι είχαν οδηγηθεί σε αυτό από υποσυνείδητα μηνύματα του δίσκου, που κατηγορούσαν ότι το ρεφρέν του Exciter, παιγμένο ανάποδα, ακούγεται να τραγουδάει: «I asked her for a peppermint».

3. Beyond the Realms of Death

Το τελευταίο και σπουδαιότερο από τα πρώτα τους κομμάτια, βρίσκεται ηχητικά πολύ κοντά στο Stairway to Heaven και στο Stargazer. Χρησιμοποιεί το δυναμικό τρίπρυχο ήσυχο-δυνατό-ήσυχο με μεγάλη επιτυχία, ενώ τα αρπέτζιο της κιθάρας στο ρεφρέν, οδηγούν σε ένα τερατώδες βαρύ riff, σε συνδυασμό με ισχυρούς, αν και αινιγματικούς, στίχους πάνω στο θέμα της κατάθλιψης και της αποξένωσης. Και, λες και αυτά δεν είναι αρκετά από μόνα τους, το αριστουργηματικό εκτεταμένο σόλο του Tipton ανεβάζει τα πράγματα σε άλλο επίπεδο.

4. Hell Bent for Leather

Όταν ο Halford αποκάλυψε ότι είναι ομοφυλόφιλος, υπήρχαν εκείνοι που σοκαρίστηκαν και εξεπλάγησαν και εκείνοι για τους οποίους επιβεβαίωσε αυτό που ήδη υποψιάζονταν. Τα στοιχεία θεατρικότητας και υπερβολής σε τραγούδια όπως αυτό θα έπρεπε να κάνει τους πρώτους να το υποψιαστούν- ειδικά όταν στις ζωντανές εμφανίσεις ο Halford ζωσμένος με δερμάτινους ιμάντες, μαστίγωνε μια μοτοσικλέτα επί σκηνής. Πέρα από όλα αυτά, το σύντομο και καταιγιστικό αυτό κομμάτι, διάρκειας μικρότερης των τριών λεπτών, απαρτίζεται από μια απολαυστική αν και σύντομη καθαριστική έκρηξη.

5. Rapid Fire

Το έκτο άλμπουμ του συγκροτήματος, British Steel, που κυκλοφόρησε το 1980, τότε που το νέο κύμα του βρετανικού heavy metal είχε φτάσει στα φόρτε του, αποτέλεσε τον δίσκο της επανάστασης. Οι καθιερωμένοι πλέον Judas Priest και δεν ήταν συγκρότημα του NWOBHM (New Wave British Metal), καβάλησαν το κύμα και εκτοξεύτηκαν στα ύψη της σκηνής. Στην περιοδεία που έκαναν στο Ηνωμένο Βασίλειο για την προώθηση του άλμπουμ, είχαν ως support τους νεοσύστατους τότε Iron Maiden – η μοναδική support περιοδεία που έκαναν ποτέ οι Maiden. Από τον δίσκο αυτό προέκυψαν αρκετά singles που σκαρφάλωσαν charts, αλλά το κορυφαίο πρέπει να είναι αυτό το εναρκτήριο τραγούδι που λιώνει κεφάλια. Το μυστικό εδώ κρύβεται στον νέο ντράμερ της μπάντας, Dave Holland. Το αποτέλεσμα είναι ο ήχος της αποκάλυψης που μοιάζει να έρχεται με βροντή μέσα από ένα χαλυβουργείο των West Midlands.

6. Breaking the Law

Μία από τις τρεις μεγάλες επιτυχίες του British Steel, είναι κι αυτή η ιστορία για την απελπισία της ζωής – που αργότερα ο Halford ισχυρίστηκε ότι αποτελεί ένα τραγούδι-διαμαρτυρία για τη Βρετανία της Θάτσερ – και είναι ίσως το πιο γνωστό τραγούδι τους. Το πιο άμεσα αναγνωρίσιμο riff τους που καθιέρωσε τους Judas Priest, που έχει χιχλιοδιασκευαστεί από συγκροτήματα που ανήκουν σε ολόκληρο το ροκ φάσμα, από τους Meteors μέχρι τους Babymetal. Ακόμα κι αν δεν παραβιάστηκαν νόμοι, μπουκάλια γάλακτος έπαθαν μεγάλη ζημιά κατά τη δημιουργία αυτού του βίντεο.

7. Screaming for Vengeance

Το άλμπουμ που αγαπήθηκε περισσότερο από το ραδιόφωνο, Point of Entry, ηχογραφήθηκε στον απόηχο της προηγούμενης μεγάλης επιτυχίας του συγκροτήματος που κατέκτησε τα charts. Το εν λόγω άλμπουμ δεν είχε τη φλόγα του προκατόχου του και τα singles που περιλαμβάνονται στο άλμπουμ απέτυχαν να κατακλύσουν τα charts. Έτσι, το 1982 οι Judas Priest επέστρεψαν σε έναν πιο σκληρό, βαρύτερο ήχο, που χαρακτηρίζεται από αυτό το ομώνυμο τραγούδι, με τις ασυμβίβαστες in-your-face κιθάρες και τις χαρακτηριστικές κραυγές του Halford. Αυτή είναι η πεμπτουσία των Judas Priest, σε μια εποχή που είχαν γίνει ο ορισμός του metal.

8. Freewheel Burning

Το Defenders of the Faith του 1984 συνέχισε από εκεί που σταμάτησε το Screaming for Vengeance. Το εναρκτήριο κομμάτι και lead single του άλμπουμ, αποτελεί άλλο ένα άλμπουμ-τσεκουριά που προέρχεται από το ίδιο σημείο, μουσικά τουλάχιστον, με το Rapid Fire. Στιχουργικά είναι πιο κοντά σε έναν ύμνο μηχανόβιων, με εξίσου πολλή φωτιά αλλά λίγο λιγότερο θειάφι αυτή τη φορά. Τα γρήγορα κι εκρηκτικά φωνητικά του Halford χρησιμεύουν ως κύριο όργανο μαζί με τις κιθάρες. Οι Judas Priest στα καλύτερά τους είναι πάντα υπερβολικοί, και συχνά ακροβατούν στα όρια της αυτοπαρωδίας, αλλά αυτό είναι κι ένα σημαντικό κομμάτι της γοητείας τους.

9. Turbo Lover

Με το Turbo του 1986, οι Judas Priest εισήγαγαν τα ηλεκτρονικά και τα κιθαριστικά συνθεσάιζερ στον ήχο τους. Το συνθετικό αυτό άνοιγμα προκάλεσε την αντίδραση ορισμένων από τους πιο παραδοσιακούς οπαδούς τους, οι οποίοι τους κατηγόρησαν ότι ακούγονταν σαν τους ZZ Top από τα Lidl. Ακόμα και αν πτυχές της συγκεκριμένης παραγωγής ακούγονται λίγο ξεπερασμένες τώρα, δεν παύει να αποτελεί μια τολμηρή προσπάθεια να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό. Βέβαια, η κατακραυγή των οπαδών τους ήταν μάλλον και ο λόγος που το υλικό που ηχογράφησαν αργότερα με τους Stock, Aitken και Waterman δεν κυκλοφόρησε ποτέ.

10. Future of Mankind

Αφού ο Halford εγκατέλειψε το συγκρότημα το 1992, οι Judas Priest έκαναν αυτό που συνήθιζαν να κάνουν τα γηραιότερα κλασικά ροκ συγκροτήματα που έχαναν τον τραγουδιστή τους – προσέλαβαν τον frontman από ένα tribute act. Αυτός ο αντικαταστάτης ήταν ο Tim «Ripper» Owens από το συγκρότημα British Steel. Η ιστορία του ενέπνευσε την χολιγουντιανή ταινία Rock Star, αν και η ιστορία δεν είχε και πολλή σχέση με την πραγματικότητα, στην οποία ο Owens έκανε τελικά στην άκρη για να κάνει χώρο για την επιστροφή του Halford. Από τότε που ο Halford επέστρεψε στο σχήμα το 2003, το συγκρότημα ηχογράφησε άλλα τρία στούντιο άλμπουμ. Το πιο ενδιαφέρον από αυτά είναι το Nostradamus του 2008, ένα φιλόδοξο διπλό άλμπουμ με στοιχεία metal, progressive rock αλλά και μιούζικαλ, που αφηγείται την ιστορία της ζωής ενός προφήτη. Είναι το ίδιο concept που οι Kiss κάποιες δεκαετίες νωρίτερα επιχείρησαν να κάνουν με το Music from the Elder και απέτυχαν. Ο Halford είναι ο άνθρωπος που θα μπορούσε να το φέρει εις πέρας, καθώς διαθέτει το μοναδικό ταλέντο να μετατρέπει αυτό που θα μπορούσε να είναι καθαρή ανοησία σε κάτι βαθύ. Το τελευταίο κομμάτι κλείνει το άλμπουμ με τον κατάλληλο εξαιρετικό τρόπο, μελοδραματικά φωνητικά συνοδευμένα από μεγαλοπρεπή κιθαριστικά ακροβατικά.