Επηρεασμένοι από τον σκανδιναβικό θεό Thor είναι οι Jethro Tull, οι οποίοι σε λίγες εβδομάδες αναμένονται να κυκλοφορήσουν το νέο τους άλμπουμ με τίτλο «RökFlöte».
Το θρυλικό βρετανικό συγκρότημα αποκάλυψε το «Hammer On Hammer», του οποίου το σχετικό βιντεοκλίπ μπορείτε να παρακολουθήσετε παρακάτω.
Το τραγούδι διαδέχεται τα «Ginnungagap» και «The Navigators» που λειτούργησαν ως προπομπός του νέου άλμπουμ.
Οι άρχοντες του φλάουτου, οι Jethro Tull
Οι Jethro Tull είναι βρετανικό progressive rock συγκρότημα, το οποίο σχηματίστηκε το 1967 στο Μπλάκπουλ της Αγγλίας. Μόνιμο μέλος, συνθέτης και τραγουδιστής του συγκροτήματος από την ίδρυση τους μέχρι σήμερα είναι ο Ίαν Άντερσον.
Οι Jethro Tull έχουν κυκλοφορήσει 21 στούντιο άλμπουμ, εκ των οποίων δύο ανέβηκαν στην κορυφή των αμερικανικών τσαρτ και ένα στα αντίστοιχα βρετανικά, ενώ 16 δίσκοι τους έχουν βραβευθεί ως χρυσοί ή πλατινένιοι.
Το 1967, το συγκρότημα του Ίαν Άντερσον, John Evan Band μετακόμισε από το Μπλάκπουλ στο Λούτον. Μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα, τα περισσότερα μέλη του επταμελούς σχήματος αποχώρησαν αφήνοντας μόνο τον Άντερσον και τον μπασίστα Γκλεν Κόρνικ. Μετά την προσθήκη του κιθαρίστα Μικ Άμπρααμς και του ντράμερ Κλάιβ Μπάνκερ, το συγκρότημα μετονομάστηκε σε Jethro Tull, όνομα του πρωτοπόρου γεωργού του 18ου αιώνα.
Λίγο αργότερα, υπέγραψαν συμβόλαιο με την εταιρεία “Chrysalis” και κυκλοφόρησαν το πρώτο τους σινγκλ με τίτλο “Sunshine Day” σε παραγωγή του Ντέρεκ Λώρενς, στις 16 Φεβρουαρίου 1968.
Το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο “This Was” κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1968 ανεβαίνοντας στο # 10 των βρετανικών τσαρτ.
Μετά την κυκλοφορία του δίσκου, ο Άμπρααμς αποχώρησε από το συγκρότημα λόγω έντονων διαφωνιών που είχε με τον Ίαν Άντερσον. Αντικαταστάθηκε για ένα διάστημα τριών εβδομάδων από τον μετέπειτα κιθαρίστα των Black Sabbath, Τόνι Αϊόμι, με τον οποίο στη σύνθεση τους πραγματοποίησαν μία εμφάνιση στο “The Rolling Stones Rock and Roll Circus”, το Δεκέμβριο του 1968. Μετά από ένα μικρό διάστημα με τον Ντέιβιντ Ο’Λιστ στην κιθάρα, οριστικός αντικαταστάτης του Άμπρααμς έγινε ο Μάρτιν Μπαρ.
Η ποιοτική και εμπορική επιτυχία
Με τη νέα σύνθεση οι Jethro Tull κυκλοφόρησαν στις 25 Απριλίου 1969 το πρώτο τους επιτυχημένο σινγκλ, “Living in the Past”, το οποίο έφθασε στο # 3 στη Μεγάλη Βρετανία, ακολουθούμενο από άλλη μία Top-10 επιτυχία, το “Sweet Dream”. Τον Αύγουστο του 1969 κυκλοφόρησε ο δίσκος “Stand Up” ο οποίος έφθασε στην κορυφή των βρετανικών τσαρτ, για να ακολουθήσουν και άλλα επιτυχημένα τραγούδια όπως τα “The Witch’s Promise” (# 4) και “Life Is a Long Song” (# 11).
Την επόμενη χρονιά προστέθηκε στη σύνθεση του συγκροτήματος ο κιμπορντίστας Τζον Έβαν, με τον οποίο κυκλοφόρησαν το δίσκο “Benefit”. Στα τέλη του 1970, ο μπασίστας Γκλεν Κόρνικ αντικαταστάθηκε από τον Τζέφρι Χάμοντ, αδελφικό φίλο του Άντερσον. Με αυτή τη σύνθεση το συγκρότημα κυκλοφόρησε έναν από τους σπουδαιότερους δίσκους του, το “Aqualung”, στις 19 Μαρτίου 1971, ανεβαίνοντας στο Top-10 και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Μετά την κυκλοφορία του δίσκου, ο Κλάιβ Μπάνκερ παραιτήθηκε για να αντικατασταθεί από τον Μπάριμορ Μπάρλοου, με τον οποίο κυκλοφόρησαν το δίσκο “Thick As A Brick”, ένα άλμπουμ το οποίο αποτελούνταν από ένα μόνο τραγούδι διάρκειας 43 λεπτών και 46 δευτερολέπτων. Ο δίσκος ανέβηκε στην κορυφή των αμερικανικών τσαρτ, ακολουθούμενος τον Ιούνιο του 1972 από τη συλλογή “Living in the Past”, η οποία έφθασε ως το # 3.
Το 1973 κυκλοφόρησαν το δίσκο “A Passion Play”, το δεύτερο και τελευταίο # 1 του συγκροτήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες, το οποίο παρ’ όλη την εμπορική του επιτυχία έλαβε αρνητικές κριτικές. Ακολούθησε το “War Child” τον Οκτώβριο του 1974 το οποίο ανέβηκε στο # 2 του Billboard, ωθούμενο από την επιτυχία του σινγκλ “Bangle in the Jungle”. Κατά την περιοδεία για την προώθηση του “War Child” το συγκρότημα συνοδευόταν από ένα κουαρτέτο εγχόρδων.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1975, οι Jethro Tull κυκλοφόρησαν το χρυσό “Minstrel in the Gallery” του οποίου οι στίχοι χαρακτηρίστηκαν “κυνικοί και πικρόχολοι” λόγω του ότι το διάστημα της συγγραφής του δίσκου ο Ίαν Άντερσον έπαιρνε διαζύγιο από την πρώτη του σύζυγο.
Στην περιοδεία που ακολούθησε, ο Ντέιβιντ Πάλμερ εντάχθηκε στη σύνθεση του συγκροτήματος ως δεύτερος κιμπορντίστας, ενώ μετά την το τέλος της περιοδείας ο μπασίστας Τζέφρι Χάμοντ αποχώρησε για να αντικατασταθεί από τον Τζον Γκλάσκοκ.
Με τη νέα σύνθεση το συγκρότημα κυκλοφόρησε το δίσκο “Too Old to Rock ‘n’ Roll: Too Young to Die!”, ένα ακόμη concept άλμπουμ του οποίου οι στίχοι αφορούσαν ένα οπαδό της ροκ μουσικής ο οποίος γερνώντας βλέπει την αντιμετώπιση του κόσμου προς αυτόν να αλλάζει.
Το Φεβρουάριο του 1977 κυκλοφόρησαν το τελευταίο Top-10 άλμπουμ τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, με τίτλο “Songs from the Wood”, το πρώτο από μία τριάδα δίσκων με ιδιαίτερα εμφανείς τις φολκ επιρροές.
Το 2003, το συγκρότημα κυκλοφόρησε το 21ο στούντιο άλμπουμ του με τίτλο “The Jethro Tull Christmas Album”, μία συλλογή διασκευών σε παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα τραγούδια, αλλά και νέα κομμάτια.
Το 2005 εκδόθηκαν τα DVD “Nothing Is Easy: Live at the Isle of Wight 1970” και “Aqualung Live” και το Μάρτιο του 2006 αποχώρησε από το συγκρότημα ο μπασίστας Τζόναθαν Νόις, κάτι που έκανε λίγο αργότερα και ο κιμπορντίστας Άντριου Γκίντινγκς.
Το 2011 πραγματοποίησαν την περιοδεία για την τεσσαρακοστή επέτειο από την κυκλοφορία του “Aqualung”, ενώ τον Απρίλιο του 2012 κυκλοφόρησε το άλμπουμ “Thick as a Brick 2: Whatever Happened to Gerald Bostock?”, σαν προσωπικός δίσκος του Ίαν Άντερσον και όχι σαν άλμπουμ των Jethro Tull.
Μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ του Άντερσον με τίτλο “Homo Erraticus”, ο τραγουδιστής δήλωσε σε συνέντευξη του ότι οι Jethro Tull τελείωσαν μέσα στην προηγούμενη δεκαετία και ότι πλέον θα κυκλοφορούσε την μουσική του με το δικό του όνομα.