Από τα Gospel και τη θρησκευτική μουσική που άκουγε στο σπίτι ως παιδί, αυτή κράτησε μόνο τον ρυθμό. Μεγαλώνοντας άρχισε να δημιουργεί τον δικό της ήχο, ένα υβρίδιο μεταξύ techno και industrial με αρκετά ανορθόδοξο και πειραματικό sound design βυθισμένο σε βρώμικες παραμορφώσεις. Αποδομώντας τη δομή του ήχου, παράλληλα αποδομεί και τα κοινωνικά στεγανά και την αντίληψη περί φυσιολογικού στην οποία στο παρελθόν προσπάθησε να ενταχθεί. Εντός ενός διπόλου ηρεμίας και χάους, αναζητεί μια μελωδία, που θα την οδηγήσει σε πολλαπλά συναισθηματικά επίπεδα που εν τέλει είναι και το ζητούμενο των project της. Συνάντησα την Γκρέις ή αλλιώς Odile Nyx ένα βροχερό πρωινό στο Κουκάκι και με ένα καταφατικό βλέμμα αναγνωριστήκαμε αμέσως από τα κατάμαυρα ρούχα μας που βρίσκονταν σε αντίθεση με τα χρωματιστά κραγιόν μας, και είπαμε λίγα λόγια για την μουσική που δημιουργεί, τις επιρροές, τα μελλοντικά της σχέδια, αλλά και για την τέχνη που που βρίσκεται σε σύντηξη με την φύση και την πραγματική ζωή.
– Από πιο σημείο θα ήθελες να ξεκινήσουμε την ιστορία σου;
Θα ξεκινήσω από τα παιδικά μου χρόνια. Πάντα είχα μια επαφή με την μουσική. Οι γονείς μου άκουγαν Gospel και θρησκευτική μουσική, άκουγα την κιθάρα και τον ρυθμό, δεν μου άρεσε απαραίτητα η ίδια η μουσική αλλά μου άρεσε ο ρυθμός. Όποτε έρχονταν συγγενείς, συζητούσαν επί ώρες μπορεί και να χόρευαν και λίγο, επικρατούσε πάντα αυτό το κλίμα. Εγώ βέβαια στράφηκα προς το metal, λόγω του ότι ο μεγαλύτερος μου αδελφός άκουγε metal, progressive, black κτλ. Γενικότερα μου άρεσε ο θόρυβος αρκετά. Μεγαλώνοντας στράφηκα προς το post-punk, ξεκίνησα να παίζω σε μαγαζιά, έπαιζα και λίγο κιθάρα, και το post-punk μου άνοιξε κατά κάποιο τρόπο το δρόμο προς την ηλεκτρονική σκηνή μπαίνοντας στο κόσμο του minimal synth κι αργότερα γνωρίζοντας ανθρώπους που έκαναν μουσική παραγωγή και ανήκαν στο χώρο της ηλεκτρονικής, της techno κτλ., άρχισα να ακούω IDM και με ενδιέφερε ιδιαίτερα αυτή η αποδόμηση του ήχου, που μέσα στην αποδόμηση έβρισκες και μια μελωδία, υπήρχε δηλαδή κάτι σαν ένα δίπολο ηρεμίας και χάους, κι αυτό το βρήκα πολύ ενδιαφέρον και κάπου εκεί κόλλησα.
– Τι άλλα πράγματα κάνεις πέραν της μουσικής και πώς συνδέονται μ’αυτήν, αν συνδέονται.
Πέρα από την μουσική κάνω διάφορα πράγματα. Έχω σπουδάσει σκηνοθεσία, έχω κάνει και κάποιες ταινίες μικρού μήκους, έχω ασχοληθεί με το σχέδιο, οπότε συνδυάζοντας όλα αυτά τα πράγματα μου βγήκε προς τα έξω το mixed media. Επιπλέον έχω κάνει μια έκθεση με digital collage, installations, video, video art, κι όλα αυτά πιστεύω ότι συνδέονται με τη μουσική γιατί έχουν πάντα ένα abstract ύφος, στο οποίο πάντα υπάρχει αυτό το δίπολο στο οποίο αναφέρθηκα και πιο πριν. Ένα πολύ καθαρό στοιχείο, το οποίο περιβάλλεται από ένα πολύ χαοτικό περιβάλλον ή και το αντίστροφο ή μια καθαρή απλή minimal απεικόνιση που θα φέρει στην επιφάνεια αρκετά συναισθήματα.
– Σε είχα «γνωρίσει» μέσω των DJ Sets που έκανες σε διάφορα μαγαζιά στην πόλη. Συνεχίζεις να παίζεις ως DJ;
Συνεχίζω να παίζω ως DJ, ξεκίνησα από μπαράκια όπως Locomotiva, Teddy Boy, Boiler,και διάφορα άλλα, πλέον και με τις μουσικές που κυκλοφόρησα έχω αρχίσει κι έχω σετ και σε κάποια φεστιβάλ όπως το Plissken για παράδειγμα όπου μπορώ να εκφράσω πιο εύκολα τη μουσική που θέλω να μεταφέρω, καθώς όταν παίζω αυτό που αποζητώ είναι να βγάζω ένα συναίσθημα προς τον κόσμο, παρά να βαράω ένα σταθερό beat και να υπάρχει μια μονότονη ροή , προσωπικό γούστο αυτό βέβαια, θέλω να υπάρχουν επίπεδα στο σετ μου.
– Πες μας λίγα πράγματα για τις εκπομπές που κάνεις στο Movement Radio.
Η λογική είναι ακριβώς η ίδια με τα DJ σετ μου κατά κύριο λόγο. Εννοείται ότι πειραματίζομαι πολύ περισσότερο στο Movement, και αυτό κάνει τη διαδικασία πολύ ευχάριστη.
– Και τώρα ας περάσουμε στο σήμερα. Πώς θα χαρακτήριζες τη μουσική που δημιουργείς, και τι επιρροές έχεις;
Θα την χαρακτήριζα υβριδική, δηλαδή έχει στοιχεία industrial, techno, έχει στοιχεία synth και IDM, οπότε είναι σαν ένα κολάζ για μένα, όπως είναι και η τέχνη μου. Συνδέω διάφορα κομμάτια που συνθέτουν ένα σύνολο και μέσα σε όλο αυτό υπάρχει ένας κρυμμένος ρυθμός και μια δυστοπία που βασίζονται στο συναίσθημα. Τώρα όσον αφορά τις επιρροές μου, μ’αρέσει πάρα πολύ ο Vasquez από τους Soft Moon που κάνει κάτι έτσι πολύ πειραματικό, Coil, και μετά καλλιτέχνες της Raster Noton, Alva Noto, Ryoji Ikeda, Autechre και πολλά άλλα.
– Από ποια πράγματα εμπνέεσαι;
Εμπνέομαι συνήθως από γεγονότα που μπορεί να συμβαίνουν στη ζωή μου, εμπνέομαι αρκετά απ’ το sound design, λατρεύω τον ήχο του μετάλλου, ψίθυροι και φωνές σμιλευμένες σε ένα γιγάντιο βουητό. Ας πούμε είχα πάει στη Κένυα που είχε τροπική βροχή, πολύ δυνατή και την είχα ηχογραφήσει. Εκείνη τη στιγμή άκουγα το μένος και τη δύναμη της φύσης και πραγματικά πόσο μικροί είμαστε απέναντι της, οπότε εντάσσω και περιβαλλοντικά πράγματα όχι μόνο στη μουσική μου, αλλά σε όλα τα πρότζεκτ μου.
– Παίρνω ένα track από το τελευταίο σου EP το «Fractured» που κυκλοφόρησε ακριβώς πριν από έναν χρόνο, το «Rejection» μια δυστοπική ηλεκτρονική δύνη που καταλήγει στη λέξη «Tired». Ποια είναι η ιστορία του κομματιού;
Με το Rejection ήθελα να δώσω υπόσταση σ ένα συναίσθημα, την απόρριψη. Τώρα η κοινωνική απόρριψη της κουλτούρας σου είναι ένα συναίσθημα που σε χαράζει βαθιά. Η προσπάθεια μου να ενταχθώ είτε στις πεποιθήσεις της κοινωνίας είτε στις πεποιθήσεις των άλλων για να είμαι ένα μέρους του φυσιολογικού που είχα συνηθίσει έκτοτε πως ήταν αυτό που μου παρουσιαζόταν και αυτή η στάση προφανώς φέρνει σιγά σιγά στην επιφάνεια ένα ντόμινο δυσάρεστων εξελίξεων κυρίως στο πυρήνα σου στο μέσα σου και κατά επέκταση ακόμα και στις διαπροσωπικές σου σχέσεις . Γίνεσαι κάτι σαν χαμαιλέοντας όπως στο βιντεοκλίπ βάφομαι με λευκή μπογιά. Εφόσον ήταν και το πρώτο μου μουσικό project ήταν φυσικό και επόμενο να βγουν τέτοιου είδους συναισθήματα στην επιφάνεια, μια αποθεραπεία , ένας ψίθυρος αγανάκτησης, μέσα σ’ όλο αυτό το δυστοπικό beat, προς την υψηλόβαθμη κακεντρέχεια.
– Η Αθήνα είναι μια πόλη που αγαπάμε να μισούμε; Πώς την βιώνεις εσύ;
Η Αθήνα είναι μια πόλη με πολλή ένταση και νεύρο, αλλά υπάρχουν και χαλαρές στιγμές. Όμως γενικότερα θεωρώ ότι μια πόλη είναι οι άνθρωποί της, κι εγώ έχω βιώσει αρκετές καταστάσεις. Η Αθήνα για μένα είναι το βίωμα του καθενός και το πώς ελίσσεται μέσα σ’ αυτή , είναι ένας πολιτιστικός χάρτης της κουλτούρας ενός λαού.
– Θεωρείς ότι χαρτογραφείται μέσα στη μουσική σου;
Η Αθήνα έχει επηρεάσει τη μουσική μου σε πρώτο βαθμό σε ένα υποσυνείδητο στάδιο καθώς είναι η πόλη που μεγάλωσα, έζησα και σε δεύτερο στάδιο έχουν επίδραση το νεύρο και η ρευστότητα αυτού του μητροπολιτικού τοπίου. Οι άνθρωποι είμαστε εμείς που δίνουμε χαρακτήρα στη πόλη μας οπότε κατά μία πολύ ενδιαφέρουσα έννοια η πόλη είμαστε εμείς κι αλλάζει κι εκείνη καθώς διαμορφωνόμαστε εμείς. Στη μουσική μου δεν είναι βασικός στόχος η πολυπλοκότητα. ‘Οπως και στη τέχνη που κάνω, πιστεύω δεν μπορείς να αποδομήσεις κάτι όταν δεν εμπεριέχεται ο βασικός άξονας. Οπότε μέσα σε μια συγκεκριμένη πεπατημένη προσθέτω το ύφος μου ,τις επιρροές μου και τον στόχο μου.
– Πιστεύεις ότι οι γυναίκες μουσικοί στην Ελλάδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά σε σχέση με τους άντρες; Υπάρχει ανισότητα στο χώρο;
Ανισότητα σίγουρα υπάρχει, αλλά παράλληλα πιστεύω ότι είμαστε σε μια εποχή όπου το διαφορετικό και οι γυναίκες είναι περιζήτητες σε αυτούς τους χώρους. Εγώ προσωπικά με το που έβγαλα το δίσκο, με προσέγγισε πολύς κόσμος, με καλούσαν σε πολλά events, οπότε πιστεύω και ευελπιστώ να συνεχίσει αυτό και να προχωρήσει προς το καλύτερο. Βέβαια, εδώ που τα λέμε, σε πολύ λίγες περιπτώσεις στα μεγάλα festival οι γυναίκες παίζουν ως πρώτα ονόματα.
– Θα έλεγες ότι η μουσική είναι το ξόρκι μας, η θεραπεία μας;
Σίγουρα. Σίγουρα είναι θεραπεία για μένα, με βοηθά πάρα πολύ α ξεχνιέμαι, αλλά παράλληλα με βάζει σε ένα πολύ δημιουργικό mood. Σε κάποιες πολύ δύσκολες περιόδους με βοήθησε πάρα πολύ και ήταν όπως το είπες εσύ, μια θεραπεία. Τα άσχημα μου συναισθήματα, μπόρεσα να τα διοχετεύσω στη μουσική και να βγει κάτι δημιουργικό. Απ’όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, η μουσική είναι πραγματικά τα πάντα.
– Ετοιμάζεις κάτι καινούργιο;
Ετοιμάζω κάτι καινούργιο, θα βγει σύντομα, έχω ήδη ετοιμάσει τα κομμάτια. Το ύφος θα είναι παρόμοιο με ελάχιστες πιο πειραματικές διαφορές, αλλά σε γενικές γραμμές, θα ήθελα να παραμείνω στο στυλ της προηγούμενής μου δουλειάς.
Από τα Gospel και τη θρησκευτική μουσική που άκουγε στο σπίτι ως παιδί, αυτή κράτησε μόνο τον ρυθμό. Μεγαλώνοντας άρχισε να δημιουργεί τον δικό της ήχο, ένα υβρίδιο μεταξύ techno και industrial με αρκετά ανορθόδοξο και πειραματικό sound design βυθισμένο σε βρώμικες παραμορφώσεις. Αποδομώντας τη δομή του ήχου, παράλληλα αποδομεί και τα κοινωνικά στεγανά και την αντίληψη περί φυσιολογικού στην οποία στο παρελθόν προσπάθησε να ενταχθεί. Εντός ενός διπόλου ηρεμίας και χάους, αναζητεί μια μελωδία, που θα την οδηγήσει σε πολλαπλά συναισθηματικά επίπεδα που εν τέλει είναι και το ζητούμενο των project της. Συνάντησα την Γκρέις ή αλλιώς Odile Nyx ένα βροχερό πρωινό στο Κουκάκι και με ένα καταφατικό βλέμμα αναγνωριστήκαμε αμέσως από τα κατάμαυρα ρούχα μας που βρίσκονταν σε αντίθεση με τα χρωματιστά κραγιόν μας, και είπαμε λίγα λόγια για την μουσική που δημιουργεί, τις επιρροές, τα μελλοντικά της σχέδια, αλλά και για την τέχνη που που βρίσκεται σε σύντηξη με την φύση και την πραγματική ζωή.
– Από πιο σημείο θα ήθελες να ξεκινήσουμε την ιστορία σου;
Θα ξεκινήσω από τα παιδικά μου χρόνια. Πάντα είχα μια επαφή με την μουσική. Οι γονείς μου άκουγαν Gospel και θρησκευτική μουσική, άκουγα την κιθάρα και τον ρυθμό, δεν μου άρεσε απαραίτητα η ίδια η μουσική αλλά μου άρεσε ο ρυθμός. Όποτε έρχονταν συγγενείς, συζητούσαν επί ώρες μπορεί και να χόρευαν και λίγο, επικρατούσε πάντα αυτό το κλίμα. Εγώ βέβαια στράφηκα προς το metal, λόγω του ότι ο μεγαλύτερος μου αδελφός άκουγε metal, progressive, black κτλ. Γενικότερα μου άρεσε ο θόρυβος αρκετά. Μεγαλώνοντας στράφηκα προς το post-punk, ξεκίνησα να παίζω σε μαγαζιά, έπαιζα και λίγο κιθάρα, και το post-punk μου άνοιξε κατά κάποιο τρόπο το δρόμο προς την ηλεκτρονική σκηνή μπαίνοντας στο κόσμο του minimal synth κι αργότερα γνωρίζοντας ανθρώπους που έκαναν μουσική παραγωγή και ανήκαν στο χώρο της ηλεκτρονικής, της techno κτλ., άρχισα να ακούω IDM και με ενδιέφερε ιδιαίτερα αυτή η αποδόμηση του ήχου, που μέσα στην αποδόμηση έβρισκες και μια μελωδία, υπήρχε δηλαδή κάτι σαν ένα δίπολο ηρεμίας και χάους, κι αυτό το βρήκα πολύ ενδιαφέρον και κάπου εκεί κόλλησα.
– Τι άλλα πράγματα κάνεις πέραν της μουσικής και πώς συνδέονται μ’αυτήν, αν συνδέονται.
Πέρα από την μουσική κάνω διάφορα πράγματα. Έχω σπουδάσει σκηνοθεσία, έχω κάνει και κάποιες ταινίες μικρού μήκους, έχω ασχοληθεί με το σχέδιο, οπότε συνδυάζοντας όλα αυτά τα πράγματα μου βγήκε προς τα έξω το mixed media. Επιπλέον έχω κάνει μια έκθεση με digital collage, installations, video, video art, κι όλα αυτά πιστεύω ότι συνδέονται με τη μουσική γιατί έχουν πάντα ένα abstract ύφος, στο οποίο πάντα υπάρχει αυτό το δίπολο στο οποίο αναφέρθηκα και πιο πριν. Ένα πολύ καθαρό στοιχείο, το οποίο περιβάλλεται από ένα πολύ χαοτικό περιβάλλον ή και το αντίστροφο ή μια καθαρή απλή minimal απεικόνιση που θα φέρει στην επιφάνεια αρκετά συναισθήματα.
– Σε είχα «γνωρίσει» μέσω των DJ Sets που έκανες σε διάφορα μαγαζιά στην πόλη. Συνεχίζεις να παίζεις ως DJ;
Συνεχίζω να παίζω ως DJ, ξεκίνησα από μπαράκια όπως Locomotiva, Teddy Boy, Boiler,και διάφορα άλλα, πλέον και με τις μουσικές που κυκλοφόρησα έχω αρχίσει κι έχω σετ και σε κάποια φεστιβάλ όπως το Plissken για παράδειγμα όπου μπορώ να εκφράσω πιο εύκολα τη μουσική που θέλω να μεταφέρω, καθώς όταν παίζω αυτό που αποζητώ είναι να βγάζω ένα συναίσθημα προς τον κόσμο, παρά να βαράω ένα σταθερό beat και να υπάρχει μια μονότονη ροή , προσωπικό γούστο αυτό βέβαια, θέλω να υπάρχουν επίπεδα στο σετ μου.
– Πες μας λίγα πράγματα για τις εκπομπές που κάνεις στο Movement Radio.
Η λογική είναι ακριβώς η ίδια με τα DJ σετ μου κατά κύριο λόγο. Εννοείται ότι πειραματίζομαι πολύ περισσότερο στο Movement, και αυτό κάνει τη διαδικασία πολύ ευχάριστη.
– Και τώρα ας περάσουμε στο σήμερα. Πώς θα χαρακτήριζες τη μουσική που δημιουργείς, και τι επιρροές έχεις;
Θα την χαρακτήριζα υβριδική, δηλαδή έχει στοιχεία industrial, techno, έχει στοιχεία synth και IDM, οπότε είναι σαν ένα κολάζ για μένα, όπως είναι και η τέχνη μου. Συνδέω διάφορα κομμάτια που συνθέτουν ένα σύνολο και μέσα σε όλο αυτό υπάρχει ένας κρυμμένος ρυθμός και μια δυστοπία που βασίζονται στο συναίσθημα. Τώρα όσον αφορά τις επιρροές μου, μ’αρέσει πάρα πολύ ο Vasquez από τους Soft Moon που κάνει κάτι έτσι πολύ πειραματικό, Coil, και μετά καλλιτέχνες της Raster Noton, Alva Noto, Ryoji Ikeda, Autechre και πολλά άλλα.
– Από ποια πράγματα εμπνέεσαι;
Εμπνέομαι συνήθως από γεγονότα που μπορεί να συμβαίνουν στη ζωή μου, εμπνέομαι αρκετά απ’ το sound design, λατρεύω τον ήχο του μετάλλου, ψίθυροι και φωνές σμιλευμένες σε ένα γιγάντιο βουητό. Ας πούμε είχα πάει στη Κένυα που είχε τροπική βροχή, πολύ δυνατή και την είχα ηχογραφήσει. Εκείνη τη στιγμή άκουγα το μένος και τη δύναμη της φύσης και πραγματικά πόσο μικροί είμαστε απέναντι της, οπότε εντάσσω και περιβαλλοντικά πράγματα όχι μόνο στη μουσική μου, αλλά σε όλα τα πρότζεκτ μου.
– Παίρνω ένα track από το τελευταίο σου EP το «Fractured» που κυκλοφόρησε ακριβώς πριν από έναν χρόνο, το «Rejection» μια δυστοπική ηλεκτρονική δύνη που καταλήγει στη λέξη «Tired». Ποια είναι η ιστορία του κομματιού;
Με το Rejection ήθελα να δώσω υπόσταση σ ένα συναίσθημα, την απόρριψη. Τώρα η κοινωνική απόρριψη της κουλτούρας σου είναι ένα συναίσθημα που σε χαράζει βαθιά. Η προσπάθεια μου να ενταχθώ είτε στις πεποιθήσεις της κοινωνίας είτε στις πεποιθήσεις των άλλων για να είμαι ένα μέρους του φυσιολογικού που είχα συνηθίσει έκτοτε πως ήταν αυτό που μου παρουσιαζόταν και αυτή η στάση προφανώς φέρνει σιγά σιγά στην επιφάνεια ένα ντόμινο δυσάρεστων εξελίξεων κυρίως στο πυρήνα σου στο μέσα σου και κατά επέκταση ακόμα και στις διαπροσωπικές σου σχέσεις . Γίνεσαι κάτι σαν χαμαιλέοντας όπως στο βιντεοκλίπ βάφομαι με λευκή μπογιά. Εφόσον ήταν και το πρώτο μου μουσικό project ήταν φυσικό και επόμενο να βγουν τέτοιου είδους συναισθήματα στην επιφάνεια, μια αποθεραπεία , ένας ψίθυρος αγανάκτησης, μέσα σ’ όλο αυτό το δυστοπικό beat, προς την υψηλόβαθμη κακεντρέχεια.
– Η Αθήνα είναι μια πόλη που αγαπάμε να μισούμε; Πώς την βιώνεις εσύ;
Η Αθήνα είναι μια πόλη με πολλή ένταση και νεύρο, αλλά υπάρχουν και χαλαρές στιγμές. Όμως γενικότερα θεωρώ ότι μια πόλη είναι οι άνθρωποί της, κι εγώ έχω βιώσει αρκετές καταστάσεις. Η Αθήνα για μένα είναι το βίωμα του καθενός και το πώς ελίσσεται μέσα σ’ αυτή , είναι ένας πολιτιστικός χάρτης της κουλτούρας ενός λαού.
– Θεωρείς ότι χαρτογραφείται μέσα στη μουσική σου;
Η Αθήνα έχει επηρεάσει τη μουσική μου σε πρώτο βαθμό σε ένα υποσυνείδητο στάδιο καθώς είναι η πόλη που μεγάλωσα, έζησα και σε δεύτερο στάδιο έχουν επίδραση το νεύρο και η ρευστότητα αυτού του μητροπολιτικού τοπίου. Οι άνθρωποι είμαστε εμείς που δίνουμε χαρακτήρα στη πόλη μας οπότε κατά μία πολύ ενδιαφέρουσα έννοια η πόλη είμαστε εμείς κι αλλάζει κι εκείνη καθώς διαμορφωνόμαστε εμείς. Στη μουσική μου δεν είναι βασικός στόχος η πολυπλοκότητα. ‘Οπως και στη τέχνη που κάνω, πιστεύω δεν μπορείς να αποδομήσεις κάτι όταν δεν εμπεριέχεται ο βασικός άξονας. Οπότε μέσα σε μια συγκεκριμένη πεπατημένη προσθέτω το ύφος μου ,τις επιρροές μου και τον στόχο μου.
– Πιστεύεις ότι οι γυναίκες μουσικοί στην Ελλάδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά σε σχέση με τους άντρες; Υπάρχει ανισότητα στο χώρο;
Ανισότητα σίγουρα υπάρχει, αλλά παράλληλα πιστεύω ότι είμαστε σε μια εποχή όπου το διαφορετικό και οι γυναίκες είναι περιζήτητες σε αυτούς τους χώρους. Εγώ προσωπικά με το που έβγαλα το δίσκο, με προσέγγισε πολύς κόσμος, με καλούσαν σε πολλά events, οπότε πιστεύω και ευελπιστώ να συνεχίσει αυτό και να προχωρήσει προς το καλύτερο. Βέβαια, εδώ που τα λέμε, σε πολύ λίγες περιπτώσεις στα μεγάλα festival οι γυναίκες παίζουν ως πρώτα ονόματα.
– Θα έλεγες ότι η μουσική είναι το ξόρκι μας, η θεραπεία μας;
Σίγουρα. Σίγουρα είναι θεραπεία για μένα, με βοηθά πάρα πολύ α ξεχνιέμαι, αλλά παράλληλα με βάζει σε ένα πολύ δημιουργικό mood. Σε κάποιες πολύ δύσκολες περιόδους με βοήθησε πάρα πολύ και ήταν όπως το είπες εσύ, μια θεραπεία. Τα άσχημα μου συναισθήματα, μπόρεσα να τα διοχετεύσω στη μουσική και να βγει κάτι δημιουργικό. Απ’όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, η μουσική είναι πραγματικά τα πάντα.
– Ετοιμάζεις κάτι καινούργιο;
Ετοιμάζω κάτι καινούργιο, θα βγει σύντομα, έχω ήδη ετοιμάσει τα κομμάτια. Το ύφος θα είναι παρόμοιο με ελάχιστες πιο πειραματικές διαφορές, αλλά σε γενικές γραμμές, θα ήθελα να παραμείνω στο στυλ της προηγούμενής μου δουλειάς.