Οι Deaf Radio ανήκουν στην κατηγορία της μπάντας που δεν έκρυψε ποτέ τις επιρροές της.
Γιατί φαντάζομαι ότι ονομάστηκαν Deaf Radio παίρνοντας το πρώτο συνθετικό του ονόματός τους από το άλμπουμ «Songs For The Deaf» των Queens Of The Stone Age -ένα από τα κορυφαία άλμπουμ της δεκαετίας του ’00, αν θέλετε την γνώμη μου.
Mιας μπάντας που οι ίδιοι οι Deaf Radio έχουν παραδεχτεί ότι γουστάρουν και ακολουθούν όσο λίγες εκεί έξω.
Το ντεμπούτο τους «Alarm», που κυκλοφόρησε το 2017, ήταν ένα ανεπιτήδευτο νεο-ψυχεδελικό άλμπουμ με βαριές κιθάρες και ασήκωτα κιθαριστικά riffs που καταδείκνυαν την αγάπη τους τόσο για το stoner rock όσο και για την ύστερη grunge περίοδο, αυτή των Screaming Trees του οριακού άλμπουμ «Dust».
Το άλμπουμ «Modern Panic» του 2019 συνέχισε στο ίδιο desert rock ηχητικό μοτίβο, μόνο που πλέον οι Deaf Radio έδειχναν διατεθειμένοι να ρίξουν και λίγο διαφορετικό νερό στο μουσικό τους κρασί, μπαίνοντας μέχρι και στα χωράφια του doom των Black Sabbath και των Kyuss.
Στο τρίτο τους άλμπουμ, το έξοχα τιτλοφορημένο «Arsenal Of Hope», οι Deaf Radio μεταμορφώνονται αίφνης από μια αρχετυπική stoner rock μπάντα σε… Εξολοθρευτές τύπου Terminator.
Ή, σωστότερα, «XTRMNTR». Exterminator δηλαδή, όπως είναι ο τίτλος του άλμπουμ των Primal Scream από το μακρινό 2000 («το πρώτο πραγματικά σπουδαίο άλμπουμ του 21ου αιώνα», όπως ονομάστηκε τότε).
Ενός άλμπουμ-σταθμού για την σύγχρονη μουσική, καθώς πάντρευε με ιδανικό τρόπο και με πρωτοφανή ηχητική μαεστρία το hard rock της εποχής εκείνης με τα ηλεκτρονικά beats των Chemical Brothers και του Fatboy Slim.
Στο περσινό (κυκλοφόρησε πριν ακριβώς έναν χρόνο, τέτοιες ημέρες) «Arsenal Of Hope» η μπάντα ξεφεύγει με πολύ ευδιάκριτο τρόπο και μέθοδο από τον ήχο των Queens Of The Stone Age, βάζοντας στο επίκεντρο του καινοφανούς τους ήχους τα πάσης φύσεως synths και συνθετητές, ακριβώς όπως έκαναν και προ 23ετίας οι Primal Scream.
Η νέα αυτή «αρχέγονη κραυγή» των Deaf Radio είναι φρέσκια, είναι post-punk και ενίοτε post-rock, χωρίς ωστόσο να προδίδει το μουσικό τους παρελθόν και είναι πρωτοπόρα με έναν ιδιαίτερο new-wave τρόπο, δίχως να απαρνιέται τις μουσικές τους ρίζες και καταβολές.
Κοινώς, το νέο τους άλμπουμ είναι χαρακτηριστικό μιας μπάντας με ισχυρή πλέον μουσική αυτοπεποίθηση απέναντι στο σωστό αλλά και το λάθος (πιθανόν) βήμα της, αποτελούμενης από τέσσερις μουσικούς που διαρκώς «ψάχνονται» και επιθυμούν να βελτιώσουν τον ήχο τους, κινούμενοι αποκλειστικά και μόνο προς τα εμπρός και ποτέ προς τα πίσω -και παρόλο που τα βλέμματά τους και τα αυτιά τους είναι στενά και άρρηκτα συνδεδεμένα με το παρελθόν της μουσικής ως λυδία λίθο του ήχου τους.
«Στην πραγματικότητα, οι τρεις δίσκοι μας είναι ένα ταξίδι μέσα από εσωτερικές καταστάσεις, το οποίο αντικατοπτρίζεται στη μουσική, τους στίχους, τους τίτλους, ακόμα και τα εξώφυλλα. Από την οργή και την ένταση του Alarm (2017), στην αγωνία του Modern Panic (2019), και τελικά στην ελπίδα και την κίνηση προς τα μπροστά του Arsenal of Hope (2022)», έλεγαν οι ίδιοι οι Deaf Radio σε μια προ μηνών συνέντευξή τους στην Εφημερίδα των Συντακτών και τώρα ήρθε η σειρά και του Olafaq να τους απευθύνει τις δικές του ερωτήσεις.
– Ποια είναι η επίγευση που σας άφησε η ηχογράφηση του Arsenal Of Hope; Και με ποιο τρόπο θεωρείτε ότι βελτιωθήκατε ή βγήκατε αλλαγμένοι μετά (και μέσα) από τον δίσκο αυτό;
Πολύ γλυκιά. Μας έμαθε πολλά τεχνικά και μας ωρίμασε, αλλά κυρίως μας έδειξε ότι ο κόσμος είναι πολύ πρόθυμος να ακούσει κάτι που ξεφεύγει από αυτά που τον είχες συνηθήσει, αν είναι ποιοτικό. Το feedback που λάβαμε ήταν τόσο δεκτικό και υποστηρικτικό για τον νέο ήχο που παρουσιάσαμε στον δίσκο, που ούτε εμείς δεν το περιμέναμε.
– Αλήθεια τώρα, τι προσδοκίες ή τυχόν πίεση νιώθετε εσωτερικά μέσα σας κάθε φορά που κυκλοφορείτε καινούργιο δίσκο ή τραγούδια;
Υπάρχει πάντα μια γλυκιά ανυπομονησία, παρόμοια με όταν έχεις κάποια σημαντικά νέα να μεταφέρεις στους αγαπημένους σου. Δεν νιώθουμε πίεση ή ιδιαίτερες προσδοκίες, ειδικά πλέον – ίσως όταν ξεκινούσαμε να υπήρχαν. Προφανώς ελπίζουμε τα κομμάτια να αρέσουν, αλλά ξέρουμε ότι καταρχήν καλύπτουν εμάς και αυτό έχει την σημασία του. Είναι μια στιγμή που κλείνει ένας κύκλος, αποχαιρετάς τη δημιουργία σου και την αφήνεις στον κόσμο, δεν είναι πλέον κάτι δικό σου.
– Μπορείτε να θυμηθείτε μια στιγμή που είπατε μέσα σας «γράψαμε κατι πραγματικά συναρπαστικό»; Θυμάστε τι σας οδήγησε εκεί;
Κοίτα, υφολογικά γράφουμε τη μουσική που θα θέλαμε να ακούσουμε, δηλαδή αν πέφταμε πάνω της τυχαία θα ρωτούσαμε τί είναι. Οπότε έχουν υπάρξει στιγμές που γράψαμε κάτι που τουλάχιστον εμάς μας αρέσει πολύ, που θα το βάζαμε να το ακούσουμε στο repeat και αν δεν ηταν κομμάτι μας. Μάλιστα αυτά τα σημεία βγαίνουν συνήθως εξαιρετικά στα live, γιατί τους έχουμε μια αδυναμία.
– Τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί καθημερινά ως μουσικούς και σας αναγκάζει να μην το βάλετε κάτω;
Δεν είμαστε αποκλειστικά μουσικοί, κάνουμε καθημερινές δουλειές που καταναλώνουν πολύ χρόνο από τις ζωές μας. Καταφεύγουμε στη μουσική σαν ένα μέσο έκφρασης και αποσυμπίεσης. Το ότι δεν εξαρτάται η επιβίωσή μας από την μπάντα, πιθανότατα μας σώζει από ένα επιπλέον άγχος – βέβαια έχει τις δυσκολίες του. Χρειάζεται να μπορείς να γυρίζεις τον διακόπτη στη ζωή σου και να μην κουράζεσαι από τις δυσκολίες που μία μικρή μπάντα αντιμετωπίζει. Όταν για παράδειγμα φεύγεις για περιοδεία, έχοντας λίγες άδειες τον χρόνο, και ενώ άλλοι πάνε ταξίδια και ξεκουράζονται, εσύ πηδάς σε ένα βαν, κοιμάσαι λίγο, τρως κακά. Καμιά φορά οι φίλοι μας ρωτάνε “μα καλά τι είναι αυτό που σε κάνει τόσο αφοσιωμένο”; Και είναι ένα live ή ένα απλό σχόλιο από φίλους της μπάντας που αμέσως απαντάει και μας κάνει να νιώθουμε τυχεροί.
– Και τις στιγμές εκείνες που νιώθετε ανέμπνευστοι τι είναι αυτό που βάζει ξανά το μυαλό και την δημιουργικότητά σας στο σωστό δρόμο;
Η αλληλεπίδραση μεταξύ μας και η τριβή. Κάποιος θα βάλει να ακούσουμε ένα νέο δίσκο που άκουσε, θα μιλήσει για μία ταινία, θα παίξει μια ιδέα πρόχειρα, θα δείξει κάποιο στίχο.
– Πως καταφέρατε και διατηρηθήκατε δημιουργικά πειθαρχημένοι και οργανωμένοι εν μέσω πανδημίας, έστω κι αν αυτή μας μοιάζει πλέον μακρινό παρελθόν;
Τωρα δε θα μας πιστεψεις μάλλον αλλά ήταν μια φοβερά δημιουργική και transformative περίοδος για την μπάντα. Όλο αυτό που ζούσαμε, τροφοδότησε μία ανάγκη για δημιουργία και ένωση με τον κόσμο – που τότε ήταν “απαγορευμένη”. Επίσης βοήθησε σε μία αλλαγή του ήχου μας που φάνηκε στον τρίτο δίσκο, μας έκανε να πειραματιστούμε με synths και άλλα ηχοχρώματα μακριά από τον “βαρύ” δίσκο, αφού αντί για το στούντιο συνθέταμε μπροστά από το pc.
– Πώς γνωρίζετε ότι ένα τραγούδι είναι τελειωμένο και δεν χρειάζεται να το δουλέψετε και άλλο;
Όταν έχει σταλεί στο βινυλιάδικο για κοπή. Είμαστε τόσο «ψείρες» που ακόμα και τελευταία στιγμή ζητάμε αλλαγές που μπορεί και να είναι τόσο ανεπαίσθητες που να οδηγούν τον παραγωγό σε παράνοια.
– Πόσο πολύ επηρεάζουν το δημιουργικό σας φίλτρο οι νέες μουσικές που ακούτε, οι ταινίες και οι σειρές που βλέπετε ή τα βιβλία που διαβάζετε;
Έχουμε αρκετά κομμάτια που έχουν εμπνευστεί από βιβλία ή ταινίες. Από ένα από τα πρώτα μας single, το No Hay Banda, που είναι εμπνευσμένο από ταινία του Lynch, στο Oceanic Feeling από βιβλίο του Arthur Koesler και βέβαια στο Arsenal Of Hope που οι στίχοι του είναι απόδοση/μετάφραση ποιήματος του Τάσου Λειβαδίτη.
– Όταν ολοκληρώνετε ένα τραγούδι ή ένα δίσκο, φαντάζεστε μέσα στο κεφάλι σας τυχόν αντιδράσεις των ακροατών;
Καμιά φορά που κάνουμε κάτι εντελώς αλλοπρόσαλλο για τα μέτρα μας, κάνουμε πλάκα μεταξύ μας ότι θα λένε «παει τρελάθηκαν και αυτοί» και ότι το τραγούδι… αυτομόλησε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Havoc:
– Πως ορίζετε την επιτυχία ενός άλμπουμ ή ενός τραγουδιού;
Κάποια πράγματα αντικειμενικά φαίνονται στα streams, στο feedback ή στις συναυλίες, όμως για εμάς σημαντικότερη είναι η διαχρονικότητα. Υπάρχουν κομμάτια που και εμείς δεν επιστρέφουμε τόσο συχνά πίσω και άλλα που κάθε φορά που τα ακούμε μας ξανακερδίζουν.
– Ποιους Έλληνες ή και ξένους μουσικούς θεωρείτε ισάξιους και εν μέρει συνοδοιπόρους σας στην μουσική διαδικασία;
Πολύ φίλοι και κυριολεκτικά συνοδοιπόροι είναι οι Steams, αφού τελευταία παίζουμε παρέα (με όλη τη μπάντα ή με μέλη τους) σε πολλά live μας, κάτι που θα επαναλάβουμε 15 Δεκέμβρη στο Arch! Επίσης αγαπάμε πολύ ΑΜΚΑ.
– Τι έχετε να πείτε σε όλους αυτούς που, όπως εσείς παλιότερα, πιθανώς λένε σήμερα από μέσα τους «θέλω να αφιερώσω τον εαυτό μου στην μουσική»;
Αν είναι πραγματικά αποφασισμένοι, να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους να μην περιοριστούν στην Ελλάδα. Δυστυχώς το κοινό είναι εξαιρετικό αλλά τόσο μικρό (αν μιλάμε για όχι εντελώς mainstream πράγματα), που πολύ δύσκολα κάνει αυτό το πράγμα βιώσιμο. Δεν εννοούμε να μεταναστεύσουν, αλλά να σκέφτονται πάντα σαν να απευθύνονται σε παγκόσμιο κοινό, να ψαχτούν με sites, labels, agencies εξω.
– Έχετε και κάποιες ωραίες συναυλίες να δώσετε τις επόμενες ημέρες…
Έχουμε ανακοινώσει δυο live σε Θεσσαλονίκη (2/12 στο Εightball) και Αθήνα (15/12 στο Arch μαζί με Steams και Xoan).
*Οι Deaf Radio στο Facebook.
Οι Deaf Radio στο Spotify.
Οι Deaf Radio στο Bandcamp.
Οι Deaf Radio στο Instagram.
Οι Deaf Radio ανήκουν στην κατηγορία της μπάντας που δεν έκρυψε ποτέ τις επιρροές της.
Γιατί φαντάζομαι ότι ονομάστηκαν Deaf Radio παίρνοντας το πρώτο συνθετικό του ονόματός τους από το άλμπουμ «Songs For The Deaf» των Queens Of The Stone Age -ένα από τα κορυφαία άλμπουμ της δεκαετίας του ’00, αν θέλετε την γνώμη μου.
Mιας μπάντας που οι ίδιοι οι Deaf Radio έχουν παραδεχτεί ότι γουστάρουν και ακολουθούν όσο λίγες εκεί έξω.
Το ντεμπούτο τους «Alarm», που κυκλοφόρησε το 2017, ήταν ένα ανεπιτήδευτο νεο-ψυχεδελικό άλμπουμ με βαριές κιθάρες και ασήκωτα κιθαριστικά riffs που καταδείκνυαν την αγάπη τους τόσο για το stoner rock όσο και για την ύστερη grunge περίοδο, αυτή των Screaming Trees του οριακού άλμπουμ «Dust».
Το άλμπουμ «Modern Panic» του 2019 συνέχισε στο ίδιο desert rock ηχητικό μοτίβο, μόνο που πλέον οι Deaf Radio έδειχναν διατεθειμένοι να ρίξουν και λίγο διαφορετικό νερό στο μουσικό τους κρασί, μπαίνοντας μέχρι και στα χωράφια του doom των Black Sabbath και των Kyuss.
Στο τρίτο τους άλμπουμ, το έξοχα τιτλοφορημένο «Arsenal Of Hope», οι Deaf Radio μεταμορφώνονται αίφνης από μια αρχετυπική stoner rock μπάντα σε… Εξολοθρευτές τύπου Terminator.
Ή, σωστότερα, «XTRMNTR». Exterminator δηλαδή, όπως είναι ο τίτλος του άλμπουμ των Primal Scream από το μακρινό 2000 («το πρώτο πραγματικά σπουδαίο άλμπουμ του 21ου αιώνα», όπως ονομάστηκε τότε).
Ενός άλμπουμ-σταθμού για την σύγχρονη μουσική, καθώς πάντρευε με ιδανικό τρόπο και με πρωτοφανή ηχητική μαεστρία το hard rock της εποχής εκείνης με τα ηλεκτρονικά beats των Chemical Brothers και του Fatboy Slim.
Στο περσινό (κυκλοφόρησε πριν ακριβώς έναν χρόνο, τέτοιες ημέρες) «Arsenal Of Hope» η μπάντα ξεφεύγει με πολύ ευδιάκριτο τρόπο και μέθοδο από τον ήχο των Queens Of The Stone Age, βάζοντας στο επίκεντρο του καινοφανούς τους ήχους τα πάσης φύσεως synths και συνθετητές, ακριβώς όπως έκαναν και προ 23ετίας οι Primal Scream.
Η νέα αυτή «αρχέγονη κραυγή» των Deaf Radio είναι φρέσκια, είναι post-punk και ενίοτε post-rock, χωρίς ωστόσο να προδίδει το μουσικό τους παρελθόν και είναι πρωτοπόρα με έναν ιδιαίτερο new-wave τρόπο, δίχως να απαρνιέται τις μουσικές τους ρίζες και καταβολές.
Κοινώς, το νέο τους άλμπουμ είναι χαρακτηριστικό μιας μπάντας με ισχυρή πλέον μουσική αυτοπεποίθηση απέναντι στο σωστό αλλά και το λάθος (πιθανόν) βήμα της, αποτελούμενης από τέσσερις μουσικούς που διαρκώς «ψάχνονται» και επιθυμούν να βελτιώσουν τον ήχο τους, κινούμενοι αποκλειστικά και μόνο προς τα εμπρός και ποτέ προς τα πίσω -και παρόλο που τα βλέμματά τους και τα αυτιά τους είναι στενά και άρρηκτα συνδεδεμένα με το παρελθόν της μουσικής ως λυδία λίθο του ήχου τους.
«Στην πραγματικότητα, οι τρεις δίσκοι μας είναι ένα ταξίδι μέσα από εσωτερικές καταστάσεις, το οποίο αντικατοπτρίζεται στη μουσική, τους στίχους, τους τίτλους, ακόμα και τα εξώφυλλα. Από την οργή και την ένταση του Alarm (2017), στην αγωνία του Modern Panic (2019), και τελικά στην ελπίδα και την κίνηση προς τα μπροστά του Arsenal of Hope (2022)», έλεγαν οι ίδιοι οι Deaf Radio σε μια προ μηνών συνέντευξή τους στην Εφημερίδα των Συντακτών και τώρα ήρθε η σειρά και του Olafaq να τους απευθύνει τις δικές του ερωτήσεις.
– Ποια είναι η επίγευση που σας άφησε η ηχογράφηση του Arsenal Of Hope; Και με ποιο τρόπο θεωρείτε ότι βελτιωθήκατε ή βγήκατε αλλαγμένοι μετά (και μέσα) από τον δίσκο αυτό;
Πολύ γλυκιά. Μας έμαθε πολλά τεχνικά και μας ωρίμασε, αλλά κυρίως μας έδειξε ότι ο κόσμος είναι πολύ πρόθυμος να ακούσει κάτι που ξεφεύγει από αυτά που τον είχες συνηθήσει, αν είναι ποιοτικό. Το feedback που λάβαμε ήταν τόσο δεκτικό και υποστηρικτικό για τον νέο ήχο που παρουσιάσαμε στον δίσκο, που ούτε εμείς δεν το περιμέναμε.
– Αλήθεια τώρα, τι προσδοκίες ή τυχόν πίεση νιώθετε εσωτερικά μέσα σας κάθε φορά που κυκλοφορείτε καινούργιο δίσκο ή τραγούδια;
Υπάρχει πάντα μια γλυκιά ανυπομονησία, παρόμοια με όταν έχεις κάποια σημαντικά νέα να μεταφέρεις στους αγαπημένους σου. Δεν νιώθουμε πίεση ή ιδιαίτερες προσδοκίες, ειδικά πλέον – ίσως όταν ξεκινούσαμε να υπήρχαν. Προφανώς ελπίζουμε τα κομμάτια να αρέσουν, αλλά ξέρουμε ότι καταρχήν καλύπτουν εμάς και αυτό έχει την σημασία του. Είναι μια στιγμή που κλείνει ένας κύκλος, αποχαιρετάς τη δημιουργία σου και την αφήνεις στον κόσμο, δεν είναι πλέον κάτι δικό σου.
– Μπορείτε να θυμηθείτε μια στιγμή που είπατε μέσα σας «γράψαμε κατι πραγματικά συναρπαστικό»; Θυμάστε τι σας οδήγησε εκεί;
Κοίτα, υφολογικά γράφουμε τη μουσική που θα θέλαμε να ακούσουμε, δηλαδή αν πέφταμε πάνω της τυχαία θα ρωτούσαμε τί είναι. Οπότε έχουν υπάρξει στιγμές που γράψαμε κάτι που τουλάχιστον εμάς μας αρέσει πολύ, που θα το βάζαμε να το ακούσουμε στο repeat και αν δεν ηταν κομμάτι μας. Μάλιστα αυτά τα σημεία βγαίνουν συνήθως εξαιρετικά στα live, γιατί τους έχουμε μια αδυναμία.
– Τι είναι αυτό που σας κινητοποιεί καθημερινά ως μουσικούς και σας αναγκάζει να μην το βάλετε κάτω;
Δεν είμαστε αποκλειστικά μουσικοί, κάνουμε καθημερινές δουλειές που καταναλώνουν πολύ χρόνο από τις ζωές μας. Καταφεύγουμε στη μουσική σαν ένα μέσο έκφρασης και αποσυμπίεσης. Το ότι δεν εξαρτάται η επιβίωσή μας από την μπάντα, πιθανότατα μας σώζει από ένα επιπλέον άγχος – βέβαια έχει τις δυσκολίες του. Χρειάζεται να μπορείς να γυρίζεις τον διακόπτη στη ζωή σου και να μην κουράζεσαι από τις δυσκολίες που μία μικρή μπάντα αντιμετωπίζει. Όταν για παράδειγμα φεύγεις για περιοδεία, έχοντας λίγες άδειες τον χρόνο, και ενώ άλλοι πάνε ταξίδια και ξεκουράζονται, εσύ πηδάς σε ένα βαν, κοιμάσαι λίγο, τρως κακά. Καμιά φορά οι φίλοι μας ρωτάνε “μα καλά τι είναι αυτό που σε κάνει τόσο αφοσιωμένο”; Και είναι ένα live ή ένα απλό σχόλιο από φίλους της μπάντας που αμέσως απαντάει και μας κάνει να νιώθουμε τυχεροί.
– Και τις στιγμές εκείνες που νιώθετε ανέμπνευστοι τι είναι αυτό που βάζει ξανά το μυαλό και την δημιουργικότητά σας στο σωστό δρόμο;
Η αλληλεπίδραση μεταξύ μας και η τριβή. Κάποιος θα βάλει να ακούσουμε ένα νέο δίσκο που άκουσε, θα μιλήσει για μία ταινία, θα παίξει μια ιδέα πρόχειρα, θα δείξει κάποιο στίχο.
– Πως καταφέρατε και διατηρηθήκατε δημιουργικά πειθαρχημένοι και οργανωμένοι εν μέσω πανδημίας, έστω κι αν αυτή μας μοιάζει πλέον μακρινό παρελθόν;
Τωρα δε θα μας πιστεψεις μάλλον αλλά ήταν μια φοβερά δημιουργική και transformative περίοδος για την μπάντα. Όλο αυτό που ζούσαμε, τροφοδότησε μία ανάγκη για δημιουργία και ένωση με τον κόσμο – που τότε ήταν “απαγορευμένη”. Επίσης βοήθησε σε μία αλλαγή του ήχου μας που φάνηκε στον τρίτο δίσκο, μας έκανε να πειραματιστούμε με synths και άλλα ηχοχρώματα μακριά από τον “βαρύ” δίσκο, αφού αντί για το στούντιο συνθέταμε μπροστά από το pc.
– Πώς γνωρίζετε ότι ένα τραγούδι είναι τελειωμένο και δεν χρειάζεται να το δουλέψετε και άλλο;
Όταν έχει σταλεί στο βινυλιάδικο για κοπή. Είμαστε τόσο «ψείρες» που ακόμα και τελευταία στιγμή ζητάμε αλλαγές που μπορεί και να είναι τόσο ανεπαίσθητες που να οδηγούν τον παραγωγό σε παράνοια.
– Πόσο πολύ επηρεάζουν το δημιουργικό σας φίλτρο οι νέες μουσικές που ακούτε, οι ταινίες και οι σειρές που βλέπετε ή τα βιβλία που διαβάζετε;
Έχουμε αρκετά κομμάτια που έχουν εμπνευστεί από βιβλία ή ταινίες. Από ένα από τα πρώτα μας single, το No Hay Banda, που είναι εμπνευσμένο από ταινία του Lynch, στο Oceanic Feeling από βιβλίο του Arthur Koesler και βέβαια στο Arsenal Of Hope που οι στίχοι του είναι απόδοση/μετάφραση ποιήματος του Τάσου Λειβαδίτη.
– Όταν ολοκληρώνετε ένα τραγούδι ή ένα δίσκο, φαντάζεστε μέσα στο κεφάλι σας τυχόν αντιδράσεις των ακροατών;
Καμιά φορά που κάνουμε κάτι εντελώς αλλοπρόσαλλο για τα μέτρα μας, κάνουμε πλάκα μεταξύ μας ότι θα λένε «παει τρελάθηκαν και αυτοί» και ότι το τραγούδι… αυτομόλησε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Havoc:
– Πως ορίζετε την επιτυχία ενός άλμπουμ ή ενός τραγουδιού;
Κάποια πράγματα αντικειμενικά φαίνονται στα streams, στο feedback ή στις συναυλίες, όμως για εμάς σημαντικότερη είναι η διαχρονικότητα. Υπάρχουν κομμάτια που και εμείς δεν επιστρέφουμε τόσο συχνά πίσω και άλλα που κάθε φορά που τα ακούμε μας ξανακερδίζουν.
– Ποιους Έλληνες ή και ξένους μουσικούς θεωρείτε ισάξιους και εν μέρει συνοδοιπόρους σας στην μουσική διαδικασία;
Πολύ φίλοι και κυριολεκτικά συνοδοιπόροι είναι οι Steams, αφού τελευταία παίζουμε παρέα (με όλη τη μπάντα ή με μέλη τους) σε πολλά live μας, κάτι που θα επαναλάβουμε 15 Δεκέμβρη στο Arch! Επίσης αγαπάμε πολύ ΑΜΚΑ.
– Τι έχετε να πείτε σε όλους αυτούς που, όπως εσείς παλιότερα, πιθανώς λένε σήμερα από μέσα τους «θέλω να αφιερώσω τον εαυτό μου στην μουσική»;
Αν είναι πραγματικά αποφασισμένοι, να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους να μην περιοριστούν στην Ελλάδα. Δυστυχώς το κοινό είναι εξαιρετικό αλλά τόσο μικρό (αν μιλάμε για όχι εντελώς mainstream πράγματα), που πολύ δύσκολα κάνει αυτό το πράγμα βιώσιμο. Δεν εννοούμε να μεταναστεύσουν, αλλά να σκέφτονται πάντα σαν να απευθύνονται σε παγκόσμιο κοινό, να ψαχτούν με sites, labels, agencies εξω.
– Έχετε και κάποιες ωραίες συναυλίες να δώσετε τις επόμενες ημέρες…
Έχουμε ανακοινώσει δυο live σε Θεσσαλονίκη (2/12 στο Εightball) και Αθήνα (15/12 στο Arch μαζί με Steams και Xoan).
*Οι Deaf Radio στο Facebook.
Οι Deaf Radio στο Spotify.
Οι Deaf Radio στο Bandcamp.
Οι Deaf Radio στο Instagram.