Σ’ αυτήν την πόλη, το φετινό καλοκαίρι, οι γνώμες για την καλύτερη μουσική γιορτή πάνε κι έρχονται στα κοινωνικά δίκτυα, σαν ξόρκια που επιδιώκουν να διώξουν κάθε ίχνος πένθιμης νότας της προηγούμενης πανδημίας. Το προχθεσινό Σάββατο στο Release, ικανοποίησε, θεωρώ, όλα τα απωθημένα της αποξένωσης, τουλάχιστον τα δικά μου, με τους Sleaford Mods να σπέρνουν στον αέρα της πόλης και στα αυτιά μου τον καλύτερο λεκτικό πανικό που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια, και τον Liam Gallagher, που μέχρι να φτάσει στο “Champagne Supernova” είχα βαρεθεί τη ζωή μου. Αλλά, εντάξει, όλα καλά, πέρασε ευχάριστα η ώρα.
Ήδη από την πρώτη νότα της ορχηστρικής εισαγωγής ένιωσα ότι σύντομα θα ανοίξουν οι κουρτίνες μιας μεγάλης παράστασης για να παρουσιάσουν τόσα πολλά και διαφορετικά επίπεδα μιας απίθανης πορείας, σαν ένα παιχνίδι που ετοιμάζομαι να παίξω πάλι από την αρχή, γεμάτο εικόνες ικανές να με κάνουν να αψηφίσω ό,τι μπορώ να πιστεύω για το ροκ εν ρολ. Ήδη από το πρώτο επίπεδο, χαίρομαι που ο Iggy είναι ακόμα ζωντανός, και μόνο αυτή η σκέψη συγκινεί εμένα και την παρέα μου, μπαίνει δυνατός στη σκηνή, κουτσαίνει προφανώς από το χαλασμένο ισχίο που έχει τσακίσει σε ενισχυτές και σπασμένα γυαλιά, αλλά ακόμα αντέχει, κι έχει αντέξει περισσότερο από τους αδερφούς και μέντορες του, David Βowie και Lou Reed, και τα βασικά μέλη των Stooges – εκτός από τον James Williamson.
Ξεκινάει με ένα ορμητικό “TV Eye” συνεχίζει με το άσμα ασμάτων και τα δίνει όλα σαν να μην υπάρχει αύριο, με λίγο έξτρα γρέζι στη φωνή, αλλά πάντα σωστός και άφοβος. «Α long time ago I was young, poor and dirty. Now I’m still dirty». Την ώρα που λέει αυτές τις λέξεις κάθεται, σαν να θέλει να μας ησυχάσει για να μας πει μια ιστορία, ένα αληθινό παραμύθι για τους χιλιάδες εκστασιασμένους θαυμαστές του, απλώνει τα χέρια του στον κόσμο, χτυπάει το ηλιοκαμμένο ζαρωμένο κορμί του, το νιώθεις ότι είναι το ίδιο ευτυχισμένος με κάθε έναν και κάθε μια από εμάς.
Και εμείς χαρούμενοι που ζούμε όλο αυτό χανόμαστε στα τραγούδια του, ζαλιζόμαστε από μια ξαφνική επίθεση αναμνήσεων. Είναι αλήθεια ότι τα πλέον έντονα και ανθεκτικά στη μνήμη μας περιστατικά είναι αυτά που διαδραματίζονται στην περιφέρεια της αντίληψης μας. Περνάνε σε άσχετες στιγμές από το μυαλό μας, κάποιες φορές μας μπερδεύουν, και γι’ αυτό εξάλλου τις περισσότερες φορές, οι αναμνήσεις όλων αυτών που βιώσαμε και θυμόμαστε πιο έντονα θα φανούν, στην καλύτερη των περιπτώσεων, επουσιώδεις σε κάποιον άλλον – το γρασίδι της Ριζούπολης, η άμμος στα παπούτσια στη Φρεαττύδα, ένα ατίθασο σμήνος κουνουπιών στη Δραπετσώνα, η μυρωδιά του χαλικιού και της σκόνης στο Θέατρο Πέτρας, η τυχαία συνάντηση με μια πρώην στον Άγιο Κοσμά, η λαοθάλασσα στην Μαλακάσα, όλες θολές, ιμπρεσιονιστικές αναμνήσεις που αιωρούνται σαν ένα εκκρεμές στο κενό, μεταξύ του χθες και του τώρα, μεταξύ του θεϊκού και του ανθρώπινου.
Δεν είμαι σε θέση να ξέρω τι εικόνες μπορεί να έσκασαν μέσα στα μυαλά όσων ήταν εκεί προχθες το βράδυ, στο Release Festival στις 2 Ιουλίου του 2022, με μεγάλο καλεσμένο τον Iggy Pop, αλλά σαν μια γενική, στιγμιαία εντύπωση, θα μπορούσα να σκεφτώ ένα περίτεχνο κολάζ με κεντρικό ήρωα ένα βασανισμένο, από τα σκληρά ναρκωτικά, παιδί, που με την τρέλα και τη συμπεριφορά του κατάφερε κάποτε να γεννήσει όλο το punk attitude των επόμενων γενιών που θα ακολουθούσαν, ενώ πίσω από τα επαναλαμβανόμενα power chords και τους στίχους για το πόσο γαμημένα είναι όλα, κρύβεται μια άλλη φιγούρα, ο πραγματικός Iggy, o άνθρωπος πίσω από το show, ο άνθρωπος που γεννήθηκε ως James Osterberg Jr. Για όση ώρα έπαιζε προχθες, το εκκρεμές αιωρούνταν ανάμεσα στον Iggy την προσωπικότητα, την μεγάλη μας αγάπη, το απόλυτο ροκ εν ρολ τέχνασμα, το άγριο παιδί, τον θρύλο, και στον άλλον Iggy, τον άνθρωπο, τον πάντα φιλικό (ακόμα κι όταν σε βρίζει κατάμουτρα), τον ημι-διανοούμενο πανκ κοσμοπολίτη.
Ανέκαθεν, τίποτα δεν ήταν ιερό, και όλα αποτελούσαν στόχο για την οργή του, πώς θα μπορούσε κάποιος άλλωστε να πείσει τον πιο ψυχοπαθή «γελωτοποίο» της Μουσικής Αυλής να κάτσει φρόνιμα, να μην κουνάει το σώμα του σαν φίδι ή να καμαρώνει σαν ζώο έτοιμο να σε ξεκοιλιάσει, σε πλήρη αντίθεση με τους βρετανούς glam ισάξιούς του, ποιος θα μπορούσε να του αρνηθεί, όταν ο χρόνος χαλάει το σώμα, να μην βραχνιάζει σαν άλλος σοφός Τοm Waits ή σαν τον Lemmy, μέσα απ’ τον τάφο του;
Προχθές, ακούσαμε τα περισσότερα από τα σπουδαία τραγούδια του σε απίθανες εκτελέσεις, μπορεί να έλειπαν αλλά τόσα (πόσο θα ήθελα κι ένα “Tonight”) αλλά το ξέραμε ότι θα λείπουν, και μπορεί να στοίχισε σε κάποιους η σκέψη ότι χάθηκε μια ευκαιρία να ακούσουμε και το Hero των Neu!, και πάλι όμως ήταν ένα απανωτό σφυροκόπημα ικανό να ντροπιάσει πολλές μπάντες της μισής του ηλικίας, εκλεκτικό blend ενός διονυσιακού παρελθόντος, από το οποίο κάποτε όλοι μας έχουμε ποτιστεί. Όλοι; Εντάξει, ναι, υπήρχαν και πιο μικρά παιδιά στο ακροατήριο, υπήρχαν και λίγο πιο μεγάλα παιδιά, που ίσως αυτά δεν ένιωσαν ποτέ τον φόβο να χάσουν τον αγαπημένο τους ήρωα από ένα λανθασμένο χτύπημα ενδοφλέβιας, αλλά ακόμα κι αυτά, παραξενεμένα ίσως λίγο περισσότερο από τις ζάρες του, δεν δίστασαν να κουνηθούν σε τραγούδια που έμαθαν από τους γονείς τους.
Δύο αξέχαστες ώρες παρέα με τον αγαπημένο μας “ηλίθιο” που συνεχίζει να εμπνέει λεγεώνες punk συγκροτημάτων, έχοντας λίγο πολύ εφεύρει την πιο ωμή μορφή μουσικής τέχνης και δύο ώρες παρέα με ένα από τα δύο θρυλικά ονόματα που έχουν αναφέρει στην μουσική τους οι Kraftwerk (δικό μου κόλλημα αυτή η λεπτομέρεια, το ξέρω). Αλλά, μετά από κάποια στιγμή ήταν πολύ δύσκολο να συγκρατήσω όλες τις εξελισσόμενες λεπτομέρειες στο μυαλό μου, ή του κόσμου σε έκσταση, χωρίς να παρασυρθώ από το συναίσθημα και την ορμή μιας από τις καλύτερες μπάντες που τον έχουν συνοδέψει τα τελευταία χρόνια στη σκηνή, γι’ αυτό κρατάω αυτό το καλοκαιρινό διονυσιακό όνειρο σαν μια ανάμνηση που δεν θα σβήσει ποτέ: συγκεκριμένο, αφιερωμένο σε ένα πρόσωπο που όλες οι θολές αναμνήσεις μου για εκείνο χωράνε στην προχθεσινή νύχτα του Ιουλίου του 2022.
Εκείνο το καλοκαίρι που θαυμάσαμε και τον καλλιτέχνη και τον άνθρωπο, λατρέψαμε και τον Διόνυσο και τον Απόλλωνα. Έναν Ιggy που σήμερα χαρακτηρίζεται από λογική, ορθολογισμό και ηρεμία, ενώ ο Διονυσιακός εαυτός του δεν έχει πάψει να σπέρνει χάος και ανορθολογισμό, έτοιμος να πέσει στο κοινό χωρίς να τον νοιάζει αν θα βγει ζωντανός από τα χέρια του. Ναι, σίγουρα υπάρχει κι ο άλλος μεγάλος αλήτης, ο σπουδαίος Keith, o τελευταίος μεγάλος ροκ εν ρολ θεός, που με κάθε εμβληματική του κίνηση όταν παίζει κιθάρα μπορεί να σπέρνει ακόμα και να διαιωνίζει το ροκ ήθος, αλλά ο Iggy φαίνεται μέχρι σήμερα ικανός να αφήσει την τελευταία του πνοή πάνω στη σκηνή, ζει και ουρλιάζει μέσα σε κάθε νότα της μπάντας του σαν να ‘ναι η τελευταία φορά που θα το κάνει. Και γι’ αυτό, η συνεχής εξέλιξη του ως καλλιτέχνης μπορεί ακόμα να ΠΥΡΟΔΟΤΕΙ την ενέργεια και του ατίθασου παιδιού που κάποτε ούρλιαζε “Search and Destroy” και ενός ανθρώπου-φάντασμα που έγραψε το “Νightclubbing”, ενώ ταυτόχρονα τρέφει όλη την αρχέγονη επιθυμία μας να ζούμε και να δημιουργούμε, να ψάχνουμε και να καταστρέφουμε.
Σ’ αυτήν την πόλη, το φετινό καλοκαίρι, οι γνώμες για την καλύτερη μουσική γιορτή πάνε κι έρχονται στα κοινωνικά δίκτυα, σαν ξόρκια που επιδιώκουν να διώξουν κάθε ίχνος πένθιμης νότας της προηγούμενης πανδημίας. Το προχθεσινό Σάββατο στο Release, ικανοποίησε, θεωρώ, όλα τα απωθημένα της αποξένωσης, τουλάχιστον τα δικά μου, με τους Sleaford Mods να σπέρνουν στον αέρα της πόλης και στα αυτιά μου τον καλύτερο λεκτικό πανικό που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια, και τον Liam Gallagher, που μέχρι να φτάσει στο “Champagne Supernova” είχα βαρεθεί τη ζωή μου. Αλλά, εντάξει, όλα καλά, πέρασε ευχάριστα η ώρα.
Ήδη από την πρώτη νότα της ορχηστρικής εισαγωγής ένιωσα ότι σύντομα θα ανοίξουν οι κουρτίνες μιας μεγάλης παράστασης για να παρουσιάσουν τόσα πολλά και διαφορετικά επίπεδα μιας απίθανης πορείας, σαν ένα παιχνίδι που ετοιμάζομαι να παίξω πάλι από την αρχή, γεμάτο εικόνες ικανές να με κάνουν να αψηφίσω ό,τι μπορώ να πιστεύω για το ροκ εν ρολ. Ήδη από το πρώτο επίπεδο, χαίρομαι που ο Iggy είναι ακόμα ζωντανός, και μόνο αυτή η σκέψη συγκινεί εμένα και την παρέα μου, μπαίνει δυνατός στη σκηνή, κουτσαίνει προφανώς από το χαλασμένο ισχίο που έχει τσακίσει σε ενισχυτές και σπασμένα γυαλιά, αλλά ακόμα αντέχει, κι έχει αντέξει περισσότερο από τους αδερφούς και μέντορες του, David Βowie και Lou Reed, και τα βασικά μέλη των Stooges – εκτός από τον James Williamson.
Ξεκινάει με ένα ορμητικό “TV Eye” συνεχίζει με το άσμα ασμάτων και τα δίνει όλα σαν να μην υπάρχει αύριο, με λίγο έξτρα γρέζι στη φωνή, αλλά πάντα σωστός και άφοβος. «Α long time ago I was young, poor and dirty. Now I’m still dirty». Την ώρα που λέει αυτές τις λέξεις κάθεται, σαν να θέλει να μας ησυχάσει για να μας πει μια ιστορία, ένα αληθινό παραμύθι για τους χιλιάδες εκστασιασμένους θαυμαστές του, απλώνει τα χέρια του στον κόσμο, χτυπάει το ηλιοκαμμένο ζαρωμένο κορμί του, το νιώθεις ότι είναι το ίδιο ευτυχισμένος με κάθε έναν και κάθε μια από εμάς.
Και εμείς χαρούμενοι που ζούμε όλο αυτό χανόμαστε στα τραγούδια του, ζαλιζόμαστε από μια ξαφνική επίθεση αναμνήσεων. Είναι αλήθεια ότι τα πλέον έντονα και ανθεκτικά στη μνήμη μας περιστατικά είναι αυτά που διαδραματίζονται στην περιφέρεια της αντίληψης μας. Περνάνε σε άσχετες στιγμές από το μυαλό μας, κάποιες φορές μας μπερδεύουν, και γι’ αυτό εξάλλου τις περισσότερες φορές, οι αναμνήσεις όλων αυτών που βιώσαμε και θυμόμαστε πιο έντονα θα φανούν, στην καλύτερη των περιπτώσεων, επουσιώδεις σε κάποιον άλλον – το γρασίδι της Ριζούπολης, η άμμος στα παπούτσια στη Φρεαττύδα, ένα ατίθασο σμήνος κουνουπιών στη Δραπετσώνα, η μυρωδιά του χαλικιού και της σκόνης στο Θέατρο Πέτρας, η τυχαία συνάντηση με μια πρώην στον Άγιο Κοσμά, η λαοθάλασσα στην Μαλακάσα, όλες θολές, ιμπρεσιονιστικές αναμνήσεις που αιωρούνται σαν ένα εκκρεμές στο κενό, μεταξύ του χθες και του τώρα, μεταξύ του θεϊκού και του ανθρώπινου.
Δεν είμαι σε θέση να ξέρω τι εικόνες μπορεί να έσκασαν μέσα στα μυαλά όσων ήταν εκεί προχθες το βράδυ, στο Release Festival στις 2 Ιουλίου του 2022, με μεγάλο καλεσμένο τον Iggy Pop, αλλά σαν μια γενική, στιγμιαία εντύπωση, θα μπορούσα να σκεφτώ ένα περίτεχνο κολάζ με κεντρικό ήρωα ένα βασανισμένο, από τα σκληρά ναρκωτικά, παιδί, που με την τρέλα και τη συμπεριφορά του κατάφερε κάποτε να γεννήσει όλο το punk attitude των επόμενων γενιών που θα ακολουθούσαν, ενώ πίσω από τα επαναλαμβανόμενα power chords και τους στίχους για το πόσο γαμημένα είναι όλα, κρύβεται μια άλλη φιγούρα, ο πραγματικός Iggy, o άνθρωπος πίσω από το show, ο άνθρωπος που γεννήθηκε ως James Osterberg Jr. Για όση ώρα έπαιζε προχθες, το εκκρεμές αιωρούνταν ανάμεσα στον Iggy την προσωπικότητα, την μεγάλη μας αγάπη, το απόλυτο ροκ εν ρολ τέχνασμα, το άγριο παιδί, τον θρύλο, και στον άλλον Iggy, τον άνθρωπο, τον πάντα φιλικό (ακόμα κι όταν σε βρίζει κατάμουτρα), τον ημι-διανοούμενο πανκ κοσμοπολίτη.
Ανέκαθεν, τίποτα δεν ήταν ιερό, και όλα αποτελούσαν στόχο για την οργή του, πώς θα μπορούσε κάποιος άλλωστε να πείσει τον πιο ψυχοπαθή «γελωτοποίο» της Μουσικής Αυλής να κάτσει φρόνιμα, να μην κουνάει το σώμα του σαν φίδι ή να καμαρώνει σαν ζώο έτοιμο να σε ξεκοιλιάσει, σε πλήρη αντίθεση με τους βρετανούς glam ισάξιούς του, ποιος θα μπορούσε να του αρνηθεί, όταν ο χρόνος χαλάει το σώμα, να μην βραχνιάζει σαν άλλος σοφός Τοm Waits ή σαν τον Lemmy, μέσα απ’ τον τάφο του;
Προχθές, ακούσαμε τα περισσότερα από τα σπουδαία τραγούδια του σε απίθανες εκτελέσεις, μπορεί να έλειπαν αλλά τόσα (πόσο θα ήθελα κι ένα “Tonight”) αλλά το ξέραμε ότι θα λείπουν, και μπορεί να στοίχισε σε κάποιους η σκέψη ότι χάθηκε μια ευκαιρία να ακούσουμε και το Hero των Neu!, και πάλι όμως ήταν ένα απανωτό σφυροκόπημα ικανό να ντροπιάσει πολλές μπάντες της μισής του ηλικίας, εκλεκτικό blend ενός διονυσιακού παρελθόντος, από το οποίο κάποτε όλοι μας έχουμε ποτιστεί. Όλοι; Εντάξει, ναι, υπήρχαν και πιο μικρά παιδιά στο ακροατήριο, υπήρχαν και λίγο πιο μεγάλα παιδιά, που ίσως αυτά δεν ένιωσαν ποτέ τον φόβο να χάσουν τον αγαπημένο τους ήρωα από ένα λανθασμένο χτύπημα ενδοφλέβιας, αλλά ακόμα κι αυτά, παραξενεμένα ίσως λίγο περισσότερο από τις ζάρες του, δεν δίστασαν να κουνηθούν σε τραγούδια που έμαθαν από τους γονείς τους.
Δύο αξέχαστες ώρες παρέα με τον αγαπημένο μας “ηλίθιο” που συνεχίζει να εμπνέει λεγεώνες punk συγκροτημάτων, έχοντας λίγο πολύ εφεύρει την πιο ωμή μορφή μουσικής τέχνης και δύο ώρες παρέα με ένα από τα δύο θρυλικά ονόματα που έχουν αναφέρει στην μουσική τους οι Kraftwerk (δικό μου κόλλημα αυτή η λεπτομέρεια, το ξέρω). Αλλά, μετά από κάποια στιγμή ήταν πολύ δύσκολο να συγκρατήσω όλες τις εξελισσόμενες λεπτομέρειες στο μυαλό μου, ή του κόσμου σε έκσταση, χωρίς να παρασυρθώ από το συναίσθημα και την ορμή μιας από τις καλύτερες μπάντες που τον έχουν συνοδέψει τα τελευταία χρόνια στη σκηνή, γι’ αυτό κρατάω αυτό το καλοκαιρινό διονυσιακό όνειρο σαν μια ανάμνηση που δεν θα σβήσει ποτέ: συγκεκριμένο, αφιερωμένο σε ένα πρόσωπο που όλες οι θολές αναμνήσεις μου για εκείνο χωράνε στην προχθεσινή νύχτα του Ιουλίου του 2022.
Εκείνο το καλοκαίρι που θαυμάσαμε και τον καλλιτέχνη και τον άνθρωπο, λατρέψαμε και τον Διόνυσο και τον Απόλλωνα. Έναν Ιggy που σήμερα χαρακτηρίζεται από λογική, ορθολογισμό και ηρεμία, ενώ ο Διονυσιακός εαυτός του δεν έχει πάψει να σπέρνει χάος και ανορθολογισμό, έτοιμος να πέσει στο κοινό χωρίς να τον νοιάζει αν θα βγει ζωντανός από τα χέρια του. Ναι, σίγουρα υπάρχει κι ο άλλος μεγάλος αλήτης, ο σπουδαίος Keith, o τελευταίος μεγάλος ροκ εν ρολ θεός, που με κάθε εμβληματική του κίνηση όταν παίζει κιθάρα μπορεί να σπέρνει ακόμα και να διαιωνίζει το ροκ ήθος, αλλά ο Iggy φαίνεται μέχρι σήμερα ικανός να αφήσει την τελευταία του πνοή πάνω στη σκηνή, ζει και ουρλιάζει μέσα σε κάθε νότα της μπάντας του σαν να ‘ναι η τελευταία φορά που θα το κάνει. Και γι’ αυτό, η συνεχής εξέλιξη του ως καλλιτέχνης μπορεί ακόμα να ΠΥΡΟΔΟΤΕΙ την ενέργεια και του ατίθασου παιδιού που κάποτε ούρλιαζε “Search and Destroy” και ενός ανθρώπου-φάντασμα που έγραψε το “Νightclubbing”, ενώ ταυτόχρονα τρέφει όλη την αρχέγονη επιθυμία μας να ζούμε και να δημιουργούμε, να ψάχνουμε και να καταστρέφουμε.