Ακόμα και με το θάνατό του ο David Bowie άφησε μια σειρά ερωτηματικών που σε καλούσαν να αναρωτηθείς για το τι πραγματικά υπήρχε πίσω από το νεκρικό έθιμο των κουμπιών που έκλειναν τα μάτια του στο τελευταίο του κλίπ. Δύο μέρες πριν την αναγγελία του θανάτου κυκλοφορούσε ο έσχατος δίσκος του, το Black Star. Το κομμάτι και το κλιπ που ξεχωρίζει είναι χωρίς αμφιβολία το “Lazarus” κυρίως για το αποτύπωμα που αφήνει στον ακροατή.
To συγκεκριμένο κομμάτι γράφτηκε, ενώ ο Bowie γνώριζε πως βάδιζε προς τον θάνατο. Τότε γιατί τιτλοφορείται «Λάζαρος», ο οποίος ως γνωστόν αναστήθηκε από τους νεκρούς; Ο Λάζαρος έμεινε τέσσερεις μέρες στα σκοτάδια του τάφου πριν βγει έξω από αυτόν, προς το φως. Και όμως η εμπειρία του θανάτου είχε χαραχτεί πάνω του και τα σημάδια από την κατάβαση στον κάτω κόσμο παρέμειναν και στον επάνω και μετά την ανάστασή του. Ίσως η γνώση του επικείμενου θανάτου άφηνε τα σημάδια του στο δανεικό χρόνο ζωής του Bowie: η εναπομένουσα ζωή του ήταν μια μελέτη του θανάτου; Ίσως επειδή το βίντεο κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του είναι ένα σχόλιο ότι μπορεί μέσα από τις οθόνες να αναστηθεί ξανά και ξανά και για πάντα; Ο Λάζαρος εκπροσωπούσε τη νίκη του θανάτου, η οποία ήταν προσωρινή μιας και πέθανε για δεύτερη φορά. Ίσως αντιθέτως ο Bowie μπορεί μέσα στη συλλογική μνήμη να συνεχίσει να ζει;
Ο ακροατής και ο θεατής του βίντεο έμενε με την απορία: ποιος ήταν τελικά ο David Bowie που άφησε ένα κόσμο σημαδεμένο από τη μουσική του;
Στο “The Μan Who Fell to Earth” του Νίκολας Ρεγκ ο Bowie αναλάμβανε υποκριτικά καθήκοντα -τα οποία πολλές φορές συνυπήρξαν με τις μουσικές του ανησυχίες- στο ρόλο που του ταίριαζε απόλυτα. Όπως μας πληροφορεί και ο τίτλος της ταινίας ένας άνθρωπος πέφτει στην κυριολεξία από τον ουρανό. Φαινομενικά δε διαφέρει από τους υπόλοιπους, αν και το πρόσωπό του αποπνέει ένα γοητευτικό μυστήριο ουδείς συνειδητοποιεί πως η καταγωγή του βρίσκεται στο μακρινό διάστημα. Αναγκασμένος από τις συνθήκες ξηρασίας του πλανήτη του εξορίζεται στη Γη όπου προσπαθεί να ανακαλύψει σωτήριες πηγές νερού που θα ζωοδοτήσουν και πάλι τον δικό του πλανήτη.
Περιβεβλημένος με το ανθρώπινο σαρκίο κρύβει την πραγματική του ταυτότητα που όποιος την ανακαλύψει θα υποστεί ένα τεράστιο σοκ. Όταν το πέπλο της απόκρυψης πέφτει και η εξωγήινη μορφή του αποκαλύπτεται (προϊόν οκτάωρου μακιγιάζ) οι θεατές δοκιμάζουν ένα τεράστιο σοκ…
Στην πραγματικότητα, στη μουσική του διαδρομή ο Bowie (ο οποίος ξαναβάφτισε τον εαυτό του από David Jones) δεν υποδύθηκε διαφορετικούς ρόλους που ενσάρκωναν και μια ξεχωριστή προσωπικότητα για τους δίσκους του; Ένας πραγματικός χαμαιλέοντας που ελισσόταν με άνεση τόσο στην εναλλαγή εμφανίσεων όσο και σε μουσικές πρωτοπορίες που κυοφορούσε σχεδόν κάθε του δίσκος. Από την ψυχεδελική pop, στο hard rock και μετέπειτα σε πειραματισμούς της τριλογίας του Βερολίνου το πνεύμα του ήταν ακούραστο για αναζητήσεις και έχοντας πάντα την ευτυχία των σπουδαίων συνεργατών εξερευνούσε τις δυνατότητες της μουσικής του 20ου αιώνα.
Την ίδια ώρα, ήταν ένα αινιγματικό πρόσωπο που κάθε φορά ανανέωνε το μυστήριο που τον περιέβαλε: με διφορούμενη σεξουαλικότητα και ένα βλέμμα που γεννούσε απορία αν το πλάσμα που αντίκρυζες ανήκε στην ανθρώπινη φυλή (στο εσώφυλλο του Diamond Dogs ο ξαπλωμένος Bowie έχει για παράδειγμα σκυλίσια κάτω μορφή). Ο Ziggy Stardust, ο Major Tom, o Τhin White Duke, ο Pierrot Junkie…ήταν ενσαρκώσεις από ρόλους που έμειναν στην ιστορία της rock στις ίδιες γραμματοσειρές με αυτόν που τις υποδύθηκε.
Ακόμα και την εποχή που μπλεγμένος στους στροβιλισμούς των καταχρήσεων βρέθηκε κάποια στιγμή σαν Λευκός Δούκας να αγκαλιάζει σκοτεινά σημεία (επιβεβαιώνοντας ίσως τον Μπένγαμιν πως ο φασισμός περνάει από την αισθητικοποίηση της πολιτικής), έδινε την εξήγηση πως όλα ήταν ένας ρόλος που υπάκουε στους κανόνες πρόκλησης του θεάματος. Αλλεπάλληλα προσωπεία εναλλάσσονταν όπως και οι ρόλοι, όταν πέθαιναν με άλλους σε σημείο να αναρωτιέσαι αν ο ίδιος ο Bowie ήταν ένας ρόλος.
Μέχρι το τέλος της ζωής του δε σταμάτησε να δημιουργεί σπουδαία μουσική και μέχρι το “Black Star” το κύκνειο άσμα και ταυτόχρονα το αποχαιρετιστήριο δώρο του δεν σταμάτησε να είναι σπουδαίος. Ο φιλόσοφος Charles Taylor ισχυριζόταν πως ζούμε στα χρόνια που η αυθεντικότητα είναι το παν. Το δώρο του Διαφωτισμού και ίσως η κατάρα του είναι πως ο άνθρωπος, προικισμένος με τα πνευματικά εχέγγυα, μπορεί να ανακαλύψει και να περπατήσει τη μοναδική του διαδρομή. O Bowie -σίγουρα οξύμωρα- άλλαξε άπειρες ταυτότητες αναζητώντας την αυθεντικότητα την οποία αποτύπωσε στη μακρόχρονη διαδρομή του.
Από αυτή την επιθυμία για αυθεντικότητα μπορούμε ίσως να φανταστούμε ότι o David Bowie δεν είχε εν τέλει την κοινή ανθρώπινη μοίρα και το σώμα του δεν θάφτηκε κάτω στη δική μας Γη. Μπορεί απλά να επέστρεψε στον πλανήτη από τον οποίο κατέφθασε στις 8 Γενάρη του 1947. Όταν ακούμε το “Black Star” μπορούμε ίσως να δούμε το άστρο του στον ουρανό: υποδυόμενο έναν ακόμα χαρακτήρα.