Σταμάτης Κραουνάκης, Πάνος Μουζουράκης, Νίκος Πορτοκάλογλου, Αλκίνοος Ιωαννίδης τίμησαν με την παρουσία τους το “Επίσημο Ένδυμα” τα προηγούμενα χρόνια. Ταξίδι στον χρόνο… Κάπως έτσι ξεκίνησε ο Μίλτος Πασχαλίδης που έβαλε κουστούμι για πρώτη φορά μετά τον γάμο του όπως εκμυστηρεύτηκε στο κοινό που γέμισε το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης για τον υποδεχτεί. Από τον Νότο και την Κρήτη. Από την Αρετούσα, τον Ερωτόκριτο και το Καπηλειό που αποτέλεσαν αφετηρία της δημιουργίας του. Δε ξέχασε κανέναν ούτε τον Λαυρέντη (Μαχαιρίτσα), ούτε τον Θάνο (Μικρούτσικο), ούτε πολλούς άλλους που με κάποιον τρόπο επηρέασαν την πορεία του στον χώρο του τραγουδιού.
Αρμονικά δεμένα όσα έχει γράψει με τη Συμφωνική Ορχήστρα που έδωσε έναν άλλον χαρακτήρα στις πιο γνωστές του ερμηνείες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το “Πεθαμένες Καλησπέρες” που είχε ονειρευτεί ως ένα ρέκβιεμ και χθες το έκανε πραγματικότητα, αφού πρώτα το είχε καθιερώσει με ένα διαφορετικό χαρακτήρα ο Δημήτρης Μητροπάνος. Ανέλυσε από τη δική του σκοπιά τις “Βυθισμένες Άγκυρες” που το 2001 πια τον καθιέρωσαν και έκαναν τον κόσμο να συνδυάσει τη φωνή με το πρόσωπό του. Δεν έμεινε όμως εκεί. Για τον ίδιο ήταν μία μοναδική ευκαιρία να τραγουδήσει τα αγαπημένα του που δεν έγιναν ποτέ τόσο δημοφιλή. Όπως επανειλημμένα τόνισε όμως ακόμα κι ένα τραγούδι που τελικά δε γίνεται τόσο δημοφιλές, έχει τον ίδιο κόπο για να δημιουργηθεί.
Με την κιθάρα του πάντα στα χέρια αφιέρωσε στη Βούλα Πατουλίδου το “Αγύριστο Κεφάλι”, έφτασε με διαρκή κορύφωση μέχρι το διάλειμμα κι εκεί άφησε τους θεατές να πάρουν μία ανάσα. Αρκετοί τόσο επηρεασμένοι από το ντελίριο συναισθημάτων που τους προξένησε αυτή η πλευρά των τραγουδιών του Μίλτου Πασχαλίδη δυσκολεύονταν δίχως υπερβολή να σηκωθούν. Η σκέψη τους ταξίδευε και με ανυπομονησία περίμεναν το δεύτερο μέρος μίας βραδιάς που εύχονταν να μη τελειώσει ποτέ.
Αναρωτιόσουν τραβάει ο Πασχαλίδης τη Συμφωνική προς αυτόν ή συμβαίνει το αντίθετο; Ένα δημιουργός που δεν μπορεί στιγμή να αποχωριστεί τον δυναμισμό για το πάθος του για αυτό που κάνει σε ένα περιβάλλον που κι ο ίδιος δεν είχε συνηθίσει. Με την άνεσή του όμως δημιούργησε μία σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό. Ακόμα και με όσους δεν τον γνώριζαν. Το “επίσημο ένδυμα” για τον ίδιο είμαι μία δικαίωση και μία ανάδειξη του έργου του. Ο καλλιτέχνης σαν το παλιό κρασί έχει φτάσει το πλήρωμα του χρόνου να αναγνωριστεί το μεγαλείο της δημιουργίας του σε βάθος χρόνου. 30 χρόνια στην πρώτη γραμμή κι ας μην μπορεί να το κατανοήσει ακόμα κι ο ίδιος. Ίσως μετά από αυτές τις δύο συναυλίες να έχει πειστεί βαθιά μέσα του, αλλά αυτό μπορεί να μας το αποκαλύψει μόνο ο ίδιος.
Χωρίς το φουλάρι του μίλησε για την απώλεια. Για τον δίσκο του 2016 που είχε μία μεγάλη επιτυχία, το γεγονός ότι δε χώρισε με τη σύντροφό του. Τραγούδησε για τον Ξαρχάκο, τον Λεοντή κι όσους τους έκαναν μικρά και μεγαλύτερα “δώρα” στη διαδρομή του. Μίλησε με ψυχή χιλίων λεόντων για τον Βαγγέλη Γιακουμάκη και για όλα τα παιδιά που έπεσαν θύματα βίας. Αδιαπραγμάτευτα καταδίκασε την πατριαρχία κι ό,τι συντηρητικό σκοτώνει … Άλλωστε η μουσική από μόνη της συνιστά ένα είδος εσωτερικής επανάστασης τόσο όταν τη φτιάχνεις, όσο κι όταν την ακούς και παρασύρεσαι.
Για το φινάλε έμεινε η αναφορά στην τετράχρονη Χριστίνα. Η ζωή του πλούτισε με τον ερχομό της το 2020. Έβγαλε το επίσημο ένδυμα, έβαλε το δικό του ένδυμα, το δικό του πουκάμισο όπως τον γνωρίζουμε. “Κερασμένα τα ποτά” με δυνατά παλαμάκια να μετατρέπουν το Μέγαρο σε έντεχνη μουσική σκηνή. Φινάλε με ένα άτυπο σχήμα του κύκλου. Ο Ερωτόκριτος, η Αρετούσα, η Κρήτη από εκεί που ξεκίνησαν όλα και δεν μπορεί φυσικά να το ξεχάσει.
Συντελεστές:
Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Διεύθυνση ορχήστρας: Τάσος Συμεωνίδης
Τραγούδι: Μίλτος Πασχαλίδης
Ενορχηστρώσεις: Μανώλης Ανδρουλιδάκης, Γιάννης Μπελώνης, Δημήτρης Οικονομίδης
Παραγωγή- διοργάνωση: Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας
Σε συνεργασία με την Διεύθυνση πολιτισμού και τουρισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης και με τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης.