Ευτυχώς αφήσαμε πίσω μας εκείνη την περίοδο που έπρεπε να αναλύσουμε το φαινόμενο της επανεμφάνισης του δίσκου σε μορφή βινυλίου, να επιχειρηματολογήσουμε γύρω από το θέμα της ποιότητας του ήχου, να ασχοληθούμε με τους hipsters που το έκαναν «τάση», να δούμε ποιοι είναι οι πραγματικοί «λάτρεις», να κράξουμε τους «περαστικούς» που αγοράζουν πικάπ με ενσωματωμένα ηχειάκια και άλλες τέτοιες όμορφες ιστορίες που δημιουργούν ένα hype γύρω από ένα αντικείμενο που υπήρχε και θα συνεχίσει να υπάρχει – εκτός και αν η κλιματική αλλαγή, φέρει τα πάνω κάτω.
Πλέον, τα περισσότερα σπίτια έχουν ένα πικάπ. Είναι γεγονός, δεν μπορώ να το αποδείξω και να παρουσιάσω στατιστικά, αλλά μιλώντας με τους γύρω μου τα τελευταία χρόνια, αυτό συνειδητοποιώ. Και όσοι δεν έχουν ακόμη, λένε «Σκέφτομαι πολύ έντονα να αγοράσω». Έτσι λοιπόν, και αφού έχουμε μπει στην εορταστική ατμόσφαιρα του Δεκεμβρίου και πλησιάζουμε προς τη μέρα ανταλλαγής δώρων, σκέφτηκα να κατέβω στο κέντρο και να κάνω μία βόλτα σε αγαπημένα (μου) μουσικά στέκια για να «βουτήξω» σε κούτες με δίσκους και από εκεί μέσα να τραβήξω στην «επιφάνεια» κάποιους που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην σκέψη «Τι δίσκο να του/της πάρω για δώρο;».
Βέβαια, μπορεί να σκεφτείς «Ποιος κατεβαίνει στο κέντο τέτοιες μέρες, πανικός γίνεται» κτλ. Δεν έχεις άδικο. Ωστόσο, (όλα) τα δισκάδικα της πόλης είναι αυτά που συντηρούν την σκηνή του βινυλίου ζωντανή (άρα, +1 πόντος για το γενικότερο καλό) και, ταυτόχρονα, λειτουργούν ως «ησυχαστήριο» στην πολύβουη ζωή της πόλης (+1 πόντος για το δικό σου καλό).
Η αλήθεια είναι ότι προσπάθησα να βρω μια ισορροπία μεταξύ “τιμής – αξίας – κατάστασης” στους δίσκους που θα έβαζα στο άρθρο, οπότε οι παρακάτω 10+1 προτάσεις που θα δείτε επιλέχθηκαν κατόπιν σκέψεως και έρευνας – σε φυσική μορφή και σε σύγκριση με πλατφόρμες όπως το Discogs.
1: Charles Mingus – Mingus Mingus Mingus Mingus Mingus
Δισκάδικο: Το Υπόγειο, Ενδεικτική τιμή: 30€
Ο Charles Mingus από την πρώτη του δισκογραφική εμφάνιση το 1953 μέχρι και την κυκλοφορία του “Mingus Mingus Mingus Mingus Mingus” το 1964 από την Impulse!, είχε παραδώσει διάφορα σημαντικά άλμπουμ στην hard bop και free jazz σκηνή, αλλά σε αυτή την, κατά κάποιον τρόπο, συλλογή που περιλαμβάνει επανεκτελέσεις του ίδιου σε κάποιες διάσημες συνθέσεις του με αλλαγμένους τίτλους [π.χ. το “Theme for Lester Young” είναι το “Goodbye Pork Pie Hat” από τον δίσκο “Mingus Ah Um” του 1959], εμπεριέχεται όλη η μουσική ιδιοφυία του. Είναι ένας δίσκος must have για τους φανατικούς της jazz, αλλά και γι’ αυτούς που θέλουν να εξερευνήσουν τον κόσμο του αυτοσχεδιασμού και δεν ξέρουν από που να ξεκινήσουν.
2: Sonny Rollins – Alfie (OST)
Δισκάδικο: Το Υπόγειο, Ενδεικτική τιμή: 30€
Για το soundtrack της ταινίας “Alfie” [Impulse!, 1966], ο Αμερικανός τενόρος σαξοφωνίστας Sonny Rollins, συνεργάστηκε με εξαιρετικούς μουσικούς όπως τους Oliver Nelson [ενορχήστρωση] και J.J. Johnson [τρομπόνι], ενώ ηχογράφησε την πρωτότυπη μουσική ταινίας στο ιστορικό στούντιο Van Gelder Studio – εκεί που δημιούργησε ο John Coltrane το “A Love Supreme” [1964] και αργότερα ο Stanley Turrentine το “Cherry” [1972]. Οι συνθέσεις του Rollins ακολουθούν την εξέλιξη του ανέμελου Λονδρέζου και γοητευτικά – για την εποχή – τσαμπουκαλεμένου Alfie (Michael Caine), σε έναν πιο στοχαστικό χαρακτήρα, όπου αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς του όταν πληγώνεται ο ίδιος. Σε αυτό το soundtrack, οι μουσικές ιδέες του «σπουδαιότερου εν ζωή αυτοσχεδιαστή της jazz», είναι αιχμηρές και παραλλάσσονται συνεχώς παίζοντας με την συγκίνηση, τον αισθησιασμό και τον δυναμισμό.
3: Sonny Boy Williamson & The Yardbirds (feat. Eric Clapton) – Sonny Boy Williamson & The Yardbirds
Δισκάδικο: Το Υπόγειο, Ενδεικτική τιμή: 30€
To 1963 o τιτάνας των blues από το Σικάγο, Sonny Boy Williamson, έρχεται στην Ευρώπη για το American Folk Blues Festival. Με τη λήξη του φεστιβάλ επιστρέφει στην Αγγλία και, τότε, ο manager των Yardbirds τον καλεί να παρακολουθήσει live τη μπάντα – μέλος της οποίας ήταν ο Eric Clapton – με σκοπό να τους κανονίσει κάποιες κοινές εμφανίσεις. Ο Williamson πείθεται από τα Βρετανικά blues και το Σκωτσέζικο ουίσκι, οπότε οι Yardbirds τον συνοδεύουν σε κάποιες συναυλίες το επόμενο διάστημα. Ο Clapton, γνωστός «μανούρας» εκείνη την εποχή, κάνει ένα αστείο στον Sonny Boy που «δεν σηκώνει και πολλά», αυτός του βγάζει ένα σουγιά, αλλά το επεισόδιο (ευτυχώς) έληξε εκεί. Σε αυτές τις live ηχογραφήσεις των κοινών τους εμφανίσεων, η Βρετανική αυθάδικη αλητεία μπλέκει με την σκοτεινή, ρυθμική και μάτσο φυσαρμόνικα του Νότου, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό αποτέλεσμα.
4: Keith Jarrett – J.S. Bach: Goldberg Variations
Δισκάδικο: Το Υπόγειο, Ενδεικτική τιμή: 27,50€
Ο πιανίστας, συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας, Keith Jarrett, είναι ένας από τους πιο παραγωγικούς, καινοτόμους μουσικούς της jazz – και όχι μόνο. Ξεκίνησε στο πλευρό του Art Blakey με τους Jazz Messengers, συνεργάστηκε με τον Charles Lloyd και τον Miles Davis. Μία από τις σημαντικότερες του ηχογραφήσεις, αφορά την απόδοση των “Goldberg Variations” του Johann Sebastian Bach μέσω ενός τσέμπαλου, με το οποίο δεν προσπαθεί να κάνει επίδειξη τεχνικής, αλλά δείχνει, ίσως και υπέρμετρο, σεβασμό στις συνθέσεις του Γερμανού κλασικού. Η προσέγγιση του Jarrett είναι έξυπνα σχεδιασμένη, ελαφρώς συναρπαστική, χωρίς να δημιουργεί μεγάλες συγκινήσεις. Ωστόσο, αν κάποιος ψάχνει έναν δίσκο κλασικής μουσικής από jazz μουσικό, αυτός ο δίσκος είναι μια ιδανική επιλογή.
5: Jefferson Airplane – After Bathing at Baxter’s
Δισκάδικο: Το Υπόγειο, Ενδεικτική τιμή: 40€
Οι Jefferson Airplane μέσα σε ένα διάστημα δέκα-δώδεκα μηνών ηχογράφησαν δύο από τα πιο σημαντικά ψυχεδελικά άλμπουμ των ‘60s. Το “Surrealistic Pillow” [RCA Victor, 1967], ο δίσκος που στιγμάτισε μια ολόκληρη γενιά, προηγήθηκε του “After Bathing at Baxter’s” [RCA Victor, 1967] και γνώρισε μεγαλύτερη επιτυχία – τραγούδια όπως το “Somebody to Love” και το “White Rabbit” ανήκουν στην σφαίρα των τραγουδιών «Τοτέμ», αλλά ο πειραματισμός του συγκροτήματος σε αυτά τα 11 τραγούδια είναι αξιομνημόνευτος. Μπορεί να μην υπάρχουν πολλά pop μοτίβα για δημιουργία ραδιοφωνικών επιτυχιών – σε αυτό, ίσως, παίζει ρόλο η παράδοση των σκήπτρων της σύνθεσης στους Paul Kantner και Grace Slick από τον Marty Balin, αλλά η ωμή και, ταυτόχρονα, αγνή καλειδοσκοπική μουσική των Jefferson, σε παρασέρνει σε ηλιόλουστος, πολυσχηματικούς και χρωματικούς ορίζοντες. Εξίσου εξαιρετικό είναι και το artwork σε αυτή την gatefold κυκλοφορία τους.
6: Cat Power – Covers
Δισκάδικο: Record Haze, Ενδεικτική τιμή: 32€
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Cat Power διασκευάζει τραγούδια άλλων – παρόμοιο πρότζεκτ ήταν και το “The Covers Record” [Matador, 2000], αλλά σε αυτή την τελευταία της δισκογραφική δουλειά η Αμερικανή μουσικός/τραγουδίστρια είναι, ίσως, περισσότερο προετοιμασμένη να προσεγγίσει με την ευαίσθητη πλευρά της έργα συναδέλφων της. Η Cat Power με τη μπάντα της εισχωρεί, ενδεικτικά, στον κόσμο των Lana Del Rey, Iggy Pop, Nico, Dead Man’s Bones, Billie Holiday και Nick Cave and the Bad Seeds, αφαιρώντας τα «περιττά» στοιχεία που δεν εναρμονίζονται με την συναισθηματική της κατάσταση, ενώ, παράλληλα, αξιοποιεί στο έπακρο τα μουσικά πλαίσια των αυθεντικών εκτελέσεων. Ιδανικός δίσκος για τις πρώτες μέρες της χρονιάς και τα κυριακάτικα μεσημέρια στο σπίτι.
7: The Cure – Pornography
Δισκάδικο: Record Haze, Ενδεικτική τιμή: 25€
Στο “Pornography” των Cure δεν θα βρείτε ραδιοφωνικά «ευκολάκια» – που είναι πάντα ευπρόσδεκτα – αλλά μια βαριά, ζοφερή, σκονισμένη, μελαγχολική και οργισμένη ατμόσφαιρα. Εκείνη την περίοδο ο Robert Smith είχε δύο επιλογές: «Είτε να παραδοθώ τελείως [να αυτοκτονήσει λόγω κατάθλιψης], είτε να καταγράψω αυτό που ένιωθα για να βγει από μέσα μου». Προφανώς συνέβη το δεύτερο, και γι’ αυτό ο τέταρτος δίσκος των Cure έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της new wave και goth γενιάς των ‘80s, για τα οποία πλέον θεωρείται κλασικός και αντιπροσωπευτικός του είδους. Υπάρχουν στιγμές όπου εξελίσσεται ένας αργόσυρτος θάνατος, ενώ σε κάποιες άλλες αναδύεται η ελπιδοφόρος προσπάθεια του Smith να βγει από την λάσπη της ψυχικής βύθισης. “It doesn’t matter if we all die / Ambition in the back of a black car” (Side A – Track 1: One Hundred Years)
8: A Tribe Called Quest – Midnight Marauders
Δισκάδικο: Record Haze, Ενδεικτική τιμή: 27€
Ενώ στα πρώτα (εξαιρετικά) δύο άλμπουμ τους ακούμε την jazzy πλευρά τους, οι A Tribe Called Quest στον τρίτο τους δίσκο παρουσιάζουν funky μπασογραμμές που κυριαρχούν σε όλη την διάρκεια, δίνοντας ένα ιδιαίτερο και μοναδικό groove. Ο ιθύνων νους του συγκροτήματος, Q Tip, κλείστηκε στο υπόγειο της γιαγιάς του Phife Dawg (ραπ, φωνητικά) και εκεί παρήγαγε άπειρα beat τα οποία λειτουργούσαν ως μουσική υπόκρουση κατά την διάρκεια ατελείωτων αραγμάτων στον καναπέ, άλλοτε παίζοντας ασταμάτητα videogames ή καπνίζοντας μαριχουάνα. Όπως ο καπνός δραπέτευε από τα παράθυρα του υπογείου, έτσι και οι ιδέες του Q Tip ξεπηδούσαν από το Akai MPC του γεμίζοντας decibel τον χώρο. Με το “Midnight Marauders” οι A Tribe Called Quest εδραιώθηκαν στις συνειδήσεις του κόσμου ως οι βασιλιάδες του «εναλλακτικού/σοφιστικέ hip-hop» και άνοιξαν τον δρόμο σε Νεοϋορκέζους καλλιτέχνες όπως ο Nas και οι Fugees, οι οποίοι όλοι μαζί δημιούργησαν, ίσως, την πιο σπουδαία hip-hop σκηνή.
9: Manu Dibango – Africadelic
Δισκάδικο: Ζαχαρίας, Ενδεικτική τιμή: 25,90€
O δίσκος αυτός ακολουθήσε του πασίγνωστο και χιλιοσαμπλαρισμένου “Soul Makossa” και ηχογραφήθηκε κατά παραγγελία [του ζητήθηκαν αφρο-αστικοί ήχοι για τηλεοπτικές/ραδιοφωνικές εκπομπές] εντός μιας εβδομάδας. Στο “Africadelic” ο Καμερουνέζος μουσικός, συγχωνεύει παραδοσιακό αφρικάνικο ρυθμό με ηχητικά τοπία Καραϊβικής, και αυτός ο συνδυασμός αγκαλιάζεται αρμονικά από funk και soulful στοιχεία. Πρόκειται για ένα groovy διαμάντι, στο οποίο κάλλιστα θα μπορούσαν να συμμετάσχουν οι James Brown και Isaac Hayes. Δύσκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί πως αυτός ο δίσκος ηχογραφήθηκε μέσα σε λίγες μέρες και υπό καθεστώς ακραίας ζέστης. «Είχε τόση ζέστη που μετά βίας μπορούσαμε να μείνουμε περισσότερο από 2 λεπτά στην πολύ μικρή καμπίνα ηχογράφησης», είχε δηλώσει ο φλεγόμενος Manu Dibango. Για την συγκεκριμένη επανέκδοση του δίσκου, έχει χρησιμοποιηθεί το εξώφυλλο του single “Africadelic” [AMI Records, 1973].
10: Talking Heads – Remain in Light
Δισκάδικο: Ζαχαρίας, Ενδεικτική τιμή: 22,90€
Στον τέταρτο δίσκο τους, οι Talking Heads, κάνουν μία άκρως επιτυχημένη μετάβαση σε νέες πηγές έμπνευσης. Εμφανώς επηρεασμένοι (όχι απαραίτητα ηχητικά) από τα πρώτα νηπιακά βήματα του hip-hop και το κλίμα στο Νασάου στις Μπαχάμες, μπλέκουν με αφρικάνικους ρυθμούς και δημιουργούν υπό την καθοδήγηση του Brian Eno σαρωτικά grooves. O David Byrne σολάρει στο μικρόφωνο συνοδεύοντας τα κρουστά και ως άλλος Gil-Scott Heron κηρύττει την δημιουργία του φιλοσοφικού ρεύματος στη new wave σκηνή. “And you may find yourself in a beautiful house, with a beautiful wife / And you may ask yourself, “Well, how did I get here?” (Side B – Track 1: Once In A Lifetime)
10+1: Elvis Presley – Elvis’ Christmas Album
Δισκάδικο: Το Υπόγειο, Ενδεικτική τιμή: 30€
Δεν είναι πωλήσεις που κάνουν σπουδαίο αυτόν τον δίσκο – 20 εκατομμύρια πωλήσεις παγκοσμίως, #1 Χριστουγεννιάτικος στις Η.Π.Α. – αλλά ο τρόπος με τον οποίο ένα θεματικό άλμπουμ παρουσιάζει όλη την rock n’ roll πρωτοπορία και R&B/doo wop μουσική ιστορία στα τέλη των ‘50s. Ο Elvis μέσα σε 12 τραγούδια, διασκευές κλασσικών χριστουγεννιάτικων τραγουδιών και νέων συνθέσεων, καταφέρνει να συμπυκνώσει τα μουσικά ρεύματα της εποχής σε μία ιδανική ισορροπία μεταξύ χριστουγεννιάτικης ατμόσφαιρας και pop διάθεσης. Για άλλη μία φορά, ο Βασιλιάς, αποδείχθηκε πως «έβλεπε μπροστά», έστω, ακουμπώντας σε μαύρες πλάτες. Το “Elvis’ Christmas Album” είναι το απόλυτο άλμπουμ Χριστουγέννων και ταυτόχρονα ένας εξαιρετικός δίσκος.
Ευχαριστούμε πολύ τους ανθρώπους των δισκάδικων που μας «ανέχτηκαν» για τις ανάγκες του θέματος:
Το Υπόγειο: στίγμα στον χάρτη , Facebook
Record Haze Athens: στίγμα στον χάρτη , Instagram
Ζαχαρίας: στίγμα στον χάρτη , Facebook