Το όνομά τους σημαίνει «Αιώνιος» και μετά από τρία εξαιρετικά άλμπουμ, τα «Cendres et Sang» (2011), «Extance» (2014) και «Hypnosophy» (2016), ίσως ήρθε η ώρα για τους φοβερούς blackmetal-άδες ΑΕΝΑΟΝ να περάσουν στην μουσική αιωνιότητα –τουλάχιστον, την ελληνική, προβάλλοντας τους εαυτούς τους ως τους επικρατέστερους διαδόχους στον «θρόνο» των Rotting Christ ως προς τον τίτλο «ποια εγχώρια μέταλ μπάντα μπορεί να γράψει ιστορία εκτός ελληνικών συνόρων».

Και αν με ρωτάτε «γιατί είναι πιθανό να συμβεί κάτι τέτοιο;», θα σας απαντούσα ότι με το νέο τους άλμπουμ με τίτλο «Mnemosyne»[«Μνημόσυνο» δηλαδή], που κυκλοφορεί σε λίγο καιρό, αποδεικνύουν ότι είναι μια κατηγορία μόνοι τους και όλοι οι υπόλοιποι ακολουθούν ασθμαίνοντες.

In a league of their own λοιπόν, έστω και όχι in league with Satan (πάντα χρειάζεται μια αναφορά στους τρομερούς Venom στα κείμενά σου), οι ΑΕΝΑΟΝ ΔΕΝ είναι οι τυπικοί blackmetal-άδες που ενδεχομένως να φαντάζεστε.

Ο Astrous στα φωνητικά, ο Αχιλλέας C. στις κιθάρες και το μπάσο, ο Ορέστης Ζυρίνης στο σαξόφωνο και ο Χάρης στα τύμπανα (προερχόμενοι από την αγνή ελληνική επαρχία και από πόλεις με βαριά μουσική κληρονομιά, όπως τα Ιωάννινα, η Λάρισα και ο Βόλος), απλώνουν τις μουσικές τους επιρροές πάνω σε έναν βαρυμεταλλικό καμβά ο οποίος αποτελείται από prog-rock, τζαζ και φυσικά μπόλικο πειραματισμό που σχεδόν γειτνιάζει με την μεταλλική avant garde, όπως φαίνεται και από την πρώτη τους κυκλοφορία μέσα από το άλμπουμ, το «Synastry of Heartbeats».

Και, οκ, έχουμε ακούσει και στο παρελθόν να χρησιμοποιείται το σαξόφωνο ως σχεδόν πρωτεύον όργανο σε συνθέσεις βαρυμεταλλικών μπαντών (τα πρώτα παραδείγματα που μου έρχονται στο νου είναι, π.χ. το «Room A Thousand Years Wide» των Soundgarden, το «Everyday Pox» των Napalm Death ή το «A Grave Inversed» των τρομερών Νορβηγών Ihsahn), αλλά εδώ, σε αντίθεση με τα ανωτέρω παραδείγματα, ο Ορέστης των ΑΕΝΑΟΝ δεν οδηγεί ο ίδιος τα σαξόφωνο εκεί που θέλει αυτός, αλλά αφήνει το σαξόφωνο να πάρει τα ηνία και να τον οδηγήσει το ίδιο το όργανο σε black και πειραματικά μέταλ μονοπάτια, βγαλμένα από τις καλύτερες στιγμές των Emperor, των Mayhem και των Darkthrone –και, προσοχή, χωρίς τα τρία αυτά συγκροτήματα να αποτελούν καν βασικές τους επιρροές (εγώ θα ορκιζόμουν ότι όλοι τους ακούνε από Al Di Meola μέχρι John McLaughlin και φυσικά αρκετούς Gathering).

Και, ναι, το νέο τους άλμπουμ είναι ό,τι πιο σκοτεινό έχουν κάνει μέχρι σήμερα, γεγονός που μου επιβεβαιώνει και ο Αχιλλέας, με τον οποίο είχα την ευκαιρία να μιλήσω, με αφορμή την κυκλοφορία του άλμπουμ τους.

«Η μουσική μας απευθύνεται σε λίγο κόσμο που αναζητά αυθεντικότητα και πειραματισμό στον extreme ήχο. Ακριβώς επειδή είναι τέτοια η φύση της μουσικής μας δεν έχουμε μεγαλεπήβολα όνειρα. Αφιερώνουμε χρόνο και φαιά ουσία για να ικανοποιήσουμε την δική μας δημιουργική λαχτάρα. Η διαχρονική εκτίμηση του έργου μας έστω από λίγους μας δίνει χαρά», μου λέει, ενώ όταν του επισημαίνω την διαφορετικότητα του νέου άλμπουμ σε σχέση με το προ εξαετίας «Hypnosophy», σπεύδει να μου τονίσει ότι «η ανάγκη να κάνουμε κάτι διαφορετικό και ιδιαίτερο μας ώθησε σε αυτό και για πρώτη φορά νομίζω νιώσαμε ότι το πετύχαμε. Επειδή δεν είμαστε ιδιαίτερα ενεργοί ζωντανά και επειδή δίνουμε αρκετό χρόνο στην ανάπτυξη των δημιουργιών μας, χωρίς συμβιβασμούς, υπάρχει πάντα σε έναν βαθμό αυτό το συναίσθημα».

Με τόσο έντονο το στοιχείο του πειραματισμού στις συνθέσεις τους, τον ρωτάω ευθέως πώς είναι δυνατόν να γνωρίζουν ότι ένα τραγούδι είναι τελειωμένο και δεν χρειάζεται να το δουλέψουν και άλλο. «Ωραία ερώτηση! Νομίζω ότι πρέπει να αφεθείς στη δημιουργία σου κάνοντας κριτική ακρόαση. Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να θέσεις είναι αν σε ικανοποιεί αρκετά αυτό που ακούς. Αν όχι, τότε πρέπει να εντοπίσεις τι φταίει και αν μπορείς να το διορθώσεις. Πρέπει να έχεις στο νου σου τους στόχους σου: Αισθητική, συναίσθημα, δομή, ήχος, ενορχήστρωση κτλ. Μόλις τα κριτήρια σου ικανοποιηθούν και νιώσεις ότι έκανες ό,τι καλύτερο μπορούσες είναι ώρα να σταματήσεις. Δεν ξέρω ακριβώς πως να το περιγράψω αλλά συνήθως όταν δεν είμαι ικανοποιημένος από ένα τραγούδι δεν μπορώ να κοιμηθώ, το σκέφτομαι συνέχεια και ψάχνω να βρω λύσεις. Όταν ένα κομμάτι έχει “τελειώσει” πραγματικά το ξέρω γιατί κοιμάμαι ήσυχος!»

Με το προηγούμενό τους άλμπουμ, να απέχει χρονικά μια εξαετία, ένιωσαν, άραγε κάποια στιγμή το writer’s block να τους χτυπάει την πόρτα;

«Πιστεύω ότι αυτό που αποκαλούμε «έμπνευση» είναι η ίδια η λαχτάρα της δημιουργίας. Οι στιγμές που δεν νιώθουμε να έχουμε έμπνευση είναι οι στιγμές που δεν λαχταράμε να δημιουργήσουμε πραγματικά. Μεγαλώνοντας η ζωή γίνεται πιο ρεαλιστική και απαιτητική και καμιά φορά η λαχτάρα της δημιουργίας καταπνίγεται από το άγχος και τις ευθύνες της καθημερινότητας. Προσωπικά όταν φτάνω στο σημείο να μην έχω έμπνευση ξέρω απλά ότι χρειάζομαι διακοπές και να απομακρυνθώ από τον βομβαρδισμό ανούσιων ερεθισμάτων που κυρίως αναπαράγονται στα social media. Μόλις χαλαρώσω και η ιδέα της δημιουργίας επιστρέψει να με γεμίσει με ενθουσιασμό, η έμπνευση έρχεται σαν πείνα», μου επισημαίνει και προσθέτει ποια είναι εκείνα τα πράγματα που βάζουν ξανά το δημιουργικό του φίλτρο σε άμεση εγρήγορση:

«Οι εικόνες που μπορείς να πάρεις, τα συναισθήματα που θα σου δημιουργηθούν, η ατμόσφαιρα ενός βιβλίου, ακόμα και ενός κόμικ, είναι μοναδικά. Το ίδιο ακριβώς είναι και με τις ταινίες ή τις σειρές. Η θεματολογία, η μουσική, οι ήχοι που θα ακούσεις είναι τρομερή πηγή έμπνευσης. Πιάνω πολλές φορές τον εαυτό μου να κολλάω με μουσικές από ταινίες ή σειρές όταν χαλαρώνω τα βράδια και μου αρέσει πολύ να σκέφτομαι πως θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ τα στοιχεία που με “κόλλησαν” σε δικές μας δημιουργίες. Το ίδιο ισχύει φυσικά και με τις μουσικές που ακούμε απλά εκεί είναι πολύ πιο άμεσο το ερέθισμα».

Του επισημαίνω ότι η μέταλ τους έχει και αρκετά ποπ στοιχεία, δομικά και μουσικά και αναρωτιέμαι τι άλλη μουσική πλην μέταλ θα μπορούσε να ακούει τόσο ο ίδιος, όσο και τα υπόλοιπα τρία μέλη της μπάντας.

«Ο πιο άκυρος δίσκος pop δίσκος που μπορώ να σκεφτώ ότι γουστάρω είναι το «Watermark» της Enya και σε reggae το «Hebron Gate» των Groundation το οποίο το ακούω κάθε καλοκαίρι. Για τον Astrous είναι πολύ δύσκολο να πω γιατί γουστάρει άπειρους άκυρους δίσκους ενώ είναι και εγκυκλοπαίδεια της Eurovision! Ο Χάρης από την άλλη είναι μεγάλος γκλαμουροχερμεταλάκιας, οπότε νομίζω οτιδήποτε «έξαλλο» από τα ‘80s μας κάνει! Ο Ορέστης είναι ιδιαίτερη προσωπικότητα και δεν είναι «μεταλάς» οπότε είμαι σίγουρος ότι έχει φοβερά απρόβλεπτα ακούσματα».

Τελειώνοντας, του ζητάω πέντε αγαπημένους δίσκους που θα έπαιρνε μαζί του οπουδήποτε και η επιλογή του γίνεται σχετικά σύντομα: «Dolorian – «Voidward», Devil Doll – «The Girl Who Was… Death», Sigh – «Imaginary Sonicscape», Bohren & der Club of Gore – «Sunset Mission» και Crown of Autumn – «The Treasures Arcane».

*Το άλμπουμ «Mnemosyne» κυκλοφορεί στις 7 Οκτωβρίου, μέσω της Agonia Records.