Όταν τον Νοέμβριο του 1968 ο Brian Jones αγόραζε μια φάρμα 45 στρεμμάτων στο Ανατολικό Σάσεξ δεν μπορούσε να φανταστεί πως σε λιγότερο από έναν χρόνο θα γραφόταν εκεί το τελευταίο κεφάλαιο της -ήδη πολυτάραχης- ζωής του. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα ο νεαρός πολυοργανίστας των Rolling Stones είχε πάρει μερικές σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή του: τέρμα οι «γρήγορες ταχύτητες», τέρμα τα ναρκωτικά, τέλος στο αλκοόλ (με εξαίρεση ελάχιστο κόκκινο κρασί), στοπ στις εφήμερες σεξουαλικές απολαύσεις. Ηρεμία, τάξη, ασφάλεια και κηπουρική στο τεράστιο σπίτι που είχε αγοράσει από τον Α.Α. Mίλνε, συγγραφέα του φημισμένου βιβλίου «Winnie-the-pooh».

Στο ενδιάμεσο των κηπουρικών του εργασιών έγραφε κομμάτια δίπλα στην μεγάλη πισίνα -άλλωστε ήταν γνωστό πως ήταν ο πλέον ταλαντούχος μουσικός του συγκροτήματος, καθώς ήταν αυτοδίδακτος σε πάνω από 30 μουσικά όργανα, από το σιτάρ μεχρι το ντούλσιμερ και από το μέλοτρον μέχρι τις μαρίμπας.

Ταυτόχρονα, εκείνη την περίοδο, ο Τζόουνς προσέλαβε οικοδόμους για να κάνει κάποιες ανακαινίσεις και ο Φρανκ Θόρογκουντ ανέλαβε τη δουλειά με άλλους τρεις εργάτες. Η ζωή όντως κυλούσε ήρεμα για τον ίδιο και τη σύντροφό του Αννα Βόλιν μέχρι το καλοκαίρι του 1969 που διαλύθηκαν όλα…

Όταν οι Stones έδιωξαν τον Brian Jones

Την Κυριακή 8 Ιουνίου του 1969, ο Μικ Τζάγκερ, ο Κιθ Ρίτσαρντς και ο Τσάρλι Γουότς πήγαν στην αγροικία με σκοπό να διώξουν τον Μπράιαν από το γκρουπ καθώς πλέον τον θεωρούσαν αναξιόπιστο μουσικά να τους συνοδεύσει στην αμερικανική τους περιοδεία.

Ο Μπράιαν μπορεί μεν να συμβιβάστηκε με ένα ισόβιο επίδομα 100.000 λιρών και φυσικά με ένα μερίδιο από τα δικαιώματα των δίσκων των Stones, ωστόσο δεν το πήρε αψήφιστα. Εννοείται πως πληγώθηκε ανεπανόρθωτα – ήταν, άλλωστε, ένας εκ των συνιδρυτών της μπάντας.

Ο Τζόουνς εξωθήθηκε σε μια δήλωση του στυλ: «Η μουσική των Stones δεν είναι πια του γούστου μου. Επιθυμώ να παίζω τη δική μου μουσική και όχι των άλλων. Η μόνη λύση είναι να πάρει ο καθένας τον δρόμο του, αν και θα παραμείνουμε φίλοι. Τους αγαπώ αυτούς τους τύπους». Ωστόσο όλοι γνώριζαν πως η πληγή ήταν πολύ βαθιά.

Λίγες εβδομάδες μετά, στις 2 Ιουλίου, και αφού είχε προηγηθεί η απόλυση των εργατών που έκαναν διαρκώς ζημιές στη φάρμα, ο Τζόουνς πήγε να καλέσει τον Θόρογκουντ και τη γυναίκα του, Τζάνετ, για ένα ποτό, προκειμένου η κατάσταση να εξομαλυνθεί μεταξύ τους. Σιγά σιγά, μαζί με τις συντρόφους τους, πήγαν στην πισίνα. Ανάμεσα στις 11 και τέταρτο και στα μεσάνυχτα, η Τζάνετ επέστρεψε στο σπίτι και η Αννα ανέβηκε επάνω να κάνει ένα τηλεφώνημα. Ο Τζόουνς και ο Φρανκ έμειναν μόνοι στην πισίνα. Δέκα λεπτά αργότερα, ο Φρανκ μπήκε στο σπίτι – ήταν ο τελευταίος που είδε τον Μπράιαν ζωντανό.

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, η Τζάνετ κάνοντας βόλτες στον κήπο είδε το πτώμα του Μπράιαν στον πάτο της πισίνας και κάλεσε σε βοήθεια. Ηταν, φυσικά, αργά: ο Τζόουνς ήταν νεκρός σε ηλικία 27 ετών. Tην επόμενη ημέρα, η Τζάνετ ήταν αυτή που μετατράπηκε σε αγγελιοφόρο των κακών ειδήσεων, τηλεφωνώντας το πρωί στον Τζάγκερ και ενημερώνοντας τον για τα άσχημα νέα, στα Olympic Studios του Λονδίνου όπου οι Rolling Stones μιξάριζαν το επόμενό τους άλμπουμ.

Μέτα από δύο ημέρες, οι Stones αφιέρωσαν στον Μπράιαν την προγραμματισμένη δωρεάν ανοιχτή συναυλία τους στο Χάιντ Παρκ. Και στις 10 Ιουλίου ο Μπράιαν πέρασε επισήμως στην αθανασία μέσα σε ένα μπρούντζινο φέρετρο, που έστειλε ειδικά ο Μπομπ Ντίλαν από την Αμερική. Από τους 500 περίπου ανθρώπους που παρευρέθηκαν στην κηδεία του έλειπαν τόσο ο Μικ Τζάγκερ με τον Κιθ Ρίτσαρντς όσο και η Αννα Βόλιν…

Μέχρι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά ποιος ευθύνεται για τον θάνατο του Τζόουνς. Η Βόλιν αρνήθηκε εξαρχής την επίσημη εκδοχή που απέδιδε τον θάνατό του σε πνιγμό, εξαιτίας υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ και ναρκωτικών, και κατονόμαζε ως δολοφόνο του τον Θόρογκουντ.

Η κοπέλα υποστηρίζει ότι ο Θόρογκουντ έπνιξε κατά λάθος τον Τζόουνς, ενώ προσπαθούσε να του αποσπάσει τις 14.000 στερλίνες που του χρωστούσε. Η έρευνα άνοιξε κατά καιρούς από την Σκότλαντ Γιάρντ, αλλά ουδέποτε προέκυψε κάποιο νέο στοιχείο προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση…