Καθημερινά σε διαφορετικό βαθμό όλοι καταναλώνουμε περιεχόμενο στον εικονικό κόσμο του Διαδικτύου. Στην αληθινή ζωή καταναλώνουμε φαγητό και ποτό, αγαθά και υπηρεσίες, μουσική και ταινίες, πληροφορίες και ιδέες. Παράλληλα ως ανθρώπινο είδος δημιουργούμε έργα τέχνης, εμπειρίες και προϊόντα, κοινότητες και εταιρείες. Πιθανώς υπάρχουν πολλοί από εμάς που θέλουν να αφιερώνουν λιγότερο χρόνο ως καταναλωτές και περισσότερο χρόνο ως δημιουργοί.
Το ρήμα «δημιουργώ» σημαίνει να φέρνεις κάτι στην επιφάνεια ή να παράγεις κάτι νέο. Συχνά περιλαμβάνει φαντασία, καινοτομία και τον συνδυασμό υπαρχόντων στοιχείων (δεδομένου ότι η ίδια η έννοια της πρωτότυπης ιδέας είναι αμφισβητήσιμη). Η δημιουργία μπορεί να εφαρμοστεί σε διάφορα πλαίσια, όπως η τέχνη, η λογοτεχνία, η επιστήμη, η τεχνολογία, οι επιχειρήσεις και σε διάφορες εκφάνσεις της καθημερινότητας.
Υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί σπουδαίοι δημιουργοί — από τον θρυλικό Λεονάρντο ντα Βίντσι, τον ιδρυτή της Apple Στιβ Τζομπς, τη χαρισματική καλλιτέχνιδα Γιαγιόι Κουσάμα, τον ράπερ J. Cole, μέχρι σύγχρονους δημιουργούς περιεχομένου όπως η Λίζα Κόσι και ο Άλι Αμπντάαλ, καθώς και τον προγραμματιστή λογισμικού Βιτάλικ Μπουτέριν (συνδημιουργό της πλατφόρμας blockchain Ethereum). Αν και δραστηριοποιούνται σε πολύ διαφορετικούς τομείς, το κοινό χαρακτηριστικό που μοιράζονται οι περισσότεροι από αυτούς τους δημιουργούς είναι η «νοοτροπία του δημιουργού» — η ώθηση να παράγουν και να προσφέρουν κάτι νέο στον κόσμο.
Από την άλλη πλευρά το ρήμα «καταναλώνω» αναφέρεται στην πράξη της χρήσης, της πρόσληψης ή της εξάντλησης κάποιου αγαθού, συνήθως προς όφελός μας. Σκεφτείτε την τελευταία φορά που φάγατε σε ένα εστιατόριο, παρακολουθήσατε μια ταινία, επισκεφθήκατε μια έκθεση τέχνης ή αγοράσατε ένα ρούχο — όλα αυτά είναι παραδείγματα κατανάλωσης. Σε γενικές γραμμές, η κατανάλωση είναι μια φυσιολογική και απαραίτητη διαδικασία στη ζωή, ωστόσο μπορεί να γίνει νοσηρή αν χαθεί το μέτρο και οδηγηθούμε στον άκρατο καταναλωτισμό.
Ο καταναλωτισμός είναι μια οικονομική και κοινωνική θεωρία που υποστηρίζει ότι η κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών είναι σημαντική για την ατομική ευημερία και ότι οι καταναλωτικές δαπάνες συμβάλλουν θετικά στην οικονομική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, στη σύγχρονη κοινωνία έχουμε την τάση να καταναλώνουμε πέρα από τις βασικές μας ανάγκες και ενδιαφέροντα συχνά λόγω κοινωνικών πιέσεων και διαφημίσεων. Δεδομένων αυτών των επιρροών είναι εύκολο να υιοθετήσουμε μια καταναλωτική νοοτροπία απλώς προσλαμβάνοντας ό,τι υπάρχει γύρω μας ή αγοράζοντας περισσότερα από όσα χρειαζόμαστε προσπαθώντας να βρούμε ικανοποίηση με μία μικρή δόση ντοπαμίνης που διαρκεί μόλις λίγα δευτερόλεπτα.
Συνοπτικά η νοοτροπία του καταναλωτή επικεντρώνεται στην εισροή (input), ενώ η νοοτροπία του δημιουργού δίνει έμφαση στην εκροή (output). Αυτές οι δύο στάσεις και οι πράξεις της δημιουργίας και της κατανάλωσης είναι από τις βασικές δυνάμεις που κινούν την κοινωνία και την οικονομία μας όπως τις γνωρίζουμε.
Η κατανάλωση είναι μέρος της ζωής, αλλά τι συμβαίνει όταν καταναλώνουμε υπερβολικά;
Αν περνάμε όλο μας τον χρόνο καταναλώνοντας και ποτέ δημιουργώντας, φοβάμαι ότι μπορεί να χάσουμε την αίσθηση του εαυτού μας. Ένα άλλο παράδειγμα είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πόσοι από εμάς νιώθουμε πιο ικανοποιημένοι όταν μοιραζόμαστε ή δημοσιεύουμε κάτι σημαντικό για εμάς σε αντίθεση με το να κάνουμε ατελείωτο scrolling σε περιεχόμενο άλλων; Στην περίπτωση που μόνο καταναλώνουμε, καταλήγουμε να υποκύπτουμε στις απόψεις, τις ιδέες, τις ζωές και τις κοσμοθεωρίες των άλλων, χωρίς να σχηματίζουμε τις δικές μας. Και αυτό μπορεί να είναι επικίνδυνο.
Η ψυχολογία και γενικότερα η επιστήμη διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο πίσω από τα επιχειρηματικά μοντέλα που ενθαρρύνουν την ατελείωτη κατανάλωση που βασίζεται στη ντοπαμίνη, όπως τα βιντεοπαιχνίδια, ο τζόγος, τα social media και άλλες εφαρμογές, αλλά αυτό είναι πολύ μεγάλο θέμα. (Το βιβλίο Hooked του Nir Eyal είναι εξαιρετικό για όποιον θέλει να κατανοήσει πώς εφαρμόζονται αυτές οι στρατηγικές.)
Αυτό που χρειαζόμαστε μια ισορροπία μεταξύ κατανάλωσης και δημιουργίας, εισροής και εκροής ώστε να τονώσουμε μια οικονομία δημιουργικότητας.
Ο John Spencer, εκπαιδευτικός και συγγραφέας μιλά για τη δύναμη της κριτικής κατανάλωσης, η οποία οδηγεί στην έμπνευση και τελικά σε δημιουργική εργασία. Προτείνει ότι υπάρχουν επτά στάδια για να περάσουμε από την κατανάλωση στη δημιουργία:
#1: Επίγνωση — Αναγνώρισε τι είναι αυτό που καταναλώνεις
#2: Ενεργή κατανάλωση — Επίλεξε συγκεκριμένα πράγματα για να καταναλώσεις
#3: Κριτική κατανάλωση — Διεύρυνε και βελτίωσε το γούστο σου με βάση τη μορφή και τη λειτουργικότητα
#4: Επιμέλεια — Συλλογή και ανασκόπηση θεμάτων/αντικειμένων
#5: Αντιγραφή — Όπως λένε, “κλέψε σαν καλλιτέχνης” και αγκάλιασε την επιρροή
#6: Συνδυασμοί (Mash-Ups) — Τροποποίησε κάτι για να το κάνεις «πρωτότυπο»
#7: Δημιουργία από το μηδέν — Βρες τη δική σου φωνή και στυλ
Σύμφωνα με τον Spencer αν έχουμε επίγνωση του τι καταναλώνουμε μπορούμε να αρχίσουμε να φιλτράρουμε και να επιλέγουμε τι είναι σημαντικό, ενδιαφέρον, χρήσιμο ή διασκεδαστικό για εμάς. Όπως οι επιμελητές γκαλερί επιλέγουν έργα τέχνης, έτσι μπορούμε κι εμείς να γίνουμε οι προσωπικοί μας επιμελητές περιεχομένου. Αυτή είναι μια προσέγγιση για να καλλιεργήσουμε τη δημιουργική μας νοοτροπία. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αυτό μπορεί επίσης να είναι το κλειδί για ένα κυκλικό σύστημα κατανάλωσης.
Υπάρχει μια αλληλεπίδραση και αμοιβαιότητα μεταξύ κατανάλωσης και δημιουργίας. Στην οικονομία μας συνήθως δεν μπορούμε να έχουμε το ένα χωρίς το άλλο. Έτσι, αντί να απαντήσουμε στο ερώτημα «Είσαι δημιουργός ή καταναλωτής;» επιλέγοντας αποκλειστικά τη μία ή την άλλη ταυτότητα πιστεύω ότι μπορούμε να εργαζόμαστε προς το να είμαστε και τα δύο, με τρόπους που έχουν νόημα για τον καθένα μας.
Μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι καταναλωτές καλλιεργώντας μια κουλτούρα κριτικής και συνειδητής κατανάλωσης, φιλτράροντας όσα βλέπουμε, ακούμε, βιώνουμε και αγοράζουμε, σε ευθυγράμμιση με ό,τι έχει σημασία για εμάς. Ταυτόχρονα μπορούμε να καλλιεργήσουμε τη δημιουργικά μας χαρακτηριστικά, αφιερώνοντας περισσότερο χρόνο στην ίδια τη δημιουργία. Ακόμα κι αν δεν είμαστε καλλιτέχνες, σχεδιαστές ή εφευρέτες, η ενεργοποίηση της δημιουργικότητας μας σφυρηλατεί ως οντότητες και μας ενθαρρύνει να σκεφτούμε τι έχει αξία για εμάς και τέλος μας καλεί άτυπα να προσφέρουμε κάτι στον κόσμο.
*Με στοιχεία από το Medium.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Καθημερινά σε διαφορετικό βαθμό όλοι καταναλώνουμε περιεχόμενο στον εικονικό κόσμο του Διαδικτύου. Στην αληθινή ζωή καταναλώνουμε φαγητό και ποτό, αγαθά και υπηρεσίες, μουσική και ταινίες, πληροφορίες και ιδέες. Παράλληλα ως ανθρώπινο είδος δημιουργούμε έργα τέχνης, εμπειρίες και προϊόντα, κοινότητες και εταιρείες. Πιθανώς υπάρχουν πολλοί από εμάς που θέλουν να αφιερώνουν λιγότερο χρόνο ως καταναλωτές και περισσότερο χρόνο ως δημιουργοί.
Το ρήμα «δημιουργώ» σημαίνει να φέρνεις κάτι στην επιφάνεια ή να παράγεις κάτι νέο. Συχνά περιλαμβάνει φαντασία, καινοτομία και τον συνδυασμό υπαρχόντων στοιχείων (δεδομένου ότι η ίδια η έννοια της πρωτότυπης ιδέας είναι αμφισβητήσιμη). Η δημιουργία μπορεί να εφαρμοστεί σε διάφορα πλαίσια, όπως η τέχνη, η λογοτεχνία, η επιστήμη, η τεχνολογία, οι επιχειρήσεις και σε διάφορες εκφάνσεις της καθημερινότητας.
Υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί σπουδαίοι δημιουργοί — από τον θρυλικό Λεονάρντο ντα Βίντσι, τον ιδρυτή της Apple Στιβ Τζομπς, τη χαρισματική καλλιτέχνιδα Γιαγιόι Κουσάμα, τον ράπερ J. Cole, μέχρι σύγχρονους δημιουργούς περιεχομένου όπως η Λίζα Κόσι και ο Άλι Αμπντάαλ, καθώς και τον προγραμματιστή λογισμικού Βιτάλικ Μπουτέριν (συνδημιουργό της πλατφόρμας blockchain Ethereum). Αν και δραστηριοποιούνται σε πολύ διαφορετικούς τομείς, το κοινό χαρακτηριστικό που μοιράζονται οι περισσότεροι από αυτούς τους δημιουργούς είναι η «νοοτροπία του δημιουργού» — η ώθηση να παράγουν και να προσφέρουν κάτι νέο στον κόσμο.
Από την άλλη πλευρά το ρήμα «καταναλώνω» αναφέρεται στην πράξη της χρήσης, της πρόσληψης ή της εξάντλησης κάποιου αγαθού, συνήθως προς όφελός μας. Σκεφτείτε την τελευταία φορά που φάγατε σε ένα εστιατόριο, παρακολουθήσατε μια ταινία, επισκεφθήκατε μια έκθεση τέχνης ή αγοράσατε ένα ρούχο — όλα αυτά είναι παραδείγματα κατανάλωσης. Σε γενικές γραμμές, η κατανάλωση είναι μια φυσιολογική και απαραίτητη διαδικασία στη ζωή, ωστόσο μπορεί να γίνει νοσηρή αν χαθεί το μέτρο και οδηγηθούμε στον άκρατο καταναλωτισμό.
Ο καταναλωτισμός είναι μια οικονομική και κοινωνική θεωρία που υποστηρίζει ότι η κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών είναι σημαντική για την ατομική ευημερία και ότι οι καταναλωτικές δαπάνες συμβάλλουν θετικά στην οικονομική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, στη σύγχρονη κοινωνία έχουμε την τάση να καταναλώνουμε πέρα από τις βασικές μας ανάγκες και ενδιαφέροντα συχνά λόγω κοινωνικών πιέσεων και διαφημίσεων. Δεδομένων αυτών των επιρροών είναι εύκολο να υιοθετήσουμε μια καταναλωτική νοοτροπία απλώς προσλαμβάνοντας ό,τι υπάρχει γύρω μας ή αγοράζοντας περισσότερα από όσα χρειαζόμαστε προσπαθώντας να βρούμε ικανοποίηση με μία μικρή δόση ντοπαμίνης που διαρκεί μόλις λίγα δευτερόλεπτα.
Συνοπτικά η νοοτροπία του καταναλωτή επικεντρώνεται στην εισροή (input), ενώ η νοοτροπία του δημιουργού δίνει έμφαση στην εκροή (output). Αυτές οι δύο στάσεις και οι πράξεις της δημιουργίας και της κατανάλωσης είναι από τις βασικές δυνάμεις που κινούν την κοινωνία και την οικονομία μας όπως τις γνωρίζουμε.
Η κατανάλωση είναι μέρος της ζωής, αλλά τι συμβαίνει όταν καταναλώνουμε υπερβολικά;
Αν περνάμε όλο μας τον χρόνο καταναλώνοντας και ποτέ δημιουργώντας, φοβάμαι ότι μπορεί να χάσουμε την αίσθηση του εαυτού μας. Ένα άλλο παράδειγμα είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πόσοι από εμάς νιώθουμε πιο ικανοποιημένοι όταν μοιραζόμαστε ή δημοσιεύουμε κάτι σημαντικό για εμάς σε αντίθεση με το να κάνουμε ατελείωτο scrolling σε περιεχόμενο άλλων; Στην περίπτωση που μόνο καταναλώνουμε, καταλήγουμε να υποκύπτουμε στις απόψεις, τις ιδέες, τις ζωές και τις κοσμοθεωρίες των άλλων, χωρίς να σχηματίζουμε τις δικές μας. Και αυτό μπορεί να είναι επικίνδυνο.
Η ψυχολογία και γενικότερα η επιστήμη διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο πίσω από τα επιχειρηματικά μοντέλα που ενθαρρύνουν την ατελείωτη κατανάλωση που βασίζεται στη ντοπαμίνη, όπως τα βιντεοπαιχνίδια, ο τζόγος, τα social media και άλλες εφαρμογές, αλλά αυτό είναι πολύ μεγάλο θέμα. (Το βιβλίο Hooked του Nir Eyal είναι εξαιρετικό για όποιον θέλει να κατανοήσει πώς εφαρμόζονται αυτές οι στρατηγικές.)
Αυτό που χρειαζόμαστε μια ισορροπία μεταξύ κατανάλωσης και δημιουργίας, εισροής και εκροής ώστε να τονώσουμε μια οικονομία δημιουργικότητας.
Ο John Spencer, εκπαιδευτικός και συγγραφέας μιλά για τη δύναμη της κριτικής κατανάλωσης, η οποία οδηγεί στην έμπνευση και τελικά σε δημιουργική εργασία. Προτείνει ότι υπάρχουν επτά στάδια για να περάσουμε από την κατανάλωση στη δημιουργία:
#1: Επίγνωση — Αναγνώρισε τι είναι αυτό που καταναλώνεις
#2: Ενεργή κατανάλωση — Επίλεξε συγκεκριμένα πράγματα για να καταναλώσεις
#3: Κριτική κατανάλωση — Διεύρυνε και βελτίωσε το γούστο σου με βάση τη μορφή και τη λειτουργικότητα
#4: Επιμέλεια — Συλλογή και ανασκόπηση θεμάτων/αντικειμένων
#5: Αντιγραφή — Όπως λένε, “κλέψε σαν καλλιτέχνης” και αγκάλιασε την επιρροή
#6: Συνδυασμοί (Mash-Ups) — Τροποποίησε κάτι για να το κάνεις «πρωτότυπο»
#7: Δημιουργία από το μηδέν — Βρες τη δική σου φωνή και στυλ
Σύμφωνα με τον Spencer αν έχουμε επίγνωση του τι καταναλώνουμε μπορούμε να αρχίσουμε να φιλτράρουμε και να επιλέγουμε τι είναι σημαντικό, ενδιαφέρον, χρήσιμο ή διασκεδαστικό για εμάς. Όπως οι επιμελητές γκαλερί επιλέγουν έργα τέχνης, έτσι μπορούμε κι εμείς να γίνουμε οι προσωπικοί μας επιμελητές περιεχομένου. Αυτή είναι μια προσέγγιση για να καλλιεργήσουμε τη δημιουργική μας νοοτροπία. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αυτό μπορεί επίσης να είναι το κλειδί για ένα κυκλικό σύστημα κατανάλωσης.
Υπάρχει μια αλληλεπίδραση και αμοιβαιότητα μεταξύ κατανάλωσης και δημιουργίας. Στην οικονομία μας συνήθως δεν μπορούμε να έχουμε το ένα χωρίς το άλλο. Έτσι, αντί να απαντήσουμε στο ερώτημα «Είσαι δημιουργός ή καταναλωτής;» επιλέγοντας αποκλειστικά τη μία ή την άλλη ταυτότητα πιστεύω ότι μπορούμε να εργαζόμαστε προς το να είμαστε και τα δύο, με τρόπους που έχουν νόημα για τον καθένα μας.
Μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι καταναλωτές καλλιεργώντας μια κουλτούρα κριτικής και συνειδητής κατανάλωσης, φιλτράροντας όσα βλέπουμε, ακούμε, βιώνουμε και αγοράζουμε, σε ευθυγράμμιση με ό,τι έχει σημασία για εμάς. Ταυτόχρονα μπορούμε να καλλιεργήσουμε τη δημιουργικά μας χαρακτηριστικά, αφιερώνοντας περισσότερο χρόνο στην ίδια τη δημιουργία. Ακόμα κι αν δεν είμαστε καλλιτέχνες, σχεδιαστές ή εφευρέτες, η ενεργοποίηση της δημιουργικότητας μας σφυρηλατεί ως οντότητες και μας ενθαρρύνει να σκεφτούμε τι έχει αξία για εμάς και τέλος μας καλεί άτυπα να προσφέρουμε κάτι στον κόσμο.
*Με στοιχεία από το Medium.