Η δίκη της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου των ΗΠΑ (FTC) κατά της Meta ξεκίνησε τη Δευτέρα στην Ουάσινγκτον, καθώς ο τεχνολογικός κολοσσός προσπαθεί να αποφύγει την υποχρεωτική αποσχίση του Instagram και του WhatsApp. Η FTC κατηγορεί τη Meta ότι εξαγόρασε παράνομα τις δύο startup εταιρείες με σκοπό να καταπνίξει τον ανταγωνισμό. 

Η Meta (τότε Facebook) αγόρασε την πλατφόρμα διαμοιρασμού φωτογραφιών Instagram το 2012 για 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Περίπου δύο χρόνια αργότερα, απέκτησε την εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων WhatsApp για περίπου 22 δισεκατομμύρια δολάρια. 

Η FTC μία από τις βασικές αρχές εφαρμογής του αντιμονοπωλιακού νόμου στις ΗΠΑ, ζητά από τον δικαστή Τζέιμς Μπόασμπεργκ να θεωρήσει τη Meta υπεύθυνη για την πραγματοποίηση αυτών των μεγάλων εξαγορών με σκοπό τη διατήρηση ενός παράνομου μονοπωλίου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η FTC ζητά από τον Μπόασμπεργκ να αποκαταστήσει τον ανταγωνισμό, διατάζοντας τη Meta να πουλήσει τα πολύτιμα περιουσιακά της στοιχεία. 

Μια νίκη της κυβέρνησης θα μπορούσε να αποθαρρύνει τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες από το να εξαγοράζουν νεοφυείς επιχειρήσεις στο μέλλον, περιορίζοντας έτσι μια βασική πηγή καινοτομίας και απόδοσης επενδύσεων για τους επιχειρηματικούς κεφαλαιούχους (venture capitalists). 

Η FTC πρέπει πρώτα να αποδείξει ότι η Facebook έχει επί μακρόν μονοπώλιο στην «παροχή προσωπικών υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης στις ΗΠΑ». Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται υπηρεσίες όπως το Snapchat και το MeWe, αλλά εξαιρούνται πλατφόρμες όπως το YouTube και το TikTok, που θεωρούνται περισσότερο υπηρεσίες παρακολούθησης βίντεο παρά διατήρησης σχέσεων με φίλους και οικογένεια. 

Δεύτερον, πρέπει να αποδείξει ότι οι εξαγορές έβλαψαν τον ανταγωνισμό. Σύμφωνα με τη μήνυση, η Facebook φοβήθηκε τις απειλές που παρουσίαζαν οι ανερχόμενες εφαρμογές και αποφάσισε να τις εξαγοράσει αντί να ανταγωνιστεί. Εσωτερικά emails με δηλώσεις όπως «είναι καλύτερο να αγοράσεις παρά να ανταγωνιστείς» ενισχύουν την άποψη της FTC. Η FTC υποστηρίζει ότι μετά τις εξαγορές, η Facebook παρείχε χειρότερες υπηρεσίες και λιγότερη προστασία ιδιωτικότητας, καθώς και ότι αποθάρρυνε άλλες εταιρείες από το να ανταγωνιστούν. 

Η επιτροπή θέλει να αποκατασταθεί ο ανταγωνισμός, πιθανώς με αποδέσμευση των Instagram και WhatsApp. Αυτό θα ήταν καταστροφικό για τη Meta, καθώς το Instagram αποφέρει πάνω από το 50% των διαφημιστικών της εσόδων στις ΗΠΑ. Επίσης ζητείται να εμποδιστεί η Meta από παρόμοιες εξαγορές στο μέλλον. 

Η Meta υποστηρίζει ότι η FTC ορίζει την αγορά υπερβολικά στενά, αγνοώντας ανταγωνιστές όπως το TikTok και το YouTube. Αν αυτοί συμπεριληφθούν, τότε η Facebook δεν είναι μονοπώλιο. 

Η Meta ισχυρίζεται επίσης ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι χρήστες ή οι διαφημιζόμενοι ζημιώθηκαν. Αντιθέτως, υποστηρίζει ότι οι εφαρμογές δεν θα είχαν την ίδια επιτυχία χωρίς τη στήριξή της. Τα εσωτερικά emails δεν έχουν σημασία, γιατί η πρόθεση δεν είναι σχετική· το σημαντικό είναι αν η αγορά είναι λιγότερο ανταγωνιστική σήμερα. 

Η υπόθεση ξεκίνησε στο τέλος της πρώτης θητείας του Τραμπ, με πλειοψηφία Ρεπουμπλικάνων στην FTC. Ο Τραμπ φέτος διόρισε τον Άντριου Φέργκιουσον πρόεδρο της επιτροπής και απέλυσε δύο Δημοκρατικούς επιτρόπους, οι οποίοι τώρα προσφεύγουν δικαστικά. Ο Τραμπ είχε στο παρελθόν κατηγορήσει τη Meta ότι λογοκρίνει συντηρητικές απόψεις. Τον τελευταίο καιρό ο Ζούκερμπεργκ χαλάρωσε κάποιες πολιτικές που ενοχλούσαν τους Ρεπουμπλικάνους και ασχολήθηκε προσωπικά με την επίλυση αγωγής του Τραμπ κατά της εταιρείας. 

Αυτή η προσέγγιση έχει προκαλέσει εικασίες ότι ο Τραμπ μπορεί να πιέσει για διακοπή ή συμβιβασμό της υπόθεσης. Ο Φέργκιουσον λέει πως θα ακολουθήσει «νόμιμες εντολές». 

Η αρχική δίκη μπορεί να διαρκέσει έως και 37 ημέρες, με πιθανό τέλος τον Ιούλιο. Αν χρειαστεί θα ακολουθήσει δίκη για κυρώσεις, πιθανότατα το 2026. Οι εφέσεις μπορεί να καθυστερήσουν για χρόνια. Άρα το Instagram και το WhatsApp δεν πρόκειται να πωληθούν άμεσα—αλλά το ενδεχόμενο αυτό εξηγεί γιατί ο Ζούκερμπεργκ φέρεται να προσπαθεί να κλείσει συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ, προς το παρόν χωρίς επιτυχία. 

Αν η Meta χάσει τη δίκη, ο δικαστής Τζέιμς Μπόσμπεργκ θα προχωρήσει σε ξεχωριστή δίκη για να καθορίσει τις ενδεχόμενες κυρώσεις. Κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, ο Ίαν Κόνερ, τότε διευθυντής του Γραφείου Ανταγωνισμού της FTC, είχε δηλώσει ότι η επιτροπή «θα επιδιώξει την αναίρεση μιας συγχώνευσης όταν αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος αποκατάστασης του ανταγωνισμού». 

Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η Meta και η FTC θα παρουσιάσουν τις δικές τους θέσεις για το πως θα μπορούσε να γίνει ο διαχωρισμός των εταιρειών – συμπεριλαμβανομένου του βαθμού εποπτείας που θα έχει το δικαστήριο στη διαδικασία. Ένα βασικό ζήτημα θα είναι το πόσο τεχνικά αλληλένδετες είναι οι υπηρεσίες μεταξύ τους. Η Meta έχει ενοποιήσει τις εφαρμογές της, επιτρέποντας κοινές λειτουργίες, όπως αποστολή μηνυμάτων και αναρτήσεις μεταξύ πλατφορμών. Όπως λέει ο νομικός καθηγητής Άντριου Γκάβιλ από το Πανεπιστήμιο Χάουαρντ:
«Το ερώτημα είναι πόσο βαθιά είναι ενσωματωμένες κάτω από την επιφάνεια και τι θα σήμαινε τεχνικά ο διαχωρισμός τους». 

Σημαντικό είναι ότι επενδυτές, υπάλληλοι και παλαιοί μέτοχοι των Instagram και WhatsApp που πληρώθηκαν όταν πουλήθηκαν στη Facebook δεν θα χρειαστεί να επιστρέψουν τα χρήματα. Ο διαχωρισμός δεν θα στοχεύει στο να επαναφέρει τις εταιρείες στην προτέρα κατάστασή τους, αλλά στο να τις ανεξαρτητοποιήσει ως έχουν σήμερα. Ο Μπόσμπεργκ ενδέχεται να “επηρεαστεί” από την προσέγγιση του συναδέλφου του, δικαστή Άμιτ Μέτα, ο οποίος χειρίζεται την υπόθεση κατά της Google. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να ζητηθεί από τη Google να διαχωρίσει υπηρεσίες όπως ο Chrome. 

Είναι σπάνιο να αναγκάζεται μια εταιρεία όπως η Meta να διαχωρίσει εξαγορασμένες εταιρείες, ειδικά χρόνια μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς. Αν τελικά διαταχθεί ο διαχωρισμός, το δικαστήριο μπορεί να διορίσει ανεξάρτητο επίτροπο (trustee) για να επιβλέψει μια διαδικασία πώλησης, αξιολογώντας πιθανούς αγοραστές για το Instagram και το WhatsApp. Η Meta ίσως υποχρεωθεί να μοιραστεί τεχνολογία και δεδομένα χρήστη χωρίς κόστος και να παγώσει προσωρινά ανταγωνιστικές λειτουργίες. 

Ο καθηγητής Γκάβιλ λέει ότι η FTC θεωρείται το αουτσάιντερ, καθώς οι βλάβες για καταναλωτές και διαφημιζόμενους είναι πιο «θολές» απ’ ό,τι θα ήταν ιδανικό σε μια αντιμονοπωλιακή υπόθεση. Ο δικαστής Μπόσμπεργκ στο παρελθόν είχε εκφράσει σκεπτικισμό, σημειώνοντας ότι κάποιες θέσεις της FTC «τεντώνουν τα ήδη καταπονημένα νομικά προηγούμενα του ανταγωνισμού στα όριά τους». Έδωσε όμως τελικά στην FTC μια ευκαιρία να αποδείξει την υπόθεσή της. 

*Mε στοιχεία από το Wired.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.