Στο διαρκώς εξελισσόμενο τοπίο της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) και των πιθανών επιπτώσεών της σε εργασιακά ζητήματα, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την ανάγκη στελέχωσης τμημάτων από ανθρώπινο δυναμικό έναντι ενός AI εργαλείου, πρόσφατη έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ έρχεται για να λειτουργήσει κάπως καθησυχαστικά.
Με επικεφαλής τη ψυχολόγο Alison Gopnik, η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Perspectives on Psychological Science, έθεσε ως στόχο να διερευνήσει τη διασταύρωση της παιδικής δημιουργικότητας και των δυνατοτήτων της τεχνητής νοημοσύνης, ρίχνοντας φως στα μοναδικά πλεονεκτήματα της ανθρώπινης εφευρετικότητας.
Καθώς αυξάνονται οι ανησυχίες σχετικά με το ενδεχόμενο η τεχνητή νοημοσύνη να αντικαταστήσει τους ανθρώπους ως εργαζόμενους σε διάφορους κλάδους, η μελέτη αυτή μας δίνει μια αναζωογονητική προοπτική και ελπίδα. Αντί να εξετάσουν την τεχνητή νοημοσύνη αποκλειστικά μέσα από το πρίσμα της αυτοματοποίησης και της αποτελεσματικότητας, οι ερευνητές προσπάθησαν να κατανοήσουν τη λεπτή αλληλεπίδραση μεταξύ της νοημοσύνης των μηχανών και της ανθρώπινης δημιουργικότητας.
Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε σε αυτή την πρωτοποριακή μελέτη, έφερε αντιμέτωπα παιδιά ηλικίας 3 έως 7 ετών με εξελιγμένα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, συμπεριλαμβανομένου του GPT-4 της OpenAI. Μέσα από μια σειρά σχολαστικά σχεδιασμένων δοκιμών, οι ερευνητές είχαν ως στόχο να διακρίνουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες τόσο της ανθρώπινης νόησης όσο και της τεχνητής νοημοσύνης.
Σε αυτές τις δοκιμές, οι συμμετέχοντες -τόσο άνθρωποι όσο και μηχανές ΤΝ- είχαν ως αποστολή να επιλέξουν αντικείμενα που αντιστοιχούσαν σε συγκεκριμένα εργαλεία, μια εργασία που απαιτούσε την εφαρμογή της υπάρχουσας γνώσης που έχει ο καθένας. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, με τα εκτεταμένα σύνολα δεδομένων εκπαίδευσης και τις υπολογιστικές τους ικανότητες, διακρίθηκαν σε αυτόν τον τομέα, εντοπίζοντας γρήγορα συμβατικούς συνδυασμούς όπως καρφιά – σφυριά.
Ωστόσο, η μελέτη πήρε μια συναρπαστική τροπή όταν μετατοπίστηκε από την απλή ανάκληση αναμνήσεων και γνώσεων στην καινοτομία. Στους συμμετέχοντες παρουσιάστηκε μια πρόκληση που απαιτούσε να χρησιμοποιήσουν με δημιουργικό τρόπο καθημερινά αντικείμενα για να φέρουν εις πέρας μια δεδομένη εργασία. Σε αντίθεση με την προηγούμενη δοκιμή, η οποία βασιζόταν στην απομνημόνευση και τον συνειρμό, αυτή η δοκιμασία απαιτούσε εφευρετικότητα και πλάγια σκέψη [σ.σ. η ικανότητα κάποιου να σκέπτεται δημιουργικά, και να χρησιμοποιεί την έμπνευση και την φαντασία του για να παράγει νέες ιδέες και να λύνει προβλήματα, βλέποντας τα από διαφορετικές οπτικές γωνιές].
Και εδώ έγκειται η ουσία των σημαντικών ευρημάτων της μελέτης: ενώ τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης επέδειξαν επάρκεια στην ανάκτηση και την οργάνωση πληροφοριών, στερούνται δημιουργίας νέων λύσεων. Αντίθετα, τα παιδιά επέδειξαν μια αξιοσημείωτη ικανότητα για δημιουργική επίλυση προβλημάτων, ξεπερνώντας τα αντίστοιχα μοντέλα ΤΝ στον εντοπισμό αντισυμβατικών χρήσεων για κοινά αντικείμενα.
Ενδεικτικό αυτής της έντονης διαφοράς, ήταν το παράδειγμα της χρήσης μιας τσαγιέρας για τη σχεδίαση ενός κύκλου. Ενώ οι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης δυσκολεύονταν να κατανοήσουν αυτή την αντισυμβατική προσέγγιση, οι τετράχρονοι συμμετέχοντες παρουσίασαν ένα εκπληκτικό ποσοστό επιτυχίας 85% -μια απόδειξη της έμφυτης δημιουργικότητας και προσαρμοστικότητας του ανθρώπινου μυαλού.
Πέρα από τις πιθανές επιπτώσεις στον εργασιακό τομέα από την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, η μελέτη αυτή θα μπορούσε να προκαλέσει προβληματισμό στις επιχειρήσεις και τους διάφορους επαγγελματίες που περιηγούνται σε ένα όλο και περισσότερο καθοδηγούμενο από την τεχνητή νοημοσύνη τοπίο. Ενώ οι τεχνολογίες ΤΝ υπερέχουν σε εργασίες που βασίζονται στην ανάκτηση και επεξεργασία δεδομένων, παραμένουν περιορισμένες ως προς την ικανότητά τους για πραγματική καινοτομία.
Η αποκάλυψη αυτή υπογραμμίζει τη σημασία της καλλιέργειας και αξιοποίησης των ανθρώπινων ιδιοτήτων, όπως η δημιουργικότητα, η διαίσθηση και η ενσυναίσθηση. Σε μια εποχή που κυριαρχείται από τις τεχνολογικές εξελίξεις, η μελέτη τάσσεται υπέρ μιας αλλαγής στην αντίληψή μας για την τεχνητή νοημοσύνη, επαναπροσδιορίζοντάς την όχι ως αντίπαλο της ανθρώπινης διάνοιας αλλά μάλλον ως συμπληρωματικό εργαλείο.
Η Eunice Yiu, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, υπογράμμισε αυτή τη διάκριση, παρομοιάζοντας τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης με εξελιγμένα εργαλεία ανάκτησης πληροφοριών και όχι με αυτόνομες οντότητες. Αναγνωρίζοντας και αξιοποιώντας τα διακριτά πλεονεκτήματα τόσο των ανθρώπων όσο και της ΤΝ, οι επιχειρήσεις μπορούν να προωθήσουν μια συμβιωτική σχέση που μεγιστοποιεί την παραγωγικότητα και την καινοτομία.
Επιπλέον, η μελέτη επιβεβαιώνει τη διαρκή σημασία των δεξιοτήτων που έχουν τις ρίζες τους στην ανθρώπινη νόηση, όπως η κριτική σκέψη, η επίλυση προβλημάτων και η συναισθηματική νοημοσύνη. Σε αντίθεση με τους φόβους για ευρεία κατάργηση θέσεων εργασίας, τα ευρήματα της μελέτης υποδηλώνουν ότι οι ρόλοι που απαιτούν δημιουργικότητα και λεπτή κατανόηση πολύπλοκων ζητημάτων είναι πιθανό να παραμείνουν ανθεκτικοί απέναντι στην αυτοματοποίηση που προσφέρουν τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLM’s).
Ο κόσμος μας θα πρέπει να υιοθετήσει μια ολιστική προσέγγιση προς την τεχνολογική ολοκλήρωση, η οποία ίσως δράσει και απελευθερωτικά, αρκεί να εκτιμηθεί η μοναδικότητα της ανθρώπινης δημιουργικότητας και να υπολογιστεί ως ένα περιουσιακό στοιχείο της ανθρωπότητας που δε θα πρέπει να χάσει την κυριαρχία του όσο βυθιζόμαστε στον αβέβαιο κόσμο της Τεχνητής Νοημοσύνης. Για ακόμα μία φορά, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως το ζητούμενο δεν είναι αν θα επικρατήσουν οι μηχανές έναντι των ανθρώπων, αλλά αν οι άνθρωποι θα μπορέσουμε να συνεργαστούμε μεταξύ μας και να ξεκλειδώσουμε ορίζοντες μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Με πληροφορίες από: INC. Magazine