Ο επιμένων νικά, αρκεί να πιστέψει στις ιδέες τους και να παλέψει με κάθε τρόπο να τις υλοποιήσει.
Πριν από μερικά χρόνια η Chef Robotics αντιμετώπιζε την πιθανότητα να κλείσει. «Υπήρχαν πολλές σκοτεινές στιγμές που σκεφτόμουν να τα παρατήσω» λέει ο ιδρυτής Ρατζάτ Μπαγκέρια. Όμως φίλοι και επενδυτές τον ενθάρρυναν κι έτσι συνέχισε.
Σήμερα η Chef Robotics όχι μόνο έχει επιβιώσει, αλλά είναι μία από τις λίγες εταιρείες στον τομέα της ρομποτικής για την εστίαση που ευδοκιμούν. Η startup, η οποία συγκέντρωσε πρόσφατα 23 εκατομμύρια δολάρια σε χρηματοδότηση Σειράς Α, έχει 40 υπαλλήλους και πελάτες όπως η Amy’s Kitchen και η Chef Bombay. Δεκάδες ρομπότ εγκατεστημένα στις ΗΠΑ έχουν παρασκευάσει μέχρι στιγμής 45 εκατομμύρια γεύματα, σύμφωνα με τον Μπαγκέρια.
Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το «νεκροταφείο» αποτυχημένων startups ρομποτικής στην εστίαση, όπως η Chowbotics με το ρομπότ σαλάτας Sally· η Zume με ρομπότ για την παράδοση πίτσας· η Karakuri με ρομποτικά κιόσκια φαγητού· και πιο πρόσφατα, η γεωργοτεχνολογική Small Robot Company. Ο Μπαγκέρια λέει ότι έσωσε την εταιρεία του κάνοντας κάτι που πολλοί ιδρυτές πρώιμου σταδίου φοβούνται: απέρριψε σε πρώτη φάση, σε ένα κομβικό σημείο πελάτες και εκατομμύρια δολάρια σε έσοδα.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Μπαγκέρια έκανε το μεταπτυχιακό του στη ρομποτική στο περίφημο εργαστήριο GRASP του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια. Ονειρευόταν έναν κόσμο επιστημονικής φαντασίας όπου τα ρομπότ κάνουν τις δουλειές του σπιτιού, κουρεύουν το γκαζόν και μαγειρεύουν δείπνα επιπέδου πεντάστερου ξενοοδοχείου.
Αυτός ο κόσμος δεν έχει γίνει ακόμα πραγματικότητα επειδή οι μηχανικοί δεν έχουν ακόμη λύσει πλήρως το πρόβλημα της «αρπαγής» αντικειμένων από ρομπότ. Η εκπαίδευση ενός ρομπότ, ώστε να μπορεί να πλύνει ένα ποτήρι κρασιού χωρίς να το σπάσει και ένα τηγάνι χωρίς να του πέσει είναι εξαιρετικά δύσκολη. Όταν πρόκειται για ρομποτικούς σεφ, «κανείς δεν έχει δημιουργήσει μια βάση δεδομένων για το πως πιάνεις ένα μύρτιλο χωρίς να το λιώσεις ή πως σηκώνεις το τυρί χωρίς να κολλήσει».
Η αρχική του ιδέα με την Chef Robotics έμοιαζε με πολλές άλλες αποτυχημένες startups: μια ρομποτική γραμμή παραγωγής για εστιατόρια τύπου fast casual. Πρόκειται για μια τεράστια βιομηχανία με χρόνιο πρόβλημα έλλειψης προσωπικού.
«Είχαμε υπογεγραμμένα συμβόλαια. Κυριολεκτικά, συμβόλαια πολλών εκατομμυρίων». Σε τέτοιες επιχειρήσεις, ένας εργαζόμενος ολοκληρώνει μια παραγγελία συνδυάζοντας διαφορετικά συστατικά. Αυτά τα εστιατόρια θέλουν ρομπότ που να αναπαράγουν αυτή τη διαδικασία γιατί η εναλλακτική είναι δεκάδες εξειδικευμένα ρομπότ για κάθε συστατικό — μερικά από τα οποία χρησιμοποιούνται σπάνια. Ο Μπαγκέρια και η ομάδα του δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα ρομπότ που να μπορεί να πιάνει «οτιδήποτε», επειδή δεν υπήρχαν τα δεδομένα εκπαίδευσης. Ζήτησε από τους δυνητικούς του πελάτες να εγκαταστήσει ρομπότ για ένα ή δύο συστατικά, ώστε να συγκεντρώσει δεδομένα και να εξελιχθεί σταδιακά. Εκείνοι αρνήθηκαν.
Και τότε ο Μπαγκέρια είχε μια επιφοίτηση.
Αντί να χρεοκοπήσει προσπαθώντας να προσφέρει στους υπάρχοντες πελάτες αυτό που ήθελαν, ίσως έπρεπε να βρει διαφορετικούς πελάτες. «Ήταν ειλικρινά οδυνηρό, γιατί είχα περάσει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο προσπαθώντας να πείσω αυτές τις εταιρείες fast casual να συνεργαστούν μαζί μας».
Η προσπάθεια χρηματοδότησης μετά το 2021 ήταν εξαντλητική. Οι επενδυτές κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου (VCs) κοιτούσαν κι αυτοί το «νεκροταφείο» των αποτυχημένων startups. «Μιλήσαμε με δεκάδες διαφορετικά επενδυτικά ταμεία. Απλώς δεχόμασταν την απόρριψη ξανά και ξανά».
Τον Μάρτιο του 2023 συγκέντρωσε ένα ποσό ύψους 11,2 εκατομμυρίων δολαρίων με επικεφαλής την Construct Capital, ενώ έλαβε επίσης επενδύσεις από τις Promus Ventures, Kleiner Perkins και Gaingels. Ο Μπαγκέρια και η ομάδα του βρήκαν τελικά την τέλεια αγορά: έναν τομέα της βιομηχανίας τροφίμων γνωστό ως «παραγωγή υψηλής ποικιλίας» (high mix manufacturing).
Πρόκειται για εταιρείες που παράγουν πλήθος διαφορετικών συνταγών σε μεγάλες ποσότητες, συνήθως γεύματα σε δίσκους — όπως σαλάτες και σάντουιτς ή κυρίως πιάτα με συνοδευτικά. Αυτά τα γεύματα χρησιμοποιούνται από αεροπορικές εταιρείες, νοσοκομεία ή πωλούνται ως κατεψυγμένα γεύματα στους καταναλωτές.
Αντί για έναν εργαζόμενο που μαζεύει όλα τα συστατικά για κάθε γεύμα, στις γραμμές παραγωγής, οι εργαζόμενοι δουλεύουν σε γραμμή συναρμολόγησης: κάθε άτομο προσθέτει επανειλημμένα ένα συστατικό στον δίσκο μέχρι να ολοκληρωθεί η παραγγελία — και μετά περνούν στην επόμενη συνταγή. «Στην πραγματικότητα, είναι εκατοντάδες άνθρωποι που στέκονται σε δωμάτια με θερμοκρασία 1 βαθμό Κελσίου και ουσιαστικά σερβίρουν φαγητό με το κουτάλι για οκτώ ώρες τη μέρα». Όπως είναι λογικό κι αυτός ο τομέας αντιμετωπίζει επίσης χρόνιο πρόβλημα έλλειψης προσωπικού.
Η ρομποτική μέχρι τώρα δεν ήταν οικονομικά βιώσιμη γι’ αυτούς λόγω της ποικιλίας των υλικών. Όμως, μια startup που δημιουργεί ρομπότ με ευελιξία στα συστατικά, σε συνεργασία με τους παραγωγούς τροφίμων είναι κάτι που πλέον επιβεβαιωμένα «δουλεύει».
Ακόμα καλύτερα, «καθώς μαθαίνουμε να χειριζόμαστε αυτό το τσορίθο, ή αυτά τα μπιζέλια, ή αυτή τη σάλτσα, ή αυτά τα κολοκυθάκια» τα ρομπότ αποκτούν τα δεδομένα εκπαίδευσης του πραγματικού κόσμου που χρειάζονται για να εξυπηρετήσουν, στο μέλλον, και τα fast casual εστιατόρια. Ο Μπαγκέρια λέει πως αυτό παραμένει στον μακροπρόθεσμο στόχο του. Το καλύτερο από όλα; Χάρη στο ανανεωμένο ενδιαφέρον των επενδυτών για οτιδήποτε έχει σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη, η συγκέντρωση χρηματοδότησης αυτή τη φορά ήταν μία ευκολότερη υπόθεση σε σύγκριση με το παρελθόν.
Η Avataar Venture Partners, που ιδρύθηκε από τον πρώην VC της Norwest Μοχάν Κουμάρ έψαχνε συγκεκριμένα να επενδύσει σε startups που συνδυάζουν την τεχνητή νοημοσύνη με τον φυσικό κόσμο — και στην πραγματικότητα προσέγγισε την Chef Robotics. Η συμφωνία ολοκληρώθηκε σε λιγότερο από έναν μήνα. Η Avataar ηγήθηκε αυτής, με υφιστάμενους επενδυτές όπως οι Construct Capital, Bloomberg Beta και Promus Ventures να συμμετέχουν επίσης. Η νέα χρηματοδότηση ανεβάζει το συνολικό ποσό που έχει αντλήσει η Chef στα 38,8 εκατομμύρια δολάρια. Επίσης υπέγραψε δάνειο ύψους 26,75 εκατομμυρίων από τη Silicon Valley Bank για την προμήθεια εξοπλισμού. Ο κόπος μίας ζωής μοιάζει να δικαιώνεται, τουλάχιστον σε αυτή τη στροφή της ζωής.
*Με στοιχεία από το TechCrunch.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.