Λίγοι συγγραφείς στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου έχουν ασκήσει τόσο μεγάλη επιρροή όσο ο Ερρίκος Ίψεν, το έργο του οποίου αφυπνίζει τους πολίτες θέτοντας ερωτήματα για τη ζωή και αμφισβητώντας τις κοινωνικές συμβάσεις. Ο πατέρας του ρεαλισμού, όπως τον χαρακτηρίζουν, κατατάσσεται συχνά μεταξύ των πιο διακεκριμένων θεατρικών συγγραφέων της ευρωπαϊκής παράδοσης, ενώ αναγνωρίζεται ευρέως ως ο μεγαλύτερος θεατρικός συγγραφέας του 19ου αιώνα.
Σε μία περίοδο που η λογοκρισία προσπαθούσε να αποτρέψει τους δημιουργούς να ασκήσουν κριτική στην εξουσία, ο Νορβηγός δραματουργός, τόλμησε να πάει κόντρα και να γράψει για όλα εκείνα τα ζητήματα που τον έκαιγαν. Για όλες εκείνες τις αλλαγές που έπρεπε να κάνει ο λαός της Νορβηγίας, τον οποίο ουσιαστικά παρότρυνε να ακολουθήσει το επαναστατικό πνεύμα της υπόλοιπης Ευρώπης. Τόλμησε να μιλήσει για ζητήματα όπως η σύγκρουση ατόμου-κοινωνικού συνόλου, ο ανερχόμενος σοσιαλισμός, η θέση της γυναίκας, η καταπίεση των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων που μέχρι τότε παρέμεναν στην αφάνεια.
Ο Ίψεν με τις χαρακτηριστικές φαβορίτες και το επιβλητικό του ύφος άφησε μία τεράστιας αξίας πολιτισμική κληρονομιά, η οποία συνεχίζεται να μελετάται μέχρι και σήμερα από τους ερευνητές του θεάτρου. Τα έργα του που έγραψε τον 19ο αιώνα και ασκούν έντονη πολιτική και κοινωνική κριτική σε εκείνη την εποχή, καταφέρνουν να παραμένουν επίκαιρα και σύγχρονα, ακόμα κι αν γράφτηκαν πριν σχεδόν 100 χρόνια. Γι’ αυτό, παραμένει ο δεύτερος πιο πολυανεβασμένος συγγραφέας μετά τον Σαίξπηρ, τον οποίο ο ίδιος θαύμαζε.
Ο Ίψεν, ένας αριστοτέχνης της γραφής, άντλησε έμπνευση για τα έργα του από τα προσωπικά του βιώματα, ιδίως αυτά της οικογένειάς του. Γεννημένος στο Σκίεν της Νορβηγίας, στις 20 Μαρτίου 1828, ήταν το δεύτερο από τα έξι παιδιά και παρόλο που οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν την παιδική του ηλικία ως ήρεμη, έζησε έναν σχεδόν αιμομικτικό γάμο -όπως είπε ο ίδιος αναφερόμενος στους γονείς του-, την πτώχευση της επιχείρησης του πατέρα του (σε ηλικία 7 ετών), ο οποίος στράφηκε στον αλκοολισμό, την προσκόλληση της μητέρας του στη θρησκεία, δύο μετακομίσεις και μεγάλη φτώχεια.
Οι οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας, η αποξένωση των γονιών του και η εικόνα της μητέρας που υπέφερε ψυχολογικά ήταν η κύρια πηγή των προβληματισμών του, τους οποίους αποτύπωνε δημιουργώντας οικείους σε αυτόν χαρακτήρες και απεικονίζοντας τις κοινωνικές καταστάσεις με εξαιρετική ακρίβεια. Μάλιστα, μερικοί τον έχουν χαρακτηρίσει και «νατουραλιστή», εκτός από «μεγάλο ρεαλιστή».
Σε ηλικία 15 ετών, ο Ίψεν αναγκάστηκε να παρατήσει το σχολείο και να δουλέψει ως μαθητευόμενος φαρμακοποιός στην μικρή πόλη Γκρίμσταντ. Τρία χρόνια αργότερα θα αποκτήσει ένα νόθο παιδί με μία υπηρέτρια, το οποίο αναγνώρισε χωρίς να το γνωρίσει ποτέ. Αυτή η ιστορία έφερε τη διακοπή κάθε σχέσης με την οικογένειά του.
Σε ηλικία 20 ετών, επηρεασμένος βαθιά από τις επαναστάσεις του 1848, το εξεγερσιακό κάλεσμα για τη διεκδίκηση των δημοκρατικών δομών και τη δημιουργία ανεξάρτητων εθνικών κρατών, ξεκινά να χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη σκανδιναβικούς μύθους, πολεμικές παραδόσεις των Βίκινγκς και ιστορικά γεγονότα για να ενισχύσει το εθνικό φρόνημα για τη δημιουργία ενός ανερχόμενου, δημοκρατικού κράτους.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Ίψεν είχε ολοκληρώσει το πρώτο του δραματικό έργο, μια τραγωδία πέντε πράξεων που ονομάζεται “Κατιλίνα”. Πρόκειται για το πρώτο του επαναστατικό ξέσπασμα εναντίον μιας μικρής επαρχιακής πόλης, στην οποία έπληττε αφόρητα. Δεν υπήρχε καμία πνευματικότητα, καμία μεγάλη ιδέα, μόνο μια ανιαρή ζωή με την οποία είχαν συμβιβαστεί οι κάτοικοι.
Γράφει ο Ίψεν για τον εαυτό του στην εισαγωγή της δεύτερης έκδοσης του έργου “Κατιλίνα”: «Οι φίλοι μου με θεωρούσαν παράξενο τύπο, οι εχθροί μου εξοργίζονταν από το γεγονός ότι ένα πρόσωπο που κατείχε μία τόσο χαμηλή κοινωνική θέση τολμούσε να εκφράζει μία γνώμη σε πράγματα για τα οποία αυτοί οι ίδιοι δεν τολμούσαν να έχουν γνώμη. Θα πρόσθετα ότι η άτακτη συμπεριφορά μου μερικές φορές δεν δικαιολογούσε καμία μεγάλη ελπίδα στην κοινωνία ότι θα μπορούσα να έχω ποτέ να αποκτήσω τις αστικές αρετές… Κοντολογίς, σε μία εποχή που ο κόσμος συναρπαζόταν με την ιδέα της επανάστασης, ήμουν σε ανοικτό πόλεμο με τη μικρή κοινωνία όπου ζούσα, με τη θέληση των περιστάσεων και της ζωής».
Αργότερα για λόγους οικονομικούς και επιβίωσης, διορίζεται διευθυντής στο Εθνικό Θέατρο του Μπέργκεν. Κατα την πρώτη του περίοδο, την ποιητική, γράφει έργα όπως ο “Μπραντ” και ο “Πέερ Γκυντ”, όμως μακριά από τη χώρα του. Ο Ίψεν καθώς εισερχόταν στον κόσμο της γραφής, αποφάσισε ότι ήθελε να ξεφύγει από τις ψεύτικες ζωές του λαού και να εμβαθύνει στη μελέτη του θέατρο. Γι’ αυτό μετακόμισε για κάποιο διάστημα στη Δανία, τη Γερμανία και αργότερα στην Ιταλία.
Κατά τη διάρκεια της γνωριμίας του με τους νέους γι’ αυτόν κόσμους, εισήλθε στη δεύτερη περίοδο: τη κοινωνική/ πολεμική. Σε αυτή, άρχισε να αποτυπώνεται καλύτερα ο επαναστατικός του χαρακτήρας και να δημιουργεί τα πρώτα του μεγάλα έργα όπως τους “Βρικόλακες”, το “Κουκλόσπιτο”, την “Αγριόπαπια” και τον “Εχθρό του Λαού”. Τότε, έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο.
Ο συγγραφέας ανέπτυξε ιδιαίτερη δημοφιλία επειδή τόλμησε να αμφισβητήσει το θεσμό του γάμου και τη δυαδικότητα των ερωτικών σχέσεων, που εκφράστηκε μέσα από το μοτίβο του ιψενικού τριγώνου και μέσα από τα έργα του διατύπωσε επίσης ότι η γυναίκα είναι πρώτα άνθρωπος και μετά σύζυγος. Πρόκειται για μία αρκετά φεμινιστική άποψη την οποία κατέγραψε περίπου 100 χρόνια πριν γεννηθεί το κίνημα του φεμινισμού.
Ο Ίψεν συνέχισε να επαναστατεί μέσα από τα δράματά του αποτίοντας φόρο τιμής στο θάρρος της ατομικής συνείδησης που αντιτίθεται στη συμμόρφωση με τη μαζική γνώμη, να δίνει έμφαση στο ψυχογράφημα των χαρακτήρων φέρνοντας στην επιφάνεια τα προερχόμενα από την οικογένεια ψυχικά τραύματα, να εναντιώνεται σε όλους τους εχθρούς του λαού, να μάχεται για την επικράτηση της αλήθειας και να αναγνωρίζει ότι η δικτατορία της αγοράς μετατρέπει τους υπεύθυνους πολίτες σε άβολους πελάτες.
Το μεγάλο μυστικό της εξουσίας είναι να μη θέλεις ποτέ να κάνεις περισσότερα από όσα μπορείς να πετύχεις, -Ερρίκος Ίψεν
Στην τρίτη του και τελευταία περίοδο συνεχίζει τη ψυχαναλυτική προσέγγιση στα έργα του και στρέφεται προς τον συμβολισμό. Συνεχίζει να θέτει ερωτήματα για τη ζωή, αλλά επειδή πλέον έχει αρχίσει να τον κυριεύει η απογοήτευση και δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις, αποφασίζει σε κάποιες περιπτώσεις να δώσει λύση των προβλημάτων, βάζοντας το στοιχείο του θανάτου στα δράματά του (“Έντα Γκάμπλερ, Αρχιμάστορας Σόλνες). Τα έργα εκείνης της περιόδου παίρνουν μία βαθύτερη υπαρξιακή διάσταση με τους χαρακτήρες να βρίσκονται σε μία διαρκή πάλη με τον εαυτό και τον περίγυρό τους.
Αν και ο Ερρίκος Ίψεν έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως «ατομικιστής», στην πραγματικότητα ήταν ένας ιδεαλιστής που εξέταζε τις πραγματικότητες μέσω της δικής του συνείδησης, η οποία είχε στο επίκεντρο το καλό της κοινωνίας.
Παλαίμαχος της αλήθειας, ο Νορβηγός συγγραφέας δεν συμβιβαζόταν με τις πεποιθήσεις της κοινής γνώμης. Αντίθετα, τις γκρέμιζε συθέμελα, προσπαθώντας να ελευθερώσει το πνεύμα των πολιτών. Σύμφωνα με τον ίδιο, μόνο με ελεύθερους πνευματικά πολίτες, μπορεί να υπάρξει μία πραγματικά ελεύθερη κοινωνία.
Το πνεύμα της αλήθειας και το πνεύμα της ελευθερίας είναι οι στυλοβάτες της κοινωνίας, -Ερρίκος Ίψεν.
Τα απαλλαγμένα από θρησκευτικές πεποιθήσεις έργα του αποτύπωσαν τη πρωτοποριακή κοσμοθεωρία του Ίψεν, η οποία άφησε ανεξίτηλο σημάδι στην ανθρωπότητα. Η κοινωνία μπορεί να μην απαλλάχθηκε ακόμη από την τυραννία της κοινής γνώμης όπως ονειρευόταν, όμως το έργο του συνεχίζει να αφυπνίζει συνειδήσεις 118 χρόνια μετά τον θάνατό του. Όπως παραδέχεται ο Μπρεχτ: «το θέατρο δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο» και συνεχίζει τονίζοντας ότι «μπορεί όμως να αλλάξει τους θεατές. Αυτοί αν θέλουν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο».
Ο Ίψεν πέθανε στις 23 Μαΐου 1906 στο σπίτι του στην Arbins gade 1 της Χριστιανίας (Όσλο), μετά από μία σειρά εγκεφαλικών επεισοδίων που ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 1900. Όταν, στις 22 Μαΐου, η νοσοκόμα διαβεβαίωσε έναν επισκέπτη ότι ήταν λίγο καλύτερα, εκείνος ψέλισε «αντιθέτως» (Tvertimod) και πέθανε την επόμενη μέρα στις 2:30 μ.μ..
Με στοιχεία από το βιβλίο “Η Αριστερά και ο Ίψεν”, εκδόσεις Τόπος.
✥ Δείτε επίσης: 5 τρόποι με τους οποίους ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ διαμόρφωσε την ποπ κουλτούρα