Η σαρωτική Τζίνα Ρόουλαντς (Gena Rowlands) έκανε το τελευταίο της μεγάλο ταξίδι. Ήρθε η στιγμή να συναντηθεί ξανά με τον Τζον Κασσαβέτη σε άλλο πλαίσιο που δε θα γνωρίσουμε ποτέ. Μία δυναμική γυναίκα ποτέ δεν έχασε το πάθος της για δημιουργία. Πάντα επέλεγε να είναι ο εαυτός της και θεωρούσε πως αυτό προάγει την εξέλιξή της. Στιγμή δε μετάνιωσε για τις επιλογές της και στο πλούσιο παλμαρέ της υπάρχουν 31 βραβεύσεις που επιβεβαιώνουν το μεγαλείο της υποκριτικής της δεινότητας. Σημάδεψε την Τέχνη που επέλεξε να υπηρετήσει και το έκανε με αυταπάρνηση όσο άντεξε να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή.
H Τζίνα γεννήθηκε το 1930 στο Μάντισον. Γονείς της ήταν η Μαίρη Έλεν Νιλ κι ο Έντγουιν Μάργουιν Ρόουλαντς, τραπεζίτης, μέλος του νομοθετικού γραφείου της περιοχής και μέλος του προοδευτικού κόμματος του Γουισκόνσιν. Αδελφός της ο Ντέιβιντ. Περιηγήθηκε αρκετά, καθώς ο πατέρας της έλαβε ανώτατες θέσεις όπως αυτή στο Υπουργείο Γεωργίας. Τελείωσε το λύκειο στη Βιρτζίνια. Ξεκίνησε να φοιτά στο τοπικό Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν, σύντομα όμως άνοιξε τα φτερά της και βρέθηκε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει υποκριτική στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών. Η εξωτερική ομορφιά της άνοιγε διάπλατα τις πόρτες για ένα λαμπρό μέλλον, καθώς το πρόσωπό της ακτινοβολούσε.
Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από το σανίδι του θεάτρου, ήταν όμως “καρμική” μία συνάντηση που άλλαζε ολόκληρη τη ζωή της. Για τον Κασσαβέτη ήταν η “Χρυσή Κοπέλα” λόγω των ξανθών μαλλιών της. Γνωρίστηκαν στην American Academy at Carnegie Hall που ήταν και οι δύο σπουδαστές. Μαζί πορεύτηκαν στη ζωή, αλλά και στην κινηματογραφική τους διαδρομή. Πρωταγωνίστησε σε δέκα του ταινίες (“Σε περιμένει το παιδί μας” (1963), “Πρόσωπα” (1968), “Γκλόρια” (1980), “Άνεμος αγάπης” (1984), “Μίνι και Μόσκοβιτς” (1971), “Νύχτα πρεμιέρας” (1977), “Μια γυναίκα εξομολογείται” (1974), “Gli intoccabili” (1969), “Two-Minute Warning” (1976) και “Η τρικυμία” (1982)). Είναι μητέρα των Nick Cassavetes, Xan Cassavetes και Zoe R. Cassavetes. Μπορούμε να πούμε πως αρνήθηκε για χάρη της συνύπαρξης τους τη “βαριά βιομηχανία” και αγάπησε τον ανεξάρτητο Κινηματογράφο σαν ένα θεμελιώδες κομμάτι της ζωή της.
Προτάθηκε δύο φορές για Όσκαρ. Μία για το “Μια Γυναίκα Εξομολογείται” και μία για το “Gloria”. Τελικά της απονεμήθηκε τιμητικό Οσκαρ το 2015. Έλαβε δυο Έμμυ, το πρώτο το 1989 για την τηλεταινία “The Betty Ford Story” και το δεύτερο το 1991 για το “Face of a Stranger”. Χαρακτηριστικό είναι πως Ο Pedro Almodóvar αφιέρωσε την ταινία του “Όλα για τη μητέρα μου” (1999) στην Τζίνα Ρόουλαντς (Gena Rowlands), τη Bette Davis και τη Romy Schneider, τιμώντας τις ως γυναίκες ηθοποιούς που άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι τους στον κινηματογράφο. Η ίδια ήταν δια βίου προοδευτική Δημοκρατική με κοινωνικές ευαισθησίες και δημόσιο λόγο. Υπήρξε φανατική του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά και θιασώτης του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Έχει πει χαρακτηριστικά πως της αρέσει το ανεξάρτητο σινεμά. Δεν συμφωνεί πάντα μαζί του, αλλά αυτό είναι τελικά και το νόημα».
Μετά την απώλεια του συζύγου της τη συναντάμε στο “Μία Αλλη Γυναίκα” του Γούντι Αλεν το 1988 και το “The Neon Bible” του Τέρενς Ντέιβις το 1995. Τελευταία μεγάλη της στιγμή, ο ρόλος της Αλι στο “Notebook” του γιου της Νικ Κασαβέτη το 2004. Η Τζίνα Ρόουλαντς υποδύεται μια γυναίκα που πάσχει από άνοια, πρωταγωνίστρια με τον δικό της μοναδικό τρόπο σε ένα συγκινητικό τέλος. Ακριβώς σε αυτό το σημείο το σύμπαν συνωμοτεί όπως μόνο αυτό ξέρει και δημιουργείται μία συνθήκη άτυπης προοικονομίας, καθώς η Τζένα διεγνώσθη με Αλτσχάιμερ το 2019 και τα χρόνια μέχρι το αντίο της πέρασε μεγάλες δυσκολίες στην επικοινωνία της.
Το Αστέρι της σβήνει. Αφήνει όμως ανεξίτηλο το στίγμα της ως μια από τις πιο επιδραστικές και χαρισματικές ηθοποιούς του αμερικανικού κινηματογράφου με την καριέρα της να απλώνεται σε έξι δεκαετίες δημιουργίας. Η κληρονομιά της συνεχίζει να εμπνέει και να συγκινεί, καθιστώντας την μια αληθινή πρωτοπόρο της Έβδομης Τέχνης. Κατάφερε να παρουσιάσει πτυχές που αποθεώνουν τη γυναίκα σε όλο της το μεγαλείο μακριά από κοινοτυπίες και στερεότυπα του Χόλιγουντ κι η αυταπάρνησή της θα αποτελεί για πάντα σημείο αναγνώρισης από την παγκόσμια σινεφίλ κοινότητα. Καλό ταξίδι!